Edward Lear-Thermopylae-Greece-1848

Edward Lear-Thermopylae-Greece-1848
Το ιστολόγιο αυτό δημιουργήθηκε με σκοπό την προβολή της τοπικής ιστορίας της Φθιώτιδας. Παρουσιάζονται ιστορικά γεγονότα λιγότερο γνωστά στο ευρύ κοινό. Παρατίθενται μαρτυρίες ανθρώπων, οι οποίοι συμμετείχαν και βίωσαν γεγονότα του 19ου και 20ου αιώνα. Προτιμάται ο επώνυμος σχολιασμός των αναρτήσεων. Στις αναδημοσιεύσεις παρακαλούμε για την αναφορά της πηγής προέλευσης. © Σωτήριος Γ. Αλεξόπουλος.

Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

Φόνος του ιερέα Ροβολιαρίου Παπανικόλα Γιαννιτσιώτη από ληστή το 1853

Κατά τα μέσα του 19ου αιώνα, όπως είναι γνωστό, η παραμεθόρια Φθιώτιδα υπέφερε από επιδρομές ληστών. Από την έρευνα ταυτίσθηκε περιστατικό φόνου του ιερέα Ροβολιαρίου Φθιώτιδας από το ληστή Μήτρο Κροκίδα.
Συγκεκριμένα, ο ληστής σε απολογία του το Σεπτέμβριο του 1853 ενώπιον των κρατικών αρχών στη Λαμία αναφέρει : «…Εγώ κατά τον θεριστήν, Ιούνιον δηλαδή μήνα, εφόνευσα τον Παπανικόλα (αγνοώ το επίθετόν του) από το χωρίον Ροβολιάρι, και φοβούμενος την ένεκα της πράξεως ταύτης καταδίωξίν μου, ανεχώρησα από το χωρίον μου και υπήγα κατά το χωρίον Σμόκοβον, εις την εκεί στάνην του Τσάπαβα, από το χωρίον τούτο Σμόκοβον, και ηνώθην τότε με τους ληστάς Τσούμαν και Γρίβαν κατά τον αυτόν μήνα Ιούνιον, μετά τέσσερας ημέρας αφ’ ής εφόνευσα τον ειρημένον ιερέα...»
Το ατυχές αυτό περιστατικό του φόνου διασταυρώθηκε από τον απόγονο του ιερέα κ. Αναστάσιο Παπανικολάου. Συγκεκριμένα ο κ. Παπανικολάου μας ανέφερε τα εξής :
«Ο Παπανικόλας είναι ο Νικόλαος Γιαννιτσιώτης. Καταγόταν από τη Γιανντσού και, επειδή ήταν εγγράμματος και θρησκευόμενος, έγινε ιερέας και λειτουργούσε στο Λιτόσελο, αν και έμενε στο Ροβολιάρι, όπου παντρεύτηκε ντόπια (το γένος Σουσούλια). Το 1853 δολοφονήθηκε από το σγκεκριμμένο ληστή για ασήμαντη αφορμή (διαμάχη για το ποιος ήρθε πρώτος να ποτίσει τα ζώα του). Στις απειλές του ληστή ότι θα τον πυροβολήσει, του είπε ότι αν έχεις δίκαιο ρίξε, αλλιώς ο Θεός θα σε τιμωρήσει.
Είχε τέσσερα παιδιά, ο μεγαλύτερος δόθηκε για υιοθεσία σε κάποιον Αποστολόπουλο από τον Ασβέστη. Οι δύο κόρες στάλθηκαν υπηρέτριες στη Λαμία και έμεινε ο μικρότερος, ο Γεώργιος, με τη μητέρα του στο Ροβολιάρι. Η πρεσβυτέρα για να ζήσει το παιδί της (τριών χρονών περίπου) έπλενε τα ρούχα των στρατιωτών στο Ροβολιάρι, μιας και τότε ήταν παραμεθόριο χωριό.
Ο Μήτρος Κροκίδας αμνηστεύτηκε γι’ αυτόν το φόνο αλλά όπως διηγούνται οι παλαιότεροι στο Ροβολιάρι, τα τελευταία χρόνια της ζωής του είχε βάλει φωτιά στο σπίτι του, είχε υποστεί εγκαύματα και ζούσε με ανοιχτές πληγές και με ψυχολογικά προβλήματα».
Η πλήρης απολογία του ληστή Μήτρου Κροκίδα έχει ως εξής:
«Εν Λαμία σήμερον την δεκάτην πέμπτην Σεπτεμβρίου 1853, πεντήκοντα τρία, ενεφανίσθη ενώπιον ημών του παρά τοις Πρωτοδίκαις Αντεισαγγελέως Ν. Παρασκευοπούλου, επί παρουσία και του Δικαστ. Υπογραμματέως Ιω. Κυριμοπούλου, ο διά του υπ’ αριθ. 618 εγγράφου του ενταύθα Αρχηγού της στρατιωτικής Δυνάμεως αποσταλείς υπό συνοδείαν χωροφυλάκων Μήτρος Κροκίδας, και εξητάσθη ως ακολούθως.
Ερ. Πως ονομάζεσαι κλπ.;
Απ. Μήτρος Κροκίδας, εγεννήθην και κατοικώ εις το χωρίον Ροβολιάρι του Δήμου Μακρακώμης, ειμί ετών 22, γεωργός και χριστιανός.
Ερ. Γνωρίζεις αν ζή ο λήσταρχος Αναστάσιος Καλαμάτας, ή εφονεύθη, υπό τινος, πότε και εις ποίαν θέσιν;
Απ. Εφονεύθη πρό δέκα οκτώ ημερών, ήτοι την 29 Αυγούστου ε.έ. εις το χωρίον Δρανίστα του Οθωμανικού, τον εφόνευσα δε εγώ, και ιδού τίνα τρόπον. Εγώ κατά τον θεριστήν, Ιούνιον δηλαδή μήνα, εφόνευσα τον Παπανικόλα (αγνοώ το επίθετόν του) από το χωρίον Ροβολιάρι, και φοβούμενος την ένεκα της πράξεως ταύτης καταδίωξίν μου, ανεχώρησα από το χωρίον μου και υπήγα κατά το χωρίον Σμόκοβον, εις την εκεί στάνην του Τσάπαβα, από το χωρίον τούτο Σμόκοβον, και ηνώθην τότε με τους ληστάς Τσούμαν και Γρίβαν κατά τον αυτόν μήνα Ιούνιον, μετά τέσσερας ημέρας αφ’ ής εφόνευσα τον ειρημένον ιερέα. Έμεινα λοιπόν μαζί με αυτούς έως δέκα ημέρας, και ακολούθως εγώ καθώς και οι άλλοι λησταί Τσούμας και Γρίβας ανταμώθημεν μαζύ με τον Καλαμάταν, και εγεινήκαμεν όλοι έν Ασκέρι. Μετά δύο ημέρας πάλιν ανταμώσαμεν με τον άλλον ληστήν Μήχον από την Λιάκουραν, και ηνώθημεν όλοι ομού, έχοντες αρχηγόν μας τον Καλαμάταν. Υπήγαμεν όθεν όλοι μαζύ εις διάφορα χωριά και μέρη εντός του Τουρκικού, και ελαμβάνομεν διαφόρους τροφάς και ειδήσεις από τους χωρικούς, τους οποίους εγνωρίζαμεν· και ούτως όλοι μαζύ υπήγαμεν κατ’ αρχάς εις την θέσιν Τσουρνά, όπου υπάρχουσι διάφορα βλαχοκόνακα, ένθα εμείναμεν μίαν μόνην ημέραν· ακολούθως ετραβήξαμεν τρείς ολοκλήρους νύκτας και απεράσαμεν διά τον Βώλον, αλλά επειδή επροδοθήκαμεν δεν υπήγαμεν εκεί, αλλ’ εφθάσαμεν μόνον εις το χωρίον Δέδκουλα, και εμείναμεν απ’ έξω διά να πάρωμεν ψωμί. Επειδή δε δεν ήτον δυνατόν διά να λάβωμεν ψωμί, διότι το χωρίον εκείνο το είχον κατλάβει οι Αλβανοί στρατιώται, ανεχωρήσαμεν απ’ εκεί, κυνηγηθέντες μάλιστα από τους Αλβανούς, διότι μας εκατάλαβαν,  και υπήγαμεν πάλιν εις την θέσιν Τσουρνά όπου εμείναμεν δύο ημέρας·αναχωρήσαντες εκείθεν υπήγαμεν εις το χωρίον Γκούρα, όπου ελάβαμεν τροφάς και εμείναμεν μίαν μόνην ημέραν· την άλλην ετραβήξαμεν και υπήγαμεν εις το Νεοχώρι, χωρίον, όπου εμείναμεν μίαν άλλην ημέραν· την επιούσαν αναχωρήσαντες εκείθεν υπήγαμεν εις το χωρίον Παλαμά, και εκείθεν εις την Αβαρίτσαν, χωρίον, και ακολούθως εις το χωρίον Νταουκλί, όπου εμείναμεν  δέκα ημέρας, περιμέναντες όλον αυτό το διάστημα διά ν’ απεράση εκείθεν ένας πραγματευτής να τον συλλάβωμεν. Αλλ’ επειδή δεν ηδυνήθημεν να πράξωμεν τούτο, καθόσον ο πραγματευτής εκείνος το έμαθεν και επέστρεψεν οπίσω εις τον Δομοκόν όθεν είχεν αναχωρήσει, απεράσαμεν εις διάφορα άλλα μέρη, όθεν τέλος πάντων την 29 Αυγούστου εφθάσαμεν εις το χωρίον Δρανίστα, όπου εμείναμεν εκεί έξω. Το εσπέρας εκείνης της ημέρας μ’ είπεν ο αρχιληστής Καλαμάτας να υπάγωμεν εις το χωρίον μας να το ληστεύσωμεν, διά να πάρωμεν χρήματα και άλλα πράγματα από τους κατοίκους· εγώ τω είπα τότε, ότι δεν είναι καλόν να κάμωμεν τούτο, διότι έχω πολλούς συγγενείς και φίλους εκεί και δεν πρέπει να πάθωσιν ούτοι εξ αιτίας μου· εκείνος θυμώσας τότε, με είπε, και τι διά το χωρίο σου σε μέλλει, και δια το Μπουλούκι, εννοών τους συντρόφους μου, δε σε μέλλει; Μ’ ύβρισε λοιπόν και με είπε τότε, παληοβρώμα, εγώ έχω τόσα χρόνια κλέφτης, και δεν με αντεστάθη κανείς, και θα μου αντισταθείς εσύ τώρα. Διέταξε λοιπόν τους άλλους συντρόφους και μ’ έπιασαν και με εξαρμάτωσαν, χωρίς να μου αφήσουν τίποτε, και μάλιστα με προσείχον πολύ, φοβούμενοι μη πάθουν τίποτε εξ αιτίας μου. Αφού λοιπόν με εξαρμάτωσαν, έμεινα εγώ μόνος, και επήγα να πέσω να κοιμηθώ εκεί πλησίον, όπου ήτον και ο Καλαμάτας εγειρμένος· τότε ένας από τους συντρόφους μου ο Κώστας Δάλλης από το χωρίον Σεγγρέλου του Ελληνικού, έχων την κομπούραν μου παρμένην, μου την επέταξε και μου είπε, Να ωρέ την κομπούρα σου διότι εγώ δεν ημπορώ να υποφέρω τα δικά μου άρματα και θα κρατώ και τα ιδικά σου; Επήρα λοιπόν εγώ την κομπούραν μου και την έβαλα εις το Σιλάχι μου, ήτον δε γεμάτη και με βόλι, και ακολούθως επειδή ο Ζελιναίος ο ληστής εκοιμάτο πλησίον με τον Καλαμάταν και είχε το σπαθί μου, επήγα και του το πήρα, διότι το είχε μαζύ με το τουφέκι του ακουμβήσει εις ένα ντούσκο το δε εδικόν του σπαθί το είχε ζωσμένο κοιμώμενος· επήρα συγχρόνως και το τουφέκι του Ζελιναίου, το οποίον, ως είπα, είχεν ακουμβήσει εις τον Ντούσκον. Ιδών λοιπόν εγώ τον Καλαμάταν κοιμώμενον με τον Ζελιναίον, εσκέφτηκα μόνος μου και είπα· ο ληστής ούτος ο Καλαμάτας έχει ληστεύσει τόσους συγγενείς μου, να υπάγη τώρα να ληστεύσει και το χωριό μου ολόκληρον, και να είμαι και εγώ μαζύ του τούτο είναι μεγάλη αμαρτία. απεφάσισα λοιπόν να τον φονεύσω και διά τούτο σηκώσας την πιστόλαν, υπήγα γάλι γάλι εκεί όπου εκοιμάτο, διότι ήμην πλησίον του, και ιδών αυτόν κοιμώμενον ανάσκελα, το στήθος δηλονότι εις τα άνω, και έχοντα το χέρι εις το στήθος του, τον πυροβολώ με την κομπούραν εμπρός εις το στήθος, και αναχωρώ. Τότε ακούσαντες οι σύντροφοί του όπλον, εσηκώθησαν άπαντες, και βλέποντες εμέ φεύγοντα, διότι, άμα επυροβόλησα, ανεχώρησα, με κυνηγούν και με ρίπτουν πέντε έξ τουφέκια, αλλά δεν με επέτυχον. Επειδή όμως εγώ δεν ήξευρα αν τον εφόνευσα, ή όχι, υπήγα ολίγον παρακάτω, και εκρύφθηκα εις έν μέρος, διά να ακούσω και μάθω τι εγίνετο. Κεκρυμμένος λοιπόν βλέπω τον Χαρμπήν ερχόμενον μαζύ με ένα άλλον Αναγνώστην το όνομα (αγνοώ το επώνυμόν του) οίτινες ακούσαντες εις το χωρίον Δρανίστα, όπερ ήτο πλησίον, τον πυροβολισμόν έτρεχον να μάθουν τι έτρεχε, επληροφορήθη λοιπόν από τους άλλους κλέφτες ότι εσκοτώθη ο αρχηγός Καλαμάτας από εμένα· και επήγεν εκεί όπου ήτο φονευμένος διά να τον ιδή· κατόπιν λοιπόν, ήτοι την πρωΐαν, ίδα εκεί όπου ήμην κρυμμένος δύο παππάδες, τον ένα έμπροσθεν, και τον άλλον όπισθεν, και τέσσαρας άλλους κλέφτας, φέροντας εν κραββάτι, εντός του οποίου ήτον, σαβανωμένος μάλιστα ο Καλαμάτας. Τον υπήγον λοιπόν όλοι οι κλέφταις, και μάλιστα και τινες Αρβανήται, οίτινες έλαβον γνώσιν του θανάτου του, ιδόντες αυτόν ιδίοις όμμασιν, εις το χωρίον Δρανίστα, όθεν εγώ δεν ηδυνάμην πλέον να διακρίνω. Την ημέραν λοιπόν εκείνην, ήτοι την Κυριακήν, αναχωρήσας εγώ από την θέσιν εκείνην, υπήγα εις το χωρίον μου και ανταμώσας τον πατέρα μου εντός του χωρίου, τω είπον ταύτα πάντα· ούτος δε ο πατέρας μου τ’ ανέφερεν εις τον Βουλευτήν Καλαμάραν, όστις μοί παρήγγειλε και υπήγα εις το Βαρυμπόπι, και εκείθεν χθές το πρωΐ απέρασα εις την Δραμπάλαν, όπου ανέφερον ταύτα πάντα εις τον Λοχαγόν Πετμεζάν, και εκείθεν ήλθον σήμερον εδώ συνοδευόμενος μ’ ένα στρατιώτην και έναν Λοχίαν εις τον ενταύθα Αρχηγόν.
Ερ. Τίνες ήσαν μαζύ με τον Καλαμάταν λησταί, αφ’ ότου ηνώθης σύ μετ’ αυτού;
Απ. Ήσαν, εγώ, 2) ο Μήτσος από την Λιάκουρα, 3) ο Κόρακας από το Κλονί, 4) Δίπλας από το Γαρδίκι, 5) Νικόλαος Τσούμας από την Αρτοτίναν,  6) Μήτρος Αλεξίου Γρίβα από την Αρτοτίναν, 7) Νίκος και 8) Κώστας Ντάλιδες από Σεγγρέλου, 9) ένας εξάδελφος αυτών Αθανάσιος Τσουμαλάγας, 10) Βασίλειος Χουλιαράς, δεν ηξεύρω πόθεν είναι, 11) Κώστας από το Καρπενήσι, αγνώστου επιθέτου, 12) ο γυναικάδελφος του Καλαμάτα, Τριαντάφυλλος Χουσμερής, από το Δομοκόν, 13) ένας Παναγιώτης Πατούκης ψυχογυιός του Καλαμάτα, από Αταλάντην, 14) Νικόλας, όπου έχει ένα αδελφόν εις τας φυλακάς, από το χωρίον Μακρολείβαδον, ήτοι Ματσούκας, 15) έν παιδί Γιοβάνης το όνομά του από το Νεοχώριον του Τουρκικού, ήτοι Βαενάς, 16) Γιάννης Ζεληναίος αρχιληστής, 17) ένα παιδί, Μήτρος το όνομά του από τον Δομοκόν, 18) ένα παιδί Χρήστος από το Βώλο, τον οποίον ημείς ελέγαμεν Τσιγαρίδα, 19) ένας Χρήστος Κακατάς, πρώην στρατιώτης, λιποτακτήσας από το Καρπενήσι, διότι ήθελε να κόψη ένα αξιωματικόν του, 20) Γεώργιος Τρέλλας Βλαχόπουλος, 21) Αθανάσιος, δεν ηξεύρω πόθεν ήτον, ευρίσκετο όμως πάντοτε μαζύ με τον Τρέλλαν, 22) ένας άλλος Μήτρος, όστις δεν ημπορούσε να ομιλήση παστρικά τα Ρωμαίϊκα, 23) ένας Παναγιώτης Ανδρέου από τα χωρία των Αθηνών, 24) ένα άλλο παιδί από το Καρπενήσι, ονόματι Μήτρος, 25) έν άλλο παιδί, Γιαννιός τούνομα, όμως είναι Βλάχος και από την επαρχίαν ταύτην της Φθιώτιδος, 26) ένας πατέρας από το Καρπενήσι, 27) ένας σπανός, του οποίου ούτε το όνομα ούτε το επίθετον γνωρίζω· άλλοι δύο από το Τουρκικόν ήτοι 28) ο ένας ελέγετο Γεώργιος, και ο άλλος 29) Αθανάσιος, 30) έν άλλο παιδί Μήτρος Μπαρμπατσάκης, ψυχογυιός του ληστού Μήτρου, 31) ένα άλλο παιδί Μήτρος από τον Βώλον 32) ένας άλλος βασίλειος Αρτεμένος από το Καρπενήσι, 33) και ένας άλλος Αθανάσιος από το Πλατύστομον.
Ερ. Τίνες εξ αυτών εκοιμώντο μετά του Καλαμάτα, όταν τον εφόνευσες, και οι άλλοι που ήτο τότε;
Απ. Εκοιμώντο ο Τσούμας, ο Γρίβας ήτοι Δημ. Γριβαλέξης, ο Δίπλας, ο γυναικάδελφος του Καλαμάτα Τριαντάφυλλος και ο Ζεληναίος, και εγώ, και οι λοιποί ήσαν εσκορπισμένοι και κοιμώμενοι.
Ερ. Εκοιμάσο σύ πάντοτε μαζύ με τον Καλαμάταν, ή μόνον εκείνην την εσπέραν, ότε εφονεύθη;
Απ. Οσάκις εκοιμώμεθα, είμεθα όλοι μαζύ, και διεσκορπισμένοι, εκεί κοντά.
Ερ.. Όταν σ’ εξαρμάτωσεν ο Καλαμάτας δεν σου είπεν ν’ απομακρυνθής από αυτόν και τους συντρόφους του;
Απ. Δεν μου είπε τίποτε, και επερίμενε την πρωΐαν να με δείρη, και να με σκοτώση.
Ερ. Αφού σε εξαρμάτωσε, πως σου έδωκεν ο σύντροφός σου την κομπούραν σου;
Απ. Διότι είχον φιλίαν με αυτόν, και εκτός τούτου δεν ημπορούσεν εκείνος να φέρη και την ιδικήν μου κουμπούραν.
Ερ. Πόσον μακράν σε κατεδίωξαν οι άλλοι λησταί, όταν εφόνευσες τον Καλαμάταν;
Απ. Ήτον έως μίαν τουφεκιάν τόπον, και ήτον μάλιστα και λάκκα, επίπεδον.
Ερ. Εφ’ όσον καιρόν ήσουν με την συμμορίαν ταύτην, τίνας ληστείας επράξατε;
Απ. Δεν εκάμαμεν τίποτε, διότι υπήγαμεν εις την Ομβριακήν διά να πάρωμεν κανένα να βγάλωμεν χρήματα, και δεν ημπορέσαμεν, ωσαύτως υπήγαμεν και εις το χωρίον Νταουκλί διά να πιάσωμεν δύο Παππαδόπουλα, αλλά και εκεί δεν ημπορέσαμεν να κάμωμεν τίποτε· ύστερον υπήγαν ο Ζεληναίος με τον γυναικάδελφον του Καλαμάτα και ένα άλλον ακόμη να συλλάβουν ένα έμπορον από τον Δομοκόν, αλλ’ αντί τούτου εκτύπησαν ένα άλλον Δομοκίτην.
Ερ. Κάποιος Χαρμπής, τι ήτον, και αν είχε φίλον τον Καλαμάταν.
Απ. Αυτός ήτο πρότερον ληστής, και είχε μεγάλας φιλίας με τον Καλαμάταν.
Ερ. Κατηγορείσαι ότι από του Ιουνίου ε.ε. ενωθείς, ως εξέθεσες ανωτέρω, μετά του ληστάρχου Καλαμάτα και της συμμορίας αυτού, επράξατε από της εποχής εκείνης διαφόρους ληστείας, τι απολογείσαι;
Απ. Ημείς καθ’ όλον αυτόν τον χρόνον δεν επράξαμεν κανένα, επομένως ουδέ ληστείαν καμμίαν επράξαμεν.
Ερ. Ηξεύρεις άλλο τι και γράμματα;
Απ. Όχι.
Αναγνωσθείσα η παρούσα, υπεγράφη παρ’ ημών μόνον, ως αγραμμάτου του εξετασθέντος.

Ο Αντεισαγγελεύς
Ν.Παρασκευόπουλος
Ο Δικαστ. Υπογραμματεύς
Ιω. Κυριμόπουλος

Αυθωρεί εξετάσθη κατά προσθήκην ως ακολούθως.
Ερ. Οποία ήτον η θέσις όπου εκοιμάτο ο φονευθείς Καλαμάτας, λάκκα, δηλονότι, λόγγος, κλαδιά, ή άλλο τι;
Απ. Ήτο λόγγος με Ντούσκα*.
Ερ. Ήτο δρόμος πλησίον ή απόκεντρον;
Απ. Ήτο πλησίον εις τον δρόμον έως έξ αδρασκελιαίς.
Ερ. Πώς ετολμήσατε σείς λησταί καταδιωκόμενοι, να κοιμηθήτε εις τοιαύτην θέσιν;
Απ. Δεν είχαμε φόβον, διότι εκαθήσαμεν εκεί προσωρινώς διά να ξαναποστάσωμεν, περιμένοντες τους άλλους συντρόφους μας, οίτινες υπήγον να πάρουν σφακτά.
Ερ. Οποία ώρα ήτον, όταν εφόνευσες τον Καλαμάταν;
Απ. Έως τρείς ώρας νύκτα Τουρκιστί, ήτοι μετά την δύσιν του ηλίου, αλλά εις τας δύο ώρας Τουρκιστί υπήγαμεν εις την θέσιν εκείνην· εγνωρίζαμεν δε και την ώραν, διότι πολλοί των συντρόφων μας είχον ωρολόγια.
Ερ. Πώς ήτο δυνατόν σείς να υπάγετε εις τας δύο ώρας εις το μέρος εκείνο, και μετά μίαν ώραν να κοιμηθήτε και να φονεύσης συγχρόνως τον Καλαμάταν;
Απ. Εκοιμηθήκαμεν ολίγον περιμένοντες τους άλλους συντρόφους.

Ο Αντεισαγγελεύς
Ν.Παρασκευόπουλος
Ο Δικαστ. Υπογραμματεύς
Ιω. Ζ. Κυριμόπουλος

[ΑΥΕ, 1853/4/1, αντίγραφο από τα πρακτικά της ανακρίσεως, λαμία, 8 Νοεμ. 1853] »

* Ντούσκα σημαίνει δάσος με βελανιδιές.

ΠΗΓΕΣ


1) Προφορική μαρτυρία κ. Αναστασίου Παπανικολάου.
2) ΙωάννουΕ. Κολιόπουλου, Περί λύχνων αφάς. Η ληστεία στην Ελλάδα (19ος αι.) Θεσσαλονίκη 1994, Εκδόσεις ΒΑΝΙΑΣ (σελίδες 396-403).






Σάββατο 8 Μαρτίου 2014

Απονομή Πολεμικού Σταυρού Γ΄ τάξεως στο Στυλιδιώτη Λοχία του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων Λαμίας Σπύρο Μωράτη

Σε έρευνά μας παλαιότερα εντοπίσθηκε στην περιοδική έκδοση ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙ 15 (2008), σελίδα 110 και προστέθηκε στην ανάρτηση Το 5/42 ΣύνταγμαΕυζώνων Λαμίας και ο Νικόλαος Πλαστήρας η Εικ.3 με τον υπότιτλο: «Απονομή Πολεμικού Σταυρού Γ΄ τάξεως σε Λοχία του Συντάγματος».
Στην Ομάδα «ΣΤΥΛΙΔΟΣ ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ» την 10η Φεβρουαρίου 2014 δημοσιεύθηκαν τα δύο έγγραφα-ντοκουμέντα σε έγχρωμη μορφή. Σύμφωνα με τον κ.Κώστα Αλπόγλου «τις φωτογραφίες έδωσε ο Μάκης Τσανσίζης».
Αναλυτικότερα:
●Πρώτο έγγραφο
  
Πηγή εγγράφου: «ΣΤΥΛΙΔΟΣ ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ».

Υπογράφεται από το Διοικητή του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων Συνταγματάρχη Νικόλαο Πλαστήρα. Αναφέρει τα εξής:

«5/42 Σύνταγμα Ευζώνων                                                                  ΙΙΙ Πολυβολαρχία
Απόσπασμα
Ημερησίας Διαταγής Συντάγματος 12ης Ιουλίου 1920
«Προσωπικόν»
          Ποιούμαι εύφημον μνείαν του κάτωθι οπλίτου
διότι, καθόλην την διάρκειαν των επιχειρήσεων
επεδείξατο διαγωγήν εξαίρετον, γενναιότητα και τόλμην
διακριθείς των λοιπών συναδέλφων του.-
          Λοχίας Μωράτης Σπύρος
Διά τούτον επρότεινα όπως απονεμηθή αυτώ
ο πολεμικός Σταυρός Γ΄ τάξεως.
Δια την ακρίβειαν
Ο υπασ/της του Συν/τος
Ο
Διοικητής του Συντάγματος


●Δεύτερο έγγραφο

 Πηγή εγγράφου: «ΣΤΥΛΙΔΟΣ ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ».

Με το δεύτερο έγγραφο απονέμεται στο Λοχία Σπυρίδωνα Μωράτη της ΙΙΙης Πολυβολαρχίας του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων ο Πολεμικός Σταυρός Γ΄ Τάξεως από το Μέραρχο της ΧΙΙΙης Μεραρχίας Στερεάς Ελλάδας Κωνσταντίνο Μανέτα. Το κείμενο του εγγράφου έχει ως εξής:

«ΧΙΙΙ Μεραρχία                                                              5/42 Σύνταγμα Ευζώνων
Απόσπασμα
Ημερησίας Διαταγής Συντάγματος 12η Αυγούστου 1920
Κατωτέρω κοινοποιώ ως έχει την από 29ην Ιουλίου ε.ε.
Ημερησίαν Διαταγήν ΧΙΙΙ Μεραρχίας έχουσαν ούτω.
Λαβών υπ’ όψει τας διατάξεις του από 31ης Οκτωβρίου 1917
ΒΔ «περί απονομής ηθικών αμοιβών διά πράξεις διακεκριμέ-
νας επί του πεδίου της μάχης» ως τούτο ετροποποιήθη υπό
σχετικών μεταγενεστέρων ΒΔ ως και τας υποβληθείσας μοι
σχετικάς προτάσεις υπό του Διοικητού του 5/42 Συν/τος Ευζώ-
νων Συνταγματάρχου Πλαστήρα Νικολάου.
Ποιούμαι εύφημον μνείαν των κάτωθι οπλιτών εις ούς
απονέμω τας εξής ηθικάς αμοιβάς. Τον
Πολεμικόν Σταυρόν Γ΄ τάξεως εις τον
Λοχίαν Μωράτην Σπυρίδωνα.
Διότι κατά τας λαβούσας χώραν επιχειρήσεις
κατά Ιούνιον ε.ε. εν Μ.Ασία επεδείξατο τόλμην και
ψυχραιμίαν και αυτοθυσίαν παρέχων διά του εαυτού του
αξιόζηλον παράδειγμα διά τους συναδέλφους του.

Δια την ακρίβειαν
ο
υπασπ/τής του Συν/τος
Κ.Μανέτας
Ν.Πλαστήρας
Συντρχης»

Τα πολεμικά γεγονότα, στα οποία συμμετείχε με ηρωϊσμό ο Λοχίας Σπυρίδων Μωράτης, έλαβαν χώρα κατά τη συμμετοχή του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων στις Επιχειρήσεις Φιλαδελφείας-Προύσης-Ουσάκ (Ιούνιος-Νοέμβριος 1920).
Συγκεκριμμένα:
«β. 1η Ιανουαρίου-22α Ιουνίου 1920: Την 8ην Ιανουαρίου 1920, Λόχος του Συντάγματος ενεργεί μετά του Ι/30 Τάγματος επίθεσιν εναντίον Τουρκικών δυνάμεων τας οποίας και συντρίβει. Μέχρι του Ιουνίου η δραστηριότης επιχειρήσεων εις τον τομέα του Συντάγματος είναι περιωρισμένη. Την 9ην Ιουνίου 1920 ο Ελληνικός Στρατός ήρχισε νέαν προέλασιν. Το 5/42 ΣΕ ως μικτόν Απόσπασμα ενεργεί σφοδροτάτην επίθεσιν κατά των Τουρκικών αντιστάσεων και αφού ανατρέπει πολλάς εξ αυτών διά της λόγχης καταλαμβάνει την πόλιν του Αξαρίου, συλλαμβάνει πολλούς αιχμαλώτους και κυριεύει δύο πυροβόλα, πολυβόλα και παντοειδές υλικόν. Κατά τας 11-12 Ιουνίου προελαύνει ταχέως προς Γκελεμπέ. Την 16ην Ιουνίου προελαύνει αμαχητί μέχρις Ομέρκιοϊ όπου επιτυγχάνει τον σύνδεσμον με Τμήματα της Μικτής Ταξιαρχίας της Μεραρχίας Ξάνθης η οποία είχεν αποβιβασθεί την αυτήν ημέραν εις Πάνορμον.
γ. 23 Ιουνίου-23 Αυγούστου 1920: Το Σύνταγμα ευρίσκεται εις την περιοχήν Σουζουρλού-Κεπσούτ κατέχον τα κέντρα αντιστάσεως Κρεμαστής και Κεπσούτ.
δ. 24 Αυγούστου-5 Νοεμβρίου 1920: Την 24ην Αυγούστου το Σύνταγμα μετακινείται εις Ελβαντάρ Φιλαδελφείας». Πηγή: Συνοπτική Ιστορία του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων Λαμίας.
Ίσως λοιπόν ο Σπύρος Μωράτης να πολέμησε ηρωϊκά κατά την κατάληψη των Θυατείρων (Αξαρίου, τουρκ. Akhisar) στις 9 Ιουνίου 1920.
Ο βραβευθείς Λοχίας Σπυρίδων Μωράτης καταγόταν από τη Στυλίδα. Σύμφωνα με τον κ. Κώστα Αλπόγλου «Από πληροφορίες που πήρα από παλαιότερους κατοίκους, ο Σπύρος Μωράτης με την σύζυγό του και τις κόρες τους Αλίκη και Ελένη, κατοικούσαν στο σημερινό σπίτι του Βασίλη Αναστασίου. Ήταν μεγάλος ιχθυέμπορος και είχε το γρι-γρι «Νικηφόρος Ουρανός» με καπετάνιο τον Μπούρτσικα και μηχανικό τον Καλκάνη. Το γραφείο του ήταν στην πλατεία, στη θέση της σημερινής πιτσαρίας….. Με το σχέδιο Marshall πήρε μεγάλο δάνειο προκειμένου να κατασκευάσει εργοστάσιο αλιπάστων. Δεν κατασκευάστηκε ποτέ το εργοστάσιο (ίσως τα χρήματα χρησιμοποιήθηκαν αλλού), δεν αποπλήρωσε το δάνειο και πτώχευσε. Πέθανε γύρω στο 1955 και η σύζυγος του πούλησε το καΐκι.»..



ΠΗΓΗ
Ομάδα δικτύου κοινωνικής δικτύωσης «ΣΤΥΛΙΔΟΣ ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ»






Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2014

Γράμματα από το μέτωπο της Αλβανίας του Στυλιδιώτη Λοχία ευζώνων Στέφανου Κ. Κουφιώτη

 «Ο Ιταλός στην Ελλάδα»; ποτές

Ο καταγόμενος από τη Στυλίδα Στέφανος Κ. Κουφιώτης, συμμετείχε με το βαθμό του Λοχία στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940-41, μέσα από τις γραμμές του 2ου Λόχου του 42ου Συντάγματος Ευζώνων Λαμίας(Εικ.1,2). Ο 2ος Λόχος ανήκε στο Ι/42 Τάγμα με Διοικητή τον Ταγματάρχη Ανδρέα Μάρκου Καραμέρη.
Στην Ομάδα «ΣΤΥΛΙΔΟΣ ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ» δημοσιεύτηκαν από το γιό του Ανδρέα δύο γράμματα, τα οποία έστειλε σε αγαπημένα του πρόσωπα στη Στυλίδα από το μέτωπο της Αλβανίας, περιοχή Τεπελενίου. Εκεί, μετά από τον Ιανουάριο του 1941, είχε εγκατασταθεί το 42ο Σύνταγμα Ευζώνων Λαμίας.
Α. Το πρώτο γράμμα είναι γραμμένο στις 29 Ιανουαρίου 1941 (Εικ.3). Γράφηκε σε «Επιστολικόν δελτάριον ατελές» (Εικ.4). Το απευθύνει προς τη θεία του Άννα Μακρή:
«Αλβανία 29-1-41/
Σεβαστή μου θεία/
Σε φιλώ/
Είχα καιρό να λάβω γράμμα σου/
Γιατί; ο γραμματέας σου δεν άδειαζε/
να σου γράψη; Επί τέλους το έλαβα./
προχθές, μαζί με το γράμμα της μητέ-/
ρας μου. Σ’ ευχαριστώ για όσα και/
τώρα κάμεις για μένα. Οι ευχές σας/
και οι παρακλήσεις μακάρι να εισα-/
κουσθούν μόνον αυτές σ’ αυτόν τον άγριον
και τραχύ αγώνα μας προστατεύουν./
Από υγεία δόξα τω θεώ πολύ καλά, σεις/
πως είσθαι; γράψτε μου τακτικά, εγώ/
όσον δύναμαι καθημερινώς. Χαιρετίσ-/
ματα σ’ όλους ιδιαιτέρως στη θειά Δέσπω
και δη Κατινούλα της. Σε φιλώ με σεβασμό/
                                                   Στέφανος»
Την ημέρα που γράφηκε το πρώτο γράμμα, σύμφωνα με το Πολεμικό Ημερολόγιο του Λαμιώτη Ηλία Γ. Κωστή, ο οποίος πολέμησε ως έφεδρος Επιλοχίας του 42ου Συντάγματος Ευζώνων, συνέβησαν τα εξής γεγονότα:
«29-1-41 (Τετάρτη)
Ελαφρά δράση πυροβολικού. Τάς νυκτερινάς ώρας από τον ασύρματο πληροφορούμεθα το θάνατο του Κυβερνήτου μας Ιωάννου Μεταξά. Το θληβερό άγγελμα θεωρείται σοβαρό και μάλιστα στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα το Έθνος μας. Προσωπικώς εύχομαι να μην έχει σοβαρό αντίκτυπο στα μαχόμενα στρατευματά μας αλλά και στον Ελληνικό λαό.
Άλλωστε εκείνος, ως υπεύθυνος Κυβερνήτης της Χώρας είπε το μεγάλο ΟΧΙ και ο λαός και στρατός ομόψυχα το χειροκρότησαν και το ετίμησαν. Σε κείνον η τιμή και στο λαό και στρατό η δόξα. Ο πόλεμος με τον ηρωϊκό Ελληνικό στρατό του θα συνεχίσει με τον ίδιο ενθουσιασμό και αυτοθυσία. Πολιτικαί επιπτώσεις δεν είναι δυνατόν την κρίσημον αυτήν εποχήν να συμβούν διότι θα είναι καθαρά προδοσία του ενδόξου Ελληνικού στρατού. Ας και πρέπει να πρυτανεύσει η λογική». [Πηγή: Πολεμικό Ημερολόγιο του εφέδρου επιλοχία Ηλία Γ. Κωστή. Μέρος Γ΄ ].
Β. Το δεύτερο γράμμα είναι γραμμένο στις 24 Φεβρουαρίου 1941 (Εικ.5). Το απευθύνει στην αγαπημένη του ξαδέλφη Αλεξάνδρα Παπακωνσταντίνου (το γένος Αλπόγλου):
«Αλβανία τη 24-2-41/
Αγαπημένη Ξαδέλφη Αλεξάνδρα/
Χαίρε/
Δυστυχώς αν και πέρασε τόσος καιρός/
εν τούτοις όμως ούτε εγώ αλλ’ ούτε και/
σύ, κατορθώσαμε να αλληλογραφίσου-/
με αν και νομίζω ότι έπρεπε. Έχει καλώς/
έλαβα γράμμα από το σπίτι μου, με/
λύπη μου είδα να μου γράφη η μητέ-/
ρα μου ότι, ο Χαρίδημος είναι και αυ-/
τός στρατιώτης που και πότε δεν γνω-/
ρίζω. Δεν πρέπει Αλεξάνδρα να στε-/
νοχωρείσαι γιαυτό μη φοβάσαι καθόλου/
όλοι σώοι και νικηταί θα γυρίσουμε/
οπίσω αν βέβαια και ο θεός το θέλει/
Αναλογίζομαι τη θέσι σου, αλλά δεν μπο-/
ρούσε αλλοιώς να γίνη. «Ο Ιταλός στην/
Ελλάδα»; ποτές. Φιλώ Αριστείδη/
Στέλλα και Κωστάκη. Χαιρετίσματα/
σ’ όλους                Με αγάπη/
Στέφανος»
Πληροφορίες για τον επιστρατευμένο Χαρίδημο, δίνει ο κ.Κωνσταντίνος Αλπόγλου: «Χαρίδημος Παπακωνσταντίνου, ο σύζυγος της αδελφής του πατέρα μου Αλεξάνδρας, στην οποία ο θείος Στέφανος έστειλε από το μέτωπο ένα επιστολικό δελτάριο. Άνθρωπος πολυταξιδεμένος, με χιούμορ και μεγάλη καρδιά. Πέθανε το 1982». Ο Αριστείδης, η Στέλλα και ο Κωστάκης που αναφέρονται. είναι τα παιδιά του Χαρίδημου και της Αλεξάνδρας.
Την ημέρα που γράφηκε το δεύτερο γράμμα, σύμφωνα με το Πολεμικό Ημερολόγιο του Λαμιώτη Ηλία Γ. Κωστή, ο οποίος πολέμησε ως έφεδρος Επιλοχίας του 42ου Συντάγματος Ευζώνων, συνέβησαν τα εξής γεγονότα:
«24-2-41 (Δευτέρα), 25-2-41, 26-2-41, 27-2-41 (Πέμπτη)
Ουδέν το σημαντικό από απόψεως επιχειρήσεων. Πληροφορούμεθα ότι οι συμμαχοί μας Άγγλοι έχουν σημειώσει νίκας στη ΛΙΒΥΗ. Ευχάριστον.». [Πηγή: Πολεμικό Ημερολόγιο του εφέδρου επιλοχία Ηλία Γ. Κωστή. Μέρος Γ΄ ].
Όπως προκύπτει από το Πολεμικό Ημερολόγιο του Ηλία Γ. Κωστή, και τα δύο γράμματα γράφηκαν σε ανάπαυλα των πολεμικών επιχειρήσεων.
Τέλος, αναδημοσιεύονται εδώ ορισμένες φωτογραφίες του Στέφανου Κ. Κουφιώτη από την πολιτική του ζωή στη Στυλίδα. όπου και διέμεινε μετά το τέλος του πολέμου (Εικ.6-12).

Ευχαριστούμε τον κ. Ανδρέα Στ. Κουφιώτη για την άδεια δημοσίευσης.




ΕΙΚΟΝΕΣ




Eικ.1
1939: Στέφανος Κ. Κουφιώτης.



 Eικ.2
1939: Στέφανος Κ. Κουφιώτης. Στους βραχίονες φέρει τα διακριτικά του Λοχία.



Eικ.3
Το πρώτο γράμμα από το μέτωπο.



 Eικ.4
Το επιστολικό δελτάριο.



 Eικ.5
Το δεύτερο γράμμα από το μέτωπο.


 Eικ.6
1943: νιόπαντρος με τη γυναίκα του Νίνα Κουφιώτη.



Eικ.7
Φύλλο Πορείας.





Eικ.8
Αστυνομική ταυτότητα.




 Eικ.9
2 Φεβρουαρίου 1957, Γραφεία ΕΛΑΙΟΥΡΓΙΚΗΣ: στο μέσον Στέφανος K. Κουφιώτης.






Eικ.10
Δεκαετία 1960 στο λιμάνι της Στυλίδας: δεξιά με τα γυαλιά ο Στέφανος K. Κουφιώτης.




 Eικ.11
Πάσχα 1958: δεξιά ο Στέφανος Κουφιώτης. Πίσω τους η οδός Καρκαλή όπως ήταν τότε.






Eικ.12
Πρώτος από αριστερά ο Στέφανος K. Κουφιώτης σέρνει το χορό (τσάμικο).





 Eικ.13
1970: από την τελετή ορκομωσίας του γιού του Γιάννη στη Σχολή Εμποροπλοιάρχων.



ΠΗΓΗ
1) Οικογενειακό φωτογραφικό αρχείο Ανδρέα Στ. Κουφιώτη.

ΠΗΓΗ ΕΙΚΟΝΩΝ









Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2014

Φωτογραφικά ενθύμια κατοίκων Κωσταλεξίου Φθιώτιδας


Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου-φωτογραφικού λευκώματος του κ.Δημητρίου Σπ. Κανατά, «Αγαπητοί μου χωριανοί. Παλιός κόσμος Παλιά ζωή, Λαμία 2013» προβάλλει το άγνωστο Κωσταλέξι του χθες (μέσα του 19ου αιώνα έως και τη δεκαετία του 1960). Μετά από άδεια που μας δόθηκε από τον κ.Κανατά, αναδημοσιεύεται εδώ μια σειρά φωτογραφιών. Η αναδημοσίευση ακολουθεί τις θεματικές ενότητες του βιβλίου.
Αναλυτικότερα:
-Οικισμός: φωτογραφίες παλιών σπιτιών στο Κωσταλέξι (1858, 1907-15) και του Πύργου του ΚομνάΤράκα.
-Το σχολείο μας, Τα μαθητικά χρόνια: φωτογραφίες των ετών 1953 και 1955 από το Πέτρινο Γυμνάσιο Λαμίας με τους μαθητές Δημήτριο Σταϊκούρα και Αθανάσιο Κανατά από το Κωσταλέξι.
- Οι στρατιώτες μας: φωτογραφίες των Γιώργου Κανατά, Κώστα Χασιώτη, Γιώργου Σταϊκούρα, Νίκου Κεφαλά, Παναγιώτη Αλεξόπουλου, Κώστα Δελήμπαση, Χρήστου Σκούρα, Γιώργου Κοτσίλη, Ευάγγελου Μπακογιάννη, Γρηγόρη Ραχιώτη, Κώστα Καρυώτη, Δημήτρη Ευθυμίου, Σπύρου Κανατά, Θωμά Ροζή, Στάθη Μάτου, Νίκου Παπαρούνη, Νίκου Κεφαλά, Γιώργου Φαράντζου, Γιώργου και Θεμιστοκλή Κανατά, Ηλία Κεφαλά, Ιωάννη Καρμάλη, Γιώργου Κανατά, Σπύρου Κανατά, Ιωάννη Αλεξίου, Γεωργίου Λάζου, Γεωργίου Αγγελογιάννη, Σπύρου Κανατά, Κωνσταντίνου Καρυώτη, Ευσταθίου Παπαευσταθίου και Δημήτρη Κανατά.
Οι φωτογραφίες καλύπτουν τη χρονική περίοδο από το 1912 (Εικ.12) έως και το 1958 (Εικ.27). Ιστορικό ντοκουμέντο αποτελεί η φωτογραφία που ελήφθη στο Καρπενήσι στις 28 Απριλίου 1941. Απεικονίζονται τρείς στρατιώτες από το Κωσταλέξι, πολεμιστές του αλβανικού μετώπου (Εικ.15). Εμφανείς είναι στα πρόσωπά τους οι κακουχίες του πολέμου. Οι εύζωνοι των φωτογραφιών ανήκουν στο 42ο Σύνταγμα Ευζώνων Λαμίας. Ορισμένοι της Εικ.10, σύμφωνα με τον κ.Δημήτριο Κανατά, κατάγονται από γειτονικά χωριά (Μεξιάτες, Κομποτάδες, κ.ά.).
-Κατοχή-Εθνική Αντίσταση: φωτογραφία του αντάρτη Θεοδόση Κεφαλά και Φύλλα Πορείας του Κωνσταντίνου Ευθυμίου της ΧΙΙΙ Μεραρχίας Στερεάς του Ε.Λ.Α.Σ..
-Πορτρέτα: φωτογραφίες κατοίκων του Κωσταλεξίου.
-Αγροτική ζωή: φωτογραφίες με σκηνές από την αγροτική ζωή στο Κωσταλέξι.
-Κοινωνικές Εκδηλώσεις: φωτογραφίες από γάμους και το πανηγύρι στο Κωσταλέξι.
-Οι ξενιτεμένοι μας-Αμερικάνοι: φωτογραφίες μεταναστών από το Κωσταλέξι στην Αμερική και Πιστοποιητικού Ιθαγένειας του Γεωργίου Λάζου (30-4-1919).
Ευχαριστούμε τον κ. Δημήτριο Σπ. Κανατά για την ευγενική χειρονομία του να μας δωρίσει το βιβλίο και για την άδεια αναδημοσίευσης ορισμένων φωτογραφιών.



ΕΙΚΟΝΕΣ



Οικισμός

Eικ.1


Eικ.2


Eικ.3


Eικ.4



Το σχολείο μας, Τα μαθητικά χρόνια

Eικ.5


 Eικ.6



Οι στρατιώτες μας

Eικ.7


Eικ.8


Eικ.9


Eικ.10


Eικ.11


Eικ.12


Eικ.13


Eικ.14


Eικ.15


Eικ.16


Eικ.17α


Eικ.17β


Eικ.18


Eικ.19


Eικ.20


Eικ.21


Eικ.22


Eικ.23


Eικ.24


Eικ.25



Eικ.26


Eικ.27


Κατοχή-Εθνική Αντίσταση

Eικ.28


Eικ.29


Πορτρέτα

Eικ.30


Eικ.31


Eικ.32


Eικ.33


Eικ.34


Eικ.35


Eικ.36


Eικ.37


Αγροτική ζωή

Eικ.38


Eικ.39


Eικ.40


Κοινωνικές Εκδηλώσεις

Eικ.41


Eικ.42


Eικ.43


Eικ.44


Eικ.45


Οι ξενιτεμένοι μας-Αμερικάνοι

Eικ.46


Eικ.47


Eικ.48


Eικ.49


Eικ.50


ΠΗΓΗ


Δημήτριος Σπ. Κανατάς, Αγαπητοί μου χωριανοί. Παλιός κόσμος, Παλιά ζωή. Έκδοση Αδελφότητας Κωσταλεξιωτών Φθιώτιδας «Ο Άγιος Αθανάσιος», Λαμία 2013.

Eικ.1-2: σελίδα 14
Eικ.3: σελίδα 15
Eικ.4: σελίδα 17
Eικ.5: σελίδα 52
Eικ.6: σελίδα 56
Eικ.7: σελίδα 60
Eικ.8-10: σελίδα 61
Eικ.11-13: σελίδα 62
Eικ.14-15: σελίδα 64
Eικ.16: σελίδα 65
Eικ.17αβ: σελίδα 67
Eικ.18-19: σελίδα 69
Eικ.20-22: σελίδα 70
Eικ.23-24: σελίδα 73
Eικ.25: σελίδα 74
Eικ.26: σελίδα 76
Eικ.27: σελίδα 78
Eικ.28: σελίδα 81
Eικ.29: σελίδα 84
Eικ.30: σελίδα 88

Eικ.31: σελίδα 89
Eικ.32: σελίδα 92
Eικ.33: σελίδα 93
Eικ.34: σελίδα 100
Eικ.35: σελίδα 103
Eικ.36: σελίδα 115
Eικ.37: σελίδα 120
Eικ.38: σελίδα 133
Eικ.39: σελίδα 135
Eικ.40: σελίδα 147
Eικ.41: σελίδα 158
Eικ.42: σελίδα 162
Eικ.43: σελίδα 168
Eικ.44: σελίδα 172
Eικ.45: σελίδα 175
Eικ.46: σελίδα 210
Eικ.47: σελίδα 211
Eικ.48: σελίδα 215
Eικ.49: σελίδα 219
Eικ.50: σελίδα 220