Τρίτη 21 Δεκεμβρίου 2010

Πολεμικό Ημερολόγιο του εφέδρου λοχία Βασιλείου Δημ. Σούλιου (Αναδημοσίευση)



[Από το βιβλίο του Ιωάννη Ευαγγ. Μακρή, Σταυρός (Μπεκή) Φθιώτιδας-Η Ιστορία του, Λαμία 1998, αναδημοσιεύεται το Πολεμικό Ημερολόγιο του Βασιλείου Δημ. Σούλιου, εφέδρου λοχία του 2ου Συντάγματος Πεζικού Λαμίας (σελίδες βιβλίου: 60-68) (Εικ.1,2). Η εισαγωγή και ταυτοποίηση των γεγονότων, μετά το τέλος του Ημερολογίου είναι του κ.Μακρή.]
.
.
.
.
.
-60-

1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ο Βασίλειος Δημ. Σούλιος γεννήθηκε στη Μπεκή του Δήμου Λαμιέων το 1890 και έλαβε μέρος στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο και στη Μικρασιατική Εκστρατεία. Κατά το χρονικό διάστημα 1918-19 που επιστρατεύθηκε κρατούσε ημερολόγιο σε σημειωματάριο μεγέθους 10,5Χ14,5 εκατοστομέτρων. Σώθηκαν 56 σελίδες του ημερολογίου του, ενώ λείπει άγνωστος αριθμός σελίδων στην αρχή και ενδιαμέσως. Το τέλος υπάρχει.
Οι 22 πρώτες σελίδες που σώθηκαν είναι γραμμένες με μελάνη (πέννα), μιάμιση σελίδα με αραιή μελάνι (διαβάζεται πολύ δύσκολα, γιατί η μελάνη είναι ξεθωρασμένη), οι 20 επόμενες σελίδες είναι γραμμένες με μαύρο μολύβι, οι 12 με μελανί μολύβι και τέλος πάλι με μαύρο μολύβι. Αρχίζει από τις 30-9-1918 και τελειώνει στις 23-11-1919.
Το γράψιμο είναι καλλιγραφικό, αρκετά ευανάγνωστο (η δυσκολία ανάγνωσής του οφείλεται στη φθορά του ημερολογίου) και χωρίς ορθογραφικά λάθη (υπάρχουν ελάχιστα κυρίως σε λέξεις σπάνιες, τις οποίες ο γράφων πιθανότατα δεν είχε ξαναγράψει).
Το ημερολόγιο κατείχε ο γιός του Χρήστος Βασ. Σούλιος, που το διαφύλαξε σαν ιερό κειμήλιο και το δώρισε στην Κοινότητα Σταυρού. Βρίσκεται στο Πνευματικό Κέντρο Σταυρού.


2.ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

…..ραγδαιοτάτην βροχήν ανεχωρήσαμεν εκεί(θεν)….συναντήσαμεν (ένα ποταμόν) ο οποίος είχε κατεβάσει. (Αναγκασθήκα)με να περάσομεν μέσ(α). (Εγώ) δε ως έφιππος έβαλα και (τον Λιά)κον καβάλα. Το ρεύμα είχε εις εν μέρος μιαν γούρνα. Έτυχε το άλογό μου να πατήσει μέσα και να σκοντάψει. Όπου και ημείς οι επί του αλόγου πέσαμε μέσα. Και ο μεν Λιάκος ο οποίος ήτο πισωκάπουλα έγινε όλος μούσκεμα, εγώ δε από το γόνα και κάτω. Ευτυχώς (μετά την διάβασιν) του ρεύματος τούτου άρχισεν η βροχή να παύει. Ολίγον (κατ’ ολίγον) εσταμάτησεν καθόλου. Εν τω μεταξύ έλαμψεν ήλιος καυτερός. Τούτο ήτο ευτύχημα δι’ ημάς και μέχρις ότου φθάσομεν εις τι τουρκικόν χωρίον εστεγνώσαμε. Εκεί δε διανυκτερεύσαμε άνευ βροχής.
Την επομένην 30-9-1918 και με καλόν καιρόν αναχωρήσαντες εκείθεν και διά μέσου Πραβίου φθάσαμε εις Βασιλάκη Τσοφλίκι την 11ην π.μ. όπου παραμείναμεν επί 3 ώρας και φάγαμε. Την 2αν μ.μ. ώραν αναχωρήσαντες εκείθεν φθάσαμεν εις Καβάλαν περί την 4ην μ.μ. ώραν, όπου και εστρατοπεδεύσαμεν εις τινας καπναποθήκας. Εγώ μεθ’ ενός δεκαν. Ματσώλη Ζήση και μετά τριών σταυλοφυλάκων μέναμε εις τον σταύλον επί ολίγας όμως ημέρας. Επειδή η υπηρεσία ήτο επίπονος, ο λοχαγός μου με εκάλεσε κι εμένα εις τον λόχον, όπου ανέλαβα την 1ην Διμοιρίαν, εις ην ήσαν και οι άλλοι Μπεκιώται. Η υπη-

-61-
ρεσία εκεί ήτο επίπονος, η δε Πολυβ/ία (πολυβολαρχία;) μετέβαινε καθ’ εκάστην προς εκφόρτωσιν αλεύρων και άλλων τροφίμων εκ των Αγγλ. (αγγλικών) ατμοπλοίων. Μόνο κάθε 8 ημέρας πηγαίναμε περιπολίαν. Το 3ον τάγμα εν τω μεταξύ είχεν μεταβεί εις Ελευθεράς προς κατασκευήν οδών, το δε 5ον Ευζώνων εις Μεθόριον γραμμήν και το 3ον πεζικόν εις Πράβι.
Την 19ην Νοεμβρίου 1918 το τάγμα μου ανεχώρησεν διά Ελευθεράς προς αντικατάστασιν….(λείπει τουλάχιστον ένα φύλλο).
….5ην περίπου ώραν εις Καβάλαν. Διοικητής δε του στρατοπέδου ήτο ο λοχαγός Φιωτάκης (;). Φθάσαντες εις Καβάλαν μάθαμε ότι το 1ον τάγμα δεν θα αντικαταστήσει το 2ον αλλά το 5ον των Ευζώνων, όπως και εγένετο.
Την 29-12-1918 ανεχώρησεν το τάγμα από Ελευθεράς, όπου έφθασεν εις Καβάλαν την 5ην μ.μ. ώραν. Μείναμε μέχρι τις 13 Φεβρουαρίου 1919 εις Καβάλαν. Υπηρεσία επίπονος.
Την 14ην το Σύνταγμα διετάχθη να αναχωρήσει διά – Σαρή-Σαμπάν προς φρούρησιν της μεθορίου γραμμής και εις αντικατάστασιν του 6ου Συντάγματος Μεραρχίας Αρχιπελάγους. Αναχωρούντος λοιπόν του Συν/τος την 14-2-19 διενυκτέρευσεν εις Τσαρπαντή. Την επομένην 15-2-19 ανεχώρησε η μεν έδρα του Συν/τος και η έδρα του 2ου τάγματος διά Σαρή-Σαμπάν, καθώς και η πολυβολαρχία μετά του επιτελείου του τάγματος. Οι δε 5ος και 6ος λόχος μετέβησαν εις τι τουρκοχώριον Ουζούνκιοϊ (;) και ο 7ος λόχος κατέλαβε την γραμμήν έμπροσθεν του Σαρή-Σαμπάν. Το 1ον τάγμα έμεινε ολόκληρον εις Κουρί-Ντερέ και το 3ον ανέλαβε την φρούρησιν της μεθορίου. Η έδρα δε του τάγματος έμεινεν εις Ιντζενές.
Από Σαρή-Σαμπάν με έστειλε ο λοχαγός μου προς επίταξιν σφαγείων, όπου πήρα ένα στρ(ατιώτην) Σταθάν Ιωάν. από το Δίστομον (ήτο δε της ελιάς το φύλλο). Μετέβημεν εις τι τουρκικόν κοπάδιον αποτελούμενον από γίδια. Επιτάξαμε δύο αίγας ετοίμους προς εγκυμοσύνην. Ο Τούρκος μετέβη παραπονούμενος εις το 1ο τάγμα εις τον ταγματάρχην Μητσάκον, ούτος δε ανέφερε εις το Σύνταγμα, μη γνωρίζων όμως το όνομά μου.
Την 22-2-19 η πολυβολαρχία και το επιτελείον του τάγματος έφυγε και ήλθεν εις Καρατζάκιοϊ. Και πάλιν ο λοχαγός μου με έστειλε διά σφάγια δώσας εις

-62-
εμέ τον ίδιον στρατιώτην και έναν του επιτελείου τάγματος Τσαμπάκαλον Αθ. εκ Στυλίδος. Μετέβημεν εις τι χωρίον Καραμανλή, όπου δεν εύρομεν σφάγια. Εκεί φάγαμε το μεσημέρι πιλάφι και μπουμπότα με μέλι, το οποίο μας φέραν οι Τούρκοι. Είχον δε εις κάθε χωρίον και ιδιαίτερον οίκημα διά τους στρατιώτας. Περί την 3ην μ.μ., φεύγοντες εκείθεν, ήλθομεν εις χωρίον Μουρατζί. Φθάσαμε δε εκεί περί την 4ην μ.μ. Εκεί προσφέρθησαν οι κάτοικοι να μας δώσουν 10 σφάγια. Μη υπάρχοντος όμως εκεί του Μουχτάρ και του αγροφύλακος του χωρίου, επειδή νυχτώσαμεν, μείναμε εις το προορισμένον οίκημά μας. Φθάσαν πάλι το βράδυ τα πιλάφια και το ψωμί το κριτσανιστό. Κατ’ ανάγκην όμως έτρωγα, διότι επείναγα.
Περί την 9ην εσπερινήν ώραν ήλθεν και ο αγροφύλαξ από Σαρή-Σαμπάν, πρώην λοχίας Σ.Σ. ε.Α. Ούτος κατ’ αρχήν εδυστρόπησεν να επιτρέψει εις τους Τούρκους να μας δώσουν σφάγια, αλλά με φοβέρες τρόμαξαν να μας δώσουν 5 σφάγια, τα οποία πληρώσαμε 80 δρχ. Την πρωίαν της επομένης οι χωρικοί μας πρόσφεραν 6-8 αυγά και 1-2 οκάδες κάστανα και γάλα βραστό διά να φάμε, καθώς και τηγανίτες με μέλι. Φάγαμε τέλος πάντων καλά, παίρνομεν τα γίδια και φθάνομεν το βράδυ εις Καραντζάκιοϊ. Μόλις έφθασα εκεί ήλθεν και η αναφορά του Μητσάκου από το Σύνταγμα ζητούσε το όνομά μου από την Πολυβολαρχίαν. Ο λόχος μου όμως, μη θέλων να τιμωρηθώ, δεν απάντησεν αμέσως εις το Σύνταγμα. Και πάλιν ο λοχαγός μου με έστειλε για επίταξιν με ανθ/στην τινά Καραβακρόν(;) Βασ. αλλά εις μάτην. Την επομένην επιστρέψαμε με άδεια χέρια. Την ιδίαν ανεχώρη και το 1ον τάγμα διά Καβάλαν και την άλλην 2-3-19 αναχωρήσαμε και εμείς και έτσι η αναφορά του Μητσάκου πάει εν τοις αχρήστοις κι εγώ γλίτωσα καμνιά 10αριά μέρες φυλάκιση….
Αναχωρούντες λοιπόν την 2-3-19 από Καραντζάκιοϊ διανυκτερεύσαμεν εις Τσαρπαντή. Την επομένην 3-3-19…..αναχωρήσαντες εκείθεν φθάσαμεν μετά 10 ημερών περίπου πορείαν εις Πράβι. Εις Πράβι μείναμεν 2 ημέρες, όπου εφοδιάσθημεν με ιματισμόν καινουργή.
Την 6ην Μαρτίου 1919 αναχωρήσαμεν από Πράβι, όπου και εφθάσαμεν εις το λιμάνι Ελευθερών την 10ην π.μ., ίνα επιβιβασθώμεν επί του ατμοπλοίου Μέγας Πέτρος (Ρωσσικόν) και εκείθεν διά Ρωσίαν. Αφού λοιπόν φθάσαμε εκεί, βάλαμε κατά πρώτον το υλικόν των πολυβόλων μετά των σαγμάτων εντός ατμακάτου, κατόπιν δε φάγαμε συσσίτιον. Μετά επιβιβασθέντες και ημείς της ατμακάτου επιβιβασθήκαμε εις το ατμόπλοιον Μ.Πέτρος περί την 4ην μ.μ. Οι ημιονηγοί μετά των ζώων των, μεθ’ ενός δεκανέως και του Ανθ/στού Καραβακρού ως επικεφαλής όλων των ζώων του τάγματος μείναν εις Πράβιον, επειδή το ατμόπλοιον δεν είχε χώρον για ολόκληρο το Σύνταγμα. Προσέτι δε μείναν 3 λόχοι του 3ου τάγματος 10-11-111 πολυβ/χία.
Ημείς εκκινήσαμεν την 8ην περίπου ώραν μ.μ. από λιμάνι Ελευθερών μετά ησυχίας εν τη θαλάσση. Εκτός της 5ης περίπου πρωινής της 7-3-19, οπότε είχαμεν ολίγην τρικυμίαν, η οποία και μας εζάλισεν. Ο Δ.Στρογγυλός και ο Κ.Μπαλάφας ένεκεν της θαλάσσης κάμανε ολίγον εμετόν, αλλά η τρικυμία δεν διήρκεσεν πλέον της ώρας και έτσι ήρχισεν πάλι ο πλους μας θαυμάσιος. Ο Μέγας Πέτρος πλέων κατ’ αρχάς διήνυε περί τα 12 μίλια. Κατόπιν δε φθάσαντες προ της εισόδου των στενών των Δαρδανελλίων και με την ταχύτητα ταύτην θα φθάναμε εις Κωνσταντινούπολιν την νύκτα της 7ης Μαρτίου, διετάχθη να ανακόψει ταχύτητα σε 4-5 μίλια την ώρα. Όπερ την επομένην 8ην Μαρτίου και ώραν 8ην π.μ. φθάσαμε εις Κων/πολιν, όπου μείναμε καθ’ όλην την ημέραν εκείνην και νύκτα. Είδαμε τέλος πάντων τα παράλια της πόλεως όπου διεκρίναμεν και τον Ναόν της Αγίας Σοφίας, όστις ήτο Τζαμί. Η μικρά εκεί διαμονή μας ήτο θαυμασία.

-63-
Την επομένην 9 Μαρτίου 1919 εκίνησεν ο Μ.Πέτρος σιγά-σιγά και μετά παρέλευσιν 2 περίπου ωρών εξήλθεν εις τον Εύξεινον Πόντον (Μαύρην Θάλασσαν, το νερό δεν είναι μαύρο αλλά επειδή έχει κάψει πολλές καρδούλες ονομάσθη Μαύρη Θάλασσα). Πλέοντες λοιπόν εις τον Εύξεινον Πόντον εν ησυχία καθ’ όλην την ημέραν δεν βλέπαμεν άλλο τι παρά θάλασσαν και ουρανόν.
Την επομένην 10ην  του μηνός Μαρτίου 1919 και περί ώραν 5ην πρωινήν είχαμε και πάλιν λίγη τρικυμία διαρκέσασαν επί ολίγον. Ο Δ.Στρογγυλός έκαμε και πάλιν εμετόν. Εμένα δεν με πείραξε καθόλου, εκτός ολίγης ζάλης. Είμεθα δε πολύ στριμωγμένοι και από τα χνώτα ήτο απελπισία από τη βρώμα. Το φως ημέραν και νύκτα δεν έλιπεν, καθότι θα είμεθα επί της επιφάνειας της θαλάσσης. Φαγητόν μας τροφοδοτούσε το ατμόπλοιον, κρασί δε καθ’ εκάστην από 200 δράμια και κατόπιν οι φαντάροι ξερνοβόλαγαν αράδα.
Την 10ην Μαρτίου 1919 και ώραν 10 π.μ. φθάσαμε εις Σεβαστούπολιν, πόλιν της Ρωσίας αποτελουμένην από 100.000 περίπου, Ρώσους, εκτός ολίγων Εβραίων και Ελλήνων. Όλην την ημέραν της 10ης Μαρτίου μείναμε εντός του ατμοπλοίου. Την επομένην δε 11ην Μαρτίου απεβιβάσθημεν εις ώραν 9ην μ.μ., όπου και εστρατωνίσθημεν εις τους στρατώνας της πόλεως. Στρατός ρωσικός δεν υπήρχε καθόλου, πλην ελαχίστων χωροφυλάκων και το πλείστον των αξιωματικών της πόλεως, ο δε άλλος στρατός προσεχώρησεν εις τον Μπολσεβικισμόν. Εγώ απεσπάσθην μετά 7 ανδρών και 2 πολυβόλων εις τον σταθμό της πόλεως προς φρούρησιν αυτού.
Την 23ην Μαρτίου μας πληροφόρησαν ότι Μπολσεβίκοι τινές θα αποπειραθούν να ανατινάξουν την γέφυραν. Λαβόντες δε όλα τα κατάλληλα μέτρα δε μας συνέβη τίποτες την νύκτα εκείνην (η πόλις Σεβαστούπολις ήτο το πλείστον Μπολσεβίκοι).
Την 23ην Μαρτίου 1919 συνεπλάκη ο 1ος, 2ος, 1η και 2α διμοιρία πολυβόλων του 1ου τάγματος, όπου υποχωρήσαντες ατάκτως αφήσαν περί τους 10 νεκρούς, εν οις και ο λοχαγός και ο ανθ/γός του 1ου λόχου και περί 23 τραυματίας. Συνεπλάκησαν δε περί το χωρίον Περικόπι (;) πέραν της Συμφερουπόλεως (;). Συγκεντρωθέντος του λόχου τούτου και της μιας διμοιρίας πολυβόλων μετά 2 περίπου ημερών αφίχθησαν εις Συμφερούπολιν, όπου ήτο και η έδρα του τάγματος. Αφίχθησαν την 27-3-19 εις Σεβαστούπολιν. Η τύχη του 2ου λόχου και της μιας διμοιρίας πολυβόλων αγνοείται.
(Τελειώνει το γράψιμο με καλή μελάνη και συνεχίζεται με πολύ ξεθωριασμένη μελάνη)
Την 4ην Απριλίου εφάνη και ο 2ος λόχος μετά της διμοιρίας πολυβόλων, όστις είχε υποχωρήσει προς την Μερ…σιάν, πόλιν παράλιον, και εκείθεν επιβιβασθείς επί του ατμοπλοίου ήλθεν εις Σεβαστούπολιν.
Την 2αν Απριλίου 1919 και ευρισκόμενος εν τω σταθμώ…και περί ώραν 4ην π.μ. και ημέραν Μεγάλην Τρίτην ενεφανίσθησαν οι λεγόμενοι Μπολσεβίκοι, όπου και ημείς διετάχθημεν να καταλάβωμεν τας θέσεις μας δι’ άμυναν. Όπερ και εγένετο. Αξιωματικόν είχομεν ανθ/στην Δουκάκην. Την 5.15 της 2-4-19 εκρότησεν το πυροβόλον δια τριών βολών, σημαίνων την παρουσίαν του εχθρού, όπου και ήνοιξαν το σφοδρόν πυρ.
(Τέλος μελάνης. Αρχίζει γράψιμο με μαύρο μολύβι)
Την 7ην μ.μ. ώραν της ιδίας ημέρας εστάλησαν κήρυκες εκ μέρους των Μπολσεβίκων

-64-
προς συμβιβασμόν. Όθεν εσήμανεν η σάλπιγξ το παύσατε πυρ, όπου οι δικοί μας παύσαν το πυρ, αλλά ο εχθρός δεν έπαυσεν του να προχωρεί. Όθεν και πάλιν ήρχισεν το πυρ, διαρκέσαν ολόκληρον την νύκτα εκείνην, όπου ο εχθρός υπεχώρησεν περί τα 4 χιλιόμετρα.
Την επομένην 3-4-19 είχαμε ησυχίαν. Το εσπέρας όμως της ιδίας και περί ώραν 8 ήρχισεν και πάλιν σφοδρόν πυρ. Και πάλιν οι Μπολσεβίκοι δεν ηδυνήθησαν να σπάσωσι την γραμμήν μας. Την επομένην 4-4-19 είχαμεν και πάλιν ησυχίαν. Τα αεροπλάνα μας σπεύσαντα είδον τον καταυλισμόν των, όπου ειδοποιήθησαν τα πυροβόλα της θαλάσσης και τους κατετσάκισαν. Και πάλιν υπεχώρησαν. Την νύκτα της 4-4-19 είχαμε αραιά πυρά. Την 5-4-19 συνήφθη 8ήμερος ανακωχή, όπου και ημείς ησυχάσαμεν πλέον.
Το εν πολυβόλον το είχα τοποθετήσει επί της γεφύρας, το οποίο έβαλε την 1ην βραδιάν 35 βολές κατά των οικιών της πόλεως, διότι οι κάτοικοι της πόλεως, μόλις ήκουσαν τους πυροβολισμούς, ήρχισαν πυρά από μέσα από τα παράθυρα, αλλά διάβολος τους πήρε και από τα πυροβόλα και από το πεζικόν.
Την 7-4-19 είχαμεν Πάσχα, το οποίον κάμαμε εις τον Σιδ/κόν Σταθμόν Σεβαστουπόλεως. Την 1ην ημέραν την μεν μεσημβρίαν μας δώσαν ας ειπούμεν 70 δράμια κρέας αρνίσιο ψητό, δύο αυγά και περί τα 100 δράμια κρασί και από 3 μήλα του καθενός. Το βράδυ μας δώσαν φασόλια και κονσέρβα και από ένα αυγό. Την δευτέραν ημέραν του Πάσχα μας δώσανε και πάλιν κονσέρβα, το δε βράδυ φακές. Την τρίτην ημέραν αντικατεστάθημεν παρά της 1ης Πολυβολαρχίας. Την 8ην Απριλίου 1919 μάθαμε ότι επήλθε μεταξύ Μπολσεβίκων και Γάλλων συμφωνία τις. Την 12ην θα αναχωρήσωμεν αλλά για πού όμως δεν ηξεύρομεν κανείς. Άλλοι έλεγαν διά Ρουμανίαν άλλοι δια Ελλάδαν.
Την 7ην Απριλίου 1919 Γάλλοι ναύται ενωθέντες μετά πολιτών Μπολσεβίκων περιεφέροντο εις την πόλιν συμμερισθέντες και αυτοί τον Μπολσεβικισμόν. Κατά τύχην όμως έπεσαν εις τον 10ον (;) λόχον. Ο λόχος κατ’ αρχάς επυροβόλησεν τούτους εις τα άκρα. Κατόπιν ούτοι ηθέλησαν να επιτεθούν κατά του λόχου. Ο λόχος τότε ηναγκάσθη να βάλη κατ’ αυτών, όπου αφήκαν ένα Γάλλον νεκρόν και 5 τραυματίας εκ δε των Μπολσεβίκων περί τους 20 νεκρούς και τραυματίας (ήρχισεν ο φθόνος μεταξύ Ελλήνων και Γάλλων).
Άμα αντικατεστάθην του Σιδ/κού Σταθμού ήλθον εις το Πανόραμα της πόλεως εις το οποίον παριστούται (αναπαρίσταται) πολιορκία της πόλεως κατά το 1854 υπό των Γάλλων, Άγγλων και Τούρκων.
Την 11ην Απριλίου 1919 λιποτάκτησαν οι δεκ. Γκιόκας, στρ. Πανούσης, Σκάντζος και Μόρφης Κ. Φαίνεται ότι γυναίκες τους παρέσυραν είτε προπαγάνδα τους επλήρωσεν με χρήματα.
Την 13ην Απριλίου 1919 μετέβην και πάλιν εις τον Σιδ/κόν Σταθμόν υπηρεσία μεθ’ ολοκλήρου της διμοιρίας μου. Την 14ην προς 15ην το μεσονύκτιον ειδοποιήθην παρά του λόχου μου, ίνα επιβιβασθώμεν και αναχωρήσωμεν, όπερ και έπραξα. Την 10ην π.μ. της 15-4-19 επιβιβάσθημεν εις το ατμόπλοιον και την 7ην μ.μ. εκκινήσαμεν, αλλά για πού όμως δεν γνωρίζομε και ημείς. Πλέοντες λοιπόν την νύκταν εκείνην, την άλλη ημέραν και την νύκτα, όπου φθάσαμε την 4ην πρωινήν της 17ης εις Κωνστάντζαν της Ρουμανίας, πόλιν αποτελούμενην από 100.000 περίπου κατοίκους ως επί το πλείστον Έλληνες, Εβραίους, Τούρκους και Ρωμανούς ολιγοτέρους όλων των άλλων. Εκεί τέλος πάντων μας ετάιζαν καθ’ εκάστην γαλέταν, κονσέρβαν και φακές.
Την 23ην Απριλίου 1919 ο κ.λοχαγός μας ηγόρασεν 5 αρνιά από το 25λεπτον του στρατιώτου και αρτυθήκαμε και ημείς οι καημένοι. Ο λοχαγός μας είχε την καλήν διάθεσιν να αγοράζει καθ’ εκάστην κρέας ή άλλο τι διά συσσίτιον του λόχου του, αλλά δεν εί-

-65-
χε χρήματα. Τούτο δε διότι το Σύνταγμά μας ευρίσκετο μακράν του Σώματος και ο ταμίας του Συν/τός μας δεν ηδύνατο να προμηθευθεί χρήματα ευκόλως.
Μετ’ ολίγας ημέρας ο ταμίας του Συν/τος μετέβη εις Γαλάτσι, όπου ευρίσκετο το Σώμα και επήρε λεπτά, οπότε δώσανε εις τους λόχους και ούτω τρώγαμε ημέρα παρ’ ημέραν κρέας. Ήρχισεν και πάλιν το κρέας του πάγου (εννοεί το κατεψυγμένο;), το οποίον χορηγούσε η γαλλική επιμελητεία, καθώς και λαγούς του πάγου. Εις Κωνστάντζαν που μέναμε δεν βλέπαμε καλόν καιρόν. Αν και ήτο μην Μάιος, ομοίαζε σαν Ιανουάριος της Ελλάδος ο Μάιος της Ρωμανίας.
Είχαμε πολλάς συγκρούσεις μεταξύ Ελλήνων και Γάλλων στρατιωτών. Μάλιστα μίαν ημέραν οι ιδικοί μας στρατιώται εφόνευσαν ένα Γάλλον στρ. και τραυμάτισαν δύο (2). Τους είχε καταλάβει πανικός τους Γάλλους εκ μέρους των Ελλήνων. Μας εθαύμαζαν και αυτοί οι ίδιοι οι Γάλλοι. Εις το τέλος δε μας πήραν τα πιστόλια, δηλαδή έκαστος λόχος. Τούτο διά να μη γίνονται τοιαύται συμπλοκαί. Καθώς (μας πήραν) και τα ξίφη και με πολλάς θεωρίας οι αξιωματικοί τρομάξαν να καθησυχάσουν τους φαντάρους. Εξηκολούθησε (μάλλον επηκολούθησε) τέλος πάντων ησυχία μεταξύ Γάλλων και Ελλήνων.
Περί τας αρχάς Μαΐου μας έστειλε το τάγμα 30 στρ. να τους εκγυμνάσομεν εις τα πολυβόλα, όπου και εγώ ήμουν ως προγυμναστής. Περάσαμε τέλος πάντων εις την Κωνσταντζαν της Ρωμανίας θαυμάσια. Την 27ην Μαΐου 1919 εδώσαμεν τα απαιτούμενα εις μίαν Γερμανίδα, την οποία είχαμεν ως πλύστραν μας, και μας έφτιαξε μίαν γαλατόπιταν και μίαν στριφτόπιταν. Είμεθα δε εγώ, ο Δ. Στρογγυλός, ο Ν.Λιάκος. Η Γερμανίς αύτη ήτο και φίλη του Κ.Μ.
Την 30-5-19 ανεχωρήσαμεν εκ Κωνστάντζης και ώραν 5ην μ.μ. Η αναχώρησίς μας εκείθεν ήτο θαυμασία, καθότι οι κάτοικοι της πόλεως (ως επί το πλείστον Έλληνες) μας ξεκίνησαν μέχρι της αναχωρήσεως του ατμοπλοίου εκ του λιμένος της Κωνστάντζης. Πλέοντες λοιπόν εν τω πλοίω Πατρίδα φθάσαμεν την 11ην ώραν π.μ. της 31ης Μαΐου 1919 εις Κων/λιν. Μείναμε μέχρι της 8.30 της 1ης Ιουνίου.
Την 9ην μ.μ. ώραν ακριβώς της 1ης Ιουνίου ανεχωρήσαμεν, όπου φθάσαμεν εις Ελευθεράς την 2αν Ιουνίου και περί ώραν 9ην π.μεσονυκτίου, δηλαδή κάναμε 40 ώρας Κωνστάντζης μέχρι Ελευθερών. Την 6ην Ιουνίου 1919 και ώραν 5ην π.μ. φύγαμε από αποβάθραν Ελευθερών και την 10.30 ώραν της ιδίας ήλθομεν εις τι τουρκοχώριον Τόμπλιανη απέχον του Πραβίου περί την 1 ώραν.
Εις Ελευθεράς οι φαντάροι μας ετσακώθηκαν μετά των φαντάρων του 4ου Συντ/τος της Μεραρχίας Αρχιπελάγους και τραυμάτισαν 4-5 από αυτούς (…..)ολώνιδες (λέξη δυσανάγνωστη). Τσακώθηκαν δε, διότι αυτοί εφαντάζοντο και έλεγαν ότι είναι της Αμύνης.
Από Τόμπλιανη φύγαμεν την 8ην Ιουνίου και ήλθαμεν πάλιν εις αποβάθραν Ελευθερών, ίνα αναχωρήσωμεν διά Σμύρνην. Την 10ην Ιουνίου και περί ώραν 11ην π.μ. επιβιβασθέντες του ατμοπλοίου Πελοπόννησος ανεχωρήσαμεν εκείθεν την 3ην πρωινήν της 11ης Ιουνίου, όπου μετά παρέλευσιν 25 ωρών φθάσαμε εις Σμύρνην την 12ην Ιουνίου 1919, όπου παραμείναμε περί τας 4 ώρας και εκείθεν αναχωρήσαντες φθάσαμε εις τινα κωμόπολιν Μπορνόβα, απέχουσαν περί τας 2 ώρας από Σμύρνην, αποτελουμένην από 15.000 κατοίκους καθαρώς Έλληνας. Εκεί μείναμε περί τας 3 ημέρας, όπου την 15ην Ιουνίου φύγαμε ποδαρηδόν και διανυκτερεύσαμεν εις κωμόπολιν τινα Νυμφαίον (ελληνικοτάτην). Την επομένην 16ην και ώραν 4.30 φύγαμε εκείθεν και μετά 12ωρον περίπου πορείαν φθάσαμε το βράδυ εις Κασαμπά, πόλιν ελληνικοτάτην αποτελούμενην από 15.000 κατοίκους.
Την 17ην Ιουνίου ανεχώρησεν το 3ον τάγμα και μετέβη 6-7 ώρας εμπρός από ημάς. Τούτο συνεπλάκη μετά των κομιτατζήδων, όπου εζήτησε ενίσχυσιν. Μετέβη δε ως ενίσχυ-

-66-
σις ο 5ος και 6ος λόχος και δύο διμοιρίαι πολυβόλων, δηλαδή 1η και 3η . Οι 5ος και 6ος λόχος και αι διμοιρίαι πολυβόλων δεν μετέβησαν προς ενίσχυσιν του 3ου τάγματος, καθώς ανωτέρω γράφω αλλά μετέβησαν προς Οδεμήσιον, όπου εζήτησεν το 10ον Ευζωνικόν Σύνταγμα ενίσχυσιν, αλλά δεν συνεπλάκησαν πουθενά.
Την 26-6-19 και περί ώραν 12ην το μεσονύκτιον διετάχθημεν να ενισχύσομεν το 3ον τάγμα, το οποίον εζήτησε ενίσχυσιν. Όπου εκκινήσαντες ο 7ος λόχος και οι δύο διμοιρίαι πολυβόλων μας 2 και 4, υπό την διοίκησιν του ανθυπ/γού Τσαμάκου κι εφθάσαμε εις Αχμετλή την 8ην πρωινήν της 27ης Ιουνίου 1919.
Την 29-6-19 συμπλοκή μεταξύ των κομιτατζήδων εις το χωρίον Σάρδεις (πατρίς του Κροίσου), όπου και ημείς ελάβομεν μέρος και βάλαμε περί τας 15 βολάς. Οι κομιτατζήδες περί τους 400 όντες, υπεχώρησαν με το πρώτο. Επήγαμε δε ημείς προς συνάντησιν εκείνων και μάλιστα νύκτα.
Την 1ην Ιουλίου 1919 και ώραν 12ην μεσονύκτιον εκκινήσαντες εφθάσαμε την 6.30 πρωινήν της 2ας Ιουλίου εις τι χωρίον Μπλίνκιοϊ (;), όπου η εμπροσθοφυλακή αντήλλαξεν μερικούς πυροβολισμούς, τραπέντων εις φυγήν των κομιτατζήδων. Την 7ην ώραν εφύγαμεν απ’ εκεί διά το Αχμετλή. Καθ’ οδόν συναντήσαμε περί τους 50 ιππείς κομιτατζήδες και εις απόστασιν 4.000 μέτρων. Αυτοί μόλις μας είδον ετράπησαν εις φυγήν…. Τους έβαλε το πυροβολικόν περί τας 8 βολάς. Εκκινήσαντες εκείθεν εφθάσαμε εις Αχμετλή την 1ην μ.μ. της 2ας Ιουλίου 1919. Από πορεία πεθάναμε μανιάτικα.
Περί τα τέλη Ιουνίου 1919 ήρθαν και οι 5, 6, 1, 3 διμοιρίαι πολυβόλων και την 6ην Ιουλίου ο 5ος λόχος καθώς και η διμοιρία πολυβόλων. Έφυγαν από Κασαμπά και μετέβησαν εις τι τουρκοχώριον περί τας 3 ώρας μακράν του Κασαμπά από Αχμετλή. Η διμοιρία μου έφυγε την 4η Ιουλίου και ήλθεν εις Κασαμπάν, η δε 4η διμοιρία έμεινε εις Αχμετλή μετά του λόχου. Την 28ην Ιουλίου μετέβη εις Αχμετλή η 3η διμοιρία προς αντικατάστασιν της 4ης τοιαύτης.
Την 31ην Ιουλίου περί ώραν 2 μετά το μεσονύκτιον επετέθησαν οι κομιτατζήδες κατά του 6ου λόχου και της 3ης διμοιρίας πολυβόλων μας. Τους κατέλαβαν τα νώτα όπου εκεί εφονεύθη στρ. Αγγελής Κ. από Λιβανάτες και Ντρέττας (;) Χρ. Από τα χωρία Θηβών.
(συνεχίζει με μελανί μολύβι)
Εκεί τραυματισθείς ο Α.Καλέμης εις το ένα χέρι με δύο τραύματα τον μετέφεραν εις νοσοκομείον Μαγνησίας, όπου του κόψαν το χέρι και από την αιμορραγίαν απεβίωσεν.
Την 31ην Ιουλίου 1919 μετέβην μετά της διμοιρίας μου και με τον αξιωματικόν Τσομάκον (;) εις ένα περιβόλι τουρκικό και μείναμε. Εκεί ήτο και ο 3ος λόχος. Την 8ην Αυγούστου 1919 μετέβημεν μετά του άνω λόχου εις χωρίον Καρίκιοϊ, κείμενον προ του Οδεμησίου περί τας 5 ώρας. Εκεί μείναμε μίαν ημέραν και την επομένην 10 του μηνός ήλθομεν και πάλιν εις την θέσιν μας. Η πορεία αυτή ήτο πολύ άσχημος, καθ’ ότι ο δρόμος ήτο κακόδρομος, όλο βουνά. Δεν μπορέσαμεν να είδωμεν εκείνην την φοράν πουθενά κάμπον. Ο σκοπός εκείνης της πορείας ήτο να κάμωμεν επίδειξιν ότι δήθεν υπάρχει στρατός, ενώ στρατός από εκεί που μέναμε μέχρι Οδεμησίου σχεδόν δεν υπήρχε καθόλου. Ήτο το μέρος κενόν. Την 14ην Αυγούστου ήλθομεν και πάλιν εις Κασαμπάν.
Την 22αν Αυγούστου 1919 ήλθεν διαταγή. Ζητούσαν την δύναμιν των κλάσεων 1910-11-12. Νομίσαμε και ημείς οι δυστυχείς ότι θα μας απολύσουν, αλλά μόλις πέρασαν 3-4 ημέρες κρυώσαμεν πάλιν. Την 14ην Σεπτεμβρίου διελάμβανεν η εφημερίς Ελεύθερος Τύπος απόλυσιν μέχρι 13Β. Ενεψυχώσαμεν και πάλιν ολίγον. Την 22αν ιδίου διαταγή να ώσιν έτοιμοι οι έφεδροι των κλάσεων 1911 και 1912 μέχρι 25 του ιδίου.
Την 24ην Σεπτεμβρίου 1919 εγώ ανεχώρησα μετά της διμοιρίας και του 5ου λόχου και

-67-
ήλθον εις Αχμετλή προς αντικατάστασιν του 6ου λόχου και της μιας διμοιρίας πολυβόλων μας. Την 29ην Σεπτεμβρίου και περί ώραν 6 μ.μ. τηλεφώνησεν ο κ.λοχαγός μας, ίνα μας αποστείλει δηλ. οι των κλάσεων 1911 την ιδίαν εις Κασαμπάν και την ετέραν, να αποστείλει αντικατάστασιν. Το τηλεφώνημα τούτο μας το έδωκεν ο τηλεφωνητής Αγγουράς Ν. Εγώ το παρουσίασα εις τον αξιωματικόν μου Καντζίνα Π., υπολοχαγόν. Τούτος δε ανέφερεν εις τον διοικητήν των προφυλακών λοχαγόν Φιωτάκην Χρ., εκτελούντα χρέη ταγματάρχου. Ούτος ηρνήθη να μας επιτρέψει την ιδίαν ημέραν να φύγομεν, παρά όταν έλθει αντικατάστασις.
Την επομένην 30ήν Σεπτεμβρίου 1919 και περί ώραν 3μ.μ διετάχθημεν και αντικαταστήσαμεν την διμοιρίαν πολυβόλων της 1ης Πολυβολαρχίας. Άλλο εμπόδιον εις αυτό ήτο τέλος πάντων να πάγω να ιδώ και τα χαρακώματα του Αχμετλή. Την 7ην εσπερινήν της 31ης Σεπτεμβρίου 1919 ήλθεν και η αντικατάστασις, δηλ. εις δεκ. Κουκουδάμης (;), ως λοχίας και τρείς στρατιώται. Ούτοι μη γνωρίζοντες πού μένομεν δεν ήλθον την ιδίαν βραδιάν να μας αντικαταστήσουν, αλλά μείναν εις την εφεδρείαν, η οποία έμενεν εις Αχμετλή.
Την επομένην 1ην Οκτωβρίου 1919 μας ήλθον εκεί, όπου και ημείς εχάρημεν και πάλιν. Ανέφερεν ο αξιωματικός μας εις το τάγμα περί αντικαταστάσεώς μας, όπου και το τάγμα επέτρεψεν. Την 4ην ώραν μ.μ., αφού αποχαιρετήσαμεν τους λοιπούς στρατιώτας της διμοιρίας ανεχωρήσαμεν διά Σταθμόν Αχμετλή, όπου πήραμε καταστάσεις επιβιβάσεως και αποβιβάσεως. Εκκινήσαμεν από Αχμετλή την 3ην πρωινήν της 2ας Οκτωβρίου διά Κασαμπάν. Την μίαν βραδιάν την οποίαν μείναμε εις πρώτην γραμμήν οι δεκανείς αρχηγοί πολυβόλων και εγώ μείναμεν ξυπνοί μέχρι της 2ας εσπερινής, μέχρις ότου βγήκε και το φεγγάρι εις Αχμετλή. Ημέραν παρ’ ημέραν υπήρχον πληροφορίαι ότι έρχονται οι Ζεϊμπέκηδες προς Αχμετλί, αλλά όλα αυτά διεψεύδοντο. Αλλοίμονο εις τους φαντάρους τους καημένους, όπου, άμα ήρθε τοιαύτη πληροφορία, όλην την νύκτα εις το πόδι. Βάστα φαντάρε, βάστα!
Την 3ην Οκτωβρίου 1919 στρ. Ταχταράς Αναστ. εξεκίνησεν από τας προφυλακάς του Συνερλί (;) απεχούσας από Κασαμπάν περί τας 3 ώρας προς παραλαβήν κρέατος από Κασαμπάν. Καθ’ οδόν συνελήφθη υπό 2 περίπου κομιτατζήδων, καθώς κατόπιν εξηκριβώθη υπό άλλων Τούρκων χωρικών και διηθύνθησαν όλοι μαζί προς το μέρος των. Την 7ην Οκτωβρίου και ώραν 2 μετά το μεσονύκτιον ενεφανίσθησαν πλησίον του Κασαμπά περί τους 40 Ζεϊμπέκηδες, οίτινες και προσέβαλον ημέτερον φυλάκιον, διαρκέσασα η σύγκρουσις περί την 1 ώραν. Κατόπιν αυτοί φύγαν. Την βραδιάν εκείνην εγώ υπέφερα από δριμυτάτους πόνους από τα δόντια μου και κατά την ώραν αυτήν δεν κοιμόμουνα, παρά βολτάριζα εις τον καταυλισμόν. Τα πολυβόλα μας κατά την συμπλοκήν αυτήν παρετάχθησαν γύρωθεν του καταυλισμού, χωρίς όμως να βάλωσιν ούτε έν φυσίγγιον.
Την 22αν Οκτωβρίου ανεχωρήσαμε από Κασαμπά ολόκληρη η Πολυβολαρχία και μετέβη εις Οργανλί (;). Εκεί μείναμε περί τας 8 ημέρας. Την 30ήν Οκτωβρίου αναχωρήσαμεν από Οργανλί δύο διμοιρίαι πολυβόλων διά Αχμετλή. Αι υπόλοιποι δύο διμοιρίαι έμειναν εις Οργανλί. Την 8ην Νοεμβρίου 1919 εγένετο προέλασις μέχρι Σάρδεων. Ο λόχος μας, καθώς και ο 6ος, ήσαν εφεδρεία και δεν λάβαμε μέρος καθόλου εις την μάχην. Κατά την προέλασιν αυτήν το Σύνταγμα είχεν και 18 τραυματίας αλλά ελαφρώς και ένα βαρέως όστις απεβίωσεν.
Αφού έληξεν η προέλασις, ο λόχος μας επήγε εις τι χωρίον Μερσί-ντερέ (;). Εκεί παραμείναμεν μίαν ημέραν. Κατόπιν η μία διμοιρία με τον Παπασταθόπουλον μετέβη εις Τσάι-Μπουρνάρ (;), ο δε υπόλοιπος λόχος εις Αχμετλή. Την 12ην Νοεμβρίου 1919 ήλ-

-68-
θεν διαταγή να φύγουν οι κλάσεις 11-12, όπου και την 14ην ανεχωρήσαμεν ποδαρηδόν και ήλθομεν εις Κασαμπάν. Την 15ην ιδίου περί ώραν 12.20 το μεσονύκτιον ανεχωρήσαμεν σιδηροδρομικώς και ήλθομεν εις Σμύρνην την 6ην περίπου πρωινήν της 16ης Νοεμβρίου. Την ιδίαν ημέραν και ώραν 5μ.μ. ανεχωρήσαμεν διά του ατμοπλοίου Ελπιδοφόρος. Ήρθαμε εις Πειραιά την 17ην Νοεμβρίου και ώραν 7μ.μ.
Την 19ην του μηνός ανεχωρήσαμεν σιδηροδρομικώς εκ Πειραιώς διά Χαλκίδαν και μετά παρέλευσιν 4 ημερών και μετά πολλών βασάνων ευδόκησεν τέλος πάντων να απολυθώμεν και να έλθωμεν εις τας οικίας μας την 23ην Νοεμβρίου 1919.
Τέλος και το Θεώ δόξα”




Το ημερολόγιο είναι αξιόπιστο, δηλαδή οι αναφερόμενες ημερομηνίες συμφωνούν με τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα

Ιστορικά γεγονότα*
1.“Αι επτά νέαι ελληνικαί μεραρχίαι επέτρεψαν εις τους Συμμάχους να αποκτήσουν υπεροχήν (εις το Μακεδονικόν μέτωπον) και να παρασκευάσουν την μεγάλην επίθεσιν του Σεπτεμβρίου 1918, η οποία απέληξε εις την απελευθέρωσιν της Αν.Μακεδονίας και Δυτ. Θράκης”.

Γεγονότα του ημερολογίου
Αρχή του ημερολογίου το Σεπτέμβριο του 1918 κάπου στην Ανατολική Mακεδονία

2.“Τας αρχάς του 1919, σώμα ελληνικού στρατού εκ δύο μεραρχιών, απεστάλη μετά γαλλικών δυνάμεων, εις Ουκρανίαν (εις βοήθειαν των αντικομμουνιστικών δυνάμεων)”

Την 6ην Μαρτίου 1919 αναχωρήσαμεν από Πράβι…ίνα επιβιβασθώμεν επί του ατμοπλοίου Μέγας Πέτρος (Ρωσικόν) και εκείθεν διά Ρωσίαν”.
3.“Αι ελληνικαί δυνάμεις απεσύρθησαν (από Ουκρανίαν) μετά των γαλλικών τον Απρίλιον 1919”
Την 15-4-1919 επιβιβάσθημεν εις το ατμόπλοιον (και αναχώρησαν από την Σεβαστούπολη)”
4.“Την 15ην Μαΐου 1919, η 1η ελληνική μεραρχία απεβιβάσθη εις Σμύρνην…
Την 12ην Ιουνίου 1919 φθάσαμεν εις Σμύρνην…


*Γρ. Δαφνής, Συνοπτική Ιστορία της Σγχρόνου Ελλάδος, εν Αθήναις 1973, σελ.18,20,21,22.



ΕΙΚΟΝΕΣ


 Εικ.1. Ο Βασίλειος Δημ. Σούλιος.


 Εικ.2. Σελίδα του Πολεμικού Ημερολογίου του Βασιλείου Δημ. Σούλιου.


ΠΗΓΗ

Από τη μονογραφία του Ιωάννη Ευαγγ. Μακρή, Σταυρός (Μπεκή),
Λαμία 1998.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου