Το Τσερνοβίτι βρίσκεται σε υψόμετρο 920 μέτρων σκαρφαλωμένο στον ορεινό όγκο της Όθρυος. Η διαδρομή από το σημερινό χωριό Παλαιοκερασιά μέχρι το παλιό χωριό Τσερνοβίτι απαιτεί 1.30 έως 2.00 ώρες βάδισμα. Μέχρι τον ποταμό Βελλά (Εικ.1) στη θέση Λιναριά ο δρόμος είναι κατηφορικός. Κατόπιν αρχίζει η ανάβαση.
Η ονομασία του ποταμού εκ πρώτης όψεως παραπέμπει σε σλαβωνύμιο, προερχόμενο από τη σλαβική ρίζα Bel(Μπέλ) ή Bjal(Μπγιάλ) (Бел, Бял). Ελληνικά μεταφράζεται λευκός [ευχαριστώ τη δρ.Alexandra Trifonova για τη βοήθειά της στην προσπάθεια ετυμολογίας του ονόματος]. Προσεκτικότερη όμως αναζήτηση παραπέμπει στο βελάζω [βελάζω=βγάζω φωνή (για πρόβατα και κατσίκες)<μεσαιωνικά βελάζω<αρχαία ελληνικά και ελληνιστικά βελώ. Στην ελληνική διάλεκτο της Κάτω Ιταλίας βελώ. Βληχή=το βέλασμα των προβάτων στα αρχαία ελληνικά][1]. Ο Βελλάς το χειμώνα και την άνοιξη δέχεται άφθονα ύδατα από το λιώσιμο των χιονιών της Όθρυος, από διάφορα χαντάκια που κατεβαίνουν από τους γύρω λόφους και κυρίως από την πηγή του Κεφαλόβρυσου. Κατεβαίνοντας προς το Μαλιακό κόλπο μεταβάλλεται σε ορμητικό χείμαρρο, του οποίου η βοή ακούγεται σε μεγάλη απόσταση, μερικές φορές ακόμη και μέχρι τη σημερινή Παλαιοκερασιά. Έχουμε τη γνώμη ότι το όνομά του προέρχεται ακριβώς από αυτή τη βοή, η οποία ακούγεται παντού απ’ όπου διέρχεται. Ακούγεται όπως το βέλασμα ενός μεγάλου κοπαδιού, δηλαδή το ποτάμι μεταφορικά «βελάζει».
Σε ιστοσελίδα για την Πελασγία ο Βελλάς συνδέεται με την επανάσταση του 1821 ως εξής:
«Η Σφαγή στο Βελά Ποταμό
Είχε αναγγελθεί οτι οι τούρκοι κατεβαίνουν από τη Θεσσαλία. Όλοι οι Πελασγιώτες, γέροι, γυναίκες, παιδιά κατέβηκαν στην παραλία για να περάσουν αντίκρυ στην Εύβοια, μα μη βρίσκοντας πλοία τράπηκαν προς Λαμία. Φτάνοντας στο ποτάμι του Αχινού αντιλήφθηκαν ότι ήταν αδύνατο να το περάσουν γιατί είχε πολύ νερό από τη δυνατή βροχή. Οι τούρκοι όμως τους πρόλαβαν. Μεγάλη βοή ακούστηκε από τα παιδιά και τις γυναίκες που έκλαιγαν μη μπορώντας να φύγουν για να σωθούν. Πολλοί έπεσαν στο ποτάμι για να γλιτώσουν την ατίμωση. Από τους υπόλοιπους άλλους του έσφαξαν και άλλους τους οδήγησαν στη Λαμία για να τους πουλήσουν.
Ο χείμαρος ονομάστηκε ΒΕΛΑΣ απ' τη βοή, το θρήνο των γυναικοπαίδων που έμοιαζε με βελάσματα προβάτων». (βλέπε: http://gov.exnet.gr/el/nomo-fthiotida/dimo-pelasgia/472-istoria-politismo.html).
Η πληροφορία είναι οπωσδήποτε ενδιαφέρουσα. Δεν αναφέρεται όμως η πηγή προέλευσης για να ταυτιστεί το συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός. Για το λόγο αυτό γίνεται δεκτή με επιφύλαξη.
Το τοπωνύμιο Λιναριά υποδηλώνει ότι παλιά καλλιεργούσαν εκεί λινάρι, από το οποίο έπαιρναν τις κλωστικές ίνες του για να κατασκευάζουν λινά νήματα και υφάσματα. Ο οδοιπόρος για να διαβεί τον ποταμό Βελλά διέρχεται από ένα σύγχρονο γεφύρι, κατασκευασμένο τη δεκαετία του 1970. Ακριβώς δίπλα του διατηρείται το παλιό μονότοξο γεφύρι κτισμένο με πελεκητή πέτρα (Εικ.2). Η χρονολόγησή του ανάγεται στον 19ο αιώνα, ίσως και παλαιότερα. Παρόμοια πέτρινα γεφύρια υπάρχουν και σε άλλα ορεινά χωριά της Όθρυος (Νεράϊδα, Λογγίτσι, Ανάβρα, Βρύναινα κ.α.).
Στο βάθος αριστερά του γεφυριού, ανάμεσα στα πλατάνια διακρίνεται ένα παλιό κτίσμα. Εκεί υπήρχε βιοτεχνικό συγκρότημα αποτελούμενο από νερόμυλο, λανάρι[2], μαντάνι και νεροτριβή (ντριστέλλα), ιδιοκτησίας Ζήση (Εικ.3). Ανεβαίνοντας ψηλότερα στον ανηφορικό δρόμο διακρίνεται απέναντι, παράλληλα στην όχθη του Βελλά, το κτιστό αυλάκι, από το οποίο διοχετευόταν το νερό στο βιοτεχνικό συγκρότημα. Προερχόταν από πηγή που βρίσκεται στα σπλάχνα του λόφου Κεφαλόβρυσο. Το βιοτεχνικό συγκρότημα βρισκόταν σε λειτουργία μέχρι περίπου το 1970.
Συνεχίζοντας την ανάβαση αριστερά δεσπόζει ο λόφος Πυργάκι (Εικ.4). Ονομάσθηκε έτσι από το πυργοειδές σχήμα των βράχων. Το τοπωνύμιο αυτό απαντάται σε αρκετά μέρη της Φθιώτιδας. Μετά από μία στροφή στη θέση «Τχαλορέματα» (Διχαλορέματα) προβάλλει ένα παλιό σπίτι, ιδιοκτησίας Καράμπα (Εικ.5). Ψηλά στον εξωτερικό τοίχο του σπιτιού σε εντοιχισμένη λίθινη πλάκα, εκατέρωθεν σταυρού με πεπλατυσμένα άκρα, αναγράφεται: 1934 ΔΕΚΕ{ΜΒΡΙΟΥ} 29 (Εικ.6). Η ομοιότητά του με τον σταυρό επίστεψης του τέμπλου των εκκλησιών, στις απολήξεις των άκρων του οποίου απεικονίζονται οι τέσσερις ευαγγελιστές, είναι εμφανής. Ο συγκεκριμένος του σπιτιού όμως είναι απλούστερος.
Ακολουθεί το Καλαμάκι. Εδώ, υπήρχε παλιά κτιστή βρύση για να ξεδιψούν τα ζώα και οι διαβάτες. Ο δρόμος τότε ήταν μονοπάτι και διέρχονταν από τη βρύση, χαμηλότερα από το σημερινό. Τοπωνύμιο Καλαμάκι υπάρχει και στο παλιό μονοπάτι, που οδηγούσε στη χαράδρα της Κανάλας, κοντά στην τοποθεσία Σταυρός Ανύδρου (πρώην Νίκοβα). Και στο Καλαμάκι του Σταυρού υπήρχε κτιστή βρύση.
Μετά το Καλαμάκι ακολουθούν τα Παλιοκάλυβα. Το τοπωνύμιο υποδηλώνει την ύπαρξη παλιά κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων.
Από ένα σημείο και μετά ο δρόμος περνάει μέσα από το ρέμα της Πλατάνας. Εντύπωση προκαλούν τα μεγάλα πλατάνια, άλλωστε σ’ αυτά οφείλεται και το τοπωνύμιο. Ένα από αυτά ονομάζεται ο πλάτανος του Μπουρέκα (Εικ.7)[3]. Στην έξοδο της Πλατάνας υπάρχει πέτρινη βρύση με έξι τσιμεντένιες ποτίστρες, για το πότισμα των κοπαδιών των κτηνοτρόφων. Κατασκευάσθηκε το 1966 από τη Δασική Υπηρεσία, όπως αναγράφεται στην εντοιχισμένη μαρμάρινη πλάκα (Εικ.8).
Συνεχίζοντας, ο ανηφορικός δρόμος αριστερά οδηγεί στο Τσερνοβίτι. Λίγο ψηλότερα από το σημερινό δρόμο υπάρχει ακόμη το παλιό μονοπάτι. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει τμήμα του μονοπατιού, όπου σώζονται σε σχετικά καλή κατάσταση, τμήματα του καλντεριμιού (τα «γκαλντρίμια» στην καθομιλουμένη της περιοχής) (Εικ.9-11). Να σημειωθεί ότι τμήματα καλντεριμιού υπήρχαν και λίγο πριν την είσοδο στην Πλατάνα Τα καλντερίμια[4] κατασκευάσθηκαν το 19ο αιώνα με σκοπό τη διευκόλυνση διέλευσης ανθρώπων και ζώων, καθώς και τη διατήρηση της σταθερότητας του εδάφους. Αποτελούνται από ημικατεργασμένους λίθους τοποθετημένους και ενωμένους προσεκτικά μεταξύ τους χωρίς κενά. Σε μερικά σημεία, όπου η διάβαση γινόταν δυσκολότερη, ανά 0,60-0,70μ. μία σειρά λεπτών λίθων προεξέχουν κάθετα του καλντεριμιού. Σκοπός αυτής της κατασκευής ήταν να βοηθά στη σταθερότητα του βαδίσματος των ανθρώπων και των ζώων. Τέλος έχοντας αριστερά το λόφο Καστράκι και δεξιά την Αϋφαντόραχη (Εικ.12), από μακριά φαίνεται η θέση του χωριού.
Το Τσερνοβίτι είναι μπροστά μας με τα λίγα σωζόμενα όρθια σπίτια του, το μισογκρεμισμένο σχολείο, την εκκλησία του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου και αρκετούς λιθοσωρούς, που υποδηλώνουν θέσεις σπιτιών. Στο βάθος πίσω μας απλώνεται διάπλατα ο Μαλιακός κόλπος (Εικ.13).
ΣΧΟΛΙΑ-ΕΠΕΞΗΓΗΣΕΙΣ
[1] Η ετυμολογία από: Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, Θεσσαλονίκη 2001, σ. 268.
[2] Το λανάρι κατεργαζόταν το μαλλί, έτσι ώστε να είναι έτοιμο για γνέσιμο. Είχα την τύχη σε μικρή ηλικία να επισκεφτώ το βιοτεχνικό συγκρότημα και να παρατηρήσω τη λειτουργία του. Θυμάμαι τις αυστηρές συστάσεις της μητέρας μου και του μυλωνά να μην πλησιάζω τους ιμάντες που δούλευαν. Παλιότερα είχε συμβεί ατύχημα με αποτέλεσμα κάποια γυναίκα να χάσει το χέρι της.
Η διαδικασία κατασκευής των ρούχων ήταν η εξής: το Μάϊο γινόταν η κουρά των προβάτων. Τα μαλλιά κατόπιν ζεματιζόταν μέσα στο καζάνι με βραστό νερό. Πρώτα τα άπλωναν για να στεγνώσουν στο ήλιο και κατόπιν γινόταν το «ξάσιμο», δηλαδή η απομάκρυνση αγκαθιών, και άλλων πρόσθετων που υπήρχαν. Στη συνέχεια, αφού έμπαιναν σε τσουβάλια, μεταφερόταν στο λανάρι. Εκεί γινόταν η επεξεργασία (λαναριζόταν) και το μαλλί έβγαινε σε «τουλούπες». Στη συνέχεια η τουλούπα τοποθετούνταν στη ρόκα και οι γυναίκες της οικογένειας το έγνεθαν μετατρέποντάς το σε κλωστή. Κατόπιν το αφαιρούσαν από το αδράχτι μαζεύοντάς το σε κουβάρια. Τέλος με την κλωστή των κουβαριών έπλεκαν φανέλλες, κάλτσες, κ.ά.. Έτσι κατασκευαζόταν τα ρούχα της οικογένειας. Βλέπε και http://gardikiomilaion.wordpress.com/2010/04/23/λαϊκοί-επαγγελματίες-που-έχουν-εκλεί/.
[3] Ο Μπουρέκας ήταν ληστής και τον καταδίωκαν αποσπάσματα, πιθανώς της οροφυλακής (έτσι λεγόταν τότε η χωροφυλακή), για να τον συλλάβουν. Αυτός για να γλυτώσει κρύφθηκε μέσα στην κουφάλα του αιωνόβιου πλατάνου. Οι διώκτες πέρασαν δίπλα του χωρίς να τον αντιληφθούν. Το περιστατικό πρέπει να τοποθετηθεί κατά την άνθισης του φαινομένου της ληστείας (1830-αρχές 20ου αιώνα). Για το φαινόμενο της ληστείας αναφερόμαστε στο κεφάλαιο: ΤΣΕΡΝΟΒΙΤΙ: ΤΟ ΚΕΦΑΛΟΧΩΡΙ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ (8). Η πληροφορία για το Μπουρέκα προέρχεται από τη Δέσποινα , σύζυγο Χρήστου Δ. Αλεξόπουλου. Παρόμοιο περιστατικό συνέβη κατά τον εμφύλιο πόλεμο. Κάποιος αντάρτης, ονόματι Μπαλατσός, καταδιωκόμενος ανέβηκε πάνω στο μεγάλο κυπαρίσσι του Αγίου Βλασίου Στυλίδας και γλύτωσε τη σύλληψη. Η ιστορία επαναλαμβάνεται!
[4] Η λέξη καλντερίμι είναι αντιδάνειο της νέας ελληνικής. Προέρχεται από την τουρκική λέξη kaldirim (καλντιρίμ), η οποία με τη σειρά της προέρχεται από την αρχαία ελληνική καλός δρόμος. Σημαίνει τον λιθόκτιστο δρόμο, ο οποίος είναι κατασκευασμένος με επιμέλεια από ημικατεργασμένους ή ακατέργαστους συνήθως λίθους (η ετυμολογία από: Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, Θεσσαλονίκη 2001, σ. 645).
ΕΙΚΟΝΕΣ
Εικ.1 Ο ποταμός Βελλάς. Η φωτογραφία ελήφθη καλοκαίρι. Το χειμώνα το νερό ανεβαίνει ψηλά καλύπτοντας τους βράχους.
Εικ.2 Το παλιό μονότοξο γεφύρι, που ενώνει τις δύο όχθες του Βελλά. Δεξιά διακρίνεται το σύγχρονο γεφύρι.
Εικ.3 Ότι απέμεινε από το βιοτεχνικό συγκρότημα ιδιοκτησίας Ζήση. Δεξιά διέρχεται ο ποταμός Βελλάς.
Εικ.4 Το Πυργάκι.
Εικ.5 Παλιό σπίτι ιδιοκτησίας Καράμπα.
Εικ.6 Η λίθινη πλάκα με τη χρονολόγηση του σπιτιού.
Εικ.7 Μερική άποψη της Πλατάνας. Στην κουφάλα ενός τέτοιου πλάτανου κρύφτηκε ο Μπουρέκας.
Εικ.8 Η βρύση της Πλατάνας.
Εικ.9 Τμήμα καλντεριμιού. Διακρίνονται οι σειρές των προεξεχόντων λίθων.
Εικ.10 Τμήμα καλντεριμιού.
Εικ.11 Τμήμα καλντεριμιού απλούστερης κατασκευής.
Εικ.12 Καστράκι, Αϋφαντόραχη και άλλα τοπωνύμια.
Εικ.13 Ο Μαλιακός κόλπος, όπως φαίνεται από τη νότια είσοδο του χωριού. Δεξιά στο βάθος διακρίνεται αχνά ο όγκος του Παρνασσού.
ΠΗΓΕΣ ΕΙΚΟΝΩΝ
Οι εικόνες προέρχονται από το φωτογραφικό αρχείο του Σωτήρη Γ. Αλεξόπουλου.