Στο φύλλο 229 της 1ης Οκτωβρίου 1860 της
φθιωτικής εφημερίδας «Φάρος της Όθρυος» μεταξύ άλλων τοπικών ειδήσεων, δημοσιεύεται
είδηση για επεισόδιο που έλαβε χώρα στη Δίβρη και αφορούσε σύλληψη Οθωμανών
στρατιωτικών από δεκανέα ελληνικού αποσπάσματος. Το επεισόδιο έχει ως εξής:
Οθωμανός σταθμάρχης, συνοδευόμενος από δύο στρατιώτες του
και δύο χωρικούς, εισήλθε στο ελληνικό έδαφος και επισκέφτηκε ελληνικό μεθοριακό
σταθμό για να χαιρετήσει τον Έλληνα δεκανέα επικεφαλής του σταθμού, με τον
οποίον τον συνέδεε φιλία. Όμως από τους Έλληνες στρατιώτες πληροφορήθηκε ότι ο δεκανέας
απουσίαζε στη Δίβρη, σε απόσταση μισής ώρας από το σταθμό.
Ο Οθωμανός δεν δίστασε να μεταβεί με τη συνοδεία του στη
Δίβρη, όπου συνάντησε το δεκανέα φίλο του. Ο δεκανέας τους πρόσφερε καφέ και φαγητό.
Όταν όμως έφαγαν, ο «εν
καταστάσει μέθης» δεκανέας σκέφτηκε ότι
οι Οθωμανοί εισήλθαν σε ελληνικό έδαφος χωρίς άδεια. Διέταξε τη σύλληψή τους με
την κατηγορία της ληστείας. Στη συνέχεια τους αφόπλισαν, τους έδεσαν και τους οδήγησαν
στον ελληνικό στρατώνα που βρισκόταν στο Λογγίτσι.
Ο εκεί όμως επικεφαλής αξιωματικός απελευθέρωσε τους Οθωμανούς,
τους παρέδωσε τα όπλα τους και τους έστειλε πίσω στην Οθωμανική επικράτεια.
Επέπληξε μάλιστα αυστηρά τον δεκανέα και τον έστειλε στη Στυλίδα, όπου είχε την
έδρα του το 7ο Τάγμα, για τα περαιτέρω. Εκεί ο ταγματάρχης Νικολάκης, διοικητής του 7ου τάγματος, τον τιμώρησε αυστηρά και διέταξε τη
φυλάκισή του.
Το γεγονός αυτό αποδοκιμάσθηκε από τις ελληνικές αρχές
της Φθιώτιδας, πολιτικές και στρατιωτικές.
Η είδηση παρουσιάζεται μέσα από τη στήλη της
εφημερίδας «Φάρος της Όθρυος» ως εξής:
«-Κατ’
αυτάς συνέβη παρατραγωδόν τι εις τα μεθόριά μας το ακόλουθον. Σταθμάρχης τις
οθωμανός μετα δυω στρατιωτών και δύω χωρικών περιπολών εις τα οθωμανικά όρια
έφθασεν εις τον Ελληνικόν σταθμόν και εζήτησε τον εκεί σταθμεύοντα Δεκανέα ως
φίλον του δια να τον χαιρετήση· μαθών δε ότι ο Δεκανεύς έλειπε, και ότι
ευρίσκετο είς τι παρακείμενον χωρίων, Δύβρι, ημίσειαν ώραν του στρατώνος απέχον
πρός το εσωτερικόν της Ελλάδος, μ’ όλον το φιλικόν θάρρος μετέβη μετά των
τεσσάρων συντρόφων του εις το ειρημένον χωρίον προς επίσκεψιν του Δεκανέως· τω
όντι εύρε τον Δεκανέα, όστις αφού κατ’ αρχάς εδέχθη τον οθωμανόν αποσπασματάρχην
μετα των συντρόφων του τους επρόσφερε καφφέ και αφού συνέφαγε μετ’ αυτών,
ακολούθως ενθυμήθη ότι ο αποσπασματάρχης ούτος μετά των συστρατιωτών του
εισήλθον εντός του Ελληνικού κράτους άνευ αδείας. Συλλαμβάνει λοιπόν αυτόν και
τους συντρόφους του, τους αφαιρεί τα όπλα, δεσμεύει αυτούς ως ληστάς και τους
απήγαγεν εις τον στρατώνα Λογκιτζίου και επαρουσίασεν αυτούς εις τον εκεί
σταθμεύοντα αξιωματικόν, όστις μαθών την ιστορίαν, τους μεν οθωμανούς απέλυσεν
αποδώσας τα όπλα συτών, τον δε Δεκανέα αυστηρώς επιπλήξας απέστειλεν εις την εν
Στυλίδι Διοίκησιν του Τάγματος, ο δε αξιότιμος Ταγματάρχης Νικολάκης και
διοικητής του 7ου τάγματος ετιμώρησεν αυστηρώς τον ειρημένον Δεκανέα
διατάξας την φυλάκισίν του.
Την
πράξιν ταύτην του ειρημένου Δεκανέως αν και γενομένην εν καταστάσει μέθης,
απεδοκίμασαν άπασαι αι μεθόριαι Ελληνικαί πολιτικαί και στρατιωτικαί αρχαί,
διότι και επί τη υποθέσει ότι ο ειρημένος σταθμάρχης μετά των στρατιωτών του
εισήλθεν άνευ τακτικής αδείας εις το Ελληνικόν έδαφος, ουχ’ ήττον οι Έλληνες
στρατιώται αβροφροσύνης ένεκα ώφειλον να είπωσιν εις αυτούς ότι τούτο
αντιβαίνει εις τους στρατιωτικούς κανονισμούς και ότι πρέπει να επιστρέψωσιν
εις τα ίδια συνοδευοντές τους μάλιστα μέχρι των μεθορίων, ουχί δε και να τους
δέσωσι.
Κατακρίνοντες
και ημείς την πράξιν ταύτην διαβεβαιούμεν τους γείτονές μας οθωμανούς ότι αι
Ελληνικαί αρχαί και η Ελληνική κοινωνία ουδέ ποτε απομακρύνονται από την εις
γείτονας και φίλους οφειλομένην αβροφροσύνην, όπερ ευχόμεθα να πράττωσι και οι
οθωμανοί προς τους Έλληνας.».
ΠΗΓΗ
Εφημερίδα
«Φάρος της Όθρυος», φύλλο 229/1 Οκτωβρίου 1860, σελίδα 3.