Edward Lear-Thermopylae-Greece-1848

Edward Lear-Thermopylae-Greece-1848
Το ιστολόγιο αυτό δημιουργήθηκε με σκοπό την προβολή της τοπικής ιστορίας της Φθιώτιδας. Παρουσιάζονται ιστορικά γεγονότα λιγότερο γνωστά στο ευρύ κοινό. Παρατίθενται μαρτυρίες ανθρώπων, οι οποίοι συμμετείχαν και βίωσαν γεγονότα του 19ου και 20ου αιώνα. Προτιμάται ο επώνυμος σχολιασμός των αναρτήσεων. Στις αναδημοσιεύσεις παρακαλούμε για την αναφορά της πηγής προέλευσης. © Σωτήριος Γ. Αλεξόπουλος.

Τετάρτη 15 Αυγούστου 2012

Οδηγός της Λαμίας του έτους 1875 και το βιομηχανικό συγκρότημα "Κ.Π.Αγαθοκλής" (Στυλίδα-Λαμία)


Το 1875 εκδόθηκε στην Αθήνα από το Μιλτιάδη Μπούκα «Οδηγός εμπορικός, γεωγραφικός και ιστορικός των πλείστων κυριωτέρων πόλεων της Ελλάδος του έτους 1875». Στις σελίδες 263-271 παρατίθεται κατάλογος με τις υπηρεσίες και τις διευθύνσεις τους, που είχαν την έδρα τους στη Λαμία (δημόσιες, δημοτικές, τουρκικό προξενείο, δημοτικά σχολεία, γυμνάσια, τράπεζες και ονοματεπώνυμα τραπεζιτών). Ακολουθούν ονοματεπώνυμα δικηγόρων, γιατρών, φαρμακοποιών, πρακτόρων ασφαλιστικών εταιρειών, εμπόρων και τεχνιτών.
Πολύτιμες πληροφορίες παρέχονται για το βιομηχανικό συγκρότημα «Η Φθιώτις» με την επωνυμία "Κ.Π.Αγαθοκλής" με έδρα τη Στυλίδα (Εικ.1). Στον Οδηγό παρουσιάζεται η εικόνα ενός ακμάζοντος βιομηχανικού συγκροτήματος, το οποίο από το 1869 απασχολεί περίπου 100 εργάτες, αποκλειστικά κατοίκους της Φθιώτιδας, ειδικά της Στυλίδας. Δραστηριοποιείται στο εσωτερικό και εξωτερικό. Μάλιστα στην Τουρκία ιδιαίτερη ζήτηση παρουσίαζαν τα υψηλής ποιότητας «ελληνικά νήματα της Στυλίδος». Ο κ.Αγαθοκλής, όπως αναφέρεται στο βιβλίο Ευαγγελίδου & Μαυρογένη, ΕΛΛΑΣ ήτοι ιστορική, γεωγραφική και τοπογραφική περιγραφή της Ελλάδος και οδηγός των ταξειδιωτών και περιηγητών, Αθήναι 1901, σελίδες 208, 209 και 289 ανήγειρε το 1900 «λαμπρά λουτρά εις Υπάτην». Ειδικότερα αναγράφεται ότι: «…από έτους, αντί μεγάλης δαπάνης ο κ. Αγαθοκλής μετέβαλε τα λουτρά ταύτα εις Ευρωπαϊκώτατον κατάστημα των τοιούτου είδους, έκτισε μέγα πολυτελές ξενοδοχείον μετά εστιατορίων, αιθούσης διασκεδάσεως, θεάτρου κήπων κλπ., μετέφερε δε διά σωλήνων το προς πόσιν ύδωρ, ούτινος εστερείτο η Υπάτη….».
     Επιπλέον πληροφορίες αναφέρονται στην εργασία του Κων/νου Χ. Φλώρου (περαστικού), Κων/νος Παν. Αγαθοκλής και Σία ως εξής:
«Από το υπ’ αριθ. 3182 της 17-12-1872 συµβόλαιο του συµβολαιογράφου Ειρηνοδίκου Φαλάρων Αναστ. Βελλή βγαίνει το συµπέρασµα, ότι συνεστήθη εν Στυλίδι οµόρρυθµος εµπορική εταιρεία υπό την επωνυµία: «Κ.Π. Αγαθοκλής και Σία», σκοπόν έχουσα την εξάσκησιν εµποροβιοµηχανίας δια του εν Στυλίδι κειµένου βιοµηχανικού εργοστασίου και αποτελούμενη εκ των µελών αυτής: Κων/νου Π. Αγαθοκλή, Ηρακλέους, Γεωργίου και Σωτηρίου Π. Αγαθοκλή και Ι.Π. Γιαννοπούλου και κατετέθη ως κεφάλαιον: Το εργοστάσιον Στυλίδος και άπασα η εν αυτώ υπάρχουσα περιουσία αξίας δρ. 438.999 και 83 λεπτών, µετά παθητικού εκ δρ. 244.958 και 97 λεπτών».
Ακολούθως η εταιρεία ίδρυσε εν Λαµία υποκατάστηµα προς πώλησιν των εν τω εργοστασίω της παραγοµένων ειδών.... ηγόρασεν εν οικόπεδον κείµενον εν Λαµία εις την πλατείαν «Οµονοίας» (σηµερινή πλατεία «Πάρκου»), εφ ου ανήγειρε διαφόρους οικοδοµάς, ήτοι κλιβάνους, αποθήκας, µαγαζεία κλπ. δι’ ιδίων της χρηµάτων, ως και διάφορα άλλα ακίνητα εν Λαµία, εις θέσιν «Μύλοι» γειτονεύοντα (σηµ. όπου κτίστηκε νέο εργοστάσιο που ασχολήθηκε µε την ίδια περίπου δραστηριότητα εκείνης του εργοστασίου Στυλίδος). Και αποφάσισαν όπως συσταθεί νέα εταιρεία υπό την ίδια επωνυµία και να καταρτισθεί νέο καταστατικό ετερορρύθµου εταιρείας.....
Ο Γεώργιος Π. Αγαθοκλής είχε οριστεί σαν διάδοχος στη διεύθυνση των επιχειρήσεων δια µυστικής διαθήκης του Κ. Αγαθοκλή από 28-4-1908..... Η Μαρία χήρα του αποβιώσαντος Γεωργ. Π. Αγαθοκλή να λάβει άπαντα τα κινητά του ζεύγους και επιπροσθέτως να πάρει ολόκληρο το κτήµα «Παζαράκι» εκτάσεως 8.400 στρεµµάτων..... Οι λοιποί κληρονόµοι, πρώτοι ανεψιοί, ανάλογα µερίδια από… 4) Το µισό της όλης εταιρικής µερίδος και περιουσίας της λυθείσης εταιρείας εις Λαµίαν υπό την επωνυµίαν «Κ.Π. Αγαθοκλής και Σία» αποτελουµένης 1) από ένα υδροκίνητο εργοστάσιο αλευροποιίας µετά της ιδιοκτησίας του ύδατος και λοιπών επίπλων και εξαρτηµάτων, κείµενο στη θέση «Μύλοι» Λαµίας, 2) έξι άλλους υδροµύλους στην αυτή θέση συνεχόµενους.....
∆ιά του υπ’ αριθµ. 3491/21-10-1922 συµβολαίου του συµβολαιογράφου Αθηνών Β. Λαχανά µεταγραφέντος στον υπ’ αριθµ. τ. 52/5851 του υποθηκοφυλακείου Λαµίας, οι κληρονόµοι: 1) Σωτηρίου Π. Αγαθοκλή και 2) Γεωργίου Π. Αγαθοκλή: α) Ελένη Σωτ. Αγαθοκλή, β) Ευµορφία Ιασεµίδου, γ) Παναγ. Σωτ. Αγαθοκλής και δ) ∆ηµ. Σωτ. Αγαθοκλής, σαν αποκλειστικοί συγκύριοι και συγκάτοχοι από κοινού του εργοστασίου και λοιπών παραρτηµάτων παρά την θέση «Μύλοι» Λαµίας, που αποτελούσαν περιουσία των ανωτέρω κληρονοµουµένων 1) Σωτηρίου αποθανόντος το 1918 και Γεωργίου, αποθανόντος το 1921, τελευταίων µετόχων της διαλυθείσης πλέον εταιρείας, πούλησαν πάντα ταύτα προς τους 1) Απόστολου Τσίκαν, δερµατέµπορον και 2) Ανάργυρον Τσαµάχον, έµπορον, κατοίκους Λαµίας. Αργότερα οι αγοραστές αυτοί πούλησαν αυτά τα ακίνητα προς τους Κρόκον και Μουζέλην, οι οποίοι από το 1923 ασκούσαν από κοινού εµπορικές επιχειρήσεις στη Λαµία και οι οποίοι κράτησαν στη ζωή για αρκετά χρόνια το εργοστάσιο πρώην Αγαθοκλή, αφού έδωσαν κάποια διαφορετική µορφή από απόψεως παραγωγής προϊόντων.
Εδώ πρέπει να σηµειώσω πως µερικά από τα ακίνητα που είχαν αποτελέσει το όλο εργοστασιακό συγκρότηµα Αγαθοκλή στη θέση «Μύλοι» Λαµίας, είχαν αγοραστεί υπό του Κ. Αγαθοκλή από το 1874 µέχρι το 1901 τµηµατικώς από γνωστές και εξέχουσες οικογένειες της Λαµίας, όπως των Χρ. Βλαχάκη, Αρισ. Σκληβανιώτου, Θεοδώρου και Κων. ∆ιοβουνιώτου, Κοµνά Τράκα, Κων. Μέρλιν κ.ά….» (πηγή: 1ο Γυμνάσιο Λαμίας, Οι Μύλοι του Μουζέλη, σελίδες 4-6).

Οι αδελφοί Αγαθοκλή εκτός της Φθιώτιδας ανέπτυξαν επιχειρηματική δραστηριότητα και στην υπόλοιπη Ελλάδα, ειδικά στην περιοχή των Τρικάλων: «Μετά την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα, η τοπική εφημερίδα «Φάρος του Ολύμπου» επισήμαινε την έλλειψη βιομηχανίας στα Τρίκαλα και καλούσε τους μεγαλοκτηματίες, «εάν ειλικρινώς αγαπώσιν τον τόπον τούτον να σπεύσωσι εις την σύστασιν μηχανουργείου» (8-1-1883). Στην έκκληση αυτήν ανταποκρίθηκαν, πρώτοι, οι αδελφοί Γεώργιος και Αριστείδης Παν. Αγαθοκλή. Οι αδελφοί Αγαθοκλή κατάγονταν από το Πήλιο -κατά άλλους ήταν Πελοποννήσιοι- και ο πατέρας τους Παναγιώτης, αρχικά διατηρούσε παντοπωλείο στον Πειραιά. Αργότερα, εγκαταστάθηκε στη Στυλίδα, όπου λειτούργησε κάποιο εργοστάσιο, το οποίο, όμως, αποτεφρώθηκε.

Το 1872, οι αδελφοί Αγαθοκλή συνέστησαν στη Στυλίδα ομόρρυθμο εμπορική εταιρία, με την επωνυμία «Κ.Π. Αγαθοκλής και Σία» και ίδρυσαν, στην περιοχή της Λαμίας, εκκοκκιστήριο, αλευρόμυλο και ποτοποιείο, ενώ παράλληλα ήταν ιδιοκτήτες ενός καπνεργοστασίου στον Πειραιά κι ενός εργοστασίου οινοποιίας, στο Αλιβέρι.

Με την επιχειρηματική πείρα που διέθεταν, κατάλαβαν πως μια επένδυση στην περιοχή Τρικάλων, όπου υπήρχε μεγάλη παραγωγή σιτηρών, άφηνε περιθώρια για βέβαια κέρδη. Έτσι, ήρθαν στα Τρίκαλα, με πρόθεση να κτίσουν υδροκίνητο εργοστάσιο αλεύρων και ζυμαρικών και επέλεξαν ως χώρο κατάλληλο τη συνοικία Αλή Καρά της Αγίας Μονής. Όμως, στη θέση, όπου σχεδίαζαν να συλλέξουν το νερό του παρακείμενου ποταμού, το οποίο θα έδινε κίνηση στο μύλο, υπήρχαν δύο πρωτόγονοι υδρόμυλοι, ιδιοκτησίες Τούρκων, οι οποίοι αρνούνταν να τους πουλήσουν. Με τη μεσολάβηση του εμπόρου Χρίστου Παπαϊωάσαφ η αγορά τελικά επιτεύχθηκε και οι αδελφοί Αγαθοκλή, σε οικόπεδο 26.915 τ.μ., έκτισαν μακαρονοποιείο και υδρόμυλο, ο οποίος τέθηκε σε λειτουργία τον Ιούνιο του 1885. Σύμφωνα με γραπτά στοιχεία, το 1890 ο μύλος Αγαθοκλή διέθετε επτά κυλίνδρους, η ισχύς του υδροστρόβιλου ήταν 80 ίππων και η πρώτη άδεια λειτουργίας του χορηγήθηκε από τον Νομομηχανικό Τρικάλων, στις 24 Σεπτεμβρίου 1890 (Αρχεία Διεύθυνσης Βιομηχανίας Ν. Τρικάλων).

Όταν το καλοκαίρι του 1885, καταστράφηκαν από πλημμύρα όλοι οι μύλοι της περιοχής και ο κόσμος κινδύνευε να μείνει χωρίς ψωμί, η εφημερίδα «Φάρος του Ολύμπου» έγραφε ότι, «το λαμπρόν κατάστημα του Αριστείδη Αγαθοκλή θέλει αλέσει χιλιάδας οκάδας σίτου εις το ημερονύκτιο διά να σωθή η κοινωνία» (2-6-1885). Επίσης η εφημερίδα «Σκριπ» μας πληροφορεί ότι, κατά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, η εταιρία Αγαθοκλή προμήθευε άλευρα στον ελληνικό στρατό (20-5-1898).

Το 1900, οι αδελφοί Αγαθοκλή επέκτειναν τις επιχειρήσεις τους στα Τρίκαλα, κτίζοντας το μύλο, που σήμερα είναι γνωστός ως μύλος του Τσαγκάδα και στη συνέχεια, αγοράζοντας από τον Τούρκο ιδιοκτήτη το μύλο στο χωριό Φλαμούλι -γνωστό ως μύλο του Μπαλιάκου- τον οποίο και ανακαίνισαν εκ βάθρων.
Παράλληλα με τους τρεις αυτούς μύλους, η εταιρία Αγαθοκλή διέθετε στα Τρίκαλα κι έναν ιδιόκτητο φούρνο, τον οποίο πούλησε, το 1903, στον Δήμο Τρικκαίων…..
Σύμφωνα με τον ανταποκριτή της εφημερίδας «Ακρόπολις», το όνομα του Αριστείδη Αγαθοκλή συνδεόταν στα Τρίκαλα με ό,τι «πιο προοδευτικόν και φιλάνθρωπον».
Ήταν τόσο μεγάλη η εκτίμηση των Τρικαλινών στο πρόσωπο του, ώστε τον εξέλεξαν δημοτικό σύμβουλο και στη συνέχεια χρημάτισε πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου.
Το 1901, ο Αριστείδης Αγαθοκλής δολοφονήθηκε και μετά το θάνατό του, τη διεύθυνση του μύλου ανέλαβε ο Γεώργιος Αγαθοκλής, ο οποίος εξελέγη, επίσης, δημοτικός σύμβουλος και στη συνέχεια βουλευτής Τρικάλων….. όπως αποδεικνύεται από επιστολή του Κ. Κονδύλη, με ημερομηνία 26-6-1914, η εν λόγω αλευροβιομηχανία καθώς και εκείνη της εταιρείας Αγαθοκλής και Σία είχαν αναλάβει, το Σεπτέμβριο του 1912, την τροφοδοσία σε άλευρα 100.000 ανδρών του ελληνικού στρατού (Αρχείο Θ. Βούλγαρη)…..
Το 1895, οι αδελφοί Αριστείδης και Γεώργιος Αγαθοκλής, ιδιοκτήτες του μεγάλου μύλου στη συνοικία της Αγίας Μονής, αγόρασαν από τον οθωμανό ιδιοκτήτη το μύλο στο Φλαμούλι, τον ανακαίνισαν εκ βάθρων και τοποθέτησαν υδραυλική τουρμπίνα. Το 1922, οι απόγονοι του Γεωργίου και Αριστείδη Αγαθοκλή, αντί 250.000 δρχ. πούλησαν το μύλο στο Δημήτριο Αθανασίου Μπαλιάκο
Ο Μύλος του Τσαγκάδα, επί της οδού Τρικάλων-Πύλης, πλάι στο ποτάμι Κουμέρκη, είναι πέτρινος, με δύο ορόφους. Κτίστηκε το 1900, από τους αδελφούς Αγαθοκλή, οι οποίοι τον πούλησαν στο Μιχάλη Χατζηστεργίου, για να τον αγοράσουν, λίγα χρόνια αργότερα, οι αδελφοί Στυλιανού Τσαγκάδα…..» (πηγή: Μοχλός ανάπτυξης οι αλευρόμυλοι).

 Ακολουθεί το κείμενο του Οδηγού της Λαμίας:


ΛΑΜΙΑ

          Πρωτεύουσα του Νομού Φθιώτιδος και Φωκίδος και έδρα Επισκοπής, κείται σχεδόν επί των μεθορίων, τρείς μόλις ώρας αυτών απέχουσα, και ισαρίθμου, εκ Στυλίδος παραλίου πόλεως, συγκοινωνούσης μετά της Λαμίας δι’ αμαξιτής οδού. Εκτισμένη εις τους πρόποδας της Όθρυος, έχει μέγαν και λαμπρόν ορίζοντα, άφθονα και διαυγέστατα ύδατα και πρό αυτής το Φθιωτικόν πεδίον διά του Σπερχειού ποταμού εκ δυσμών και προς ανατολάς τεμνόμενον. Έχει περί τας χιλίας οικοδομάς οικιών και εργαστηρίων και υπό ισαρίθμων οικογενειών κατοικείται. Αι οικοδομαί της εισίν άπασαι νεόδμητοι, αι πλείσται ασβεστόκτιστοι και μετά φιλοκαλίας εσωτερικώς τε και εξωτερικώς διασκευασμέναι, και αι των οικιών άπασαι έχουσι πρό αυτών δενδροφύτους κήπους, τούθ’ όπερ μαγευτικήν την θέαν καθίστησι. Διατέμνεται υπό κανονικών και ευθυγράμμων οδών, επί των δύο δε κεντρικών αυτών μερών υπάρχουσιν ισάριθμοι αμμολιθόστρωτοι και διά δενδροφυτείας κοσμούμεναι πλατείαι, παρά τη ετέρα των οποίων προ ετών ήρξατο ανεγειρόμενος μεγαλοπρεπής Ιερός Ναός τιμώμενος επ’ ονόματι της Ευαγγελιστρίας. Βορειοδυτικώς της πόλεως υπέρκειται λόφος, επ’ αυτού δε Ενετικόν φρούριον και εν αυτώ μέγας στρατών, ως αποθήκη ήδη του υλικού του στρατού χρησιμεύων.

Η πόλις από εμπορική έποψιν είναι μία των δευτερευουσών πόλεων της Ελλάδος, διότι, δι’ αυτής μεν, ως εκ της τοποθεσίας της, γίνεται η αδιάκοπος εις το Κράτος εισαγωγή των πλείστων προϊόντων και εμπορευσίμων αντικειμένων της ομόρου Τουρκικής επαρχίας της Θεσσαλίας∙ εν αυτή δε, ικανά υπάρχουσιν εμπορικά καταστήματα και εμποροπαντοπωλεία, και πλείστοι έμποροι δι’ ου σμικρών κεφαλαίων εμπορευόμενοι.

Τα κυριώτερα προϊόντα εισίν καπνός, σίτος, κριθή, αραβόσιτος, συσάμιον και βάμβαξ, άτινα αφθόνως παράγει το εύφορον και παχύγαιον Φθιωτικόν πεδίον, όπερ το πλείστον του χειμώνος κατακλείζεται υπό του πλημμυρούντος Σπερχειού, όστις, διά της, ως μη ώφειλεν, αδικαιολογήτου αφροντησίας των κατά καιρούς Κυβερνήσεων και της αβελτηρίας των παραποταμίων κτηματιών, ανυπολογίστους ζημίας εις τε τον τόπον και το δημόσιον πρόξενος γίνεται, αντί των μεγάλων ωφελειών, άς ήθελε παρέχει, δι’ υδραυλικών έργων προς άρδευσιν των γαιών εν καιρώ τους θέρους χρησιμοποιούμενος.

Η Επαρχία διατρέφει και πάμπολλα ποίμνια, ων γίνεται μεγάλη εξαγωγή, ως και αρνοδερμάτων και μαλλίων.

Δημοσίων και δημοτικών κτηρίων στερείται ατυχώς η πόλις, εν αυτή δε υπάρχουσι Γυμνάσιον και Ελλ. Σχολείον, Δημοτικά αρρένων τε και θηλέων, Πρωτοδικείον, Ειρηνοδικείον, Εφορία, Ταμείον, Τηλεγραφείον, ταχυδρομείον, και υποκατάστ. της Εθν. Τραπέζης. Βιομηχανικά καταστήματα άξια λόγου εισί το εν Στυλίδι ατμοκίνητον εργοστάσιον Κ. Αγαθοκλή, περιέχον κλωστήριον, εκκοκιστήριον βάμβακος, αλευρόμυλον και σιδηρουργείον, το εν τη πόλει υπάρχον εκκοκιστικόν ατμοκίνητον βάμβακος, αρτίως υπό του εμπόρου Αριστείδου Π. Γιαννοπούλου ιδρυθέν, δύο σαπωνοποιεία, τρία βυρσοδεψεία δευτερεύοντα, και πέντε πνευματοποιεία, μεγάλην ποσότητα πνευματοδών καλής ποιότητος ποτών εξάγοντα, και εξοδεύοντα.





Ε γ χ ώ ρ ι ο ι  Α ρ χ α ί,  Γ ρ α φ ε ί α  κ α ι  Κ α τ α σ τ ή μ α τ α.



Δημόσιοι.



Α΄. Διοικητικαί.

Ν ο μ α ρ χ ί α,  πλατεία Ελευθερίας.

Τ α χ υ δ ρ ο μ ε ί ο ν.  Συνοικία Αγ. Νικολάου.

Τ η λ ε γ ρ α φ ε ί ο ν,  οδός Ηρακλέους.



Β΄. Δικαστικαί.

α΄ Δ ι κ α σ τ ή ρ ι α.

Π ρ ω τ ο δ ι κ ε ί ο ν,  οδός Καποδιστρίου, συνεδριάζει κατά Πέμπτην πολιτικάς και κατά Δευτέραν και Παρασκευήν ποινικάς υποθέσεις.

Ε ι ρ η ν ο δ ι κ ε ί ο ν,  οδός Καραϊσκάκη, συνεδριάζει κατά Τρίτην και Τετάρτην πολιτικάς και κατά Σάββατον ποινικάς υποθέσεις.

Υ π ο θ η κ ο φ υ λ α κ ε ί ο ν,  οδός Καραϊσκάκη.

Ε ι σ α γ γ ε λ ί α,  κειμένη επί της πλατείας Διάκου.

β΄. Σ υ μ β ο λ α ι ο γ ρ ά φ ο ι.

Μ α υ ρ ί κ α ς  Κ ω ν σ τ.,  οδός Διάκου.

Π ε τ σ ο π ο ύ λ η ς  Σ ά β β α ς,  οδός Καραϊσκάκη.

Ρ ι ζ ό π ο υ λ ο ς  Ε υ σ τ., οδός Διάκου

Τ ο υ ρ τ ο ύ ρ η ς  Α ν δ ρ., οδός Ρήγα Φεραίου

Χ α τ ζ ή  Ρ ή γ α ς  Ι ω, οδός Υψηλάντου.



Γ΄. Οικονομικαί.

Ε φ ο ρ ί α,  πλατεία Διάκου.

Τ α μ ε ί ο ν,  οδός Αχιλλέως.





Δ΄. Στρατιωτικαί.

Δ ι ε ύ θ υ ν σ ι ς  Μ η χ α ν ι κ ο ύ,  πλατεία Διάκου.

Μ ο ι ρ α ρ χ ί α,  οδός Υψηλάντη.

Ν ο σ ο  κ ο μ ε ί ο ν  Σ τ ρ α τ ι ω τ ι κ ό ν,  οδός Ερμού.

Σ τ ρ α  τ ώ ν  Ι π π ι κ  ο ύ,  συνοικία Αγίων Θεοδώρων.

»           Π ε ζ ι  κ ο ύ,  οδός Υψηλάντη.



Δημοτικαί.

Δ η μ α ρ χ ε ί ο ν, πλατεία Ελευθερίας, Δήμαρχος Κομνάς Τράκας.

Α σ τ υ ν ο μ ί α, ομοίως.



Ξ έ ν η  Α ρ χ ή.

Τ ο υ ρ κ ί α ς, Πρόξενος Εγών Εράμ οδός Ερμού.



Ε κ π α ι δ ε υ τ ι κ ά  Κ α τ α σ τ ή μ α τ α.

α΄. Δ η μ ό σ ι α

Γ υ μ ν ά σ ι ο ν, Συνοικία Αγίου Νικολάου.

Α΄  Ε λ λ.  Σ χ ο λ ε ί ο ν,  ομοίως.

Β΄  Ε λ λ.  Σ χ ο λ ε ί ο ν,  ομοίως.

Γ΄  Ε λ λ.  Σ χ ο λ ε ί ο ν,  ομοίως.

β΄. Δ η μ ο τ ι κ ά.

Δ η μ ο τ ι κ ό ν  Σ χ ο λ ε ί ο ν  Α ρ ρ έ ν ω ν,  οδός Υψηλάντου.

          »                           »         Θ η λ έ ω ν, οδός Αχιλλέως.



Τ ρ ά π ε ζ α  και  Τ ρ α π ε ζ ί τ α ι.

α΄. Τ ρ ά π ε ζ α.

Υ π ο κ α τ ά σ τ.  Ε θ ν.  Τ ρ α π έ ζ η ς,  Διευθυντής Δημ. Βοϊατζής, συνοικία Αγ. Νικολάου, οδός Καποδιστρίου.

β΄. Τ ρ α π ε ζ ί τ α ι.

Κ ο ν τ ό π ο υ λ ο ς  Τ ρ ι α ν τ ά φ υ λ λ ο ς,  οδός Αχιλλέως.

Τ σ ά λ λ η ς  Η ρ α κ λ ή ς,  οδός Διάκου.

Τ σ ά λ λ η ς  Κ ω ν σ τ., οδός Αχιλλέως.



Ε π ι σ τ ή μ ο ν ε ς.

α΄. Δ ι κ η γ ό ρ ο ι.

Β ε ρ έ τ τ α ς  Ι ω ά ν ν η ς,  οδός Ερμού.

Γ α β β α θ ά ς  Κ ω ν σ τ., οδός Διάκου.

Δ ι ο ν υ σ ό π ο υ λ ο ς  Γ ε ώ ρ γ., οδός Αχιλλέως.

Ζ η τ ο υ ν ι ά τ η ς  Ν ι κ ό λ., πλατεία Ελευθερίας.

Ζ ο υ λ ο ύ μ η ς  Δ η μ., πλατεία Διάκου.

Ι α τ ρ ο ύ  Α ρ ι σ τ., επί της ανωνύμου οδού, συνοικία Αγ. Νικολ.

Κ α λ ι κ ά ν τ σ α ρ ο ς  Μ ι λ τ ι ά δ η ς, οδός Καραϊσκάκη.

Κ ε ρ κ υ ρ ό π ο υ λ ο ς  Α ρ ι σ τ., οδός Ηρακλέους.

Κ έ φ α λ ο ς  Α θ α ν., επί της ανωνύμου οδού, συνοικίας Αγ. Νικολ.

Κ ο ύ τ ρ α ς  Ε υ θ ύ μ ι ο ς, ομοίως.

Λ ά ζ ο υ  Θ ε μ ι σ τ ο κ λ ή ς, ομοίως.

Λ ά μ π ρ ο υ  Α θ α ν., ομοίως, συνοικία Δεσποίνης.

Μ α ρ ί ν ο ς  Ι ω., ομοίως, συνοικία Αγ. Νικολάου.

Μ ε ρ μ ί ρ α ς  Π α ν α γ., ομοίως, συνοικία Δεσποίνης.

Ν ι κ ο λ α ΐ δ η ς  Γ ε ώ ρ., ομοίως.

Ο ι κ ο ν ο μ ί δ η ς  Ε υ θ ύ μ., οδός Υψηλάντου.

Π α π π α λ ο υ κ ά ς  Α χ ι λ λ ε ύ ς, επί της ανωνύμου οδού, συνοικία Αγ. Νικολάου.

Π α π π α λ ο υ κ ά ς  Ι ω., ομοίως.

Π α π π α κ ώ ν σ τ α ς  Θ ε μ ι σ τ., οδός Διάκου.

Π α π π α κ ώ ν σ τ α ς  Ν ι κ ό λ., επί της ανωνύμου οδού, συνοικία Αγ. Νικολάου.

Ρ έ ν τ σ α ς  Δ η μ., ομοίως συνοικία Δεσποίνης.

Σ ε ν ε φ ά κ η ς  Δ η μ., οδός Καραϊσκάκη.

Σ τ ε λ ο ύ δ η ς  Θ ε ό δ., πλατεία Ελευθερίας.

Σ φ ί κ α ς  Δ η μ., επί της ανωνύμου οδού, συνοικία Αγ. Θεοδώρων.

Σ χ ι ν ά ς  Τ ρ ι α ν τ ά φ υ λ λ ο ς, ομοίως, συνοικία Αγ. Νικολάου.

Τ σ ι ρ ι μ ώ κ ο ς  Δ η μ., επί της πλατείας Διάκου.

Φ ι λ ί π π ο υ  Η λ ί α ς, ομοίως.

Χ α λ κ ι ό π ο υ λ ο ς  Κ ω ν σ τ., ομοίως.

Χ α λ μ ο ύ κ ο ς  Π α ν α γ., οδός Αχιλλέως.

Χ α τ ζ ό π ο υ λ ο ς  Α θ α ν., οδός Καραϊσκάκη.

β΄. Ι α τ ρ ο ί.

Δ ο ύ κ α ς  Σ τ έ φ.,,  οδός Καποδιστρίου.

Ζ α γ κ ο γ ι ά ν ν η ς  Κ ω ν σ τ., οδός Αχιλλέως.

Μ α ν τ σ ο υ ρ ά ν η ς  Γ., επί της ανωνύμου οδού, συνοικ. Δεσποίνης.

Μ α ρ ί ν ο ς  Α π ό σ τ., ομοίως, συνοικία Αγ. Νικολάου.

Π α π π α χ α τα ζ ή ς  Π α υ σ α ν ί α ς, οδός Καποδιστρίου.

Ρ ι ζ ό π ο υ λ ο ς  Δ η μ., επί της πλατείαςΔιάκου.

Τ έ γ ο υ  Σ τ έ ρ γ ι ο ς, οδός Αχιλλέως.

γ΄. Φ α ρ μ α κ ο π ο ι ο ί.

Ι α τ ρ ο ύ  Δ.  Ε υ σ τ., επί της πλατείας Ελευθερίας.

Λ α χ α ν ο κ ά ρ δ η ς  Ν ι κ., οδός Διάκου.

Π ε ρ ρ α ι β ό ς  Β α σ ί λ., επί της πλατείας Ελευθερίας.



Ε φ η μ ε ρ ί δ ε ς.

Φ ά ρ ο ς  τ η ς  Ό θ ρ υ ο ς,  Συντάκτης Ευθύμιος Οικονομίδης, οδός Υψηλάντου.

Φ ω ν ή  τ ο υ  Λ α ο ύ, Συντάκτης Ιω., Μ. Γεωργιάδης, οδός Διάκου.



Π ρ α κ τ ο ρ ε ί α.

Α σ φ α λ ι σ τ.  Ε τ α ι ρ.  ο  Φ ο ί ν ι ξ, Πράκτωρ Αριστ. Σκληβανιώτης, οδός Ερμού.

Α σ φ α λ ι σ τ.  Ε τ α ι ρ.  η  Ά γ κ υ ρ α, Πράκτωρ Ιω. Μ. Γεωργιάδης, επί της πλατείας Ελευθερίας.



Έ μ π ο ρ ο ι.

α΄. Α λ ε υ ρ ο π ώ λ η ς.

Α γ α θ ο κ λ ή ς  Κ ω ν σ τ., οδός Ερμού, εκ του εν Στυλίδι Ατμομύλου του.

β΄. Κ α φ ε π ώ λ α ι.

Α γ γ ε λ α κ ό π ο υ λ ο ς  Θ ε μ ι σ τ., συνοικίαν Αγ. Νικολάου.

Γ ε ω ρ γ ί ο υ  Ν ι κ ό λ., ομοίως.

Κ α λ ο ύ τ σ η ς  Θ ε ό δ., ομοίως

Λ ε β α δ ε ί τ η ς  Π ε ρ ι κ λ ή ς, ομοίως.

γ΄. Π α ν τ ο π ώ λ α ι.

Α ν α σ τ α σ ί ο υ  Κ ώ σ τ α ς συνοικία Αγ. Νικολάου.

Γ ι α ν ν ό π ο υ λ ο ς  Γ ε ώ ρ.,  και  Κ ω ν σ τ., οδός Διάκου.

Ζ α φ ε ι ρ ό π ο υ λ ο ι  Α δ ε λ φ ο ί, οδός Ανωνύμου.

Κ α ρ α σ τ ά θ η ς  Ε υ σ τ., οδός Ερμού.

Π α π π α δ ό π ο υ λ ο ς  Ι ω., συνοικία Δεσποίνης, οδός Ανωνύμου.

Π α λ α μ ι ώ τ η ς  Α θ α ν., ομοίως.

Σ α κ κ ά ς  Σ π., οδός Υψηλάντου.

Χ α ν ή ς  Ε π α μ., συνοικία Αγ. Νικολάου, οδός Ανωνύμου.

δ΄. Π ρ ο ϊ ό ν τ ω ν.

Α θ α ν α σ ί ο υ  Νικόλ., οδός Ρήγα Φερραίου.

Γ ι α ν ν ό π ο υ λ ο ς  Π.  Α ρ ι σ τ.,  και  παραγγελειοδόχ. Οδός Διάκου.

Γ ρ α μ μ α τ ί κ α  Α δ ε λ φ ο ί, ομοίως.

Κ ο κ κ ι ν ό π ο υ λ ο ι  Α δ ε λ φ ο ί, οδός Ανωνύμου.

Κ ο ν ι α β ί τ η ς  Ν.  και  Π α π α γ ι α ν ν ό π ο υ λ ο ς  Α ρ γ ύ ρ η ς, επί της πλατείας Ερμού.

Λ ά μ π ρ ο υ  Θ.  Γ ε ώ ρ.  και  Α δ ε λ φ ο ί, πλατεία Ελευθερίας.

Λ α λ λ ι ό π ο υ λ ο ι  Α δ ε λ φ ο ί, οδός Ανωνύμου.

Π ε ζ ά ς  και  Θ ε ο δ ω ρ ί δ η ς, οδός Ρήγα Φερραίου.

Φ λ α σ κ ά κ η ς  και  Μ π α ζ ο ύ ρ η ς, οδός Ανωνύμου.

ε΄. Υ φ α σ μ ά τ ω ν.

Β λ α χ ά ν η ς  Ε υ σ τ., συνοικία Αγ. Νικολάου, οδός Ανωνύμου.

Γ ρ α μ μ α τ ί κ α  Α δ ε λ φ ο ί, ομοίως, οδός Διάκου.

Δ ο λ ό γ λ ο υ  Π α ν α γ., ομοίως, οδός Ανωνύμου.

Δ ο ύ κ α  Κ ω ν σ τ., ομοίως.

Κ α ν ε λ λ ό π ο υ λ ο ς  Χ α ρ., ομοίως, οδός Ρήγα Φερραίου.

Κ ο κ κ ι ν ό π ο υ λ ο ι  Α δ ε λ φ ο ί, ομοίως, οδός Ανωνύμου.

Κ ο ν ι α β ί τ η ς  Ν.  και  Π α π π α γ ι α ν ν ό π ο υ λ ο ς  Α ρ γ ύ ρ η ς, ομοίως, πλατεία Ερμού.

Κ α ρ α κ α ν τ ά ς  Λ ε ω ν., ομοίως, οδός Ανωνύμου.

Λ ά μ π ρ ο υ  Θ.  Γ ε ώ ρ., ομοίως, πλατεία Ελευθερίας.

Μ α λ λ ι ό π ο υ λ ο ι  Α δ ε λ φ ο ί, ομοίως, οδός Ανωνύμου.

Ν ο ύ τ σ ο ς  Δ η μ., ομοίως, οδός Ρήγα Φερραίου.

Ν ο ύ τ σ ο ς  Ζ α χ α ρ ί α ς., ομοίως.

Π λ ι ά τ σ ι κ α ς  και  Σ α κ κ ό π ο υ λ ο ς, ομοίως.

Π ε ζ ά ς  και  Θ ε ο δ ω ρ ί δ η ς, ομοίως.

Φ λ α σ κ ά κ η ς  και  Μ π α ζ ο ύ ρ τ η ς, ομοίως, οδός Ανωνύμου.

Χ α τ σ ά κ ο ς  Ε υ σ τ., ομοίως, οδός Ελευθερίας.



Β ι ο μ η χ α ν ι κ ά  Κ α τ α σ τ ή μ α τ α.

          Το μόνον άξιον λόγου Βιομηχανικόν ατμοκίνητον Εργοστάσιον εν φθιώτιδι, είνε το εν Στυλίδι υπάρχον υπό την επωνυμίαν «η Φθιώτις» ου ιδρυτής και Διευθυντής είνε ο κ. Κ.Π.Αγαθοκλής, περιέχον τα εξής καταστήματα˙

1ον Νηματουργείον.

2ον Αλευρόμυλους.

3ον Εκκοκιστικάς του βάμβακος μηχανάς 40.

4ον Πιεστήριον (πρέσσα) υδραυλικόν, δι΄ού πιέζονται και εις δέρματα μεταβάλλονται βαμβάκια, μαλλία κ.λ.π.

5ον Μανεστροποιείον, εις ό κατασκευάζονται διαφόρων ειδών και ποιοτήτων ζυμαρικά.

6ον Σιδηρουργείον, εις ό κατασκευάζονται άπαντα τα εργαλεία, αι μηχαναί του εργοστασίου, ως και εργασίαι μηχανικαί διαφόρων ιδιωτών, ως και οιαςδήποτε άλλης φύσεως και τέχνης.

7ον Κλιβάνους κατά ευρωπαϊκόν σύστημα, προς κατασκευήν άρτων του στρατού και της πόλεως.

Εις το εργοστάσιον αυτό εργάζονται διαρκώς εις όλα τα μηχανήματα και εργασίας, τεχνίται, εργάται και εργάτριαι, περίπου των εκατόν, εισίν δε πάντες Έλληνες και εκ της αυτής επαρχίας, ήτοι της Φθιώτιδος, ιδίως δε της πόλεως Στυλίδος, μη υπάρχοντος ουδενός αλλοδαπού τεχνίτου ή μηχανικού.

Τα εξαγόμενα άλευρα, νήματα, ζυμαρικά κ.λ.π. καταναλίσκονται εις το εσωτερικόν και το εξωτερικόν, διότι ως εκ του αποκέντρου δεν υπάρχει κατανάλωσις εν τω τόπω. Τα νήματα του εργοστασίου Στυλίδος εγενικεύθησαν εις όλην την Τουρκίαν, και εις αυτά ακόμη τα πλέον απόκεντρα μέρη της Τουρκίας έγειναν γνωστά, ως εκ της εκλεκτής των δε ποιότητος ζητούνται ως νήματα ελληνικά της Στυλίδος.

Το εργοστάσιον είναι εντός της θαλάσσης, ήτοι είναι εν τω μεταξύ προκυμαίας, του λιμένος και της πόλεως Στυλίδος, έχει δε οικοδομάς συγκεντρωμένας διά τας μηχανάς και αποθήκας περίπου των 8.500 τετρ. πήχεων˙ έχει εντός του καταστήματος, ήτοι γύρωθεν των αποθηκών, λιμενίσκον καλώς και τεχνικώς κατασκευασμένον, δι’ ού ενεργούνται αι φορτώσεις και εκφορτώσεις των ακατεργάστων και κατειργασμένων υλών.

Η ίδρυσις του εργοστασίου τούτου κυρίως οφείλεται εις την συνδρομήν του έθνους. Και εις τους κατά καιρούς Κυβερνήτας, οίτινες πολυειδώς και πολυτρόπως συνέτρεξαν δι’ εγγυήσεων, διά χρηματικών καταβολών, και πολλών άλλων μέσων από το 1869 και εντεύθεν, και εις την προθυμοτάτην και δυνατήν συνδρομήν της Εθν. Τραπέζης της Ελλάδος, η οποία γενναίως και προθύμως συνέτρεξεν και συντρέχει πάντοτε αυτό.

α΄. Α λ ε υ ρ ό μ υ λ ο ς.

«Η  Φ θ ι ώ τ ι ς», Αγαθοκλή Π.Κ. και Σία, εν Στυλίδι.

β΄. Β υ ρ σ ο δ ε ψ ε ί α.

Α ν α σ τ α σ ί ο υ  Δ η μ., οδός Υψηλάντου.

Μ π α κ ο γ ι ά ν ν η  Ν ι κ., οδός Ανωνύμου.

Τ σ ο υ κ α λ ά  Δ ή μ ο υ, ομοίως.

γ΄. Ε κ κ ο κ ι σ τ ή ρ ι α  Β ά μ β α κ ο ς.

Α γ α θ ο κ λ ή  Π. Κ. και Σία, εν Στυλίδι, παράρτημα του εργοστασίου «Φθιώτις».

Γ ι α ν ν ο π ο ύ λ ο υ  Α ρ ι σ τ., δι’ ατμομηχανής, οδός Καραϊσκάκη.

δ΄. Κ η ρ ο π ο ι ε ί ο ν.

Α ρ γ υ ρ ο π ο ύ λ ο υ  Θ ε ο δ., οδός Καραϊσκάκη.

ε΄. Κ λ ω σ τ ή ρ ι ο ν.

«Η  Φ θ ι ώ τ ι ς», Αγαθοκλή Π.Κ. και Σία, εν Στυλίδι.

ς΄. Μ α ν ε σ τ ρ ο π ο ι ε ί α.

Α γ α θ ο κ λ ή  Π. Κ. και Σία, εν Στυλίδι, παράρτημα του εργοστασίου «Φθιώτις».

Γ ι α ν ν ο π ο ύ λ ο υ  Γ ε ώ ρ.  και  Κ ω ν σ τ., οδός Διάκου.

ζ΄. Ο ι ν ο π ν ε υ μ α τ ο π ο ι ε ί α.

Α ν τ ω ν ί ο υ  Ι ω., οδός Ρήγα Φερραίου.

Σ τ ε φ ο π ο ύ λ ο υ  Ε υ θ υ μ., ομοίως.

Φ ρ ε τ σ α λ ά  Η λ ί α, οδός Καραϊσκάκη.

η΄. Σ α π ο ν ο π ο ι ε ί α.

Κ α ρ α κ λ ή  Κ ω ν σ τ., οδός Καραϊσκάκη.

Π α π π α δ η μ η τ ρ ί ο υ  Κ ω ν σ τ. και Γ ε ω ρ., ομοίως.

θ΄. Σ ι δ η ρ ο υ ρ γ ε ί ο ν.

Α γ α θ ο κ λ ή  Π. Κ. και Σία, εν Στυλίδι, παράρτημα του εργοστασίου «Φθιώτις».



Τ ε χ ν ί τ α ι.

α΄. Ε λ λ η ν ο ρ ά π τ α ι.

Β α σ ι λ ε ί ο υ  Κ ω ν σ τ., επί της πλατείας Ελευθερίας.

Λ ά π α ς  Κ ω ν σ τ., οδός Ρήγα Φερραίου.

Π α ν α γ ι ώ τ η  Σ τ α ύ ρ ο ς, ομοίως

β΄. Ε υ ρ ω π α ϊ κ ώ ν  ε ν δ υ μ ά τ ω ν  ρ ά π τ α ι.

Α γ γ ε λ ί δ η ς  Σ τ α ύ ρ ο ς, επί της πλατείας Ελευθερίας.

Λ α μ π α δ ά ρ ι ο ς  Π ά ν ο ς, οδός Διάκου.

Λ ι α ν ο δ ά κ η ς  Ε μ μ., επί της πλατείας Ελευθερίας.

Π έ ρ ρ ο ς  Γ ε ώ ρ., ομοίως.

γ΄. Ε π ι π λ ο π ο ι ο ί.

Α ϊ β α λ ή ς  Σ π., οδός Υψηλάντου.

Δ η μ η τ ρ ί ο υ  Α ν α σ τ., οδός Ανωνύμου.

Σ β ο λ ό π ο υ λ ο ς  Χ ρ., ομοίως.

δ΄. Μ ε τ α ξ ο υ ρ γ ο ί.

Κ α β β ά δ η ς  Αλ.  Ι ω ά ν ν η ς, οδός Ανωνύμου.

Κ α β β ά δ η ς  Ρ.  Ι ω ά ν ν η ς, οδός Ρήγα Φερραίου.

Χ ρ η σ τ ί δ η ς  Δ η μ., ομοίως.

ε΄. Ξ υ λ ο υ ρ γ ο ί.

Γ ε ω ρ γ ί ο υ  Σ ω τ ή ρ ι ο ς, οδός Υψηλάντου.

Δ ο ύ κ α  Κ.  Γ ε ώ ρ., οδός Ερμού.

Ο ι κ ο ν ό μ ο υ  Α θ α ν., οδός Ανωνύμου.

Τ σ α μ τ σ ή ς  Α.  Η λ ί α ς, οδός Καποδιστρίου.

Τ σ α μ τ σ ή ς  Γ.  Η λ ί α ς, οδός Ερμού.

Τ σ α μ τ σ ή ς  Γ.  Δ η μ ή τ ρ ι ο ς, οδός Διάκου.

Τ ρ ί γ κ α ς  Ε υ σ τ., οδός Υψηλάντου.

ς΄. Σ α ν δ α λ ο π ο ι ο ί.

Γ ι α ν ι τ ζ ι ώ τ η ς  Α θ α ν., οδός Ανωνύμου.

Μ α χ α ι ρ ά ς  Ν ι κ ό λ., ομοίως.

Μ π α κ ο γ ι ά ν ν η ς  Ρ ί ζ ο ς, ομοίως.

Π α λ ά σ κ α  Α δ ε λ φ ο ί, ομοίως.

Π α π ά-Γ ε ω ρ γ ί ο υ  Ε υ α γ γ., ομοίως.

Τ σ ο υ κ α λ ά ς  Κ ω ν σ τ., ομοίως.

ζ΄. Σ ι δ η ρ ο υ ρ γ ο ί.

Ζ α χ α ρ ό π ο υ λ ο ς  Ι ω., οδός Ρήγα Φερραίου.

Τ σ α ο ύ σ η ς  Σ τ α ύ ρ ο ς, οδός Ανωνύμου.

Χ ω ρ ο φ υ λ α κ ό π ο υ λ ο ς  Γ ε ώ ρ., οδός Ρήγα Φερραίου.

η΄. Τ σ α ρ ο υ χ ο π ο ι ο ί.

Α γ ρ ι ο λ ί δ η ς  Δ η μ., συνοικία Αγ. Νικολάου.

Β ο ύ ρ γ ι ο ς  Α λ έ ξ ι ο ς, ομοίως.

Γ κ λ α β ό π ο υ λ ο ς  Δ η μ., ομοίως.

Γ ρ α μ μ ά τ η ς  Σ π., ομοίως.

Δ η μ η τ ρ ί ο υ  Σ τ., ομοίως.

Ε υ α γ γ ε λ ί ο υ  Θ ω μ ά ς, ομοίως.

Κ α ρ α γ ε ώ ρ γ η ς  Ε υ ά γ γ., ομοίως.

Μ α χ α ι ρ ά ς  Α θ α ν., ομοίως.

Π α π ά-Γ ε ω ρ γ ί ο υ  Β α σ ί λ., ομοίως.

Σ α φ ά κ α ς  Γ ε ώ ρ., ομοίως.

Σ κ ο τ ό π ο υ λ ο ς  Κ ω ν σ τ., ομοίως.

Τ έ γ ο υ  Ν ι κ ό λ., ομοίως.

Ψ ή ρ ρ α ς  Γ ε ώ ρ., ομοίως.

θ΄. Υ π ο δ η μ α τ ο π ο ι ο ί.

Α ν δ ρ ό κ η  Ι ω., οδός Διάκου.

Δ ι ο ν υ σ ό π ο υ λ ο ι  Α δ ε λ φ ο ί, οδός Ρήγα Φερραίου.

Ζ α φ ε ί ρ ο γ λ ο υ ς  Κ ω ν σ τ., πλατεία Ελευθερίας.

Σ φ ι κ ό π ο υ λ ο ς  Α ν τ., οδός Διάκου.

ι΄. Χ ρ υ σ ο χ ό ο ι.

Ν ο υ μ ί δ η ς  Κ ω ν σ τ., συνοικία Αγ. Νικολάου.

Τ σ ο υ κ α λ ά ς  Ε υ σ τ., ομοίως.





ΕΙΚΟΝΑ





(Εικ.1) Ο Γεώργιος Παν. Αγαθοκλής (;-1921). (πηγή: https://www.facebook.com/photo.php?fbid=10200868050491535&set=oa.437471549677119&type=1&theater).

ΠΗΓΗ


Μπούκας Μιλτ., Οδηγός εμπορικός, γεωγραφικός και ιστορικός των πλείστων κυριωτέρων πόλεων της Ελλάδος του έτους 1875, εν Αθήναις 1875. [ευχαριστούμε τον κ.Πέτρο Μεχτίδη για την υπόδειξη του Οδηγού].