Στο φύλλο 255 της 1ης Απριλίου 1861 της λαμιώτικης εφημερίδας «ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ» δημοσιεύθηκε η είδηση του θανάτου του αγωνιστή
του 1821 Ιωάννη Φραγκίστα. Ο Ιωάννης Φραγκίστας, τα τελευταία έτη της ζωής του,
ζούσε στη Λαμία. Απεβίωσε στις 25 Μαρτίου 1861 ανήμερα της εορτής της εθνικής
επετείου.
Στην εφημερίδα περιγράφονται:
-η τελευταία επιθυμία του που ήταν η μεταφορά του με
άμαξα στο χωριό Κόμμα, όπου όμως απεβίωσε.
-η μεγαλοπρεπής επικήδειος τελετή που έλαβε χώρα στις
26 Μαρτίου στη Λαμία παρουσία του Αρχιερέα Φθιώτιδας, του Νομάρχη, του
Φρούραρχου της Λαμίας, του στρατιωτικού τάγματος με επικεφαλής τη μουσική του
και πολλών κατοίκων της πόλης.
-παρατίθεται αυτούσιος ο επικήδειος λόγος που
εκφωνήθηκε στον τότε μητροπολιτικό ναό του Αγίου Νικολάου από το δικηγόρο
Λεωνίδα Κλοτσιάρη.
Ο επικήδειος λόγος είναι ένα βιογραφικό σημείωμα με
τις κυριότερες σημαντικές στιγμές της ζωής του Ιωάννη Φραγκίστα: την
προεπαναστατική δράση του, τη συμμετοχή του στα επαναστατικά γεγονότα του 1821
και τη μετεπαναστατική συμμετοχή του στην καταστολή του κινήματος κατά του
θρόνου το 1836 και 1848.
Παραστατική είναι η περιγραφή της πάλης σώμα με σώμα
του Φραγκίστα με Αλβανό πολεμιστή, ο οποίος προσπάθησε να τον πιάσει ζωντανό
κατά την επίθεση του Άγο Μουχουρτάρη εναντίον των Κατσαντωναίων στο οροπέδιο
Γρεβενού. Το ίδιο παραστατικά περιγράφεται η συμβολή του Φραγκίστα στο φόνο του
Βεληγκέκα, τον οποίο εντόπισε μαζί με τον Καραϊσκάκη.
Κλείνοντας τον επικήδειο λόγο του ο ομιλητής κάνει
μικρή αναφορά και στην οικογενειακή ζωή του θανόντος, εξαίροντας την
αγαπητική του σχέση με τους δύο γιούς του.
Ακολουθεί το κείμενο της εφημερίδας:
«ΝΕΚΡΟΛΟΓΙΑ
Και έτερον λείψανον
του ιερού αγώνος, ο συνταγματάρχης Ιωάννης Φραγκίστας απήλθεν εις την αιώνιον
ζωήν πλήρης ημερών και δόξης. Και ημερών μέν, διότι απεβίωσε την 25 Μαρτίου
1861 εις ηλικίαν 97 ετών, δόξης δε, διότι και πρό της Ελληνικής επαναστάσεως
μετά του Κατζαντώνη, Δίπλα, Λεπενιώτη, Καραϊσκάκη και άλλων επίσης γενναίων και
ατρομήτων συτρατιωτών της ελευθερίας, οιωνεί ζώσα και ένοπλος διαμαρτύρησις
κατά της τυραννίας εμάχετο κατά των τυράννων τούρκων, και εν καιρώ του υπέρ
ελευθερίας αγώνος ηγωνίσθη ενδόξως, και μετά την σύστασιν της Βασιλείας
σπουδαίας και πολυτίμους προσέφερεν εις το έθνος και εις τον θρόνον υπηρεσίας.
Ο βίος και οι αρεταί
του μακαρίου τούτου ανδρός εξιστορούνται εις τον κατωτέρω δημοσιευόμενον
επικήδιον λόγον, όν επ’ εκκλησίας εξεφώνησεν ο δικηγόρος Κύριος Λεωνίδας
Κλοτζιάρης, διό συνιστώντες την ανάγνωσιν αυτού εις τους αναγνώστας ημών,
νομίζομεν περιττόν να επαναλάβωμεν τα αυτά, αλλά περιοριζόμεθα να είπωμεν μόνον
ότι μόλας τάς περιποιήσεις της αξιοτίμου οικογενείας του, ο Φραγκίστας εβάδιζε
προς τον θάνατον. Κατά δε τάς τελευταίας ημέρας, σώας έχων τάς φρένας, και
φρονών ότι εάν μετεφέρετο εις άλλο μέρος, ήθελεν αποφύγη τον επικείμενον
θάνατον, εζήτησεν επιμόνως να τον μεταφέρωσιν εις το χωρίον Κόμμα. Η διαταγή
του ευθύς εξετελέσθη, και οι υιοί αυτού ζεύξαντες άμαξαν τετράτροχον, ικανήν
έχουσαν ελαστικότητα, και κρατούντες αυτόν ένθεν και ένθεν πεζοί, τον μετέφερον
μετά πάσης ησυχίας και αναπαύσεως εις το Κόμμα, αλλά και τούτο δεν ωφέλησεν˙ διότι ο θάνατον επήλθε και ο Γεροφαγκίστας την 25
Μαρτίου, ημέραν της ενάρξεως του ιερού αγώνος και της Παλλιγενεσίας, ηγάλλετο
εν κόλποις Αβραάμ μετά των λοιπών συναγωνιστών του.
Η εκφορά του νεκρού,
όν αφ’ εσπέρας είχον πάλιν μεταφέρει εις Λαμίας, εγένετο την Κυριακήν 26 τ.μ.
μετά πλείστης όσης επισημότητος. Μοναδική υπήρξεν η συρροή του λαού, ουδέποτε
άλλοτε εν Λαμία εγένετο δημοτελεστέρα εκφορά νεκρού τινός, διότι και ο
Αρχιερεύς μεθ’ όλου του κλήρου, ο Νομάρχης μεθ’ όλων εν γένει των υπαλλήλων,
Φρούραρχος και ο Διοικητής του τάγματος μεθ’ όλων των αξιωματικών και ολοκλήρου
του τάγματος, και άπασα σχεδόν η πόλις Λαμίας εσυνόδευσε το λείψανον του
ενδόξου αυτού αγωνιστού πενθήμως εχούσης της Μουσικής του τάγματος.
Αιωνία σου η μνήμη
μακάριε και αοίδημε Ιωάννη Φραγκίστα, γαίαν έχοις ελαφράν! Ιδού και ο επιτάφιος λόγος.
…………………………
Λόγος επικήδειος
εκφωνηθείς εν τω Ναώ του Αγίου Νικολάου επί του νεκρού του Ιωάννη Φραγκίστα
Συνταγματάρχου υπό Λεωνίδα Α.Κλοτσιάρη Δικηγόρου.
Οι τον άμβωνα τούτον
αναβαίνοντες, και εις το κοινόν βίον αγαθού τινος ανδρός διεξελευσόμενοι από
προοιμίων εξόχων αρχόμενοι και το σπουδαίον του λόγου αυτών ενδεικνύντες,
πάντοτε κηρύττουσιν ότι από αυτοσχεδίου ομιλούσι, και την των ακροατών
επιείκειαν επικαλούνται, ίνα, αποτυχόντες, μετά το πέρας της ευνοίας τύχωσι των
ακροατών, ως απροπαρασκεύαστοι ομιλήσαντες, επιτυχόντες δε, κινήσωσι τον
θαυμασμόν, ότι ει ανέτοιμοι όντες επέτυχον, τι δε ει καιρόν είχον και εις
λαμπράν μελέτην ενέκυπτον;
Είναι άρά γε και εις
εμέ προσποίησις , τάσις προς αποφυγήν του ψόγου, ή προς επιτυχίαν επαίνων, αν
εκ των προτέρων κηρύξω, ότι το έργον, όπερ μοί ανετέθη, να εκφωνήσω επικήδειον
λόγον, και να εξιστορήσω τον βίον του προκειμένου ανδρός, είναι ανώτερον των
δυνάμεών μου, βάρος δυσβάστακτον;
Τοιούτους άνδρας, ως
τον προκείμενον, ολίγους ο αιμοχαρής πόλεμος αφήκε να εκπνεύσωσιν υπό φυσικής
ασθενείας, υπό την στέγην οίκου, μεταξύ φίλων τέκνων και φιλτάτης συζύγου, τους
δε λίγους τούτους μόλις ηδυνήθησαν να εξυμνήσωσιν οι Οικονόμοι, οι μελίρρητοι
Σούτσοι, οι γάρ γόφθογγοι Αργυρόπολοι, και οι της ελευθερίας ηδύφθογγοι κήρυκες
Ρεγόπουλου, πώς είναι δυνατόν εγώ, όστις πρώτον παρίσταμαι εις το κοινόν, να
διηγηθώ τον βίον ανδρός, ούτινος η αρχή είναιτο σπέρμα της απελυθερώσεώς μας,
τα μέσα ο ατελής θερισμός των καρπών, και το τέλος αυτού παρίσταται ήδη υπό
αισιωτέρους οιωνούς, και προμηνύει τον ολοσχερή θερισμόν των της ελευθερίας
κατατεθέντων σπερμάτων; και όμως, υπείκων εις τα συγγενικά αισθήματα καιτον εις
τον προκείμενον νεκρόν σεβασμόν, άρχομαι εν συντόμω της αφηγήσεως του βίου
αυτού.
Ο Συνταγματάρχης Ιω.
Φραγκίστας εγεννήθη εν τω χωρίω Φραγκίστα της επαρχίας Αγράφων υπό γονέων
ευσεβών και ευπατριδών, εμπνεομένων υπό του αισθήματος της ελευθερίας και του
προς την πατρίδα έρωτος· ενωρίς τα αισθήματα ταύτα μετέδωσεν και εις τον υιόν
των, όστις άμα ανδρωθείς ευθύς τάς ενσταλαχθείσας διδασκαλίας και τάς θεωρίας
των γονέων αυτού εις πράξιν έθετο και εφήρμοσε προς το καλόν των δύο εμβλημάτων
πάσης Ελληνικής καρδίας, π ί σ τ ε ω
ς και π α τ ρ ί δ ο ς.
Όταν έθνος τι, έχον
ιστορίαν, αναμνήσεις, θεωρούμενον μέχρι τινός κοσμοκράτωρ υλικός και ηθικός,
δουλούται, η ελευθερία διττόν καταφύγιον έχει· ή κατασταλείσα ενδημεί εντός του
ατόμου μέχρις αισιωτέρων περιστάσεων, και ζή εν κοινωνία, ή αναπετάσασα την
σημαίαν αυτής, ζή μακράν της κοινωνίας, ορεσίτροφος και ορεσίβιος, και, από
βράχον εις βράχον, ή από κορυφής βουνού εις κορυφήν πετώσα, υπομιμνήσκει την εν
ταίς πόλεσι κατασταλείσαν αδελφήν αυτής, ότι ελεύσεται ήμαρ, καθ’ ό ενωθείσαι
αμφότεραι θα συντρίψουν την κεφαλήν της τυραννίας, του σκότους και της απάτης,
και θα αναλάμψη πάλιν η χρυσαυγή της ισότητος, αδελφότητος και ευνομίας· Την
δευτέραν ταύτην μοίραν της ελευθερίας ανέθεσεν ο θεός εις άνδρας, αρνηθέντας
πάντα τα αγαθά της γής, και υπέρ μιάς και μόνης ιδέας ζώντας, άνδρας
θυσιάζοντας, μηδέν λογιζομένους το εγώ, απέναντι της πραγματοποιήσεως της ιδέας
των ταύτης, άνδρας ούς δικαίως είποι τις μονομανείς υπέρ αυτής, άνδρας μάρτυρας.
Τοιούτων μαρτύρων η
ιστορία πλήθους από της αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως μέχρι των τελευταίων
χρόνων της ενάρξεως της ιεράς ημών επαναστάσεως· η πολιτική αύτη διαμαρτυρία
των ηρώων κλεπτών κατά της τυραννίας συμβαδίζουσα μετά των μαρτύρων της
θρησκείας συνέδεον τους ομογενείς επί πλέον· διότι και η πίστις αυτών
εστηρίζετο διά των καθ’ ημέραν θρησκευτικών θυμάτων, και ο προς την πατρίδα
έρως υπεκαίετο διά των πολιτικών θυμάτων, όταν δε εις τι έθνος αναπτυχθώσι τα
δύο ταύτα αισθήματα, π ί σ τ ι ς και π α
τ ρ ί ς, αδύνατον το έθνος αυτό να μείνη
επί πολύν χρόνον δούλον.
Υπό την αρχηγίαν ενός
μόνου τάσσονται τριάκοντα μάρτυρες της πατρίδος και ελευθερίας, εν οίς και ο
προκείμενος Ιωάννης Φραγκίστας· η πειθαρχία δ’ αυτών ήν τοιαύτη, ώστε, εις
απλούν νεύμα του αρχηγού των υπήκοοι, δεν ερωτώσι την αιτίαν της διά πόλεμον
προετοιμασίας, ούτε της βιαίας διακοπής της πορείας των· αρκεί εις αυτούς ότι
πληροφορούνται τάς θελήσεις του· που θα τους οδηγήση τοίς ήτον αδιάφορον, τούτο
ήτο φροντίς του αρχηγού των, εδική των ήτο να υπακούωσι και να έχωσι πεποίθησιν
εις τάς επιχειρήσεις των. τις η μαγική αύτη εξουσία την οποίαν οι άνευ νόμων
ούτοι άνθρωποι αναγνωρίζουσι και επιθυμούσιν, αλλ’ εις οποίαν δεν δύνανται να
αντισταθώσιν; τις δύναται να δεσμεύση ούτω την εμπιστοσύνην των; η δύναμις της
εξουσίας; η μαγία της ψυχής; Ιδού τι δύνανται τριάκοντα άνδρες ως ο προκείμενος
Ιωάννης Φραγκίστας υπό την αρχηγίαν ενός Καπετάν Δίπλα κατ’ αρχάς, μετά τον
θάνατον δ’ αυτού υπό την του Κατσαντώνη!
Εάν θελήσω να διηγηθώ
πόσας μάχας, τάς οποίας οι ήρωες ούτοι συνήψαν κατά των εχθρών, και εις
λεπτομερείας να εισέλθω, δεν αρκούσι τόμοι ολόκληροι και ποταμοί μελάνης διά
την ακριβή εξιστόρησιν αυτών· έργον της ιστορίας είναι να ακολουθήση παρά πόδας
την πορείαν των υπερανθρώπων τούτων πράξεων, να διευκρινήση αυτάς και
διακηρύξη, διά να διδάσκωνται τα έθνη την πορείαν της αναστάσεως αυτών, να μην
απελπίζωνται, να εγκαρτερώσι μιμούμενα τάς τεραστίους πράξεις των ηρώων τούτων,
διά να κατορθωθή ν’ αποδωθή το ανήκον εκάστω, να ανυψωθώσι πάντα τα δούλα έθνη,
να βασιλεύση η ισότης και η αδελφότης.
Επιστροχάδην μόνον
θέλω μνησθή δύω ή τριών μαχών, ουχί στρατού τακτικού, εφοδιασμένου μετά
πυροβολικού, μηχανικού, πεζικού, ιππικού κλ. αλλά ανδρών 27 κατ’ αρχάς με το
καραφύλιον μόνον, πολεμούντων κατά στρατών πάντη εφωδιασμένων, δεκαπλασίων και
εικοσαπλασίων συνήθως ανωτέρας δυνάμεως.
Ο των Ιωαννίνων
τύραννος, τον ανθρωπόμορφον τέρας, ο αιμοχαρής Αλή Πασιάς συνέλαβε την ιδέαν,
αποσπασθείς από της Τουρκικής δυναστείας, να ζήση ως βασιλίσκος επί όσων επαρχιών
ηδύνατο να κατορθώση τούτο, ίνα ενισχυθείς μετά καιρόν επιπέση και κατ’ αυτού
του Σουλτάνου, τοιαύτη η τότε διοίκησις της Τουρκίας· οι Σατράπαι αυτής
διοριζόμενοι εις τινα επαρχίαν και ενδυναμούμενοι απεσπώντο από της κεντρικής
Κυβερνήσεως δεν ανεγνώριζον αυτήν και έζων ως Ντερεμπέϊδες[1].
Και παντού, όπου
ηδυνήθη να διέλθη η βροτολοιγός πνοή του από παραδείσου την γή εις κόλασιν
μετέβαλλεν, από δούλων δε δουλοτέρους τους ανθρώπους κατέστησε. Δεν είναι πολύς
χρόνος, ότε άπασαι αι πεδιάδες της Θεσσαλίας ήσαν ελεύθεραι πάντες οι κάτοικοι,
και τοι πολιτικώς δούλοι, ήσαν οικονομικώς ελεύθεροι· από της ισχυροποιήσεως
όμως του τέρατος τούτου η πολιτική δουλεία μετετράπη και εις οικονομικήν, και
σήμερον η μαγική αύτη χώρα είναι Τσηφλίκια δηλ. οι πρώην ιδιοκτήμονες
απεκδυθέντες της περιουσίας αυτών εγένοντο δουλοπάροικοι.
Το σύστημα τούτο
προσπάθησε να εφαρμόση και εις την επαρχίαν των Αγράφων, άτινα από της πτώσεως
της Κωνσταντινουπόλεως δεν εδέχθησαν να πατήση Τούρκος εις τα μέρη των,
επλήρωνον μόνον ως φόρον το δώρον, το οποίον κατά πρώτον εχορήγησαν εις τον
Σουλτάνον, ως δείγμα υποταγής δηλ. το αστάρι διά τα καβούκια των Γιανιτσάρων, ή
αντ’ αυτού 8 παράδες η οικογένεια.
Αλλ’ εν τη επαρχία
ταύτη εύρεν ό,τι ουδέποτε ήλπισεν· ο Δίπλας μετά των 27 κατ’ αρχάς συντρόφων
του, εν οίς και ο προκείμενος Ιωάννης Φραγκίστας αντιτάσσεται και διαμαρτύρεται
κατά της εντελούς εξανδραποδίσεως των κατοίκων. Ο Αλή Πασιάς μαίνεται κατ’
αυτών και πέμπει διαφόρους Δερβεναγάδες διά να τους διαλύσωσι· παραλείπω τας
διαφόρους μικράς μάχας, άς κατά των εχθρών οι οπαδοί του Δίπλα συνεστήσαντο,
καθ’ άς πάντοτε ενίκων, το δε περιεργότερον θεία συνάρσει ουδείς αυτών ουδ’
επληγώνετο· μάρτυρες οι έλατοι του απέναντι της πατρίδος μου Ρενδίνης ζυγού,
οίτινες εχρησίμευσαν ως κρεμάλαι 147 αλβανών ζωγρηθέντων εν τη μάχη ταύτη. και
οι φάραγγες των πρανών μερών δεχθέντων τους φονευθέντας περί τους 80, των όλων
350 αλβανών· των δε Κατσαντωναίων όντων μόνον 27, εξ ών ουδέ είς πληγωμένος.
Μάρτυρες οι εκ 207 δύο εν ετέρα τινί θέσει μόνον διασωθέντες αλβανοί
κραυγάζοντες «άφες ημάς Κατσαντώνη να ειδοποιήσωμεν τι έγεινε σήμερον».
Τοσούτον δε τρόμον
ενέπνευσαν εις τους Δερβεναγάδες του Αλή Πασιά ώστε ούτοι δεν κατεδίωκον πλέον
τον Δίπλαν και Κατζαντώνην αλλά ζητούντες δήθεν τους κλέπτας αν οι χωρικοί τοίς
υπεδείκνυον τον Κατσαντώνην, απήντων άφες τον Κατσαντώνην άλλα κλέφτια αν
ηξεύρης ειπέμας. Αλλ’ ιδού ο Αλή Πασιάς πλήρης καταχθονίου οργής διά τάς
αλλεπαλήλους ήτας του, ετοιμάζει τον αλβανόν Άγο Μουχουρτάρην και πέμπει αυτόν
εις κατατρόπωσιν και καταστροφήν του Κατσαντώνη· 1000 άνδρας μαχίμους έχει ο
Μουχουρτάρης, 57 ήδη ήσαν οι Κατσαντωναίοι.
Επί της θέσεως
Γρεβενού, οροπεδίου διορίζοντος τον Δήμον Κτημενίων από τής οθωμανικής χώρας,
οι ήρωες ούτοι διεσκέδαζον ρίπτοντες εις το σημάδι και αμεριμνούντες διά τάς
καταδιώξεις των Αλβανών· αίφνης ο σκοπός των πυροβολεί, αρπάζουσι τα
καρυοφίλια, και, πρίν ή τοποθετηθώσι καλώς εις μάχην, επιπίπτωσιν οι Αλβανοί
κατ’ αυτών διότι το πρανές του οροπεδίου εύδενδρον όν, τους απέκρυπτεν από τα
όμματα των κλεπτών, διασκεδαζόντων ως προείπομεν· οι Κατσαντωναίοι συνήθειζον
μίαν μόνην παταριάν να αδειάζωσι τα καργιοφύλια των και ως λέοντες ορυόμενοι
ξιφήρεις αμέσως να επιπίπτωσι διά να διασπώσι τάς φάλαγκας των εχθρών, και να
τρέπωσιν αυτούς εις φυγήν. Τούτ’ αυτό έπραξαν και επί του παρόντος· κενούσι τα
όπλα, και ρίπτονται κατ’ αυτών διά μιάς, προσπαθούν να τους τρέψουν εις φυγήν,
αδύνατον. ο Μουχουρτάρης, έφιππος ιστάμενος όπισθεν του στρατού του, ηπείλει
τον φόνον του οπισθοχωρήσαντος, επανήλθον λοιπόν εις τάς θέσεις των, ένθα
επολέμησαν 4 κατά συνέχειαν ώρας· Λυσώδης η επιμονή αμφοτέρων, των μεν κλεπτών
να δυνηθώσι να διαρρήξωσι και ουχί να οπισθοχωρήσωσι, των δέ αλβανών να
σηκώσωσιν αυτούς από τας θέσεις των· δεν λέγω ταμπούρια και προχώματα διότι οι
Κατσαντωναίοι δεν ήξευρον τι έστι ταμπούρι· βλέποντες όμως οι Κατσαντωναίοι,
ότι οι Αλβανοί προπαρεσκεύαζον πανταχόθεν ταμπούρια διά να τους εγκλείσωσι,
ρίπτονται κατ’ αυτών με απόφασιν ή να διασχίσωσι την φάλαγκα των Αλβανών και να
διέλθωσιν, ή να πέσωσιν όλοι νεκροί παλαίοντες χείρα προς χείρα και
κατατρωγόμενοι·εδόθη το σύνθημα, ήρξατο η τελευταία αύτη έφοδος, ήτις
διαρκέσασα περί την ημίσειαν ώραν, έφερεν γενικήν σφαγήν εις το στρατόπεδον του
Μουχουρτάρη, απολέσαντος περί τους 500 άνδρας, και φόνον όμως 12 Κατσαντωναίων,
εν οίς και ο αρχηγός των Δίπλας· πρώτην ήδη φοράν φονεύονται άνδρες εκ του
σώματος του Δίπλα και Κατσαντώνη· και ενταύθα διακριθείς ο προκείμενος νεκρός
σώζεται ως εκ θαύματος· εν τη συμπλοκή Αλβανός τις συλλαμβάνει αυτόν από την
χείρα· ο Ιωάννης Φραγκίστας νομίσας ότι είναι τις των συντρόφων του τον ερωτά
μήπως επληγώθη και ζητεί παρ’ αυτού βοήθειαν, ο Αλβανός ανακράζει τον έπιασα
τον γκιαούρ ζωντανόν· και άρχεται πάλη μεταξύ αυτών καθ’ ήν ο Ιωάννης
Φραγκίστας μη έχων όπλον τι πλήρες υψώνει το καριοφύλι του και κτυπά διά του
κοντακίου τον Αλβανόν εις την κεφαλήν, εξ ής επειδή έρρευσαν αίματα πανταχόθεν
ηναγκάσθη ο Αλβανός να παραιτηθή της πάλης ταύτης· αλλ’ εν ώ ούτοι επάλαιον 15
συνέταιροι του Αλβανού περικυκλούσιν αυτούς δια να φονεύσωσι τον Έλληνα
κλέπτην· μη δυνάμενοι όμως να πυροβολήσωσιν, ως εκ της συμπλοκής, διότι ήθελον
φονεύσαι τον σύντροφόν των, περιέμενον την στιγμήν να αποσπασθή ο Έλλην από του
συντρόφου των διά να πυροβολήσωσι· μόλις λοιπόν ο κτυπηθείς αφίνει τον Ιωάννην
Φραγκίσταν, όστις διασχίζει αυτούς κτυπών και δεύτερον δια του κενού όπλου του,
και αμέσως πυροβολούσιν όλοι κατ’ αυτού· αλλ’ εν ώ η λερή φουστανέλα και τα
πησλιά[2] του υπό των σφαιρών
διετρυπήθησαν, το σώμα του μένει άτρωτον ως εκ θαύματος.
Αλλά και η Δευτέρα
αύτη καταστροφή του Μουχουρτάρη δεν απέλπισε τον Αλή Πασιά. δι’ ό εφοδιάζει τον
περίφημον επί ωμότητι και κατορθώμασι Βελιγκέκαν μετά 800 λογάδων Αλβανών, ούς
αυτός ο Βελιγκέκας εξελέξατο, υποσχεθείς ρητώς τω Αλή Πασιά να φέρη τον Κατσαντώνην
και τους υπ’ αυτόν σιδηροδεσμίους εις Ιωάννινα. Φθάνει ο Βελιγκέκας εις Άγραφα
ενσπείρων τον τρόμον εις τους δυστυχείς κατοίκους, και, διά των σκληροτέρων
βασάνων προσπαθών την ανακάλυψιν των Κατσαντωναίων, ειδοποιείται ότι οι κλέφται
ευρίσκονται εις Αλαμάναν (θέσις του Δήμου Αγραίων των Αγράφων) εκεί πραγματικώς
τον περίμενον. Ο Βελιγκέκας ήν ωκύπους και μόλις ηδύναντο να τον ακολουθήσωσι
30 εκ των συνεταίρων του, των λοιπών υπολοιπομένων δέκα λεπτά της ώρας
βραδύτερον, εν ώ δε προεχώρει μετά των 30, ο Ιωάννης Φραγκίστας λαμβάνει το
τελεσκόπιον μετά του Καραϊσκάκη και διακρίνουσιν αυτόν μεταξύ των 30 διότι τον
εγνώριζον αμφότεροι ότε ήσαν εις Ιωάννινα· αμέσως δ’ υποπίπτουσι κατά των
Αλβανών και φονεύουσι τον Βελιγκέκαν και τινα των συντρόφων του, πληγώνουσι δε
εις την σιαγώνα τον νύν στρατηγόν τότε δε γραμματέα του Βελιγκέκα Πάνον Ράγκον·
μετά την καταστροφήν αυτήν της εμπροσθοφυλακής του Βελιγκέκα, οι Κατσαντωναίοι
χορεύουσι τον παρρύχιον χορόν αμέσως εις το αυτό μέρος ενώπιον του λοιπού
στρατεύματος του Βελιγκέκα, μη τολμήσαντες πλέον να πλησιάση.
Τοιαύτα τα πολεμικά
έργα του Ιωάννου Φραγκίστα και των συνεταίρων του πρό της ενάρξεως της
επαναστάσεως· πρόδρομοι αυτής ενέσπειρον τοσούτον τρόμον διά των επιτυχιών των
εις τους Τούρκους, ώστε αυτός διετηρείτο και κατ’ αυτήν εισέτι την επανάστασιν·
και διατί να μην επιτυγχάνωσιν όταν εις μόνην την ελευθερίαν της πατρίδος των
απέβλεπον μακράν των διχονοιών, ραδιουργιών, εξώσεων;
Μετά δε την διά
προδοσίας σύλληψιν του Κατσαντώνη και την εν Φουρνά δολοφονίαν του Λεπενιώτου ο
Αλή Πασιάς διά να περιποιηθή δήθεν τους Καπεταναίους του Λεπενιώτη διορίζει τον
μέν Καραϊσκάκην κολτσήν (αρχηγόν του μεταβατικού) εις Ντζιστάνιον, τον
Χουσιάδαν, εις Νευρόπολιν και τον Ι. Φραγκίσταν εις το Κόλι της Ρενδένης, ένθα
μέχρι της ενάρξεως της επαναστάσεως ημών ανεπίληττος υπήρξεν η διοίκησίς του ως
συγκεντρώσαντος την τε πολιτικήν ποινικήν και στρατιωτικήν δικαιοδοσίαν.
Αλλ’ ιδού η σάλπιγξ
κράζει τους λαούς εις γενικήν επανάστασιν κατά των Τούρκων, και η πρότερον
μερική ιδέα του Ιωάννου Φραγκίστα, η ορεσίτροφος ελευθερία κατέρχεται εις τάς
πόλεις εις συνδρομήν της καταπνιγείσης ελευθερίας του λαού· αμέσως ο Ιωάννης
Φραγκίστας συμπαραλαβών τριακοσίους στρατιώτας πατριώτας του σπεύδει εις
Καρπενήσιον και κτυπά τους εκεί παρατεταραγμένους εχθρούς, εκείθεν εις Κανάλια
και Μπλάζου της Θεσσαλίας, όπου αντεπαρατάχθη κατά του Δράμαλη κινουμένου
πανστρατιά διά την στερεάν Ελλάδα· μετά ταύτα μετέβη μετά του σώματος αυτού εις
Βλοχόν κατά του Ομέρ Πασιά και Κιουταχή, όπου συναινέσει και του Καραϊσκάκη
ηνώθη μετά των λοιπών Κατσαντωναίων προς υπεράσπισιν του Μεσολογγίου· εκείθεν
έσπευσε μετά του Καραϊσκάκη εις υπεράσπισιν των Αγράφων κατά του Άγο
Μουχορδάρη, ένθα τοιαύτην νίκην επέτυχον κατ’ αυτού, ώστε τριακοσίους άνδρας
εφόνευσεν εις το πεδίον της μάχης μετά του αρχηγού των Ισλιαμαγά Χατσή Μπέτσου,
καταδιώξαντες δε τους λοιπούς μέχρι του Αχελώου ποταμού διά το αδιάβατον αυτού
έπνιξαν υπέρ τους 800. Και η Άμπλανι το σέμνωμα της Ελληνικής επαναστάσεως δεν
υπήρξεν αλλοτρία τώ Ιωάννη Φραγκίστα. διότι σπεύσας ηνώθη μετά του Καραϊσκάκη
και επολιόρκησαν τον Δερβίς Πασιά φονεύσαντες εξ αυτών υπέρ τους χιλίους, και
καταδιώξαντες τους λοιπούς μέχρι των Θερμοπυλών· μετά ταύτα επανήλθον μετά του
Καραϊσκάκη εις Πελοπόνησον, ένθα συνεκρότησαν δύο μάχας σημαντικάς κατά του
Ιμπραήμ Πασιά εις Νιόκαστρον και Κρομύδι· επαξίως δε των υπηρεσιών του και της
προς τον ιερόν ημών αγώνα συμμετοχής άμα επέστρεψεν εις Ναύπλιον, η τότε
Διοικητική Επιτροπή τον ετίμησε με τον βαθμόν του αντιστρατήγου υπό τον
Καραϊσκάκην· διοσρισθέντος δε του Καραϊσκάκη Στρατηγού των στρατευμάτων της
Στερρεάς Ελλάδος μετέβησαν εις Καρπενήσιον, εκείθεν εις Μεσολόγγιον, ένθα μετά
προηγουμένην συνεννόησίν των μετά των εντός του Φρουρίου, εγένετο η τρομερά
εκείνη έξοδος των πολιορκουμένων και έξοδος των εκτός κατά του στρατοπέδου του
Κιουταχή. Το Δραγαμέστον, ο Καρβασαράς το Ρέβιον μαρτυρούσι την γενναιότητα και
το λεοντόκαρδον του Ιωάννου Φραγκίστα. Τέλος εκστρατεύσαντος του Κιουταχή
πανστρατιά κατά των Αθηνών διωρίσθη παρά του αρχηγού να καταλάβη το Μοναστήριον
Βαρνάκοβας, όπερ κατέλαβε μετά του Καλύβα και λοιπών Σκαλτσαίων· εκεί
κλεισθέντες επολέμουν διηνεκώς, αλλά στενοχωρηθέντες σι’ έλλειψιν τροφών και
πολεμοφοδίων και εκ των συχνών υπονόμων του εχθρού εξήλθον δι’ εφόδου· τότε δε
επληγώθη κατά την κεφαλήν. Η Δουμπρένα και η Αράχοβα είδον την ευτολμίαν του
Ιωάννου Φραγκίστα, ως και η Ελευσίς και το Κερατσίνι, ένθα η επιτυχία των
Ελλήνων ήθελεν επιφέρει οριστικόν αποτέλεσμα αν μη έπιπτεν ο ατρόμητος αρχηγός
Καραϊσκάκης μετά του οποίου παρευρέθη και συνεπολέμησε μέχρι της ενδόξου
τελευτής αυτού. Μετά την μάχην ταύτην οι στρατηγοί και καπεταναραίοι μετέβησαν
εις το ταμπούρι του Ιωάννου Φραγκίστα και παρεκάλεσαν αυτόν να δεχθή την στρατηγίαν·
αλλ’ αυτός απέρριψε την πρότασιν ταύτην αφ’ ενός διά το αρχαϊκόν του χαρακτήρος
του, μη αποβλέποντος εις τιμάς και δόξας, αφ’ ετέρου ένεκα λυπηρών συμβεβηκότων
οικογενειακών, και αντ’ αυτού απεδέχθη την αρχηγίαν ο Χριστόδουλος Χ.Πέτρου,
μεθ’ ού όμως συνδιηύθυνον μέχρι του τέλους της επαναστάσεως.
Αλλά και μετά την
εγκατάστασιν της βασιλείας εν Ελλάδι δεν έλειψεν αναμιμνησκόμενος των αρχαίων
εκείνων ημερών του, και παρέχων τοίς νεωτέροις νέα δείγματα ηρωϊσμού και
κατορθωμάτων· πιστός πάντοτε εις τον Θρόνον, όν εθεώρει ως πόλον, περί όν
πρέπει να στρέφηται πάσα Ελληνική καρδία, υπερασπίσθη αυτόν κατά τους ανωμάλους
περιστάσεις του 1836 επί Χουσιάδα, καθ’ ούς επολέμησεν εις το χωρίον Αγία Τριάς
των Αγράφων μετά 160 άρτι στρατολογηθέντων κατά 1000 Χουσιαδαίων, μη δυνηθέντων
των τελευταίων να εισέλθωσιν εν τω χωρίω και απομακρυνθέντων με φθοράν και
όνειδός των· επαξίως δε της κατά την εποχήν εκείνην ικανότητός του, η
Κυβέρνησις τον αντάμειψεν απονείμασα αυτώ το παράσημον του Σταυρού του Σωτήρος.
Επίσης μόλις ήρχισε να διαδίδεται το μίασμα της κατά το 1848 ανταρσίας, καθ’ ήν
αδελφοί έσφαζον τους αδελφούς αυτών, και έπεσον άνδρες δυνάμενοι να
χρησιμεύσωσιν εις κρισίμους περιστάσεις και ο Ιωάννης Φραγκίστας στρατολογήσας
αμέσως διωρίσθη εκτάκτως παρά της Κυβερνήσεως Φρούραρχος Καρπενησίου διά να
προπαρασκευάση αυτό εις άμυναν υπ’ ευθύνην του, και κατόρθωσεν εντός ολίγων
ημερών να προπαρασκευάση αυτό ούτως, ώστε οι εχθροί φθάσαντες μέχρι τινός να μη
τολμήσωσι να προβάλωσι αυτό.
Αλλ’ επιθυμούμεν να
μάθωμεν εναργέστερον το φιλοπόλεμον του ανδρός; Μόλις ακούεται ο ήχος πυροβόλου
κατά το 1854 και πιστεύσας ότι ήγγικεν η ώρα της γενικής απελευθερώσεως της
Ελληνικής φυλής εις ηλικίαν 90 ετών εκκρεμά την σπάθαν και ζώσας αυτήν
εξέρχεται μετά του νύν διδάκτορος της Ιατρικής υιού του Χαραλάμπους·
περιστάσεις όμως όλως ανεξάρτητοι της θελήσεως αυτού ηνάγκασαν αυτόν ως και
πάντας τους λοιπούς να εγκαταλείψωσιν ημιτελές το έργον, όπερ πιστεύω η θεία
Πρόνοια δεν θα αφήση επί πολύ ημιτελές και μετέωρον.
Τοιούτος ο δημόσιος
στρατιωτικός αυτού βίος.
Ο δε ιδιωτικός
εφάμιλλος ήν του στρατιωτικού· καλός σύζυγος και καλλίτερος πατήρ φροντίζων
παντί σθένει περί της αποκαταστάσεως των τέκνων αυτού, ούτως επέτυχε του
ποθουμένου, ώστε αμφοτέρους τους υιούς αυτού είδε νέους διαλάμποντας εν τη
κοινωνία διά την σώφρονα αυτών συμπεριφοράν, διδάκτορας αμφοτέρους, ο μέν των
Ιατρικών ο δε των Νομικών επιστημών, και εντελώς αποκατασταμένους, ώστε
δικαίως, πρό της τελευτής του καθεσθείς επί του ίππου υπό του υιού αυτού
Χαραλάμπους διά να εξέλθη προς αναψυχήν και επερειδόμενος καθ’ οδόν επί της
χειρός αυτού πεζού, είπεν ηξεύρεις υιέ μου με ποίον ομοιάζω; με την ευδαίμονα
εκείνην Μητέρα του Κλεόβιδος και Βίτωνος, οίτινες φιλάδελφοι όντες και
φιλομήτορες επειδή εβράδυνον οι βόες υποδύντες αυτοί εις τον ζυγόν της αμάξης
την έφερον εις το ιερόν.
Ούτως ο Ιωάννης
Φραγκίστας φθάσας το 97 έτος της ηλικίας του ανεπαύθη χθές, ημέραν της ενάρξεως
της ιεράς ημών επαναστάσεως, ημέραν καθ’ ήν οι πεσόντες υπέρ της πατρίδος
μάρτυρες ευφραίνονται δοξολογούντες τον ύψιστον διά την απελευθέρωσιν της
μικράς ταύτης Ελληνικής χώρας· και μετ’ αυτών χθές συνεφράνθη και συνεχόρευσεν
εν τω χορώ των δικαίων· ύπαγε πολιέ γέρων φέρων επί των ώμων σου
εκατονταετηρίδα και ειπέ προς τον χορόν των συναγωνιστών σου και λοιπών υπέρ
πατρίδος πεσόντων ότι οι μέν συνομήλικές σου περιστάμενοι ήδη αγωνισταί, την
πραγματοποίησιν της ιδέας των ποθούντες, λυπούνται ότι το στενόν της ηλικίας
των δεν θα τοίς συγχωρήσει να αποθάνωσιν επί του πεδίου της μάχης, αλλ’ ίσως
και αυτοί ως και σύ εν ειρήνη και εν μέσω οικογενειακών περιποιήσεων, οι δε
νεώτεροι αξιωματικοί παραδοκούντες αναμένουσι την εθνεγερτήριον σάλπιγκα διά να
βαπτισθώσι και ούτοι εις το αίμα των τυράννων και άξιοι των πατέρων αυτών γόνοι
αναδειχθώσι· ημείς δε η νεωτέρα γεννεά, οι μήτε των κινδύνων μετασχόντως μήτε
το ξίφος φέροντες, ότι πλήρεις ελπίδων και ευρυτέρου μέλλοντος λυπούμεθα ότι
κατά τάς περιστάσεις ταύτας, καθ’ άς αθρόοι οι λαοί εξεγείρονται εις
διεκδίκησιν των δικαιωμάτων των θα ευρεθώμεν άπειροι του πολεμείν αλλ’ ότι
ευχαρίστως υποτασσόμεθα τοίς γηραιοίς συναδέλφοις σου και λοιποίς αξιωματικοίς,
είποτε η βομβή του πυροβόλου ηχήση κατά την ανατολήν.
Πάντες δε αδελφοί
Χριστιανοί είπομεν αιωνία σου η μνήμη αξιομακάριστε Ιωάννη Φραγκίστα. Γαίαν
έχοις ελαφράν!»
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ-ΕΠΕΞΗΓΗΣΕΙΣ
[1] Ντερεμπέης (τουρκ. Derebey<dere=μικρό ποτάμι, κατ’ επέκταση η κοιλάδα+bey=άρχοντας): ο άρχοντας της κοιλάδας, ο τιμαριούχος.
Περισσότερα βλέπε: Derebey.
[2] Πισλί: είδος γιλέκου
που φοριόταν πάνω από το πουκάμισο. Κατασκευαζόταν από μάλλινο ύφασμα και ήταν κεντημένο
με γαϊτάνια.
ΠΗΓH
Εφημερίδα «ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ», φύλλο 255/1 Απριλίου 1861, σελίδες 2-4, ψηφιακοί σελιδοδείκτες 339 & 340.