Edward Lear-Thermopylae-Greece-1848

Edward Lear-Thermopylae-Greece-1848
Το ιστολόγιο αυτό δημιουργήθηκε με σκοπό την προβολή της τοπικής ιστορίας της Φθιώτιδας. Παρουσιάζονται ιστορικά γεγονότα λιγότερο γνωστά στο ευρύ κοινό. Παρατίθενται μαρτυρίες ανθρώπων, οι οποίοι συμμετείχαν και βίωσαν γεγονότα του 19ου και 20ου αιώνα. Προτιμάται ο επώνυμος σχολιασμός των αναρτήσεων. Στις αναδημοσιεύσεις παρακαλούμε για την αναφορά της πηγής προέλευσης. © Σωτήριος Γ. Αλεξόπουλος.
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΘΩΜΑΝΙΚΟ ΠΡΟΞΕΝΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΘΩΜΑΝΙΚΟ ΠΡΟΞΕΝΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 26 Αυγούστου 2023

Εκδρομή στην Οίτη του Οθωμανού προξένου Λαμίας και της κόρης του το 1873

  
 
Εικ.1. Η Οίτη και η πεδιάδα της Ηράκλειας Τραχινίας το 1810, όπως φαίνεται από τη Λαμία. Ο πίνακας είναι του William Haygarth και προέρχεται από τη συλλογή του «Collection of 120 original sketches of Greek landscape made in 1810-1811». (πηγή: Ιστοσελίδα Travelogues).
  
Τον Μάϊο του 1876 το γερμανικό περιοδικό Das Ausland δημοσίευσε σε δυο συνέχειες άρθρο με τίτλο «Ein Ausflug auf das Oeta-Gebirge. I & II Auf den Oeta», δηλαδή «Ένα ταξίδι στα βουνά της Οίτης. Ι & ΙΙ Στην Οίτη». Το άρθρο υπογράφει ο Στέφανος Στρέιτ, διευθυντής του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας στη Λαμία (1872-1875). Ο αρθρογράφος καταγράφει τις εμπειρίες του από τη συμμετοχή του σε πολυήμερη εκδρομή στην Οίτη με πολυπληθή παρέα εκδρομέων. Η παρέα αποτελούνταν από τον Οθωμανό πρόξενο στη Λαμία Αγκόπ Εράμ Εφφέντη, την κόρη του Ελίζα, το νομάρχη Φθιωτιδοφωκίδας Πέτρο Βακάλογλου, τον διευθυντή του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας Λαμίας Στέφανο Στρέιτ και τον δήμαρχο Υπάτης με δέκα ενόπλους συνοδούς. Οι εκδρομείς ακολούθησαν τη διαδρομή Λαμία-Μεξιάτες-Υπάτη-Λουπάκι-Λιβαδιές-κορυφή της Οίτης-μισοερειπωμένο Μοναστήρι (Δαμάστας;)-Θερμοπύλες-Λαμία (Εικ.2).
  
Εικ.2. Χάρτης της διαδρομής που ακολούθησαν οι εκδρομείς κατά την ανάβασή τους στην Οίτη. Στον χάρτη, μέσα σε κόκκινο πλαίσιο, σημειώνονται τα ονόματα των χωριών και τα τοπωνύμια που αναφέρονται στο κείμενο. Δεν σημειώνεται το Λουπάκι που βρίσκεται πάνω από την Υπάτη. (πηγή: Google maps).
 
Όπως προκύπτει από αναφορά εντός του κειμένου, η εκδρομή πραγματοποιήθηκε το καλοκαίρι του 1873, έξι μήνες περίπου μετά το θάνατο της δεκαοκτάχρονης Αντωνέτας Εράμ, πρώτης κόρης του Οθωμανού προξένου (29 Ιανουαρίου 1873). Το 1876, τρία χρόνια αργότερα, ο Στρέιτ δημοσίευσε τις εμπειρίες του από την εκδρομή σε δύο τεύχη του γερμανικού περιοδικού Das Ausland (Εικ.5α-στ & Εικ.6α-η).
Το κείμενο αποδίδεται σε λογοτεχνική μορφή με όλα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τα κείμενα αυτού του είδους. Σκιαγραφούνται οι χαρακτήρες και παρουσιάζεται το ανθρώπινο πρόσωπο των υψηλών αξιωματούχων που συμμετέχουν στην εκδρομή, ειδικά του Αγκόπ Εράμ Εφφέντη, της δεύτερης κόρης του Ελίζας, του διευθυντή του υποκαταστήματος της Εθνικής τράπεζας Λαμίας Στέφανου Στρέιτ και δευτερευόντως του δημάρχου Υπάτης και του τσέλιγκα στο Λουπάκι. Ο νομάρχης Πέτρος Βακάλογλου αναφέρεται μόνο σε σημεία του κειμένου που σχετίζονται με τον τρόπο δράσης των ληστών και αυτό διότι υπήρξε άριστος γνώστης του θέματος και απηνής διώκτης της ληστείας στη Φθιώτιδα.
Ακολουθεί περιληπτική παρουσίαση της εκδρομής σε διασκευή-παράφραση από το πρωτότυπο γερμανικό κείμενο. Η παράφραση διαιρέθηκε σε κεφάλαια για την καλύτερη κατανόηση του κειμένου:
«Η ιδέα για την εκδρομή
Ένα ζεστό και πνιγηρό καλοκαιρινό βράδυ του 1873 στο μπαλκόνι της κατοικίας του Αγκόπ Εράμ Εφφέντη, εκτός από τον ίδιο, βρισκόταν η κόρη του Ελίζα, ο Στέφανος Στρέιτ και ο Πέτρος Βακάλογλου. Η παρέα αγνάντευε προς την Οίτη τις φωτιές των βοσκών αναλογιζόμενη τη δροσιά που υπήρχε στο βουνό και κάπνιζε τσιγάρα από τον περίφημο καπνό του Αλμυρού (…Προϊόν επίσημον του Αλμυρού είναι ο Καπνός εις φύλλα μεσαίου μεγέθους, και έχοντα πολύ το νιτρώδες, ώστε καιόμενα εις τάς καπνοσύριγκας εξάπτονται, και σπινθηροβολούν· όλος ο καπνός ούτος δαπανάται εις την Τουρκίαν…, βλέπε: Νικολάου Παπαδοπούλου, Ερμής ο Κερδώος ήτοι Εμπορική Εγκυκλοπαιδεία, Εν Βενετία 1816, σελίδα 185.).
Ο Στρέιτ, συζητώντας ζωηρά με την Ελίζα, πρότεινε στην παρέα να επισκεφτούν την Οίτη. Στήριξε το επιχείρημά του λέγοντας ότι ο Δήμαρχος της Υπάτης του είχε υποσχεθεί συνοδεία δέκα ενόπλων ανδρών, εάν αποφάσιζε να ανέβει στην Οίτη. Όλοι ξαφνιάστηκαν και δίστασαν λόγω του κινδύνου των ληστών. Μόνο η Ελίζα παρακαλούσε τον «μπαμπάσκα» της, όπως αποκάλεσε χαϊδευτικά τον Εράμ, να πάνε στην εκδρομή. Τον αποκάλεσε «μπαμπάσκα» λόγω της γνώσης της ρωσικής γλώσσας, αφού μεγάλωσε στη Ρωσία, όταν ο πατέρας της ήταν διπλωμάτης στην Κριμαία και στο Ταγκανρόγκ. Η εκδρομή αποφασίσθηκε, η Ελίζα χτύπησε τα χέρια της από χαρά και είπε ότι θα έπαιρνε μαζί της κι ένα μεγάλο περίστροφο (αγγλ. revolver)! Ο Εράμ την παρακάλεσε να μην πάει μαζί τους, αυτή όμως δεν τον άκουσε. Καληνύχτισε την παρέα και πήγε να ετοιμαστεί για την εκδρομή. Όλοι πήγαν να ετοιμάσουν τα πράγματά τους και να κοιμηθούν, αφού πρώτα στάλθηκε τηλεγράφημα-ειδοποίηση στον Δήμαρχο της Υπάτης να ετοιμαστεί μαζί με τους άντρες του για το ταξίδι.
Η αναχώρηση από τη Λαμία
Πρωΐ-πρωΐ, πριν δύσει το άστρο της αυγής, ο Αυγερινός ή Εωσφόρος, ο Στρέιτ ξύπνησε από τη φωνή του σκοπού «τις εί;» και το ποδοβολητό των αλόγων έξω από το σπίτι του. Προφανώς υπήρχε ένοπλος φρουρός έξω από το σπίτι του Στρέιτ λόγω της θέσης του ως διευθυντή του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας. O Βακάλογλου καβαλούσε ένα κόκκινο άλογο και ο κοντόσωμος Εράμ εμφανίστηκε πάνω σε ένα μεγάλο μαύρο άλογο με κόκκινη τουρκική σέλα και χαλινάρι με φούντα. Φορούσε σπιρούνια, ένα μεγάλο γαλανόλευκο τουρμπάνι τυλιγμένο γύρω από το πόδι του και στο χέρι κρατούσε μαστίγιο ιππασίας. Η Ελίζα φορούσε απλή στολή ιππασίας και έφερε δεμένο στη λεπτή της μέση το μεγάλο περίστροφο, το «μπαμπάσκας», όπως το αποκαλεί ο Στρέιτ. Στην κεφαλή της πορείας τέθηκαν δύο έφιπποι χωροφύλακες. Τους ακολούθησε η παρέα των εκδρομέων μαζί με μουλάρια φορτωμένα προμήθειες και χαλιά. Στο τέλος ακολουθούσαν άλλοι δύο έφιπποι χωροφύλακες.
Το πέρασμα του Σπερχειού και οι Μεξιάτες
Ανέβηκαν στο λόφο του Αγίου Λουκά και κατηφόρισαν νότια. Στη συνέχεια ακολούθησαν πορεία δυτικά ανάμεσα σε θερισμένα χωράφια. Μετά από μιάμιση ώρα γρήγορης ιππασίας ξημέρωσε και έφτασαν στον ποταμό Σπερχειό. Η γέφυρα είχε παρασυρθεί από μία πλημμύρα του. Λόγω της εποχής το ποτάμι ήταν ρηχό και η παρέα δεν δυσκολεύθηκε να το διαβεί. Το νερό έφτασε μέχρι τα γόνατα των αλόγων, η Ελίζα σήκωσε λίγο το φόρεμά της για να μην βραχεί. Βράχηκαν όμως λίγο τα πόδια των υπόλοιπων εκδρομέων εκτός του Εράμ, ο οποίος ήταν μικρόσωμος και τα πόδια του δεν ακούμπησαν στο νερό. Αφού πέρασαν το ποτάμι, προχώρησαν δυτικότερα κι έφτασαν στην περιοχή του χωριού Μεξιάτες με τα ασβεστωμένα σπίτια του και τα καπνοχώραφα. Συνάντησαν άνδρες και γυναίκες που δούλευαν στα χωράφια. Οι άνδρες φορούσαν τη γνωστή στον Στρέιτ φουστανέλα και οι γυναίκες λευκό χοντρό μάλλινο φουστάνι χωρίς μανίκια που έφτανε μέχρι το γόνατο. Από μέσα φορούσαν κόκκινο ή γαλάζιο ριγέ μεσοφόρι. Άνδρες και γυναίκες φορούσαν στα πόδια στενές κάλτσες μέχρι τα γόνατα, αφήνοντας ακάλυπτο το πόδι για να εφαρμόζουν τα σανδάλια. Οι μαντήλες και το μπούστο των νεότερων γυναικών διακοσμούνταν με ασημένια νομίσματα ή μετάλλια. Όλοι απαντούσαν με ευγένεια στην καλημέρα και μιλούσαν με φιλικότητα στην Ελίζα.
Στα Λουτρά Υπάτης
Προχωρώντας δυτικότερα φάνηκαν τα Λουτρά Υπάτης. Ο Στρέιτ μπόρεσε να διακρίνει με το κιάλι του ορισμένους λουόμενους και άλλους να κυκλοφορούν ανάμεσα στις καλύβες, φορώντας μεγάλα ψάθινα καπέλα και ρόμπες. Ξαφνικά φάνηκε ένα κοπάδι από καμήλες που ερχόταν προς το μέρος τους. Το μαύρο άλογο του Εράμ τρόμαξε από τις κραυγές τους και ο ίδιος, πριν τον εκσφενδονίσει, μόλις που πρόλαβε να πηδήσει από τη ράχη του αλόγου και να προσγειωθεί στη μέση ενός καπνοχώραφου. Λίγο αργότερα ο Εράμ αναλογίσθηκε το τόλμημά του, προσπαθώντας να καταλάβει πως συνέβη.
Στην Υπάτη
Η πορεία συνεχίσθηκε ψηλότερα μέσα σε ένα δρόμο από λεύκες, ανθισμένες πικροδάφνες και μυρτιές με τους μαύρους καρπούς τους. Συζητώντας για τους ληστές ξαφνικά από τους θάμνους ακούστηκαν πυροβολισμοί. Ο Εράμ έβγαλε τα πιστόλια του, η Ελίζα χλώμιασε και ο Βακάλογλου και οι χωροφύλακες κοιτάζονταν μεταξύ τους. Ο Εράμ οπλίζοντας τα πιστόλια του και παίρνοντας αμυντική θέση προκάλεσε τον Στρέιτ, ως τραπεζικό διευθυντή, ρωτώντας τον ψυχρά «ποιος θα δώσει τώρα το χρυσάφι σ’ αυτούς τους κυρίους;» νομίζοντας πως είναι ληστές. Από τους θάμνους ακούστηκε μια φωνή «Καλώς ορίσατε» και εμφανίστηκε γελαστός ο Δήμαρχος της Υπάτης με τους ενόπλους του, που υποδέχτηκαν με αυτό τον τρόπο την ταξιδιωτική παρέα. Αστειεύτηκε για το φόβο τους, καθησυχάζοντάς τους ότι οι ληστές δρουν μόνο τη νύχτα και απευθύνθηκε ιδιαίτερα στον Βακάλογλου, που ήταν γνωστός διώκτης της ληστείας στη Φθιώτιδα.
Φτάνοντας στην Υπάτη ο Δήμαρχος τους οδήγησε στο σπίτι του. Ξεπερνώντας τον πανικό τους, κάθισαν σταυροπόδι για πρωϊνό γύρω από το σοφρά. Η Ελίζα πλέον χαμογελούσε δείχνοντας τα όμορφα δόντια της. Η Οίτη υψωνόταν κάθετα πίσω από την Υπάτη και ο Εράμ ισχυρίστηκε ότι και στην Υπάτη είχε αρκετή θέα και δροσιά. Ετοιμάστηκαν για την αναχώρηση.
Η ανάβαση
Τα άλογα αντικαταστάθηκαν με μουλάρια λόγω της πορείας σε ανώμαλο έδαφος που θα ακολουθούσε. Η ανάβαση προς το βουνό, πίσω από την Υπάτη, άρχισε. Η παρέα των εκδρομέων ανέβαινε ο ένας πίσω από τον άλλο κρατώντας αρκετή απόσταση μεταξύ τους, επειδή τα μουλάρια έχουν την άσχημη συνήθεια να κλωτσάνε με τα πίσω πόδια τους. Το πευκόφυτο τοπίο ακολούθησαν δάση από έλατα. Η υπέροχη θέα του κάμπου δημιούργησε επιφωνήματα ενθουσιασμού στους εκδρομείς. Το τοπίο ήταν εξαιρετικά όμορφο και ο Εράμ το αισθάνθηκε ιδιαιτέρως λόγω και της καλλιτεχνικής φύσης του ζωγράφου που διέθετε. Η έκφρασή του κάτω από το γαλανόλευκο τουρμπάνι που φορούσε, πρόδιδε τον ψυχικό του κόσμο. Η Ελίζα κολυμπούσε σε μία θάλασσα πρωτόγνωρης ευδαιμονίας. Ο Εράμ ανεβαίνοντας είπε ότι ήταν ανόητη σκέψη να ανέβουν αλλά τελικά αποζημιώθηκαν με το παραπάνω από την ομορφιά του τοπίου.
Στο Λουπάκι
Μπροστά τους φάνηκε ένα καταπράσινο οροπέδιο, το Λουπάκι. Τους επιτέθηκαν πολλά αγριεμένα σκυλιά που έμοιαζαν με λύκους. Ρίχτηκαν στους οδηγούς της παρέας. Αμέσως όμως νεαροί άντρες με φουστανέλες και μακριά ραβδιά κράτησαν τα σκυλιά μακριά τους.
 
 Εικ.3. Καλύβες στο Λουπάκι το 1935 (επιχρωματισμένη φωτογραφία). (πηγή: από το βιβλίο Μαρία Τζιβελέκη-Πολυμεροπούλου, Με τους “δικούς” μας στα Βουνά και τα Χειμαδιά–Σαρακατσαναίοι, Λαμία 1999, σελίδα 45).

Στο οροπέδιο έβοσκαν κοπάδια αιγοπροβάτων και υπήρχαν σαράντα καλύβες (Εικ.3). Οι εκδρομείς φιλοξενήθηκαν από τους βοσκούς. Παρόλο που ήταν καλοκαίρι, η βραδιά ήταν κρύα. Οι βοσκοί είχαν ανάψει φωτιά και έψησαν αρνί στη σούβλα. Οι φιλοξενούμενοι, ντυμένοι καλά λόγω του κρύου, είχαν ξαπλώσει αναπαυτικά και παρακολουθούσαν. Οι βοσκοί τοποθέτησαν το ψητό αρνί μπροστά τους μαζί με ψημένες πίτες από καλαμποκάλευρο, που έσπαγαν σε κομμάτια με το χέρι, λευκό φρέσκο πρόβειο τυρί, ένα πιάτο με καλαμποκάλευρο και μαλακό τυρί σιγομαγειρεμένο με βούτυρο, κοκορέτσι και γιαούρτι (στο κείμενο γράφει Diagourti, δγιαούρτ στην τοπική ντοπιολαλιά). Οι εικόνες αυτές ήταν πρωτόγνωρες για τους εκδρομείς. Λίγο πιο πέρα οι ένοπλοι συνοδοί (παλληκάρια) του Δημάρχου της Υπάτης, ντυμένοι με τις στολές τους και οπλισμένοι μέχρι τα δόντια άρχισαν να τραγουδούν και να χορεύουν κάτω από τη λάμψη των φωτιών που είχαν αναφτεί. Ο Στρέιτ αναφέρει εδώ ότι ο επικεφαλής των βοσκών, ο Τσέλιγκας, είχε έναν ιερέα για να μαθαίνει γράμματα στα παιδιά του και ο ένας γιος του σπούδαζε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας.
Ο Εράμ αστειευόταν συνεχώς στη συζήτησή τους. Ξαφνικά σηκώθηκε πάνω παρασύροντας και τους υπολοίπους. Η Ελίζα έπιασε το χέρι του γέρο-Τσέλιγκα, ο Εράμ το χέρι μιας νεαρής βοσκοπούλας και μαζί με τα παλληκάρια άρχισαν όλοι το χορό γύρω από τη φωτιά. Ο Εράμ είπε στους άλλους ότι ο χορός ήταν το καλύτερο μέσο χώνεψης της τροφής που έφαγαν. Τα κορίτσια των βοσκών, το ένα μετά το άλλο, προστέθηκαν στο χορό και ακολούθησαν τα αγόρια. Τα κορίτσια σχημάτισαν μια χορωδία που τραγουδούσε ένα λυπητερό κλέφτικο τραγούδι. Ο ρυθμός του τραγουδιού έγινε εντονότερος και τα βήματα του χορού έγιναν πιο γρήγορα. Μετά το χορό ακολούθησε συζήτηση που κράτησε μέχρι αργά το βράδυ.
Όταν έσβησαν οι φλόγες της φωτιάς και απέμειναν μόνο τα κάρβουνα, η παρέα αποσύρθηκε κουρασμένη. Οι φιλοξενούμενοι είχαν στη διάθεσή τους μερικές καλύβες. Μία καλύβα χωρίσθηκε σε δύο δωμάτια με μία μάλλινη κουβέρτα για να δημιουργηθεί ένα αυτοσχέδιο διαμέρισμα για την Ελίζα. Τα αυτοσχέδια κρεββάτια τους ήταν από φρέσκα κλαδιά ελάτου σκεπασμένα με χαλιά. Ο Δήμαρχος καθησύχασε τον Στρέιτ ότι είναι ασφαλείς από τους ληστές γιατί τους φιλοξενεί ο Τσέλιγκας. Ο Εράμ δύσπιστος είπε «να το δούμε» και γύρισε πλευρό για να κοιμηθεί καληνυχτίζοντας τους υπολοίπους.
Οι εκδρομείς έζησαν λίγες μέρες μαζί με τους βοσκούς στο Λουπάκι. Παρακολούθησαν το άρμεγμα των κοπαδιών, την παρασκευή τυριού και βουτύρου και περιηγήθηκαν το οροπέδιο για να προσανατολισθούν. Οι όμορφες αυτές στιγμές όμως, το «Dolce far niente», έπρεπε να τελειώσει. Ο Εράμ τους θύμισε ότι την αυγή θα ανέβουν στην κορυφή. Σε ερώτηση για την ασφάλειά τους από τους ληστές ο Τσέλιγκας τους εγγυήθηκε μόνο για «σήμερα και αύριο».
Στις Λιβαδιές
Η ομάδα ξεκίνησε την πορεία. Ανεβαίνοντας θαύμαζαν το φυσικό περιβάλλον και τα αγριόγιδα της Οίτης. Σταμάτησαν για πρωϊνό σε μία βρύση που κάποτε ήπιε νερό ο βασιλιάς Όθωνας. Ο βοσκός οδηγός τους βρήκε ίχνη αγριογούρουνου κι έστησαν καρτέρι. Όταν φάνηκε το αγριογούρουνο δέχτηκε τέσσερις σφαίρες από οκτώ κάνες. Εξασφάλισαν έτσι το κυνήγι τους. Η πορεία συνεχίσθηκε και η Ελίζα τραγούδησε έναν τουρκικό αμανέ.
 
 
Εικ.4. Οι Λειβαδιές (επιχρωματισμένη φωτογραφία). (πηγή: από το βιβλίο Μαρία Τζιβελέκη-Πολυμεροπούλου, Με τους “δικούς” μας στα Βουνά και τα Χειμαδιά–Σαρακατσαναίοι, Λαμία 1999, σελίδα 86).

Το απόγευμα έφτασαν στις Λιβαδιές (Εικ.4). Εκεί κατέλυσαν για να διανυκτερεύσουν. Οι βοσκοί και ορισμένοι σύντροφοι της παρέας από την Υπάτη ετοίμασαν μια καλύβα με κλαδιά, τοποθετώντας εξωτερικά κουβέρτες για προστασία από τον αέρα. Άλλοι έσφαξαν τα αρνιά που είχαν μαζί τους και άναψαν μια μεγάλη φωτιά για να τα ψήσουν. Οι υπόλοιποι θα φύλαγαν σκοποί τη νύχτα. Η Ελίζα μάζεψε λουλούδια με χαρούμενα επιφωνήματα έκπληξης και ο Στρέιτ διάβαζε το βιβλίο με τα ποιήματα του Γερμανού ποιητή Ferdinand Freiligrath που έφερε μαζί του. Ο Εράμ έδινε συμβουλές μαγειρικής στους μάγειρες. Κάθισαν για φαγητό με την Ελίζα να έχει την τιμητική της. Το κρύο δυνάμωσε και ο αέρας έφερνε χιόνι που είχε απομείνει στην κορυφή. Η παρέα τυλίχτηκε στις κουβέρτες της και στριμώχτηκε γύρω από τη φωτιά. Όταν έσβησαν οι φωτιές, έπεσαν για ύπνο. Ξύπνησαν λίγο μετά τα μεσάνυχτα από το κρύο. Σε μια μεγάλη φωτιά ετοίμασαν καφέ. Κάθισαν πίνοντας καφέ, καπνίζοντας και κουβεντιάζοντας.
Στην κορυφή
Την αυγή ξεκίνησαν για την κορυφή κρατώντας μεγάλα ξύλα. Ανεβαίνοντας, τα παπούτσια τους σκίστηκαν από τις κοφτερές πέτρες. Αναρριχήθηκαν μία ώρα και έφτασαν στην κορυφή, όπου δεν υπήρχε ομίχλη. Στο βάθος ανατολικά φάνηκε να ανεβαίνει ο ήλιος, πολύ χλωμά φωτισμένος. Ακολουθούν λεπτομερείς περιγραφές από τον Στρέιτ των βουνών αλλά και των νησιών του Αιγαίου, τα οποία ήταν ορατά από την κορυφή της Οίτης σε όλες τις κατευθύνσεις του ορίζοντα (νοτιοδυτικό τμήμα της Πίνδου, Τυμφρηστός, Κόρακας ή Βαρδούσια, Γκιώνα, Παρνασσός, Καλλίδρομο, Ελικώνας, Κιθαιρώνας, Πάρνηθα, Όθρυς, Όλυμπος, Όσσα, Άθωνας, Πήλιο, Σκόπελος ή Πεπάρηθος, Σκιάθος, Σκύρος, Χίος, Εύβοια και Κυκλάδες). Ο Δήμαρχος της Υπάτης πληροφόρησε τους εκδρομείς ότι η κολώνα που ακουμπούσαν κατασκευάσθηκε για να τιμήσει την ανάβαση στην κορυφή του Όθωνα και της Αμαλίας το καλοκαίρι του 1858. Επειδή ο ήλιος άρχισε να καίει και η ζέστη δυνάμωνε, η παρέα των εκδρομέων αποφάσισε να αρχίσει την κατάβαση. Με μεγάλη χαρά ο Εράμ σχολίασε «Δόξα τω Θεώ, τώρα όλα είναι κατηφορικά προς Λαμία».
Η κατάβαση
Κατέβηκαν από την πλευρά της Πυράς για να δουν τις πηγές του Δύρα (Γοργοπόταμος). Στην καθοδική πορεία τους έκαναν στάσεις. Ακολουθώντας νοτιοανατολική κατεύθυνση σε ένα πολύ δύσκολο μονοπάτι, πλησίασαν στην παλιά Τραχίνα. Κατεβαίνοντας, για διευκόλυνσή τους, χρησιμοποίησαν ως οδηγό την κοίτη ενός μικρού ποταμού και άφησαν δεξιά τους την άλλη διαδρομή που οδηγούσε προς το Καλλίδρομο. Με τη δύση του ηλίου, οι εκδρομείς θα έφταναν στα ερείπια ενός μοναστηριού δίπλα σε ένα φαράγγι. Ο Στρέιτ αναφέρει ότι ήταν αφιερωμένο στην Αγία Ειρήνη. Η πορεία των εκδρομέων όμως δείχνει ότι μάλλον βρέθηκαν στη σημερινή Ιερά Μονή Δαμάστας. Πριν τους εκδρομείς θα έφταναν στο μοναστήρι οι συνοδοί τους, οι οποίοι θα ετοίμαζαν το δείπνο και την πρόχειρη διαμονή για τη νύχτα των εκδρομέων σε καλύβα από κλαδιά δένδρων. Σε λίγο πλησίασε την ομάδα των εκδρομέων ένας κατακουρασμένος αγγελιοφόρος του Τσέλιγκα. Έδωσε ένα γράμμα στον Δήμαρχο της Υπάτης. Το μήνυμα του Τσέλιγκα έλεγε ότι μία ληστρική συμμορία πέρασε τα σύνορα τη νύχτα και βρισκόταν στη βορειοδυτική Οίτη. Πιθανώς οι ληστές γνώριζαν για την εκδρομή των επισήμων στην Οίτη. Η κατάστασή τους ήταν δύσκολη και ο κίνδυνος μεγάλος. Θα έπρεπε να φτάσουν στις Θερμοπύλες, όπου το πρωί θα τους περίμενε μια περίπολος εφίππων χωροφυλάκων μαζί με τα άλογά τους.
Στο μισοερειπωμένο μοναστήρι (της Δαμάστας;)
Ξεκίνησαν σιωπηλοί με μεγάλα βήματα. Οι υπόλοιποι της παρέας έριχναν επιτιμητικές ματιές στον Στρέιτ που πρότεινε την εκδρομή χωρίς να υπολογίσει τον κίνδυνο και, όπως ο ίδιος αναφέρει, θεωρούσαν ότι «τους πήρε στο λαιμό του». Μετά από μιάμιση ώρα έφτασαν ασφαλείς στον προορισμό τους, στο παλιό μοναστήρι. Εκεί οι συνοδοί τους είχαν στήσει μία καλύβα στη μέση των ερειπωμένων τειχών του μοναστηριού, είχαν ψήσει το αρνί και είχαν ανάψει μια μεγάλη φωτιά από ξύλα πεύκου, η οποία όμως σβήστηκε αμέσως μετά για να μην γίνει αντιληπτή από πιθανούς εχθρούς. Το μοναστήρι χρονολογείται από τον Στρέιτ στη βυζαντινή περίοδο. Τα κελιά που ήταν κτισμένα σε τετράγωνο σχήμα γύρω από την αυλή, ήταν ερειπωμένα. Κάτω από τα κελιά υπήρχαν ημιυπόγεια θολωτά κελάρια. Σε μία γωνία υπήρχε ένα μικρό ξεροπήγαδο με πρόχειρη διακόσμηση σκαλισμένων μορφών αγγέλων και δίπλα του μία μισόξερη συκιά. Στη μέση της αυλής υψωνόταν η μικρή εκκλησία. Στο εσωτερικό της, το δάπεδο ήταν καλυμμένο με φθαρμένες πλάκες ψαμμίτη. Υπήρχαν μερικά αναλόγια και κηροπήγια πρόσφατης χρονολογίας. Στο τέμπλο ήταν τοποθετημένες εικόνες αγίων και καντήλες που έκαιγαν.
Η Ελίζα είχε μπει μέσα στη σκοτεινή εκκλησία, γρήγορα όμως άφησε μια κραυγή αγωνίας και βγήκε έξω. Στις ερωτήσεις των υπολοίπων της παρέας είπε ότι ένας ηλικιωμένος άγιος με χιτώνα και λευκή γενειάδα είχε κινηθεί προς το μέρος της και ότι οι εικόνες των αγίων ήταν στοιχειωμένες! Ο Στρέιτ και ο Εράμ μπήκαν στην εκκλησία, αφού πρώτα άναψαν ένα κερί για να δουν. Μια σκοτεινή φιγούρα με άσπρο-γκρι γένι, λίγο πιο ρεαλιστική από τις σεβάσμιες εικόνες εμφανίστηκε. Ο Εράμ φώναξε στην κόρη του «Ελίζα, πού είχες τη μύτη σου; μυρίζουν σκόρδο τα φαντάσματα;». Ήταν ένας γέρος ερημίτης που, από το έτος 1823, όταν το μοναστήρι καταστράφηκε κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Ανεξαρτησίας, είχε μείνει μόνος ανάμεσα στα ερείπια για να ανάβει τις κανδήλες, όπως τους είπε. Βγαίνοντας έξω ο Εράμ είπε ότι δεν υπήρχε τίποτα, προφανώς για να καθησυχάσει την Ελίζα.
Όταν σκοτείνιασε εντελώς γευμάτισαν και προσπάθησαν να αναπαυθούν στην καλύβα. Μερικοί με γεμάτα τα περίστροφα έκαναν παρέα στους φρουρούς τους, που είχαν τοποθετηθεί στα τείχη μπροστά από την ερειπωμένη πύλη. Η νύχτα ήταν απόκοσμη λόγω των ουρλιαχτών των λύκων και των κρωγμών από τα νυχτοπούλια που σύχναζαν στους τοίχους των ερειπωμένων κελιών. Ο Εράμ προσπαθούσε να δώσει θάρρος με τα αστεία του.
Επιστροφή στη Λαμία
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα ξεκίνησαν την απότομη κατάβαση μέσα από χαμηλή βλάστηση. Τα ξημερώματα έφτασαν χαμηλά στους πρόποδες του βουνού κοντά στις Θερμοπύλες. Σύμφωνα με τον Στρέιτ λίγο βορειοδυτικότερα πρέπει να ήταν η αρχαία Ανθήλη. Ακούστηκε το χλιμίντρισμα ενός αλόγου και φάνηκε η ομάδα των εφίππων χωροφυλάκων που τους περίμενε με τα σελωμένα άλογά τους. Η παρέα πήρε ένα ελαφρύ πρωϊνό, αστειεύτηκαν από τη χαρά τους που επέζησαν και μετά καβάλησαν τα άλογα. Κάλπασαν μέσω της γέφυρας της Αλαμάνας και χαρούμενοι απόλαυσαν τη θέα των χωριών Μοσχοχώρι, Ομέρμπεη (η σημερινή Ανθήλη) και Κόμμα μετά από τόσες ημέρες αναρρίχησης στις ανώμαλες πλαγιές. Μπήκαν στη Λαμία με τα άλογά τους σε βηματισμό.
Ο Στρέιτ άδραξε την ευκαιρία να πειράξει τον Εράμ λέγοντας «Λοιπόν, επιστρέψατε σώος και αβλαβής, κύριε πρόξενε!» και ο Εράμ απάντησε ευχαριστώντας το Θεό και λέγοντας ότι το κισμέτ (η τύχη) τους βοήθησε και ότι δεν θα ξεχάσει ποτέ στη ζωή του αυτό το ταξίδι. «Ούτε κι εγώ» είπε και η Ελίζα.
Κλείνοντας, ο Στρέιτ απευθύνθηκε προς την Ελίζα λέγοντας «Δεσποινίς Ελίζα, εδώ είναι τα λουλούδια από την Οίτη που μου δώσατε να φυλάξω. Ξέρετε πως λέγεται αυτό το μπλέ λουλούδι; Μη με λησμόνει
Stefan von Streit.».
Ακολουθεί η παράθεση των πρωτοτύπων σελίδων του γερμανικού περιοδικού:
 
 
α
β
γ
δ
ε
στ
Εικ.5α-στ. Το πρώτο μέρος του άρθρου του Στρέιτ: Das Ausland, Nr. 21. Stuttgart, 22. Mai 1876. Ein Ausflug auf das Oeta-Gebirge. I. Auf den Oeta, seiten 401-406.
 
 
α
β
γ
δ
ε
στ
ζ
η
Εικ.6α-η. Το δεύτερο μέρος του άρθρου του Στρέιτ: Das Ausland, Nr. 22. Stuttgart, 29. Mai 1876. Ein Ausflug auf das Oeta-Gebirge. II. Auf den Oeta, seiten 429-435.
 
 
ΠΗΓΗ
Περιοδική έκδοση Das Ausland 1876.
 
 
 
 

  
 

Σάββατο 22 Ιουλίου 2023

«ΠΡΟΞΕΝΕΙΟΝ ΤΗΣ ΥΨΗΛΗΣ ΠΟΡΤΑΣ ● ΕΝ ΛΑΜΙΑ●»: το οθωμανικό προξενείο Λαμίας (1846-1881). Μέρος Β΄ (1868-1881).

β. Οι οθωμανοι πρόξενοι ΑΡΜΕΝΙΚΗΣ καταγωγής

 Στο δεύτερο και τελευταίο μέρος της έρευνας παρουσιάζονται τα στοιχεία που εντοπίσθηκαν για τους Οθωμανούς προξένους αρμενικής καταγωγής. Στο οθωμανικό προξενείο Λαμίας υπηρέτησαν δύο πρόξενοι αρμενικής καταγωγής, o Αβιάν Εφφέντης και o Αγκόπ Εράμ Εφφέντης.
 
1. Ο πρόξενος Αβιάν Εφφέντης (1868).
Ο Αβιάν Εφφέντης αναγνωρίσθηκε ως πρόξενος στη Λαμία με Βασιλικό διάταγμα της 26ης Απριλίου 1868, το οποίο δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 22/Α/28-05-1868. Το διάταγμα αναφέρει «…Δι’ ομοίου της αυτής ημερομηνίας ανεγνωρίσθη ο Αβιάν Εφφένδης ως Πρόξενος της Τουρκίας εν Λαμία.». Στο ίδιο ΦΕΚ δημοσιεύθηκε Βασιλικό διάταγμα με την ίδια ημερομηνία για τη μετάθεση του προηγουμένου Οθωμανού προξένου Μιχαήλ Αξελού Εφφέντη από τη Λαμία στη Σύρο: «…Δι’ ομοίου της αυτής ημερομηνίας ο Αξελός Εφφένδης, ανεγνωρίσθη ως Γενικός Πρόξενος της Τουρκίας εν Σύρω.».
Ο Αβιάν Εφφέντης, πριν τον διορισμό του στη Λαμία, υπηρέτησε το 1867 ως υποπρόξενος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στην Οδησσό. Το όνομά του καταγράφεται στην εβδομαδιαία γερμανική εφημερίδα Rigaſche Stadtblätter (πηγή: Rigaſche Stadtblätter, Beilage zu № 35 der Rig. Stadtbl. vom 31 August 1867, σελίδα 52).
Η παραμονή του Αβιάν Εφφέντη στη Λαμία ήταν ολιγόμηνη. Ίσως να μην εγκαταστάθηκε στην πόλη. Με Βασιλικό διάταγμα της 6ης Σεπτεμβρίου 1868, το οποίο δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 51/Α/31-10-1868, αναγνωρίσθηκε ως Γενικός πρόξενος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στην Κέρκυρα: «…Δι’ ομοίου της αυτής ημερομηνίας ο Αβιάν Εφφέντης ανεγνωρίσθη ως Γενικός Πρόξενος της Υψηλής Πύλης εν Κερκύρα.». Στο ίδιο ΦΕΚ ακολουθεί αμέσως μετά η δημοσίευση για την αναγνώριση του Αγκόπ Εράμ Εφφέντη ως Οθωμανού προξένου στη Λαμία.
 
2. Ο πρόξενος Αγκόπ Εράμ Εφφέντης (1868-1881) (Εικ.1).
 
Εικ.1. Ο τελευταίος, αρμενικής καταγωγής, Οθωμανός πρόξενος στη Λαμία Αγκόπ (ελλην. Ιάκωβος) Εράμ Εφφέντης. Φοράει το γνωστό οθωμανικό φέσι που επιβλήθηκε με το Χατ-ι χουμαγιούν προς αντικατάσταση του σαρικιού. Στο αριστερό πέτο φέρει δύο παράσημα: 1)το παράσημο Οσμανιέ τρίτης τάξεως, με το οποίο τιμήθηκε από την Υψηλή Πύλη το 1874 και 2)το παράσημο του χρυσού σταυρού των ιπποτών του Βασιλικού τάγματος του Σωτήρος, με το οποίο τιμήθηκε από το Ελληνικό βασίλειο το 1875. Φωτογραφήθηκε από τον φωτογράφο Ζαφειρόπουλο μεταξύ των ετών 1875-1881. Το επώνυμο του φωτογράφου απαντά για πρώτη φορά μεταξύ των τότε φωτογράφων της Λαμίας [για τους φωτογράφους της Λαμίας βλέπε το άρθρο: Νικόλαος Δαβανέλλος, Πλανόδιοι και στεγασμένοι φωτογράφοι της Λαμίας 19ος-20ος αιώνας, Πρακτικά 2ου Συνεδρίου Φθιωτικής Ιστορίας (Ιστορία-Αρχαιολογία-Λαογραφία, 20-21 Σεπτεμβρίου 2003), Λαμία 2005, σελίδες 281-289]. (πηγή φωτογραφίας: Οίκος δημοπρασιών Faitatzis Auction, Κατάλογος δημοπρασίας 19 & 20 Δεκεμβρίου 2023, σελίδα 328.).
 
α)Βιογραφικά στοιχεία
Ο Αγκόπ (ελλην. Ιάκωβος) Εράμ Εφφέντης υπήρξε ο τελευταίος Οθωμανός πρόξενος στη Λαμία. Αναγνωρίσθηκε ως πρόξενος με Βασιλικό διάταγμα της 6ης Σεπτεμβρίου 1868, το οποίο δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 51/Α/31-10-1868. Το διάταγμα αναφέρει «…Δι’ ομοίου της αυτής ημερομηνίας ο Αγώπ Ιράμ Εφφέντης ανεγνωρίσθη ως Πρόξενος της Υψηλής Πύλης εν Λαμία.».
Η διπλωματική του καριέρα άρχισε το 1840 με τον διορισμό του ως διερμηνέα στη Διεύθυνση διαβατηρίων. Το 1845 τοποθετήθηκε ως γραμματέας διερμηνέας του Γενικού κυβερνήτη στην Τρίπολη της σημερινής Λιβύης και το 1848 ως 1ος διερμηνέας στο Υπουργείο της Αστυνομίας. Το 1854, κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου, υπήρξε ακόλουθος του Γάλλου στρατάρχη François Certain de Canrobert, ο οποίος ήταν επικεφαλής των συμμάχων Αγγλογάλλων, Βασιλείου Σαρδηνίας και Οθωμανών εναντίον των Ρώσων. Το 1858 τοποθετήθηκε ως πρόξενος στο Ταγκανρόγκ (ρωσ. Таганрог) της Ρωσίας στην Αζοφική θάλασσα. Το 1868 τοποθετήθηκε ως πρόξενος στη Λαμία, όπου και εγκαταστάθηκε οικογενειακώς.
Από τις γραπτές πηγές προκύπτει ότι είχε σύζυγο και δύο κόρες, την Αντωνέτα και την Ελίζα. Η τοπική εφημερίδα ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ αναφέρει ότι η σύζυγός του είχε ελληνική καταγωγή «εν ταίς φλεψί αυτής ρέει ελληνικόν αίμα ως έλκουσα την καταγωγήν εκ Σύρου» (ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, φύλλο 736/30-01-1871, σελίδα 2, ψηφιακός σελιδοδείκτης 671).
Η προσωπικότητά του σκιαγραφείται από τον Στέφανο Στρέιτ (γερμ. Stefan von Streit), διευθυντή του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας στη Λαμία (1872-1875), στη γερμανική περιοδική έκδοση Das Ausland ως εξής: «…Ο κύριος Αγκόπ Εράμ, Αρμένιος στην καταγωγή, είχε σπουδάσει ζωγραφική και παγκόσμιες σπουδές στα νιάτα του στο Παρίσι, με το πρακτικό πλεονέκτημα ότι είχε στη διπλωματική του καριέρα ένα άφθαρτο καλό χιούμορ και την ψυχρότητα ενός τέλειου κοσμοπολίτη και μπον βιβέρ...» [πηγή: Das Ausland 21 (22 Mai 1876). Ein Ausflug auf das Octa-Gebirge, I. Auf den Oeta, buchseite 401].
β) Η υπηρεσία του στο οθωμανικό προξενείο και η παραμονή του στη Λαμία
Για το χρονικό διάστημα των δεκατριών ετών (1868-1881) που υπηρέτησε ως πρόξενος στη Λαμία, η παρουσία του και η συμμετοχή του στα γεγονότα τεκμηριώνονται κατά χρονολογική συνέχεια μέσα από τις γραπτές πηγές ως εξής:
1) Έτος 1871:
-Ο ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ αναφέρει τη συμβολή των συζύγων των Κομνά Τράκα και Αγκόπ Εράμ Εφφέντη στη σύλληψη τριών ληστών στη Λαμία και ασκεί έντονη κριτική για την κωλυσιεργία των αρχών στην καταβολή της νόμιμης αμοιβής. Το γεγονός συνέβη τον Ιούλιο του 1869 στο Οθωμανικό προξενείο, το οποίο στεγαζόταν στην οικία Τράκα. Η κυρία Εράμ, η χήρα του Κομνά Τράκα και ο Ευθύμιος Ρομφαίας ανακάλυψαν στο υπόγειο της οικίας τρείς κρυμμένους ληστές και τους έπεισαν να παραδώσουν τα όπλα τους. Γράφει μεταξύ των άλλων η εφημερίδα:
«Κατ’ αυτάς εξετελέσθη εν Λοκρίδι η θανατική ποινή καθ’ ενός εκ των τριών ληστών, ούς κατά τον Ιούλιον του 1869 ανεκάλυψαν υποκριπτομένους ενταύθα εν τινι υπογείω και συνέλαβον αυτούς δύο γυναίκες και είς ανήρ, ήτοι η Κυρία Εράμ προξένου της Υ.Π. η χήρα Κομνά Τράκα και ο Ευθύμιος Ρομφαίας, εκ των άλλων δύο του μέν ενός μετεβλήθη η θανατική ποινή εις ισόβια δεσμά, του δε ετέρου του και Λαμιέως λόγω της ανηλικιότητος του κατεγνώσθη αυτώ η ποινή των προσκαίρων δεσμών.
…δυστυχώς ευρισκόμεθα εις την δυσάρεστον θέσιν να είπωμεν ότι αν και δύο έτη παρήλθον ουδεμία εισέτι ηθική ή υπό του νόμου οριζομένη υλική αμοιβή εδόθη εις τούς ανωτέρω τρείς συλλαβόντας αυτούς. Το αδίκημα τούτο είναι μέγιστον καθό πασιφανές, καθόσον η σύλληψις έλαβε χώραν εν μεσημβρία και παρά των οφθαλμών ολοκλήρου της πόλεως. Λέγεται ότι παρουσιάζονται αι εξής προφάσεις· α΄) ότι δήθεν οι λησταί είχον εν τώ νώ των να μη διαπράξωσιν εν Λαμία ληστείαν και ότι ήλθον να λάβωσι διαβατήρια, β΄) ότι παρέδωσαν εις τούς ειρημένους τρείς τα όπλα των, πιστεύσαντες εις τάς γυναίκας ότι το προξενείον θα τοίς είναι άσυλον, γ΄) ότι της αμοιβής δικαιούνται αι τότε στρατιωτικαί και πολιτικαί αρχαί, αν και ουδείς δύναται να προφητεύση τί οι λησταί είχον εν τώ νώ…
…αν οι λησταί μετέβηκαν διά να λάβωσι διαβατήρια, διατί υποκρύπτοντο δύο ολόκληρα ημερόνυκτα εν υπογείοις και μάλιστα εν καιρώ θέρους; και πώς ήθελον τολμήσει λησταί λίαν γνωστοί εν Λαμία να παρουσιασθώσι εις τάς αρχάς και ζητήσωσι διαβατήρια; γελοιωδέστερα επινοήματα προς διαστροφήν της αληθείας δεν πιστεύομεν να παρουσιάσθησαν εισέτι ως και ότι οι λησταί εθεώρουν άσυλον το προξενείον και ενέδωκαν να αφοπλισθώσιν και καθειρχθώσιν εν αυτώ, επίσης και ότι η αμοιβή ανήκει εις τούς τότε εν τέλει, αν έχωσιν αληθείας αύται.
Το βέβαιον δε είναι και τού ηλίου φαεινότερον και παρά πάντων ομολογούμενον, ότι αι μνησθείσαι δύο γυναίκες μετά του Ρομφαία με αξιέπαινον ετοιμότητα πνεύματος, δι’ απατηλών υποσχέσεων, χορηγήσεως διαβατηρίων, ατιμωρησίας, ασύλου κλπ. κατόρθωσαν και τούς αφόπλισαν και τούς μετέφερον και ενέκλεισαν εις τα ασφαλή υπόγεια της νεοδμήτου οικίας του Τράκα ένθα είναι και το προξενείον και αμέσως ειδοποίησαν και την εξουσίαν να μεταβή και τούς παραλάβη· και αντί να μεταβή ο αστυνόμος με δύο κλητήρας να παραλάβη τους εν λόγω αόπλους και κεκλεισμένους ληστάς εν τώ ασφαλή υπογείω, εγένετο τοιαύτη κίνησις της εν Λαμία τότε εξουσίας και τοιούτον θόρυβον επροξένησαν με τον συνήθη φαίνεται τρόπον να οικειοποιηθώσιν άλλοι και τούτο ως αείποτε, αφίνοντες τούς δυστυχείς πολίτας εις τα κρύα του λουτρού, αν και τοσαύτα υποφέρουσι και από τους μεταβατικούς και από τους ληστάς αυτούς εις την καταστροφήν των οποίων τα μάλιστα συντελούσιν, και ταύτα πάντα ίνα μεταβάλλωσι την πράγματι παραλαβήν των ληστών τούτων, ήν έκαμαν εις μεθ’ αιματηράν μάχην σύλληψιν αυτών, όπερ επροξένησε τον γενικόν γέλωτα της πόλεως.
Πιστεύομεν αδιστάκτως ότι το υπουργείον Κουμουνδούρου, ού επικαλούμεθα την προσοχήν, ότι θ’ αποδώση δικαιοσύνην εις τούς μνησθέντας τρείς συλλήπτας των ληστών, χορηγών αυτοίς όχι μόνον την παρά του νόμου αμοιβήν, αλλά και ηθικήν ακόμη διά την παράτολμον και επικίνδυνον προς το συμφέρον της κοινωνίας ταύτην πράξιν των και όπως μη μαρανθή ο ζήλος των πολιτών. Προς δε εκ των δύο Ηρωΐδων, εις μέν την Κυρίαν Εράμ, αν και εν ταίς φλεψί αυτής ρέει ελληνικόν αίμα ως έλκουσα την καταγωγήν εκ Σύρου, θέλει αποδείξει η ελληνική κυβέρνησις, ότι αμοίβη πάντας τους οπωσδήποτε συντελούντας εις την καταστροφήν της θεοστιγούς ληστείας, έστω και μη υπηκόους της ως είναι και το πνεύμα και το γράμμα του νόμου μας…» (πηγή: ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, φύλλο 736/30-01-1871, σελίδες 2 & 3, ψηφιακός σελιδοδείκτης 671).
-Μετά από τρείς μήνες η ίδια εφημερίδα επανέρχεται στο θέμα της αμοιβής για τη σύλληψη των τριών ληστών. Γράφει μεταξύ άλλων η εφημερίδα:
«…Το αυτό συμβαίνει, και ως προς την σύλληψιν τριών ληστών εντός του Προξενείου της Υ.Π. εν Λαμία, συμβάσαν το 1868-1869, τούς οποίους συνέλλαβον δι’ επιτηδείου τρόπου, και παρέδωσαν εις τάς αρχάς, η Κυρία Εγόπ Εράμ, σύζυγος του Κυρίου Προξένου της Υ.Π. η σύζυγος του Κομνά Τράκα και τις πολίτης Ευθύμιος Ρομφαίας.
Η δικαιοσύνη και το καλώς εννούμενον συμφέρον της κοινωνίας απαιτεί, ίνα εγκαίρως ανταμοίβωνται άλλοι μέν υλικώς, και άλλοι ηθηκώς, όσοι τοιαύτας εις το κράτος προσφέρουσιν υπηρεσίας (πηγή: ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, φύλλο 745/08-05-1871, σελίδα 2, ψηφιακός σελιδοδείκτης 684).
2) Έτος 1873:
-Με την είσοδο του έτους 1873 ο Αγκόπ Εράμ Εφφέντης έχασε την δεκαοκτάχρονη κόρη του Αντωνέτα. Η Αντωνέτα γεννήθηκε το 1855, όταν ο πατέρας της ήταν στην υπηρεσία του Γάλλου αρχιστρατήγου Canrobert στην Κριμαία. Στη Λαμία ήλθε το 1868 σε ηλικία 13 ετών. Απεβίωσε από άγνωστη αιτία την Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 1873 και ώρα 4 μ.μ..
Η ληξιαρχική πράξη θανάτου της, καταγεγραμμένη στο «Βιβλίον αποβιώσεων 1873» του Δήμου Λαμιέων, έχει ως εξής:
«Ληξιαρχική Πράξις Αποβιώσεως
Αριθ. Πράξεως 20. Εν Λαμία σήμερον την εικοστήν ενάτην Ιανουαρίου του 1873 έτους ημέραν Παρασκευήν και ώραν 10ην π.μ. ενώπιον εμού του Δημάρχου και ληξιάρχου λαμίας Ιωάνν. Κυρώζη, εμφανισθείς ο Ιωάνν. Μουσάτος ειρηνοφύλαξ και εδήλωσεν ότι χθες και ώραν 4ην μ.μ. απεβίωσεν εν τη πόλει ταύτη η Αντωνέτα Αγκώπ Εράμ, ετών 18 άγαμος. Επί τούτω συνετάχθη ληξιαρχική πράξις εν τω ληξιαρχικώ καταστήματι επί παρουσία και των μαρτύρων Δημητρίου Λαγού και Αλεξ. Λαχανοκάρδου, υπαλλήλων, κατοίκων ενταύθα και αναγνωσθείσα υπογράφεται εκτός του δηλούντος άγνοιαν γραμμάτων.
Οι μάρτυρες                                                        Ο ληξίαρχος
Αλ. Λαχανοκάρδης                                             Ιω. Κυρώζης»
[πηγή: Δημητρίου Θ. Νάτσιου: «Αντωνέτα Αγκώπ Εράμ (1855-1873), θυγατέρα του εν Λαμία Τούρκου Προξένου», Περιοδική έκδοση Φθιωτικά Χρονικά 32 (2011), σελίδα 82].
-Η λαμιώτικη εφημερίδα ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ δημοσιεύει την είδηση της αναχώρησης του Αγκόπ Εράμ Εφφέντη, του Νομάρχη Φθιωτιδοφωκίδος και του Δημάρχου Λαμιέων στο μοναστήρι της Αντίνιτσας προς συνάντηση με τον Οθωμανό αντιστράτηγο Μεχμέτ Αλή πασά, υπεύθυνο για τη δίωξη της ληστείας. Γράφει η εφημερίδα:
«Ο Νομάρχης Φθιωτιδοφωκίδος μετά του παρ’ ημίν προξένου της Υψηλής Πύλης και του Δημάρχου Λαμιέων απήλθον χθές εις την παρά την μεθόριον Μονήν της Αντινίτσης, ίνα λάβωσιν συνέντευξιν μετά του αντιστρατήγου Μεχμέτ Αλή Πασά. Σήμερον περιμένονται να επιστρέφωσι.» (Πηγή: ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ, φύλλο 573/6-10-1873).
-Ο ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ αναφέρει τη συμμετοχή του Αγκόπ Εράμ Εφφέντη στη συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στα μεθόρια στις 5 Οκτωβρίου 1873 μεταξύ των ελληνικών αρχών και του Μεχμέτ Αλή πασά και της ακολουθίας του [για τη συνάντηση βλέπε: Ο Δερβέναγας της Θεσσαλίας αντιστράτηγος Μεχμέτ Αλή πασάς και η επίσκεψή του στη Λαμία (15-16 Μαΐου 1874)]. Γράφει η εφημερίδα:
«-Εις το προηγούμενον φύλλον παρελείψαμεν ν’ αναφέρωμεν ότι μετά του Κυρίου Νομάρχου Φθιωτιδοφωκίδος, επελθόντος εις την εν τοίς μεθορίοις Μονήν Ανδινίτζης προς συνέντευξιν μετά του Μεχμέτ Αλή Πασσά, συναπήλθε και ο αξιότιμος Πρόξενος της Υ.Π. εν Λαμία Κύριος Αγόπ Εράμ, εις όν είχε τηλεγραφήσει ο Μεχμέτ Αλή Πασσάς διά την εν λόγω συνέντευξιν. Ο Κύριος Αγόπ Εράμ, όσον ειληκρινώς και πιστώς εκπληροί τα καθήκοντά του, ως υπάλληλος της Υ.Π. τοσούτον είναι φρόνιμος, μετριοπαθής και ήσυχος, και με τοσαύτην φέρεται ευγενή συμπεριφοράν προς τε τάς Ελληνικάς αρχάς και προς τους πολίτας, ώστε ουδέποτε έδωκε την παραμικρήν αφορμήν παραπόνων, αγαπάται δε και εκτιμάται παρ’ όλων, όσοι ευτύχησαν να τον γνωρίσωσι.» (πηγή: ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, φύλλο 781/13-10-1873, σελίδα 3, ψηφιακός σελιδοδείκτης 11).
3) Έτος 1874:
-Ο ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ δημοσιεύει την είδηση της αποστολής παρασήμων της Υψηλής Πύλης στον Αγκόπ Εράμ Εφφέντη για την παρασημοφόρηση του νομάρχη Φθιωτιδοφωκίδος Πέτρου Βακάλογλου και του συνταγματάρχη Δαγκλή. Γράφει μεταξύ των άλλων η εφημερίδα:
«Η Υ.Π. ηυδόκησε και απένειμεν το παράσημον του Οσμανιέ τρίτης τάξεως εις τον Κ.Πέτρον Βακάλογλου Νομάρχην Φθιωτιδοφωκίδος, το δε του Μεδτζιτιέ εις τον αρχηγόν των δυτικών Δήμων Φθιώτιδος και Ευρυτανίας Συνταγματάρχην Κύριον Δαγκλήν, διά τας μεγάλας υπηρεσίας, όσας ούτοι προσέφερον διά την καταδίωξιν της ληστείας. Τα παράσημα ταύτα εστάλησαν εις τον Πρόξενον της Υ.Π. εν Λαμία Κύριον Εγόπ Εράμ, όστις ενεχείρησεν αυτά εις τους ανωτέρω Κυρίους…» (πηγή: ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, φύλλο 803/29-03-1874, σελίδα 4, ψηφιακός σελιδοδείκτης 52).
-Ο ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ σε πρωτοσέλιδό του με τίτλο «ΠΕΡΙ ΠΡΟΞΕΝΙΚΟΥ ΠΡΑΚΤΟΡΕΊΟΥ ΕΝ ΔΟΜΟΚΩ» προτείνει τη δημιουργία στο Δομοκό Ελληνικού υποπροξενείου ή πρακτορείου για τη σφράγιση των διαβατηρίων. Γράφει μεταξύ άλλων η εφημερίδα:
«…Η πόλις Δομοκός, ως προς την Ελλάδα είναι, ό,τι η Λαμία ως προς την Τουρκίαν. Ως λοιπόν η Τουρκία εσύστησε Προξενείον εν Λαμία, όπερ επικυροί τα εξωτερικά διαβατήρια, των εκ της Ελλάδος εις την Τουρκίαν μελλόντων να ταξειδεύσωσιν Ελλήνων, ομογενών ή ξένων· Ούτω και η Ελλάς δικαιούται να έχη υποπροξενείον ή πρακτορείον εις Δομοκόν…» (πηγή: ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, φύλλο 826/12-10-1874, πρωτοσέλιδο, ψηφιακός σελιδοδείκτης 89).
4) Έτος 1875:
-Στο ΦΕΚ 37/09-06-1875 δημοσιεύθηκε στη στήλη «ΑΓΓΕΛΙΑΙ Αφορώσαι εις την δημοσίαν υπηρεσίαν» Βασιλικό διάταγμα της 26ης Μαρτίου 1875, με το οποίο, μεταξύ άλλων Οθωμανών αξιωματούχων, απονεμήθηκε και στον Αγκόπ Εράμ Εφφέντη το παράσημο του χρυσού σταυρού των ιπποτών του Βασιλικού τάγματος του Σωτήρος:
«Δι’ ομοίου της 26 ιδίου μηνός και έτους απενεμήθη ο μέν σταυρός των Ταξιαρχών του Βασιλικού τάγματος του Σωτήρος εις τον Χουσσέϊν Βέην, υπάλληλον α΄ κλάσεως β΄ τάξεως, και αντιπρόεδρον του εν Θεσσαλία διοικητικού συμβουλίου, ο δε χρυσούς σταυρός των ιπποτών του αυτού τάγματος εις τους Μουσταφά Εφφένδην, ταγματάρχην, Μεχμέτ Λουτφή Εφφένδην ταγματάρχην και Αγώπ Εράμ Εφφένδην Πρόξενον της Τουρκίας εν Λαμία, ο δε αργυρούς σταυρός των ιπποτών του αυτού τάγματος εις τους Αχμέτ Εφφένδην, υποταγματάρχην, Ιβραήμ Βέην Δραγότ, Καπουτζή Μπαχήν, Κωνσταντίνον Τσάπαλον Εφφένδην, πρώην διαγγελέα της Αυτού Αυτοκρατορικής Μεγαλειότητος του Σουλτάνου, Καρτάλην Εφφένδην, μέλος του επαρχιακού Συμβουλίου Βώλου και εκ των πρωτίστων γαιοϊδιοκτητών Αρμυρού».
5) Έτος 1876:
-Ο ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ δημοσιεύει την είδηση λήψης αναρρωτικής άδειας από τον Αγκόπ Εράμ Εφφέντη και της αναχώρησής του για Κωνσταντινούπολη. Γράφει η εφημερίδα:
«-Ο αξιότιμος Πρόξενος της Υ.Π. εν Λαμία Κύριος Αγόπ Εράμ, έλαβεν ενός μηνός άδειαν υπό της σεβαστής Κυβερνήσεώς του, και απήλθεν εις Κωνσταντινούπολιν προς ανάρρωσιν της παθούσης υγείας του εν Λαμία. Ο Κύριος Εγόπ Εράμ ου μόνον είναι τίμιος και ειλικρινής εις την αυτοκρατορικήν υπηρεσίαν, ήν πιστώς εκτελεί, αλλά και διά της μετριόφρονος και ευγενούς συμπεριφοράς αυτού προς τε, τάς Ελληνικάς αρχάς και τους πολίτας, συντελεί τα μέγιστα εις την διατήρησιν και ανάπτυξιν των φιλικών σχέσεων αμφοτέρων των ομόρων επικρατειών Τουρκίας και ελλάδος. Εις τον αξιότιμον Κύριον Εγόπ Εράμ ευχόμεθα κατευόδιον, αλλά και ταχείαν και αισίαν επιστροφήν εις την σεβαστήν οικογένειάν του, και εις τούς αγαπώντας αυτόν ειλικρινείς φίλους.» (πηγή: ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, φύλλο 887/27-03-1876, σελίδα 3, ψηφιακός σελιδοδείκτης 201).
-Ο ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, μετά από δύο μήνες, δημοσιεύει την είδηση της επιστροφής του Αγκόπ Εράμ Εφφέντη από την Κωνσταντινούπολη. Γράφει η εφημερίδα:
«-Ο Κύριος Αγόπ Εράμ Πρόξενος της Υ.Π. εν Λαμία επιστρέψας εκ Κωνσταντινουπόλεως, ένθα είχε μεταβή με άδειαν, υπεδέχθη χαρμοσύνως από τε της αξιοτίμου οικογενείας του και των ειλικρινών φίλων του.» (πηγή: ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, φύλλο 895/29-05-1876, σελίδα 3, ψηφιακός σελιδοδείκτης 216).
-Τον Μάϊο του 1876 η γερμανική περιοδική έκδοση Das Ausland δημοσίευσε σε δύο συνέχειες άρθρο με τίτλο «Ein Ausflug auf das Oeta-Gebirge. I & II Auf den Oeta» δηλαδή «Ένα ταξίδι στα βουνά της Οίτης. Ι & ΙΙ Στην Οίτη». Το άρθρο υπογράφει ο Στέφανος Στρέιτ, διευθυντής του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας στη Λαμία (1872-1875). Ο αρθρογράφος καταγράφει τις εμπειρίες του από τη συμμετοχή του σε πολυήμερη εκδρομή στην Οίτη με πολυπληθή παρέα εκδρομέων. Η παρέα αποτελούνταν από τον Οθωμανό πρόξενο στη Λαμία Αγκόπ Εράμ Εφφέντη, την κόρη του Ελίζα, τον Νομάρχη Φθιωτιδοφωκίδος Πέτρο Βακάλογλου, τον διευθυντή του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας Λαμίας Στέφανο Στρέιτ και τον Δήμαρχο Υπάτης με δέκα ενόπλους συνοδούς (βλέπε: Εκδρομή στην Οίτη του Οθωμανού προξένου Λαμίας και της κόρης του το 1873).
           Το επεισόδιο με το τάγμα του ελληνικού στρατού στην πλατεία Ελευθερίας
-Στις αρχές Σεπτεμβρίου 1876 συνέβη στη Λαμία ένα επεισόδιο με πρωταγωνιστή τον Οθωμανό πρόξενο. Σύμφωνα με επιστολή που στάλθηκε από τη Λαμία στην αθηναϊκή εφημερίδα ΝΕΟΛΟΓΟΣ ΑΘΗΝΩΝ, ο Αγκόπ Εράμ Εφφέντης, σε κατάσταση μέθης στην πλατεία Ελευθερίας, αποδοκίμασε τάγμα του ελληνικού στρατού που επέστρεφε από γυμνάσια. Εναντίον του κινήθηκαν απειλητικά ορισμένοι στρατιώτες, επενέβησαν οι αξιωματικοί και το επεισόδιο έληξε. Σύμφωνα με την εφημερίδα ο Αγκόπ Εράμ Εφφέντης ζήτησε συγγνώμη στα τουρκικά «χιλιάκις συγγνώμην, κατά λάθος έγεινε=bin pardon yanlış oldu». Κλείνοντας την είδηση, ο συντάκτης προτείνει η ελληνική κυβέρνηση να ζητήσει την αντικατάστασή του. Ειδικότερα, γράφει η εφημερίδα ΝΕΟΛΟΓΟΣ ΑΘΗΝΩΝ στη στήλη «ΔΙΑΦΟΡΑ»:
«Επιστέλλουσιν ημίν εκ Λαμίας τα επόμενα· Πρό τινων ημερών το εν Λαμία εδρεύον τάγμα του πεζικού επανακάμπτον εκ του γυμνασίου συνηντήθη μετά του αυτόθι προξένου της Τουρκίας, Αρμενίου την εθνικότητα. Ο κύριος ούτος διατελών υπό το κράτος εσχάτης μέθης, ήτις από πολλού είναι η ιδιάζουσα αυτώ κατάστασις, άμα ιδών τους στρατιώτας παρελαύνοντας, ανέκραξε δι’ όλης της δυνάμεως των πνευμόνων του «γιούχα ο ελληνικός στρατός.» Εν τώ άμα περιεκυκλώθη υπό των εκμανέντων ανδρών, δεν ήθελε δε τον σώσει ούτε η ιδιότης του, ούτε η οικτρά κατάστασις εν ή διετέλει, εάν μη παρενέβαινον οι αξιωματικοί, δι’ όπερ εισιν ανώτεροι παντός επαίνου, και εάν αυτός προλαμβάνων, δεν ανέκραζε «μπίν μπαρτόν, γιαγνίς ολντού (χιλιάκις συγγνώμην, κατά λάθος έγεινε).
Ίνα μη επαναληφθή η κωμικοτραγική αύτη σκηνή, καλόν νομίζομεν η Κυβέρνησις να απαιτήση την αντικατάστασίν του, καθόσον τοιαύται περιστάσεις συνεφέλκονται σοβαρωτάτας συνεπείας.» (πηγή: ΝΕΟΛΟΓΟΣ ΑΘΗΝΩΝ, έτος Γ΄, φύλλο 4/04-09-1876, πρωτοσέλιδο, ψηφιακός σελιδοδείκτης 462).
Την είδηση αναπαρήγαγαν από τον ΝΕΟΛΟΓΟ ΑΘΗΝΩΝ και άλλες αθηναϊκές εφημερίδες.
Γράφει η ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ στη στήλη «ΔΙΑΦΟΡΑ»:
«Επιστέλλουσιν εις τον «Νεολόγον» των Αθηνών εκ Λαμίας τα επόμενα.
Πρό τινων ημερών το εν Λαμία εδρεύον τάγμα του πεζικού επανακάμπτον εκ του γυμνασίου συνηντήθη μετά του αυτόθι προξένου της Τουρκίας, Αρμενίου την εθνικότητα. Ο κύριος ούτος διατελών υπό το κράτος εσχάτης μέθης, ήτις από πολλού είναι η ιδιάζουσα αυτώ κατάστασις, άμα ιδών τους στρατιώτας παρελαύνοντας, ανέκραξε δι’ όλης της δυνάμεως των πνευμόνων του «γιούχα ο ελληνικός στρατός.» Εν τώ άμα περιεκυκλώθη υπό των εκμανέντων ανδρών, δεν ήθελε δ’ τον σώσει ούτε η ιδιότης του, ούτε η οικτρά κατάστασις εν ή διετέλει, εάν μη παρενέβαινον οι αξιωματικοί, δι’ όπερ εισίν ανώτεροι παντός επαίνου, και εάν αυτός προλαμβάνων, δεν ανέκραζε «μπίλ μπαρτόν, γιαγνίς ολτού (χιλιάκις συγγνώμην, κατά λάθος έγεινε).» (πηγή: ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ, φύλλο 3590/04-09-1876, σελίδα 4, ψηφιακός σελιδοδείκτης 422).
Γράφει η ΑΥΓΗ στη στήλη «ΔΙΑΦΟΡΑ»:
«-Ο εν Λαμία πρόξενος της Τουρκίας, διατελών υπό το κράτος εσχάτης μέθης, ως γράφουσιν εις τον ημέτερον «Νεολόγον», άμα ιδών επανερχόμενον εκ των γυμνασίων το τάγμα του πεζικού, ανέκραξε δι’ όλης της δυνάμεως των πνευμόνων του· «Γιούχα ο Ελληνικός στρατός!» Εν τω άμα περιεκυκλώθη ο αχρείος αυτός υπάλληλος της Πύλης υπό των εκμανέντων ανδρών, δεν ήθελε δε τον σώσει ούτε η ιδιότης του, ούτε η οικτρά κατάστασις εν ή διετέλει, εάν μη παρενέβαινον οι αξιωματικοί. Η κυβέρνησις οφείλει αμέσως να ζητήση την αντικατάστασιν αυτού του μεθύσου ίνα μη συμβώσι δυσάρεστα.» (πηγή: ΑΥΓΗ, φύλλο 4228/04-09-1876, σελίδα 3, ψηφιακός σελιδοδείκτης 332).
Γράφει η ΕΦΗΜΕΡΙΣ στη στήλη «Εφημερίς»:
«-Εκ τινός αλληλογραφίας του Νεολόγου μανθάνομεν, ότι εν Λαμία ο πρόξενος της Τουρκίας εν μέθη διατελών και ιδών παρελαύνον το τάγμα του ελληνικού στρατού εφώνησε: Γιούχα! Μόλις έσωσεν αυτόν εκ της μανίας των στρατιωτών η σώφρων παρέμβασις των ημετέρων αξιωματικών. Ο πρόξενος τρέμων εφώναζε: «Μπίν παρδόν, γιαγνίς ολντού.» Η μαγική αύτη λέξις προσωρινώς τον έσωσεν.» (πηγή: ΕΦΗΜΕΡΙΣ, φύλλο 249/05-09-1876, πρωτοσέλιδο, ψηφιακός σελιδοδείκτης 590).
Η λαμιώτικη εφημερίδα ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ διαψεύδει το γεγονός και υποστηρίζει τον Αγκόπ Εράμ Εφφέντη. Επικαλείται την αγαστή συνεργασία του με τις ελληνικές αρχές, σε αντίθεση με τον προηγούμενο Οθωμανό πρέσβη Μιχαήλ Αξελό Εφφέντη. Γράφει η εφημερίδα:
«-Εις τάς Αθηναϊκάς εφημερίδας ανέγνωμεν απόσπασμα επιστολής εκ Λαμίας, δι’ ής ο επιστέλλων καθάπτεται του Προξένου της Υψηλής Πύλης εν Λαμία, δυσφημίσαντος δήθεν τον Ελληνικόν στρατόν.
Είναι αληθές ότι δεν ευρέθημεν κατ’ εκείνην την ημέραν εις την Πλατείαν, όπως αντιληφθώμεν των διατρεξάντων, αλλ’ ως επληροφορήθημεν, μήτε γιουχασμός έλαβε χώραν, μήτε ύβρις τις εκ προθέσεως, ούτε περικύκλωσις στρατιωτών, ούτε επέμβασις αξιωματικών, αλλ’ απλώς αστεϊσμός τις, και ούτος Γαλλιστί προφερθείς, παρεξηγήθη.
Ο Πρόξενος της Υ.Π. εν Λαμία Κύριος Εράμ επιδεκαετίαν διαμένων ενταύθα, ουδεμίαν έδωκεν αφορμήν παραπόνου εις τάς Διοικητικάς, Στρατιωτικάς και Δικαστικάς αρχάς του τόπου, απεναντίας εκπληρών πιστώς το καθήκον του, εσεβάσθη και τον στρατόν και την ενταύθα κοινωνίαν, εν ή απολαύει τιμής και υπολήψεως, αλλ’ ουδέ εσυκοφάντησε ποτέ την ελληνικήν Κυβέρνησιν, τάς Ελληνικάς αρχάς και το Ελληνικόν έθνος ως έπραττεν ο προκάτοχος αυτού, απεναντίας διά της φρονίμου διαγωγής του πάντοτε συνενοήθη με τας επιτοπίους αρχάς περί πάσης διαφοράς, ήτις ήθελεν απαιτήσει την παρέμβασίν του, δια τούτο την επίκλησιν του διατριβογράφου του ν’ απαιτήση η Ελληνική κυβέρνησις την εντεύθεν απομάκρυνσιν του ειρημένου Προξένου, θεωρούμεν όλως ατυχή και αποδοκιμαστέαν. Τοιαύτη είναι η κοινή γνώμη εν Λαμία.» (πηγή: ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, φύλλο 909/11-09-1876, σελίδα 2, ψηφιακός σελιδοδείκτης 243).
Ο Αγκόπ Εράμ Εφφέντης, όταν έλαβε γνώση της δημοσίευσης της εφημερίδας ΝΕΟΛΟΓΟΣ ΑΘΗΝΩΝ, απέστειλε επιστολή στην εφημερίδα με ημερομηνία 7 Σεπτεμβρίου 1876, αιτούμενος βάσει του τότε νόμου περί τύπου, να πληροφορηθεί το όνομα του επιστολογράφου. Η εφημερίδα όμως αρνήθηκε τη δημοσιοποίηση του ονόματος και προκαλεί τον πρόξενο να διαψεύσει το αναγραφόμενο στην επιστολή συμβάν.
Η επιστολή του Αγκόπ Εράμ Εφφέντη αναφέρει τα εξής:
«Προς την σύνταξιν του Νεολόγου
Εις Αθήνας
Δυνάμει του άρθρου 42 του περί τύπου νόμου, προσκαλείσθε να δηλώσητε τον γράψαντα υμίν την εκ Λαμίας και εν τώ της 4ης Σεπτεμβρίου ε.ε. φύλλω του Νεολόγου των Αθηνών καταχωρισθείσαν αλληλογραφίαν την καθαπτομένην της υπολήψεώς μου.
Λαμία 7]19 Σεπτεμβρίου 1876.
Ο πρόξενος της Υψηλής Πύλης
AGOB ΕRAM
Σ.Σ.Ν. Λυπούμεθα μη δυνάμενοι να ευχαριστήσωμεν τον κ.πρόξενον· αι πληροφορίαι άς επέστειλον ημίν, εισί βέβαιοι, θα ήτο δε προτιμότερον να τάς διαψεύση ο κ.Πρόξενος, αντί να ζητή το όνομα του γράψαντος.» (πηγή: ΝΕΟΛΟΓΟΣ ΑΘΗΝΩΝ, έτος Γ΄, φύλλο 10/10-09-1876, σελίδα 3, ψηφιακός σελιδοδείκτης 475).
Μετά την άρνηση της εφημερίδας να αποκαλύψει το όνομα του επιστολογράφου, ακολούθησε αποστολή ανυπόγραφης επιστολής στο ΝΕΟΛΟΓΟ ΑΘΗΝΩΝ με ημερομηνία 10 Σεπτεμβρίου 1876, η οποία παρουσιάζει τη διαφορετική εκδοχή των γεγονότων. Η φρασεολογία που χρησιμοποιείται για την υποστήριξη του Αγκόπ Εράμ Εφφέντη, έχει ομοιότητα προς τη φρασεολογία που χρησιμοποίησε ο ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ. Πιθανώς, η επιστολή στάλθηκε στο ΝΕΟΛΟΓΟ ΑΘΗΝΩΝ από τον Ευθύμιο Οικονομίδη, εκδότη της εφημερίδας ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, ο οποίος συνδεόταν φιλικά με τον Αγκόπ Εράμ Εφφέντη. Η επιστολή δημοσιεύθηκε ως εξής:
«ΛΑΜΙΑ, 10]22 Σεπτεμβρίου 1876.
Αξιότιμε κύριε Συντάκτα της εφημερίδος ο «Νεολόγος.»
Εις το της 4ης Σεπτεμβρίου ε.ε. υμέτερον φύλλον κατεχωρίσατε διατριβήν ανώνυμον διά της οποίας ο διατριβογράφος καθάπτεται της υπολήψεως του ενταύθα προξένου της Τουρκίας εκθέτων ότι δήθεν συναντηθείς ούτος μετά των εκ του γυμνασίου επιστρεφόντων στρατιωτών εφώναξε «Γιούχα ο ελληνικός στρατός» και ότι εν τώ άμα περιεκυκλώθη εκ των εκμανέντων στρατιωτών, από τάς χείρας των οποίων εσώθη τη παρεμβάσει των κυρίων αξιωματικών κλπ.
Πάντα τα ανωτέρω είναι αναληθή και ανακριβή, καθ’ ότι ουδέν των διά της διατριβής δημοσιευθέντων έχεται αληθείας, αλλά μόνον συνέβη το εξής· Ημέραν τινά εκάθηντο εις τινα τράπεζαν παρά την πλατείαν της πόλεώς μας ο πρόξενος της Τουρκίας, ο γραμματεύς της νομαρχίας και δύο φίλοι του προξένου, επιστρεφόντων δε εκ του γυμνασίου των στρατιωτών του ενταύθα τάγματος και διερχομένων εκ της πλατείας είς εκ των παρακαθημένων είπεν αστειευόμενος ότι, εάν η Ελλάς είχεν 200,000 στρατιωτών εκυρίευε την Τουρκίαν, εις απάντησιν του οποίου ο πρόξενος αστειευόμενος και ούτος και άνευ κακής προθέσεως εξέφερε διά τον ελληνικόν στρατόν ευτράπελόν τινα λέξιν. Αύτη είναι όλη η αλήθεια την οποίαν άπορον είναι πως κατώρθωσεν ο διατριβογράφος να παραμορφώση εις τοιούτον βαθμόν, ώστε να δημοσιεύση πράγματα όλως ανύπαρκτα, καθ’ ότι ούτε μεθυσμένος ήτο ο πρόξενος, ούτε τον στρατόν εγιουχάρισε, ούτε άλλο τι των εν τη διατριβή εμπεριεχομένων συνέβη. Ο εν λόγω πρόξενος της Τουρκίας επί δέκα κατά συνέχειαν έτη διαμένων ενταύθα εις ουδένα έδωσεν αφορμήν παραπόνων, αλλ’ ενεργών πιστώς το καθήκον του εσεβάσθη και σέβεται και την ελληνικήν κοινωνίαν και τον ελληνικόν στρατόν, και ουδέποτε εφαντάσθη να υβρίση ουδέ τον ελληνικόν στρατόν, ουδέ άλλον τινά.
Τα ανωτέρω θέλετε καταχωρίσει υπ’ ευθύνην μου.
Δέξασθε την διαβεβαίωσιν της προς υμάς εξαιρέτου υπολήψεώς μου.
  *
*  * » (πηγή: ΝΕΟΛΟΓΟΣ ΑΘΗΝΩΝ, έτος Γ΄, φύλλο 13/13-09-1876, σελίδα 2, ψηφιακός σελιδοδείκτης 481).
Ο Αγκόπ Εράμ Εφφέντης απέστειλε νέα επιστολή στην εφημερίδα με ημερομηνία 14 Σεπτεμβρίου 1876 αιτούμενος εκ νέου, βάσει του τότε νόμου περί τύπου, να πληροφορηθεί το όνομα του επιστολογράφου για να τον καταγγείλει «επί εξυβρίσει και συκοφαντία» . Ειδάλλως, απειλεί ότι θα καταγγείλει τον συντάκτη της εφημερίδας. Η εφημερίδα όμως αρνείται και πάλι να αποκαλύψει το όνομα του επιστολογράφου προκαλώντας τον πρόξενο να διαψεύσει το αναγραφόμενο γεγονός. Η επιστολή αναφέρει τα εξής:
«ΛΑΜΙΑ, 14]26 Σεπτεμβρίου 1876.
Προς την σύνταξιν του Νεολόγου
Εις Αθήνας.
Δυνάμει του άρθρου 42 του περί τύπου νόμου, προσκαλείσθε και αύθις να δηλώσητε τον γράψαντα υμίν την εκ Λαμίας και εν τώ της 4ης Σεπτεμβρίου ε.ε. φύλλω του «Νεολόγου Αθηνών» καταχωρισθείσαν αλληλογραφίαν την καθαπτομένην της υπολήψεώς μου, διότι θέλω να καταγγείλω επί εξυβρίσει και συκοφαντία τον συντάκτην της αλληλογραφίας ταύτης· άλλως θέλω καταγγείλει υμάς, κύριε Συντάκτα, επί εξυβρίσει και συκοφαντία.
Ο πρόξενος της Υψ. Πύλης
AGOB ERAM.
Σ.Σ.Ν. Και αύθις παρακαλούμεν τον κ.πρόξενον, πρίν είπωμεν αυτώ το όνομα του γράψαντος, να διαψεύση τα εν τώ Νεολόγω γραφέντα διά της υπογραφής του. Πιστεύομεν ότι, αφού επιμένει να μάθη το όνομα του επιστείλαντος, δεν θα δυσκολευθή να είπη ημίν εάν τα γραφέντα εισί ψευδή ή αληθή.» (πηγή: ΝΕΟΛΟΓΟΣ ΑΘΗΝΩΝ, έτος Γ΄, φύλλο 19/19-09-1876, σελίδα 4, ψηφιακός σελιδοδείκτης 494).
Άγνωστο είναι τι συνέβη στη συνέχεια με το γεγονός αυτό. Στα επόμενα φύλλα της εφημερίδας δεν αναφέρεται κάτι σχετικό με την υπόθεση.
6) Έτος 1877:
-Ο ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ δημοσιεύει την είδηση για κινητοποίηση των Οθωμανών στη Θεσσαλία, εξαιτίας διαδοθείσης φήμης για ελληνική επίθεση στο Δομοκό. Η φήμη προήλθε, σύμφωνα με Οθωμανούς της Θεσσαλίας, από επιστολή του Οθωμανού προξένου της Λαμίας, η οποία ειδοποιεί τις οθωμανικές αρχές για ενδεχόμενη ελληνική επίθεση. Η εφημερίδα απευθύνεται στον Αγκόπ Εράμ Εφφέντη και του εφιστά την προσοχή να αποφεύγονται τέτοιες ενέργειες. Αναφέρει μάλιστα, ότι τέτοιες ενέργειες συκοφάντησης των ελληνικών στρατιωτικών και διοικητικών αρχών χαρακτήριζαν τον προκάτοχό του Μιχαήλ Αξελό Εφφέντη. Γράφει η εφημερίδα:
«-Πληροφορούμεθα παρά των εκ Θεσσαλίας ερχομένων, ότι εις Δομοκόν, Φάρσαλα και Αλμυρόν, εγένετο κίνησις και θόρυβος εκ μέρους των τούρκων, οίτινες καθ’ όλην την νύκτα διά του στρατού επιτηρούν τάς τε πόλεις και τα πέριξ αυτών. Κατ’ αυτάς ήλθεν εις Δομοκόν επίτιδες εις ταγματάρχης ίνα επιθεωρήση τον στρατόν και λοιπήν παρασκευήν. Ως δε τινες οθωμανοί είπον εις φίλους των χριστιανούς, η ταραχή αύτη προήλθεν εξ επιστολής του Οθωμανού Προξένου εν Λαμία, δι’ ής, δήθεν ειδοποιεί τάς αρχάς της Θεσσαλίας, ότι ήκουσέ τινα εν Λαμία καυχώμενον ότι δύναται με πεντήκοντα άνδρας να εξέλθη και να κυριεύση το Δομοκόν. Ημείς δεν πιστεύομεν να έπραξεν τοιούτον ο Κύριος Πρόξενος διότι πρώτον ήθελεν είσθαι πολλά αφελής, εάν θωρεί ως σπουδαία τα παρά των τυχόντων ανθρώπων ανόητα καυχήματα, και επί τη υποθέσει ότι ήκουσέ τινος τοιαύτα καυχομένου, όπερ δεν πιστεύομεν. Δεύτερον πρέπει να γνωρίζη ο Κύριος Πρόξενος ότι η αποστολή του δεν είναι να γράφη ψεύδη και ανυπάρκτους φόβους και κινδύνους, διότι τα τοιαύτα θεωρούνται συκοφαντίαι, αίτινες δύνανται να ψυχράνωσι δωρεάν τάς μεταξύ των δύω ομόρων επικρατειών φιλικάς σχέσεις. Τοιαύτη διαγωγή επετρέπετο εις τον προκάτοχον αυτού Αξελόν, όστις διά να πωλή δούλευσιν εις τάς οθωμανικάς αρχάς διηνεκώς εσυκοφάντει τον ελληνικόν στρατόν, την ελληνικήν Κυβέρνησιν και το ελληνικόν έθνος. Αλλ’ ο Κύριος Αγκόπ Εράμ Πρόξενος της Υ.Π. εν Λαμία μέχρι τούδε ουδέν τοιούτον έπραξεν, διά τούτο και τιμάται παρ’ όλων. Εάν όμως αποδειχθή ότι επέπεσεν εις τοιούτον λάθος, γενόμενος όργανον άλλου τινός μοχθηρού ανθρώπου, έστω βέβαιος, ει και φίλος, ότι θέλομεν γράψει σκληρά κατ’ αυτού, διότι δεν ανεχόμεθα τάς συκοφαντίας.» (πηγή: ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, φύλλο 929/26-02-1877, πρωτοσέλιδο, ψηφιακός σελιδοδείκτης 278).
-Τον Μάρτιο του 1877 η λαμιώτικη εφημερίδα ΕΥΝΟΜΙΑ δημοσιεύει την είδηση των αρραβώνων του γραμματέα του Οθωμανικού προξενείου Ευκλείδη Ζουρδάν ως εξής:
«…ετελέσθησαν την Κυριακήν το εσπέρας οι αρραβώνες του Κου Ευκλείδου Ζουρδάν γραμματέως του ενταύθα Τουρκικού Προξενείου, μετά της δεσποινίδος Μαλβίνης Μάγγελ, αδελφής του Κου Ειρηνοδίκου. Η Ευνομία εύχεται ταχείαν στέψιν και ευτυχίαν.» (πηγή: ΕΥΝΟΜΙΑ, φύλλο 7/24-03-1877, πρωτοσέλιδο, ψηφιακός σελιδοδείκτης 13).
-Τους τελευταίους μήνες του 1877 ακολούθησαν δύο γεγονότα σχετιζόμενα άμεσα με τον Οθωμανό πρόξενο Αγκόπ Εράμ Εφφέντη: η ανάκληση του διευθυντή του τηλεγραφείου Λαμίας Β.Καραμποά και η απόλυση του νομάρχη Φθιώτιδας Πέτρου Βακάλογλου.
Η ανάκληση του διευθυντή του τηλεγραφείου Β.Καραμποά
Κατά τα τέλη Αυγούστου του 1877, ανέκυψε θέμα με τον διευθυντή του τηλεγραφείου της Λαμίας Β.Καραμποά. Οι τοπικές εφημερίδες έγραψαν ότι κατηγορήθηκε για παράδοση κρατικών μυστικών, μέσω του τηλεγραφείου, στον Οθωμανό πρόξενο της Λαμίας. Αποτέλεσμα αυτού υπήρξε η ανάκλησή του στην Αθήνα «διά λόγους υπηρεσίας».
Γράφει η ΕΥΝΟΜΙΑ:
«Ενταύθα φαίνεται ότι υπάρχει σπείρα ανθρώπων, οι οποίοι προσπαθούσι να διαβάλλωσι τινάς των ανωτέρων υπαλλήλων, και ιδίως μετ’ επιτάσεως διέδωκαν ότι ο διευθυντής του ενταύθα τηλεγραφείου προδίδει τα τηληγραφήματα της Κυβερνήσεως εις τον πρόξενον της Τουρκίας. Τόσον διά τούς ανωτέρους υπαλλήλους, όσον και διά τον διευθυντήν του τηλεγραφείου, θεωρούμεν ανάξιον να κατέλθωμεν, όπως διαψεύσωμεν τούς αναιδείς συκοφάντας, οι οποίοι επιζητούσι να επιτύχωσι διά των φαύλων τούτων μέσων τους σκοπούς των, διότι μωρός θα ελεχθή ο πιστεύσων, έστω και μίαν στιγμήν, εις τάς κατά των εγνωσμένης τιμιότητος υπαλλήλων αισχράς συκοφαντίας τοσούτω μάλλον όσω αφού, γίνη γνωστόν, ότι ουδέποτε η Κυβέρνησις απέστειλεν ενταύθα τοιαύτα τηλεγραφήματα εκτός των αφορώντων την υπηρεσίαν.» (πηγή: ΕΥΝΟΜΙΑ, φύλλο 24/24-08-1877, σελίδα 2, ψηφιακός σελιδοδείκτης 47).
Ο ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ γράφει τα εξής:
«-Μετά εγκαρδίου λύπης επληροφορήθημεν, ότι άνθρωποι κακής πίστεως και κακόβουλοι, διέδωκαν, ότι δήθεν εις των αξιοτίμων υπαλλήλων, ο προϊστάμενος του τηλεγραφείου Λαμίας, Κος Β.Καραμποάς, εφοράθη προδίδων τα μυστήρια της υπηρεσίας του, εις τον ενταύθα Πρόξενον της Υ.Π.. Η συκοφαντία αύτη επιστεύθη παρά των πολιτών, όσοι δεν κοπιάζουσιν να σκεφθώσιν ότι τοιούτόν τι ήτον αδύνατον, ένθεν μέν διότι ουδέν μυστικόν διαβιβάζεται διά του τηλεγράφου, ένθεν δε διότι ο Κύριος Καραμποάς επί εικοσαετίαν υπηρετών, και βαθμόν αξιωματικού φέρων, διεκρίθη εις την υπηρεσίαν και διά την ικανότητα και τιμιότητά του. Διαβεβαιούμεν όθεν τούς συμπολίτας μας, ότι πάντα τα κατά του Κυρίου Καραμποά, το γελειωδέστερον δε και κατά τινων άλλων σεβαστών προσώπων, ανώτερον πάσης τοιαύτης μομφής, διαδοθέντα, εισί καθαρά συκοφαντία μοχθηρών ανθρώπων. Ο Κύριος Καραμποάς ανεκλήθη εις Αθήνας, διά λόγους υπηρεσίας.» (πηγή: ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, φύλλο 952/27-08-1877, σελίδα 3, ψηφιακός σελιδοδείκτης 317).
Τον Νοέμβριο του 1877 ο ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ γράφει για την ίδια υπόθεση:
«-Η εφημερίς των Αθηνών «Τηλέγραφος» εν τώ υπ’ αριθ. 445 της 5.9βρίου τρέχ. έτους εδημοσίευσεν αλληλογραφίαν τινα, δήθεν εκ Λαμίας, εν ώ αύτη εγράφη εν Αθήναις παρά γνωστού προσώπου, όπερ και υπεγράφη εις πολλά φύλλα, άτινα απέστειλεν εις τους εν Λαμία συγγενείς και φίλους του… ο φοιτητής ούτος του Πανεπιστημίου, δεν ηρκέσθη δι’ όσα έγραψε κατά του Κου Βακάλογλου, αλλ’ επιθυμεί και έτερον θύμα, ήτοι την παύσιν του Κυρίου Β.Καραμποά, διότι έτυχε και ούτος να ήναι φίλος του πρώην Νομάρχου. Ο Κύριος Καραμποάς λοιπόν είναι εις των διακεκριμένων εν τη τηλεγραφική υπηρεσία υπαλλήλων, ανήρ γνωρίζων καλώς την Γερμανικήν, την Γαλλικήν και την Ιταλικήν, προς δε και την ελληνικήν, ανήρ ένεκα της εξεδιασμένης αυτού ικανότητος θεωρηθείς παρ’ όλων των Κυβερνήσεων ως κατάλληλος και λίαν αναγκαίος εις την θέσιν ταύτην του διευθυντού του εν Λαμία Τηλεγραφείου. Ναι ο Κύριος Καραμποάς κατά τί έσφαλε και ζητείται επί πίνακι η κεφαλή του; ποία ποτέ υπήρξαν τα μυστικά τηλεγραφήματα, τα οποία ούτος επρόδωκεν εις τον Πρόξενον της Υ.Π.; Εάν ο Κύριος ούτος αγνοή, άς το μάθη, ότι η Κυβέρνησις ουδέποτε απέστειλεν εις τάς εν Λαμία αρχάς τηλεγραφήματα, εμπεριέχοντα μυστικάς οδηγίας. Εάν τοιαύτας είχεν οδηγίας να στείλη η Κυβέρνησις, ηδύνατο να τάς διαβιβάση ταχυδρομικώς, ουχί δε τηλεγραφικώς· διότι ως είναι αποδεδειγμένον, σπανίως διατηρείται μυστικόν εν τοίς ελληνικοίς τηλεγραφίοις. Αλλ’ ο Καραμποάς είχεν σχέσεις με τον Πρόξενον, και τούτον είναι έγκλημα; αλλοίμονον εις την κοινωνίαν, εάν πάντες οι πολίται όσοι διά των οικογενειών των ανταλλάσωσιν επισκέψεις με την οικογένειαν του Κυρίου Προξένου, θεωρηθώσιν ως προδόται, αλλά τότε δεν ήθελον εξαιρεθή της τοιαύτης μομφής και η οικογένεια του Κυρίου επιστέλλοντος , και άπασαι της πρώτης τάξεως των πολιτών της εν Λαμίας αι οικογένειαι.
Και όταν ο αξιότιμος Κύριος Β.Καραμποάς προσεκλήθη πρό μηνών υπό της Κυβερνήσεως ίνα επιφορτίση αυτόν να επισκευάση την τηλεγραφικήν γραμμήν Ακαρνανίας και Ζακύνθου, ένθα και έκτοτε μετέβη, είχον διαδοθή τοιαύται μωραί και όλως ανόηται διαδόσεις, υπό τινων, δήθεν σφόδρα πατριωτών, αλλά και τότε, ως και τώρα η κοινωνία απέδωκε την πρέπουσαν εκτίμησιν, και εγέλασεν αποκαρδίας.» (πηγή: ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, φύλλο 960/12-11-1877, σελίδα 2, ψηφιακός σελιδοδείκτης 332). Δυστυχώς δεν διασώθηκε σε ψηφιακή μορφή το 445/05-11-1877 φύλλο της εφημερίδας ΤΗΛΕΓΡΑΦΟΣ, στο οποίο δημοσιεύθηκε η επιστολή «εκ Λαμίας» εναντίον των Πέτρου Βακάλογλου και Β.Καραμποά.
Το θέμα του Β.Καραμποά επαναφέρει κατά τα τέλη Νοεμβρίου 1877 ο ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ με την ευκαιρία της κατασκευής της νέας τηλεγραφικής γραμμής:
«-Η νέα τηλεγραφική γραμμή των μεθορίων, ήτις είχε σχεδιασθή να διέλθη επί της οροθετικής γραμμής, και την οποίαν κατεκρίναμεν διά των προηγουμένων φύλλων μας χάρις εις τον Κύριον Μαυρουδήν, εις όν ανέθεσεν η Κυβέρνησις την κατασκευήν, ουσιωδώς μετεβλήθη, διότι αφ’ ού έφθασεν εις τον ελληνικόν στρατώνα “Δερβέν Φούρκα”, έστρεψε προς τά κάτω και εσχημάτισε γραμμήν δύω ώρας απέχουσαν των ορίων, εις τρόπον ώστε δι’ αυτού του τρόπου επιτυγχάνεται ο σκοπός, δι’ όν προσδιωρίσθη η κατασκευή της νέας ταύτης γραμμής. Η βελτίωσις αύτη και η πρόληψις ατοπημάτων, οφείλεται εις τον αξιότιμον Κύριον Μαυρουδή, του οποίου η περί την τηλεγραφικήν εξιδιασμένη ικανότης είναι ήδη αναγνωρισμένη.
Επί τη ευκαιρία ταύτη προκειμένου περί τηλεγράφου και των τηλεγραφικών υπαλλήλων, οφείλομεν εξήγησιν τινα. Εις έν των προηγουμένων φύλλων μας κατακρίναντας τους αποδόσαντας εις τον προϊστάμενον του Τηλεγραφείου Λαμίας Κύριον Β.Καραμποά πρόθεσιν ανακοινώσεως μυστικών τηλεγραφημάτων της Κυβερνήσεως εις τον ενταύθα Πρόξενον της Υ.Π. όπερ ουδέποτε υπήρξεν, και προς βεβαίωσιν των λόγων ημών, είπομεν ότι ουδέποτε η Κυβέρνησις διεβίβασε τηλεγραφικώς μυστικάς διαταγάς, διότι κατά δυστυχίαν πολλάκις κατά καιρούς υπήρξαν τηλεγραφικοί υπάλληλοι, μη διατηρήσαντες την εχεμυθίαν. Ταύτα όμως γράψαντες δεν εννοήσαμεν ποσώς τους ήδη υπάρχοντας Τηλεγραφητάς εν Λαμία· διότι ούτοι διακρίνονται κ΄ διά την ευγενή συμπεριφοράν των και διά την ακριβή εκπλήρωσιν των καθηκόντων των· και ουδεμία υπήρξε παρ’ ουδενός αφορμή παραπόνου κατ’ αυτών, ως προς τα έργα της υπηρεσίας των.» (πηγή: ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, φύλλο 961/26-11-1877, σελίδα 3, ψηφιακός σελιδοδείκτης 334).
Η απόλυση του νομάρχη Φθιωτιδοφωκίδος Πέτρου Βακάλογλου
Τον Οκτώβριο του 1877 συνέβη ένα γεγονός που αναστάτωσε τον πολιτικό κόσμο στη Φθιώτιδα. Ο νομάρχης Πέτρος Βακάλογλου απολύθηκε από τη θέση του εξαιτίας του περιεχομένου επιστολής που έστειλε προς τη σύζυγο του Αγκόπ Εράμ Εφφέντη. Η υπόθεση έχει ως εξής:
Στις αρχές του Οκτωβρίου 1877 ο λοχαγός Σκυρός διέδωσε στη Λαμία ότι «εύρεν επιστολήν ενοχοποιούσαν τον νομάρχην Φθιώτιδος κ.Π.Βακάλογλον». Ο Βακάλογλου αντέδρασε καταγγέλλοντάς τον για συκοφαντία. Η επιστολή, με ημερομηνία 2 Απριλίου 1877, στάλθηκε στη Λαμία από την Αθήνα. Στην Αθήνα βρισκόταν προσωρινά για υπηρεσιακούς λόγους και ο Βακάλογλου. Έξι μήνες αργότερα, ο λοχαγός Σκυρός απέστειλε την επιστολή στην τοπική εφημερίδα ΕΥΝΟΜΙΑ με την παράκληση να δημοσιευθεί. Το περιεχόμενό της πρόδιδε τις στενές φιλικές σχέσεις που διατηρούσαν ο Νομάρχης Φθιώτιδος και ο Οθωμανός πρόξενος. Η φιλία αυτή είχε αναπτυχθεί από παλαιότερα, η εκδρομή τους στην Οίτη το καλοκαίρι του 1873 το αποδεικνύει. Με την επιστολή αυτή ο Πέτρος Βακάλογλου προτρέπει τον Οθωμανό πρόξενο να είναι προσεκτικότερος στην παρακολούθηση ενδεχόμενων κινημάτων στη Θεσσαλία, καθώς και στο λαθρεμπόριο πυρίτιδας που λάβαινε χώρα μεταξύ των χριστιανών της Φθιώτιδας και της Θεσσαλίας. Τον προτρέπει να ενημερώνει άμεσα τον Τσεβίτ πασά της Θεσσαλίας για τα θέματα αυτά. Κλείνοντας μεταφέρει τη χαρά του για την απεξάρτηση από το αλκοόλ του Οθωμανού προξένου, «οπού έπαυσεν ο φίλος κύριος Εράμ να πίνη σπύρτα» αναφέρει η επιστολή κατά την τοπική έκφραση για τα οινοπνευματώδη ποτά. Εύχεται και «καλήν στέψιν» στον αρραβωνιασμένο από το Μάρτιο γραμματέα του Οθωμανικού προξενείου Ευκλείδη Ζιουρδάν.
Ειδικότερα, γράφει η ΕΥΝΟΜΙΑ:
«Προς τον κ: εκδότην της Ευνομίας. Δημοσιεύσητε, σας παρακαλώ, τα εξής:
Ο εις Λαμίαν ευρισκόμενος λοχαγός κ.Σκυρός διαδούς ότι εύρεν επιστολήν ενοχοποιούσαν τον νομάρχην Φθιώτιδος κ.Π.Βακάλογλον κατηγγέλθη υπό τούτου επί συκοφαντία. Ο κ.Σκυρός απολογούμενος εις την κατηγορίαν εδημοσίευσεν την εξής του κ.Βακάλογλου επιστολήν, απ’ Αθηνών προς την σύζυγον του ενταύθα οθωμανικού προξένου σταλείσαν.
Η κυκλοφορία και η ανάγνωσις της επιστολής ταύτης ποικίλας διήγειρεν εν τη πόλει μας τάς εντυπώσεις και κρίσεις.
Αθήναι την 2 Απριλίου 1877
Σεβαστή μου Φίλη Κυρία Εράμ.
Δεν σάς απήντησα εγκαίρως εις την επιστολήν σας διότι επροσπάθουν να μάθω την αιτίαν της δυσαρεσκείας του Χουσνή πασά. Έμαθον λοιπόν, ότι ο εν Λαρίσση πρόξενος της Ελλάδος ανέφερεν επισήμως ότι οι χριστιανοί της Θεσσαλίας ετοιμάζονται να επαναστατήσουν, και ότι θα τους σταλούν πολεμοφόδια από την Λαμίαν.
Υποθέτω λοιπόν ότι την πληροφορίαν ταύτην την έδοσεν ο ρηθείς πρόξενος και εις τον φίλον μας Τζεβίτ πασάν, όστις θα την ανέφερε, κατά χρέος, και εις τον Χουσνήν, και ίσως εδυσαρεστήθη διότι δεν την ανέφερε και ο κύριος Εράμ, ο οποίος διαμένει ως πρόξενος εις την Λαμίαν. Είναι δε αληθές ότι οι χριστιανοί είναι πολύ δυσαρεστημένοι έξω διά τα μεγάλα δοσίματα τα οποία τούς αναγκάζουν οι οθωμανοί να πληρώσουν αφότου ήρχισεν η επανάστασις και ο πόλεμος των Σλαύων, και αν τυχόν γείνη ρωσσοτουρκικός πόλεμος θα γείνουν επαναστατικά κινήματα εκ μέρους των χριστιανών των μεθορίων επαρχιών· επίσης δε αληθές είναι ότι επειδή η τουρκική εξουσία έχει εμποδισμένην την πώλησιν της πυρίτιδος εις την Ήπειρον και Θεσσαλίαν εξέρχονται λαθραίως από την Φθιώτιδα και την Ευρυτανίαν πολλά βαρέλια πυρίτιδος εις το τουρκικόν κάθε χρόνον· ας φροντίζη λοιπόν ο Κ.Εράμ να μανθάνη τα κινήματα τα στασιαστικά και την κρυφίαν εξαγωγήν της πυρίτιδος, και ας γράφη εις τον Τσεβίτ πασάν πάσαν πληροφορίαν την οποίαν μανθάνει, εις τρόπον ώστε να δείχνη ότι προσέχει εις τα κινήματα τα οποία δύνανται να διαταράξουν την τάξιν των γειτονικών επαρχιών. άς τά γράφη δε και εις τον Κ.Φωτιάδην. Εγώ είχον είπει εις τον Κ.Φωτιάδην ότι έχει ανάγκην ο κ.Εράμ από χρήματα διά να έχη ένα δύο κατασκόπους των κινημάτων των κακούργων, και μού είπεν ότι δύναται να ζητήση τοιαύτα έξοδα δι’ αναφοράς του, και επειδή ήλπιζον να επανέλθω με το τελευταίον ατμόπλοιον δεν του τα έγραψα.
Εγώ δεν γνωρίζω αν θα έλθω και με το προσεχώς αναχωρούν ατμόπλοιον, διότι δεν εδιατάχθην ακόμη, αγνοώ διά ποίαν αιτίαν· γνωρίζω μόνον ενεργούν βουλευταί τινες να μη επανέλθω, πλήν δεν πιστεύω να εισακουσθούν, εις τάς παρούσας μάλιστα περιστάσεις, ότε ο ρωσσοτουρκικός πόλεμος φαίνεται άφευκτος. Δεν επεσκέφθην πλέον τον Κ.Φωτιάδην διά να μη κάμη λόγον εις τον Υπουργόν δι’ εμέ, επειδή δεν επιθυμώ να επανέλθω με ριτζάδες και με πλάγια μέσα, αλλά με την εκτίμησιν της αξίας μου.
Ευχαριστήθην πολύ οπού έπαυσεν ο φίλος κύριος Εράμ να πίνη σπύρτα.
Σάς ασπάζομαι όλους μετά της οικογενείας μου· καθώς και τον κύριον Ζουρδάν εις τον οποίον εύχομαι καλήν στέψιν.
Ο φίλος σας
Π.Βακάλογλος.» (πηγή: ΕΥΝΟΜΙΑ, φύλλο 30/06-10-1877, σελίδες 2-3, ψηφιακός σελιδοδείκτης 59).
Μετά τη δημοσιοποίηση της επιστολής ο Πέτρος Βακάλογλου απολύθηκε. Η είδηση της απόλυσής του δημοσιεύθηκε στις 19 Οκτωβρίου 1877 στην αθηναϊκή εφημερίδα ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ ως εξής:
«-Ο νομάρχης Φθιώτιδος κ.Βακάλογλους απελύθη από της υπηρεσίας. Αιτία της απολύσεως αυτού φαίνεται ότι εγένετο επιστολή τις ήν έγραψε πρό μηνών εξ Αθηνών προς την σύζυγον του εν Λαμία προξένου της Τουρκίας, και ήτις εσχάτως εδημοσιεύθη. Εν τη επιστολή εκείνη ο κ.Βακάλογλους ανεμίγνυε πράγματα της υπηρεσίας και εμνημόνευεν επαναστατικών κινημάτων και άλλων. Ταύτα ίσως εθεωρήθησαν ανάρμοστα προς ένα νομάρχην και εντεύθεν πιθανότατα η απόλυσις αυτού. Την επιστολήν εκείνην πολλοί κατέκριναν και πικρούς εξήνεγκον λόγους κατά του γράψαντος, άλλοι δε ολιγώτερον αυστηροί απλώς απεδοκίμασαν τα εν αυτή, άτινα ο κ.Βακάλογλους ως νομάρχης δεν επετρέπετο να γράψη.» (πηγή: ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ, φύλλο 3940/19-10-1877, σελίδα 2, ψηφιακός σελιδοδείκτης 500).
Οι υπόλοιπες αθηναϊκές εφημερίδες δημοσίευσαν λακωνικά την είδηση της απόλυσης:
Η εφημερίδα ΚΑΡΤΕΡΙΑ γράφει:
«-Ο νομάρχης Φθιώτιδος κ.Βακάλογλους απελύθη της υπηρεσίας. Αιτία της απολύσεως ταύτης φαίνεται, είναι η προς την κυρίαν Εράμ επιστολή του.» (πηγή: ΚΑΡΤΕΡΙΑ, φύλλο 142/20-10-1877, σελίδα 4, ψηφιακός σελιδοδείκτης 297).
Η εφημερίδα ΕΘΝΙΚΟΝ ΠΝΕΥΜΑ:
«-Ο νομάρχης Φθιώτιδος κ.Βακάλογλους απελύθη της υπηρεσίας.» (πηγή: ΕΘΝΙΚΟΝ ΠΝΕΥΜΑ, φύλλο 832/20-10-1877, σελίδα 3, ψηφιακός σελιδοδείκτης 488).
Η εφημερίδα ΕΦΗΜΕΡΙΣ των Δημητρίου Κορομηλά και Ιωάννου Καμπούρογλου:
«-Απελύθη της υπηρεσίας ο νομάρχης Φθιώτιδος κ.Βακάλογλους.» (πηγή: ΕΦΗΜΕΡΙΣ, φύλλο 293/20-10-1877, σελίδα 2, ψηφιακός σελιδοδείκτης 245).
Η εφημερίδα ΩΡΑ αναδημοσίευσε την είδηση από την εφημερίδα ΕΘΝΙΚΟΝ ΠΝΕΥΜΑ:
«-Απελύθη της υπηρεσίας, κατά τον “Εθνικόν Πνεύμα”, ο νομάρχης Φθιώτιδος κ.Βακάλογλους.» (πηγή: ΩΡΑ, φύλλο 347/21-10-1877, σελίδα 2, ψηφιακός σελιδοδείκτης 630).
Λίγες ημέρες μετά την απόλυση από την κυβέρνηση του Νομάρχη Πέτρου Βακάλογλου, ο Αγκόπ Εράμ Εφφέντης απέλυσε τον γραμματέα του Οθωμανικού προξενείου Ευκλείδη Ζουρδάν. Λόγω αδυναμίας αποπληρωμής των χρεών του προς διαφόρους οφειλέτες, ο Ζουρδάν αναχώρησε κρυφά από τη Λαμία και κατέφυγε στο οθωμανικό. Η είδηση δημοσιεύθηκε στις 29 Οκτωβρίου 1877 και στις δύο λαμιώτικες εφημερίδες που κυκλοφορούσαν τότε.
Η ΕΥΝΟΜΙΑ γράφει:
«Ο πρώην γραμματεύς του Τουρκικού προξενείου κ.Ζουρδάν απολυθείς υπό του προϊσταμένου του, συνεπεία της γνωστής προς την Κυρίαν Προξένου επιστολής, ως λέγεται, απέδρα νύκτωρ, ανεξόφλητα εγκαταλείψας χρέη τινα εις την αγοράν. Ηκούσαμεν ότι απερχόμενος αφήκεν επιστολήν τινα απολογούμενος κατά της εκτοξευθείσης κατ’ αυτού κατηγορίας. Όταν αναγνώσωμεν την επιστολήν θέλομεν εκφέρη την ημετέραν γνώμην.» (πηγή: ΕΥΝΟΜΙΑ, φύλλο 33/29-10-1877, σελίδες 1-2, ψηφιακοί σελιδοδείκτες 62 & 63). Είναι άγνωστο αν η επιστολή του Ζουρδάν δημοσιεύθηκε ποτέ.
Ο ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ γράφει:
«-Ο Γραμματεύς του ενταύθα προξενείου της υψ. Πύλης Ζουρδάν, επαύθη παρά του κ.προξένου, διά λόγους, ως φαίνεται, ουσιώδεις· επειδή δε ώφειλεν ενταύθα προς διαφόρους, και δεν είχε τα μέσα να τούς ικανοποιήση, ανεχώρησε κρύφα εις το οθωμανικόν ανεπιστρεπτεί.» (πηγή: ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, φύλλο 958/29-10-1877, σελίδα 3, ψηφιακός σελιδοδείκτης 328).
Την είδηση της απόλυσης και δραπέτευσης του Ζουρδάν δημοσιεύει και η αθηναϊκή εφημερίδα ΕΘΝΙΚΟΝ ΠΝΕΥΜΑ:
«-Ο γραμματεύς του εν Λαμία τουρκικού προξενείου κ.Ζουρδάν απελύθη διά λόγους αγνώστους· κρύφα δε μετά την απόλυσίν του ανεχώρησεν εις το Οθωμανικόν.» (πηγή: ΕΘΝΙΚΟΝ ΠΝΕΥΜΑ, φύλλο 842/01-11-1877, σελίδα 3, ψηφιακός σελιδοδείκτης 508).
Η τοπική εφημερίδα ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, επικρίνοντας την απόλυση του Πέτρου Βακάλογλου από την ελληνική κυβέρνηση, δημοσίευσε πρωτοσέλιδο μακροσκελές άρθρο στο φύλλο της 29ης Οκτωβρίου 1877 με τίτλο «Η παύσις του Νομάρχου Φθιωτιδοφωκίδος Κυρίου Πέτρου Βακάλογλου» (Εικ.2).
 
Εικ.2. Το πρωτοσέλιδο της λαμιώτικης εφημερίδας ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ με το άρθρο για την απόλυση του Νομάρχη Πέτρου Βακάλογλου. (πηγή: ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, φύλλο 958/29-10-1877, πρωτοσέλιδο, ψηφιακός σελιδοδείκτης 327).
 
Στο άρθρο υπερτονίζεται η προσφορά του Βακάλογλου στην πάταξη της ληστείας, είτε «ως μοίραρχος και διοικητής των μεταβατικών», είτε ως Νομάρχης Αιτωλοακαρνανίας και Φθιωτιδοφωκίδος. Δικαιολογεί την αποστολή της επιστολής και αναφέρει ότι στάλθηκε έχοντας την κυβερνητική κάλυψη της κυβέρνησης Δεληγεώργη. Ειδικότερα, γράφει ότι «…έπραξε δε τούτο ο Κύριος Βακάλογλους κ΄ σύμφωνα με τάς οδηγίας, άς είχε υπό της τότε Κυβερνήσεως του Κυρίου Δεληγεώργη, και εις εποχήν καθ’ ήν μήτε ρωσσοτουρκικός πόλεμος είχε κηρυχθεί εισέτι, και τα άτακτα κινήματα κατεδιώκοντο υπό της Κυβερνήσεως, ως και παρ’ απάντων των Εύ φρονούντων πολιτών…». Ολοκληρώνοντας το άρθρο, η εφημερίδα εκφράζει την άποψη ότι θα ήταν προτιμότερο «…εάν η ελληνική Κυβέρνησις εθεώρει ότι ο Κύριος Π.Βακάλογλους παρεσύρθη από το αίσθημα της φιλίας, και ως Νομάρχης δεν έπρεπεν απερισκέπτως να γράψη τοιαύτην επιστολήν, ώφειλε να τιμωρήση αυτόν πειθαρχικώς, ουχί δε να απολύση αυτόν της υπηρεσίας, δίδουσα ούτω το δικαίωμα εις τούς πολίτας να πιστεύωσιν, ότι η Κυβέρνησις έθεσεν εις αμφιβολίαν τον πατριωτισμόν και την τιμιότητα υπαλλήλου, εξόχως την πατρίδα υπηρετήσαντος.».
Ειδικότερα, γράφει Ο ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ:
«Η παύσις του Νομάρχου Φθιωτιδοφωκίδος Κυρίου Πέτρου Βακάλογλου.
“Δρυός πεσούσης, πάς ανήρ ξυλεύεται”. Η παροιμία αύτη των προγόνων μας εφαρμόζεται εις πάντα, όστις τυχόν εν τώ κοινωνικώ ή έν τώ δημοσίω βίω αυτού ήθελε κατά τι προσκόψει, έστω και ακουσίως· διότι εν τοιαύτη περιπτώσει πάντες και αυτοί οι μέχρι χθές φίλοι, σήμερον επιπίπτουσι και ανιλεώς τον κατασπαράττουσι.
Τοιούτόν τι πάθημα έπαθεν ο άρτι παυθείς εκ της θέσεώς του Νομάρχης Κύριος Π.Βακάλογλους, ο επί πεντήκοντα και επέκεινα έτη εντίμως και μετ’ αφοσιώσεως υπηρετήσας την Πατρίδα, και προσαγαγών υπηρεσίας, και ως στρατιωτικός και ως πολιτικός υπάλληλος εις την Κυβέρνησιν, όσας ολίγιστοι των ομοταγών αυτού δύνανται να καυχηθώσιν ότι προσέφερον.
Τίς έλλην και μάλιστα εκ των πολιτευομένων δύναται να παραγνωρίση τάς υπέρ της δημοσίου ασφαλείας προσφερθείσας παρά του Κυρίου Π.Βακάλογλου εξόχους υπηρεσίας; Ποίος κατέστρεψε τάς φοβεράς ληστοσυμμορίας του Νταβέλη, Κακαράπη και πολλών άλλων πρό της μεταπολιτεύσεως; Ποίος μετά την μεταπολίτευσιν εκαθάρισε την Αττικήν, Βοιωτίαν και Λοκρίδα από εκατοστύας ληστών; Ποίος ή ο Κύριος Π.Βακάλογλους ως μοίραρχος και διοικητής των μεταβατικών; Ο Κύριος Π.Βακάλογλους είτε διά λόγους υγείας, είτε διά λόγους ηλικίας απεσύρθη εις τον ιδιωτικόν βίον λαβών την σύνταξίν του, ως Ταγματάρχης της Χωροφυλακής, τιμώμενος και σεβόμενος παρ’ όλης της Ελληνικής κοινωνίας. Υπήρξεν όμως αποφράς εποχή, καθ’ ήν η ληστρική μάστιξ εμάστιζεν άπασαν την στερεάν Ελλάδα. Όθεν ο τότε Πρωθυπουργός Κύριος Δεληγεώργης ενθυμηθείς ότι ο Κύριος Π.Βακάλογλους έδωκε δείγματα της μεγάλης πείρας, φρονήσεως και ικανότητος προς εξόντωσιν της ληστείας, καθ’ όλας τάς εποχάς, καθ’ άς επιφορτίσθη τοιαύτην εντολήν υπό της Κυβερνήσεως, εδιώρισεν αυτόν Νομάρχην Αιτολοακαρνανίας, και μετά τινα έτη ετέρα Κυβέρνησις μετέθεσεν αυτόν εις Φθιωτιδοφωκίδα. Επί οκτώ όλα έτη κατά συνέχειαν ο Κύριος Π.Βακάλογλους υπηρετεί ως Νομάρχης την Πατρίδα, τον Βασιλέα και την Κυβέρνησιν, και όμως εν τώ μακρώ τούτω διαστήματος, ει και πάντες οι αρχηγοί των πολιτικών κομμάτων οίτινες αποτελούσι την σημερινήν Κυβέρνησιν, και αυτός ο Κύριος Βούλγαρης περιήλθον αλληλοδιαδόχως εις την κυβερνητικήν εξουσίαν, και όμως ουδείς εξ αυτών ετόλμησε να παύση τον Νομάρχην Βακάλογλουν, ει και πάντες οι λοιποί των Νομαρχών οι μεν παρά της μιάς, οι δε παρά της ετέρας Κυβερνήσεως απελύθησαν και αντεκατεστάθησαν· διότι ωμολογείτο ότι ο Κύριος Π.Βακάλογλους ήτο λίαν χρήσιμος και αναγκαίος εις την υπηρεσίαν, διά πολλά τε άλλα πλεονεκτήματά του, και ιδίως διά την εξιδιασμένην πείραν προς εμπέδοσιν της δημοσίου ασφαλείας· και τώ όντι αι ούτω σκεφθείσαι Κυβερνήσεις δεν εψεύσθησαν των ελπίδων των, διότι ποίος δύναται να λησμονήση και να αρνηθή ότι ο Κύριος Π.Βακάλογλους υπήρξεν ο διοικητικός εκείνος υπάλληλος, όστις διά της φρονήσεώς του, των μεγάλων σχέσεών του και της εξιδιασμένης πείρας του εκατόρθωσε την παντελή εξάλειψιν της ληστείας, συμπράττων μετά της Α΄(αυτού) εξοχότητος του Μεχμέτ Αλή Πασσά, όστις και προφορικώς και εγγράφως εν όλη τη ειλικρινεία ωμολόγησεν, ότε εις αυτόν απεδίδομεν την εξάλειψιν της ληστείας, ότι ναι μεν και αυτός ηργάσθη εκθύμως προς τούτο, αλλ’ άνευ των συμβουλών και οδηγιών και σχεδίων του Κυρίου Νομάρχου Π.Βακάλογλου, δεν ήτο δυνατόν να φθάση εις το επιτευχθέν ευχάριστον αποτέλεσμα.
Ο Κύριος Π.Βακάλογλους άρα υπήρξεν ευεργέτης της ελληνικής κοινωνίας, και ιδίως των μεθορίων επαρχιών, και εις ουδενός τον νούν επήλθεν ποτέ να θέση εις αμφιβολίαν την ειλικρίνειάν του και τον πατριωτισμόν του· και όμως επιστολή τις, ήν έγραψε προς την Κυρίαν Προξένου της Υ.Π. εν Λαμία, ουχί με σκοπόν να προδόση τα εθνικά συμφέροντα, (άπαγε της βλασφημίας!) αλλ’ ίνα βοηθήση τον φίλον του πρόξενον, όστις είχε πέσει εις την δυσμένειαν του Χουσνή Πασά, Βαλή της Ηπείρου και Θεσσαλίας, και εκινδύνευε να παυθή, έπραξε δε τούτο ο Κύριος Βακάλογλους κ΄ σύμφωνα με τάς οδηγίας, άς είχε υπό της τότε Κυβερνήσεως του Κυρίου Δεληγεώργη, και εις εποχήν καθ’ ήν μήτε ρωσσοτουρκικός πόλεμος είχε κηρυχθεί εισέτι, και τα άτακτα κινήματα κατεδιώκοντο υπό της Κυβερνήσεως, ως και παρ’ απάντων των Εύ φρονούντων πολιτών· η επιστολή, λέγομεν, αύτη, έδωκεν αφορμήν να γείνη τοσούτος πάταγος, και να προέλθη η Κυβέρνησις εις την παύσιν διακεκριμμένου διοικητικού υπαλλήλου αναγκαιωτάτου εις την υπηρεσίαν και ιδίως των μεθορίων επαρχιών.
Όσοι δεν γινώσκουσιν, οποίας και οπόσας εξόχους υπηρεσίας προσέφερεν ο Κύριος Π.Βακάλογλους είς τε την ελληνικήν Κυβέρνησιν και εις τούς μετά της Τουρκίας συναλλαττομένους εμπόρους έλληνας, διά των σχέσεών του μετά των Διοικητικών και στρατιωτικών υπαλλήλων της Υ.Π. εν Θεσσαλία και Ηπείρω, εκείνοι εν αγνοία και εν καλή πίστει ίσως κατακρίνουσιν αυτόν διά τάς σχέσεις του ταύτας. Εις ουδένα όμως των κατοίκων Φθιώτιδος, οίτινες απολαύουσι πρό τινων ήδη ετών άκρας ασφαλείας, επιτρέπεται να αγνοή ταύτα, και αγνομονών να κατακρίνη τον ευεργέτην του.
Τέλος πάντων εάν η ελληνική Κυβέρνησις εθεώρει ότι ο Κύριος Π.Βακάλογλους παρεσύρθη από το αίσθημα της φιλίας, και ως Νομάρχης δεν έπρεπεν απερισκέπτως να γράψη τοιαύτην επιστολήν, ώφειλε να τιμωρήση αυτόν πειθαρχικώς, ουχί δε να απολύση αυτόν της υπηρεσίας, δίδουσα ούτω το δικαίωμα εις τούς πολίτας να πιστεύωσιν, ότι η Κυβέρνησις έθεσεν εις αμφιβολίαν τον πατριωτισμόν και την τιμιότητα υπαλλήλου, εξόχως την πατρίδα υπηρετήσαντος.» (πηγή: ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, φύλλο 958/29-10-1877, πρωτοσέλιδο, ψηφιακός σελιδοδείκτης 327).
Αντίθετα, η ΕΥΝΟΜΙΑ συμφωνεί με την κυβερνητική απόφαση για την απόλυση του Βακάλογλου. Γράφει η εφημερίδα:
«-Κάλλιστα έπραξεν η Κυβέρνησις, απολύσασα τον πρώην Νομάρχην Φθιώτιδος και Φωκίδος, όσον επιεικώς και αν κριθή, η γνωστή εκείνη επιστολή προς την κ.Προξένου, έδει τουλάχιστον χάριν της αξιοπρεπείας της υψηλής θέσεώς του, να συνεπιφέρη την απόλυσιν. Εις την στηλιτικήν, «Εθνικήν Φωνήν» της παρελθούσης πέμπτης, εγράφη εντεύθεν επιστολή περί της απολύσεως του κ.Νομάρχου, δι’ ής αποκαλύπτεται δήθεν ο λόγος ένεκα του οποίου προέβη εις το μέτρον τούτο ο κ.Κουμουνδούρος. Αρκούμεθα λέγοντες εις απάντησιν, ότι σπείρη εις την θάλασσαν τοιαύτα γράφων.» (πηγή: ΕΥΝΟΜΙΑ, φύλλο 35/09-11-1877, σελίδα 2, ψηφιακός σελιδοδείκτης 67). Δυστυχώς, δεν διασώθηκε σε ψηφιακή μορφή το αναφερόμενο φύλλο της εφημερίδας ΕΘΝΙΚΗ ΦΩΝΗ με την επιστολή.
Στη δίκη που διεξήχθη στο δικαστήριο πλημμελειοδικών Λαμίας, το δικαστήριο δικαίωσε τον Πέτρο Βακάλογλου. Ο κατηγορούμενος επί συκοφαντία λοχαγός Σκυρός καταδικάστηκε ερήμην σε εξάμηνη φυλάκιση. Επτά χρόνια αργότερα, ο λοχαγός Σκυρός αποστρατεύθηκε με το βαθμό του ταγματάρχη. Γράφει η Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαιδεία: «Σκυρός Σπυρίδων, ταγμ(ατάρχης) πεζ(ικού), γεν(νηθείς) το 1832 εν Κορώνη Πυλίας, απεστρ(ατεύθη) 28 Μαρτίου 1884.» (πηγή: Μεγάλη Στρατιωτική & Ναυτική Εγκυκλοπαιδεία, τόμος 6, σελίδα 229). Την είδηση της καταδίκης «επί συκοφαντία» δημοσιεύει η αθηναϊκή εφημερίδα ΕΘΝΙΚΗ ΦΩΝΗ:
«-Το δικαστήριον των εν Λαμία πλημμελειοδικών κατεδίκασε κατ’ ερήμην τον κ.Σκυρόν, κατηγορούμενον επί συκοφαντία κατά του κ.Βακάλογλου, τέως νομάρχου, εις εξάμηνον φυλάκισιν.» (πηγή: ΕΘΝΙΚΗ ΦΩΝΗ, φύλλο 83/10-11-1877, σελίδα 4, ψηφιακός σελιδοδείκτης 123). Παρά την καταδίκη του λοχαγού Σκυρού, ο Βακάλογλου δεν αποκαταστάθηκε στη θέση του.
Ο ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ επανήλθε με νέο άρθρο του υπέρ του Βακάλογλου. Ο συκοφάντης κατηγορείται από την εφημερίδα για «πάθος» εναντίον του Βακάλογλου «χρονολογούμενον από δύω περίπου ετών». Γράφει η εφημερίδα:
«-Η εφημερίς των Αθηνών «Τηλέγραφος» εν τώ υπ’ αριθ. 445 της 5.9βρίου τρέχ. έτους εδημοσίευσεν αλληλογραφίαν τινα, δήθεν εκ Λαμίας, εν ώ αύτη εγράφη εν Αθήναις παρά γνωστού προσώπου, όπερ και υπεγράφη εις πολλά φύλλα, άτινα απέστειλεν εις τους εν Λαμία συγγενείς και φίλους του. Διά της ειρημένης αλληλογραφίας ο Λαμιεύς ούτος μη δυνάμενος να κρύψη το κατά του Κυρίου Π. Βακάλογλου, πρώην Νομάρχου Φθιωτιδοφωκίδος πάθος του, χρονολογούμενον από δύω περίπου ετών, και γνωστόν τοίς πάσιν εν Λαμία, ενόμισεν ότι ώφειλε να χύση το φαρμάκι του, όταν ήδη ο Κύριος Π.Βακάλογλους απελύθη της υπηρεσίας, δεν ετόλμησεν όμως ο θρασύδηλος να τα γράψη όταν εδημοσίευσε την επιστολήν εν τή «Ευνομία» διότι εφοβείτο μήν τυχόν και δεν απολυθή τής υπηρεσίας o Βακάλογλους. Δεν μάς λέγει ο ειρημένος κύριος ποίοι εισίν οι πολίται εκείνοι της Λαμίας, οίτινες σφόδρα εχάρησαν διά την απόλυσιν του Νομάρχου; Εάν, διότι αυτός έχων το γνωστόν πάθος ευχαριστήθη, ενόμισεν ότι και οι λοιποί πολίται ευχαριστήθησαν, απατάται μεγάλως. Ίσα ίσα το εναντίον συμβαίνει. Ημείς επληροφορήθημεν ότι πολλοί αξιότιμοι πολίται αυθορμήτως έσπευσαν να συντάξωσιν έγγραφον, δι’ ού εκφράζουσι την ενδόμυχον λύπην των, διά την απόλυσιν του Κυρίου Νομάρχου, του οποίου την μετριοπάθειαν και τάς λοιπάς αρετάς αυτού πάντες εξετίμησαν. Ο τύπος της Λαμίας, αντιπροσωπεύων την κοινήν των πολιτών ενταύθα γνώμην, έγραψεν ήδη τα δέοντα περί του Κυρίου Π.Βακάλογλου εν όλη τη αμεροληψία· αλλοίμονον και εις την Κυβέρνησιν και εις την Ελληνικήν κοινωνίαν, εάν επρόσμενον να μάθωσι τα περί του πρώην Νομάρχου, από άνθρωπον πνέοντα εκδίκησιν διότι ο Νομάρχης δεν ενέδωκεν εις τινα γνωστήν απαίτησιν αυτού κ΄ των συγγενών του…» (πηγή: ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, φύλλο 960/12-11-1877, σελίδα 2, ψηφιακός σελιδοδείκτης 332). Δυστυχώς δεν διασώθηκε το φύλλο 445/05-11-1877 της αθηναϊκής εφημερίδας ΤΗΛΕΓΡΑΦΟΣ που αναφέρεται στο άρθρο.
Τον Πέτρο Βακάλογλου αντικατέστησε ο νέος Νομάρχης Κωνσταντίνος Ευγενειάδης. Διορίσθηκε με Βασιλικό διάταγμα της 30ης Νοεμβρίου 1877. Ο διορισμός του δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 4/Α/14-01-1878 ως εξής: «Διά Β.Διατάγματος από 30 Νοεμβρίου π.ε. διωρίσθη Νομάρχης Φθιώτιδος κτλ. ο κ.Κωνστ. Ευγενιάδης.». Την είδηση της άφιξής του στη Λαμία δημοσίευσε στις 13 Δεκεμβρίου 1877 η ΕΥΝΟΜΙΑ:
«Διά του τελευταίου ατμοπλοίου αφίχθη ο Νομάρχης Φθιώτιδος Κος Κ.Ευγενειάδης. Ο Κ.Νομάρχης είναι ανήρ, εγγηράσας εις την διοικητικήν υπηρεσίαν, γινώσκων επομένως κατά βάθος όλον τον διοικητικόν μηχανισμόν, κέκτηται δε προς τούτοις και όλην την φυσικήν εφυΐαν, ήν πρέπει να κέκτηται ο ανώτερος διοικητικός άρχων, όπως ευδοκιμήση κατά την εκπλήρωσιν των υψηλών καθηκόντων του. Ομολογούμεν ότι οι καιροί, καθ’ ούς ενεπιστεύθη αυτώ η διοίκησις του Νομού, εισι λίαν δύσκολοι, αλλά πιστεύουμεν ότι η μεγάλη του διοικητική πείρα και το εμφυές αυτώ διοικητικόν πνεύμα θα τον υποβοηθήσουν ουσιωδώς, ώστε να καταστήση την διοίκησίν του επαξίαν των περιστάσεων.» (πηγή: ΕΥΝΟΜΙΑ, φύλλο 39/13-12-1877, σελίδα 3, ψηφιακός σελιδοδείκτης 75).
Ο Κωνσταντίνος Ευγενειάδης παρέμεινε στη θέση του Νομάρχη έως τις 6 Ιουλίου 1878 και κατόπιν μετατέθηκε στην Αιτωλοακαρνανία. Νομάρχης στη Φθιώτιδα διορίσθηκε με Βασιλικό διάταγμα της 26ης Αυγούστου 1878 ο Δημήτριος Γ. Δημητρακάκης.
7) Έτος 1879:
-Στην έκδοση «Accounts and Papers: Forty-one Volumes, Session 5 December 1878-15 August 1879» δημοσιεύθηκαν στα γαλλικά, με μετάφραση στα αγγλικά, δύο επιστολές του συνταγματάρχη Λιακόπουλου, ο οποίες σχετίζονται με την δημόσια ασφάλεια στην Φθιώτιδα. Για τον Λιακόπουλο γράφει η Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαιδεία: «Λιακόπουλος Βασίλειος, συντ(αγματάρχης) πεζ(ικού) γεν(νηθείς) το 1819 εν Παλούμπα, διετέλεσε διοικητής συντ(άγματος) πεζ(ικού), απεστρ(ατεύθη) 4 Ιαν(ουαρίου) 1890» (πηγή: Μεγάλη Στρατιωτική & Ναυτική Εγκυκλοπαιδεία, τόμος 4, σελίδα 414).
Η επιστολή, με ημερομηνία 16 Ιανουαρίου 1879, έχει αποδέκτη τον πρόξενο του Ελληνικού Βασιλείου στη Λάρισα Ιωάννη Ρ. Παλαμίδη. Αναφέρεται στις προσπάθειες ενίσχυσης της δημόσιας ασφάλειας στη συνοριακή γραμμή από κοινού με τις οθωμανικές αρχές. Συμφωνήθηκε με τον Οθωμανό πρόξενο της Λαμίας Αγκόπ Εράμ Εφφέντη να ενεργήσει ο ίδιος στις οθωμανικές αρχές, ώστε να ορισθεί ημέρα και τόπος συνάντησης μεταξύ των δύο πλευρών. Παράλληλα, απευθύνεται έκκληση προς τον Ιωάννη Παλαμήδη για παρόμοιες ενέργειες και από τον ίδιο προς αυτό το σκοπό. Ο Λιακόπουλος μαζί με την επιστολή αποστέλλει συνημμένα στον Παλαμήδη και αντίγραφο της επιστολής του προς τον Αγκόπ Εράμ Εφφέντη.
Ειδικότερα, η επιστολή αναφέρει τα εξής:
«Colonel Liacopoulo to M. Palamides.
(Traduction.)
Lamie, le 16/28 Janvier, 1879.
M. le Consul,
NOTRE Gouvernement s'occupant, comme vous savez, continuellement de l'affermissement définitif de la sûreté publique sur la ligne-frontière, nous a ordonné de nouveau à prendre le plus tôt possible les mesures les plus promptes et efficaces qui, d'un commun accord avec les autorités Ottomanes, seraient considérées comme nécessaires pour ce but.
Sur ce sujet nous nous sommes entendus aujourd'hui avec le Consul de la Sublime Porte, M. Agop-Eram, pour qu'il s'entende avec les autorités Ottomanes pour la fixation du jour et du lieu de l'entrevue. En portant cela à votre connaissance, M. le Consul, nous vous prions de faire tout votre possible près des autorités Otto manes pour faciliter cette entrevue, qui est très- nécessaire et importante pour la réussite du but proposé.
Nous vous envoyons en même temps copie de notre lettre que nous avons adressés à M. Agop- Eram, Consul de la Sublime Porte.
Agréez, &c.
Le Commandant des Forces Militaires,
(Signé) Colonel LIACOPOULO.».
Η δεύτερη επιστολή του συνταγματάρχη Λιακόπουλου και του εισαγγελέα Μιχαήλ Κυργούσιου με ημερομηνία 15 Ιανουαρίου 1879 έχει αποδέκτη τον Οθωμανό πρόξενο της Λαμίας Αγκόπ Εράμ Εφφέντη. Αναφέρεται κι αυτή στο ίδιο θέμα και προτείνει στον Αγκόπ Εράμ Εφφέντη να συνεννοηθεί με τις οθωμανικές αρχές της Θεσσαλίας για την από κοινού λήψη μέτρων κατά της ληστείας. Για την καλύτερη συνεννόηση των δύο πλευρών προτείνει συνάντηση στην Ιερά Μονή Αντίνισας, εκτός αν οι οθωμανικές αρχές είχαν να προτείνουν κάποιο άλλο μέρος. Κλείνοντας, παρακαλεί τον Αγκόπ Εράμ Εφφέντη να τον ενημερώσει το συντομότερο δυνατόν για την απάντηση των οθωμανικών αρχών λόγω του επείγοντος του θέματος.
Ειδικότερα, η επιστολή αναφέρει τα εξής:
«Colonel Liacopoulo to M. Agop Eram.
(Traduction.)
Lamie, le 15/27 Janvier, 1879.
M. le Consul,
NOTRE Gouvernement continuant à s'occuper et à prendre les plus grands soins pour l'établissement de la sûreté publique sur la ligne frontière, nous a mis en tête de l'autorité judiciaire et militaire, et nous a permis de nous entendre avec les autorités judiciaires et militaires du Sandjak de la Thessalie pour les mesures qui, de concert avec elles, et pour l'intérêt commun des deux pays, seraient considérées comme propres et indispensables à prendre pour la réussite du but proposé.
En portant à votre connaissance cette intention de notre Gouvernement nous vous prions, M. le Consul, d'avoir l'obligeance de vous entendre avec les autorités supérieures du Sandjak de la Thessalie, et nous faire connaître si elles acceptent cette mesure, et en ce cas de nous faire savoir en même temps le jour et le lieu de l'entrevue.
Selon nous la Sainte Abbaye d'Antinitza, située sur la ligne-frontière, serait propre pour l'entrevue, si les autorités Ottomanes n'ont à proposer un autre lieu comme plus opportun.
Nous vous serons infiniment obligés, M. le Consul, si vous voudriez bien faire transmettre la réponse des autorités supérieures Ottomanes le plus tôt possible à cause de l'urgence de l'affaire.
Agréez, &c.
Le Commandant des Forces Militaires,
(Signé) Colonel LIACOPOULO.
Le Procureur du Roi,
M. CÍRGOUSSIO. »
γ) Η κατάργηση του οθωμανικού προξενείου Λαμίας
Μετά την Συμφωνία της Κωνσταντινούπολης και την επικύρωσή της στις 2 Ιουλίου 1881, η Θεσσαλία ενσωματώθηκε στο Ελληνικό Βασίλειο. Αποτέλεσμα του γεγονότος αυτού ήταν να επέλθουν αλλαγές στη θέση και σημασία της Φθιώτιδας ως διοικητικού κέντρου του κράτους. Τα σύνορα μετακινήθηκαν βορειότερα και η περιοχή έπαυσε να είναι παραμεθόρια. Η λειτουργία του οθωμανικού προξενείου Λαμίας κρίθηκε μη αναγκαία γι’ αυτό και καταργήθηκε.
Η είδηση της κατάργησής του δημοσιεύθηκε λακωνικά στο φύλλο της τοπικής εφημερίδας ΕΥΝΟΜΙΑ της 12ης Δεκεμβρίου 1881 ως εξής:
«-Το ενταύθα Οθωμανικόν Προξενείον, ως επληροφορήθημεν, κατηργήθη, διαταχθέντος του Προξένου κ.Αγγόπ Εράμ να μεταβή εις Κωνσταντινούπολιν.» (πηγή: ΕΥΝΟΜΙΑ, φύλλο 160/12-12-1881, σελίδα 2, ψηφιακός σελιδοδείκτης 180).
                                                                                                            ΤΕΛΟΣ Β΄ ΜΕΡΟΥΣ
 
 
 
ΠΗΓΕΣ-ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
 
1. Εφημερίδα ΕΥΝΟΜΙΑ.
2. Εφημερίδα ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ.
3. Εφημερίδα ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ.
5. Bayerische StaatsBibliothek (ΦΕΚ 1860)
6. Rigasche Stadtblätter für das Jahr 1858, Riga 1859, buchseite 279.
7. Accounts and PapersForty-one VolumesSession 5 December 1878-15 August 1879, pages 92, 93.
8. Almanach de Paris 1868. Annuaire général des cours de diplomatie, de politique, d’histoire et de statistique pour tous les Ètats du globe, Quatrième année, Paris, page 595.
9. Δημητρίου Θ. Νάτσιου: «Το εν Λαμία Τουρκικό Προξενείο 1846-1881», Εφημερίδα Εθνικός Αγών, αριθμός φύλλου 2488, Λαμία Πέμπτη 9 Σεπτεμβρίου 1971.
10. Δημητρίου Θ. Νάτσιου: «Αντωνέτα Αγκώπ Εράμ (1855-1873), θυγατέρα του εν Λαμία Τούρκου Προξένου», Περιοδική έκδοση Φθιωτικά Χρονικά 32 (2011), σελίδες 81-82.