Edward Lear-Thermopylae-Greece-1848

Edward Lear-Thermopylae-Greece-1848
Το ιστολόγιο αυτό δημιουργήθηκε με σκοπό την προβολή της τοπικής ιστορίας της Φθιώτιδας. Παρουσιάζονται ιστορικά γεγονότα λιγότερο γνωστά στο ευρύ κοινό. Παρατίθενται μαρτυρίες ανθρώπων, οι οποίοι συμμετείχαν και βίωσαν γεγονότα του 19ου και 20ου αιώνα. Προτιμάται ο επώνυμος σχολιασμός των αναρτήσεων. Στις αναδημοσιεύσεις παρακαλούμε για την αναφορά της πηγής προέλευσης. © Σωτήριος Γ. Αλεξόπουλος.
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΧΙΝΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΧΙΝΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 22 Ιανουαρίου 2024

Παραχώρηση δικαιώματος εκμετάλλευσης μεταλλευτικού κοιτάσματος μαγγανίτη και χρωμίου σε περιοχή του Αχινού Φθιώτιδας το 1871

Στο φύλλο 767/10-11-1871 της λαμιώτικης εφημερίδας ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ δημοσιεύθηκε αίτηση δύο ενδιαφερομένων πολιτών και διακήρυξη με θέμα την εκμετάλλευση έκτασης με μεταλλευτικό κοίτασμα μαγγανίτη και χρωμίου στην περιοχή του χωριού Αχινού Φθιώτιδας (Εικ.1αβγδ).
Η διακήρυξη μαζί με το αίτημα των ενδιαφερομένων:
-δημοσιεύθηκε στις τοπικές εφημερίδες ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ και ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ.
-τοιχοκολλήθηκε με τη φροντίδα του Δημάρχου Λαμίας για τέσσερις μήνες «εις το Δημοσιότερον μέρος» της Λαμίας, στον Αχινό και στον τόπο κατοικίας των αιτούντων με την επιμέλεια των τοπικών Δημάρχων.
-αμέσως μετά την τοιχοκόλληση και για τρείς συνεχόμενες Κυριακές η διακήρυξη διαβάσθηκε στις εκκλησίες μετά τη θεία λειτουργία.
-καθ’ όλη τη διάρκεια των παραπάνω δημοσιοποιήσεων, η αναφορά των αιτούντων και τα διαγράμματα της εκμεταλλεύσιμης έκτασης θα παρέμειναν στο γραφείο της Νομαρχίας προς γνώση των ενδιαφερομένων.
-μετά τη λήξη της τετράμηνης προθεσμίας, εντός οκτώ ημερών θα υποβάλλονταν στη Νομαρχία τα αποτελέσματα που προέκυψαν από τη διακήρυξη, δηλαδή εάν υπήρξε ενδιαφέρον από άλλους τοπικούς παράγοντες για την παραχώρηση εκμετάλλευσης της έκτασης.
Η αίτηση, τα τοπωνύμια και οι ενδιαφερόμενοι.
Στην αίτησή τους οι δύο ενδιαφερόμενοι Χαράλαμπος Φραγκίστας και Γεώργιος Κοτούλας αναφέρουν, ότι το μετάλλευμα ανακαλύφθηκε από τους ίδιους και βρίσκεται εντός ιδιοκτησιών τους «εις τάς θέσεις Λαγοβούνια, Αετός, Μαγούλα, Μαγκλαβά κ.λ.π.».
Τα όρια του εκμεταλλεύσιμου μεταλλεύματος προσδιορίζονται στην αίτηση ως εξής: «συνορευόμενον Ανατολικώς από το χάνι του Αχινού διά του ρεύματος Αγίου Δημητρίου εν μέρει και διά καλλιεργημένων και ακαλλιεργήτων γαιών του χωρίου Αχινού μέχρι του λεγομένου κοκκίνου βράχου και κάτωθεν του χωρίου Νικόβης Δυτικώς από τρία σύνορα Νικόβης και Αχινού και Στυλίδος, Αετός μέχρι της Μεμονομένης Γκουρτζιάς της κειμένης κάτωθεν της Μαγούλας Μαγκλαβά. Μεσημβρινώς (Νότια) από την ιδίαν Γκουρτζιάν διά του παραθαλασίου Μύλου Σαράτζη, της παραλίας, και του παραλίου πλατάνου μέχρι του χανίου Αχινού και Αρκτικώς (Βόρεια) από τα μνησθέντα τρία σύνορα και Αετόν μέχρι κοκκίνου βράχου.».
Το τοπωνύμιο χάνι Αχινού υποδηλώνει την ύπαρξη στην περιοχή χανιού ή πανδοχείου, άγνωστο όμως πότε.
Ο παραθαλάσσιος μύλος Σαράτση είναι ο νερόμυλος, ο οποίος λειτουργούσε στο σημείο όπου σήμερα βρίσκεται ο Καραβόμυλος (βλέπε ανάρτηση: Ιστορία του Καραβομύλου Φθιώτιδας). Από έρευνα στο διαδίκτυο για το νερόμυλο Σαράτση καταγράφονται τα εξής: «Καραβόμυλος: -Υδρόμυλος του “Σαράτση”, στην τοποθεσία “Ζουριό”, κοντά στη θάλασσα. Υπήρχε από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Με μικρά καράβια (βάρκες) έφερναν δημητριακά και τα άλεθαν στο μύλο αυτό. Έτσι η θέση αυτή ονομάστηκε Καραβόμυλος, όπως και το χωριό μεταγενέστερα. Μετά το 1834 αγοράστηκε από τους Αφούς Σκουμπουρδή. Τον νοίκιασαν οι Αφοί Γεώργιος & Λάμπρος Κόρακας και λειτούργησε την περίοδο 1928-1935. Τον γκρέμισαν το 1962, που πέρασε η Εθνική Οδός.» (πηγή: Ονομαστική καταγραφή υδρομύλων και μυλωθρών του νομού Φθιώτιδος».
Οι ενδιαφερόμενοι για την εκμετάλλευση του μεταλλεύματος μαζί με την αίτηση επισυνάπτουν:
-Διάγραμμα εις τριπλούν του αξιωματικού του μηχανικού Κωνσταντίνου Τζώτζη (αναλογία:1/10.000 του βασιλικού πήχη), από το οποίο αποδεικνύεται ότι η έκταση ανέρχεται σε 3.888,66 στρέμματα. Ο Κωνσταντίνος Τζώτζης το 1871 υπηρετούσε στη Λαμία. Γράφει γι’ αυτόν η Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαιδεία: «Τζώτζης Κων]τίνος, υπολ(οχαγός) μηχ(ανικού), γεν(νηθείς) το 1842 εν Πειραιεί, διεγρ(άφη), μετατεθείς πολ(ιτικός) μηχ(ανικός), 15 Μαΐου 1878» (πηγή: ΜΣΝΕ, τόμος 6, σελίδα 430).
-δείγμα από δέκα οκάδες των εκμεταλλεύσιμων μεταλλευμάτων.
-δύο διαγράμματα του παραπάνω μηχανικού που απεικονίζουν τις ερευνητικές ανασκαφές που διενήργησαν.
-περιληπτική έκθεση των συστατικών με την επιφύλαξη να προσκομίσουν και αναλυτική χημική έκθεση.
Οι ενδιαφερόμενοι δηλώνουν, ότι θα συμμορφωθούν με τους νόμους και τις διαταγές της κυβέρνησης που αφορούσαν τον τρόπο εκμετάλλευσης του μεταλλεύματος και ότι θα καταβάλουν τον ανάλογο φόρο για την έκταση που θα τους παραχωρούνταν, καθώς και φόρο για την πρόσοδο από το μεταλλείο.
Ειδικότερα, στην αίτησή τους δεσμεύονται:
-για ετήσια καταβολή στο δημόσιο από την ημέρα έκδοσης του παραχωρητηρίου 3 λεπτών/στρέμμα (δηλαδή 3.888,66Χ0,03=116,65 δραχμές). Δεσμεύονται και για την καταβολή του ετησίου φόρου που θα προσδιορισθεί επί του καθαρού εισοδήματος που θα προκύψει από την εκμετάλλευση του μεταλλείου, καθώς και 1% της δραχμής, όπως ορίζουν τα άρθρα 30 και 31 του Νόμου Χϟ΄ (690) «Περί μεταλλείων» (ΦΕΚ 44/Α/24-08-1861): «Άρθρον 30. Οι ιδιοκτήται των μεταλλείων πληρόνουσιν εις το δημόσιον ένα μόνον φόρον εις χρήματα. Ο τοιούτος φόρος προσδιορίζεται εκάστοτε διά του ετησίου φορολογικού νόμου επί του προϊόντος αφού εκπεσθώσιν εκ τούτου μόνα τα έξοδα του υλικού και της εργασίας των χρησιμευσάντων εις την εξόρυξίν του· δεν δύναται δε να υπερβαίνη τα 5 τοις % του, ως είρηται, καθαρού εισοδήματος.
Άρθρον 31. Επιβάλλεται προσέτι έν εκατοστόν της δραχμής φόρος επί του ως είρηται εν τώ προηγουμένω άρθρω καθαρού προϊόντος, ίνα απαρτισθή εξ αυτού αποθεματικόν κεφάλαιον προς βοήθειαν και περίθαλψιν των εργατών και των οικογενειών αυτών εν περιπτώσει δυστυχημάτων. Ιδιαίτερον Διάταγμα θέλει κανονίσει την διαχείρισιν του κεφαλαίου τούτου.».
-δηλώνουν ότι θα συμμορφωθούν κατά γράμμα με τον τεχνικό τρόπο εκμετάλλευσης του μεταλλείου, όπως ορίσθηκε από την κυβέρνηση, σύμφωνα με το άρθρο 29 του Νόμου Χϟ΄ (690) «Περί μεταλλείων»: «Άρθρον 29. Οι ιδιοκτήται των μεταλλείων οφείλουσι να εκπληρώσι τάς εν τώ παραχωρητηρίω εγγράφω περιεχομένας υποχρεώσεις, να διατελώσι μεταλλεύοντες το παραχωρηθέν μεταλλείον και να εκτελώσι τάς προς αποφυγήν δυστυχημάτων αναγομένας παραγγελίας του αρμοδίου επί των μεταλλείων μηχανικού».
-Τέλος, υπόσχονται να καταβάλλουν στο δημόσιο το μέρισμα επί του καθαρού εισοδήματος, το οποίο όρισε η κυβέρνηση, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 33 του Νόμου Χϟ΄ (690) «Περί μεταλλείων»: «Άρθρον 7. Εν τη πράξει της παραχωρήσεως ορίζεται και το προς τον ιδιοκτήτην της γης υπό του εις όν παρεχωρήθη το μεταλλείον οφειλόμενον μέρισμα, όπερ δεν δύναται να υπερβαίνη τα 5 τοίς % επί του μεταλλεύματος μετά την προαφαίρεσιν των γενομένων εξόδων εργασίας και υλικού....
Άρθρον 33. Οι ιδιοκτήται των μεταλλείων υποχρεούνται ν’ αποζημιώσωσι τούς ιδιοκτήτας, ών ήθελον καταλάβει ή βλάψει τάς γαίας διά των μεταλλευτικών εργασιών. Και ει μέν εξ αυτών κωλύεται άνευ άλλης βλάβης η εντός του έτους συνήθης καλλιέργεια, η αποζημίωσις συνίσταται εις την εκ της καλλιεργείας καθαράν πρόσοδον κατά την γνωμοδότησιν εμπειροτεχνών, προστιθεμένου εις αυτήν και ενός τετάρτου της αυτής προσόδου· ει δε εκ των ειρημένων εργασιών και των ανασκαφών βλάπτονται αι γαίαι τοσούτον ώστε δεν δύνανται να χρησιμεύσωσιν εις καλλιέργειαν ή καταλαμβάνονται υπέρ το έτος, οι ιδιοκτήται των μεταλλείων υποχρεούνται να προσλάβωσιν αυτάς εις την περιοχήν του μεταλλείου επί αποζημιώσει οριζομένη υπό εμπειροτεχνών εις το διπλάσιον της της αξίας, ήν είχον αύται πρό της μεταλλεύσεως του μεταλλείου.».
Όπως προαναφέρθηκε, ενδιαφερόμενοι για την παραχώρηση της έκτασης είναι οι «Χαράλαμπος Φραγγίστας Ιατρός» και «Γεώργιος Κοτούλας Μαθητής».
Ο ιατρός Χαράλαμπος Φραγκίστας υπήρξε ένας από τους δύο γιούς του αγωνιστή Ιωάννη Φραγκίστα από την Ευρυτανία. Είναι αυτός που λίγο πριν πεθάνει ο πατέρας του, τον ανέβασε στο άλογό του και τον οδήγησε στον τελευταίο του περίπατο σε δρόμο της Λαμίας. Αστειευόμενος ο γερο-αγωνιστής παρομοίασε τον εαυτό του με την ιέρεια μητέρα των Αργείων Κλέοβη και Βίτωνα στην αρχαιότητα [περισσότερα βλέπε στην ανάρτηση: Νεκρολογία του αγωνιστή Ιωάννη Φραγκίστα (1764-1861)]. Ο άλλος γιός του αγωνιστή, ο Επαμεινώνδας Φραγκίστας, υπήρξε διαπρεπής νομικός. Το 1861 συνέγραψε στη Λαμία το έργο του «ΒΙΟΣ ΚΑΤΖΑΝΤΩΝΗ» σύμφωνα με τη διήγηση του αγωνιστή πατέρα του, με τον οποίο ο Κατσαντώνης υπήρξε συμπολεμιστής.
Στον εκλογικό κατάλογο της Κοινότητας Στυλίδας του 1915 είναι εγγεγραμμένος με α/α 653 και αριθμό μητρώου αρρένων 2267 ο Φραγκίστας Νικόλαος του Χαραλάμπους, ετών 36, επαγγέλματος Εργατικός και ενεστώτα τόπο διαμονής τη Στυλίδα. Πρόκειται για το γιό του Χαράλαμπου Φραγκίστα.
Ο Γεώργιος Κοτούλας αναφέρεται στο αίτημα ως μαθητής. Προφανώς πρόκειται για άτομο νεαρής ηλικίας και δημιουργείται προβληματισμός για το δικαίωμα συμμετοχής του σε δικαιοπραξία. Η απάντηση στον προβληματισμό αυτό δίνεται από τον εκλογικό κατάλογο του Δήμου Λαμιέων του 1879: με α/α 472 είναι εγγεγραμμένος ο Κοτούλας Γεώργιος του Κωνσταντίνου, ετών 30, επαγγέλματος κτηματίας και ενεστώτα τόπο διαμονής τη Λαμία. Επομένως, το 1871 ο Γεώργιος Κωτούλας ήταν 21 ετών.
Ακολουθεί το κείμενο του αιτήματος των ενδιαφερομένων για την παραχώρηση της έκτασης:
«Προς
Την Βασιλικήν Νομαρχίαν Φθιώτιδος
Λαμβάνομεν την τιμήν οι υποφαινόμενοι Χαράλαμπος Φραγγίστας Ιατρός και Γεώργιος Κοτούλας Μαθητής κάτοικοι Λαμίας, να παρακαλέσωμεν υμάς Κύριε Νομάρχα, όπως ενεργήσετε να μάς παραχωρηθή το υφ’ ημών ανακαλυφθέν μεταλλείον μαγγανίτου και χρωμίου κείμενον εις την περιφέρειαν του χωρίου Αχινού του Δήμου Φαλάρων και εντός των ιδιοκτήτων γαιών μας εις τάς θέσεις Λαγοβούνια, Αετός, Μαγούλα, Μαγκλαβά κ.λ.π. και συνορευόμενον Ανατολικώς από το χάνι του Αχινού διά του ρεύματος Αγίου Δημητρίου εν μέρει και διά καλλιεργημένων και ακαλλιεργήτων γαιών του χωρίου Αχινού μέχρι του λεγομένου κοκκίνου βράχου και κάτωθεν του χωρίου Νικόβης Δυτικώς από τρία σύνορα Νικόβης και Αχινού και Στυλίδος, Αετός μέχρι της Μεμονομένης Γκουρτζιάς της κειμένης κάτωθεν της Μαγούλας Μαγκλαβά. Μεσημβρινώς από την ιδίαν Γκουρτζιάν διά του παραθαλασίου Μύλου Σαράτζη, της παραλίας, και του παραλίου πλατάνου μέχρι του χανίου Αχινού και Αρκτικώς από τα μνησθέντα τρία σύνορα και Αετόν μέχρι κοκκίνου βράχου. Και επί τούτο επισυνάπτομεν διάγραμμα εις τριπλούν συνταχθέν υπό του Μηχανικού Κ. Τζιότζη με σμίκρινσιν 1]10,000 του Βασιλ. πήχεως κατά τον οποίον η ολική επιφάνεια του προς παραχώρησιν ζητουμένου χώρου ανέρχεται εις Στρέμματα τρείς χιλιάδας οκτακόσια ογδοήκοντα οκτώ και εξήκοντα έξ μέτρα αριθ. 3,888,66 2)δείγμα αμφοτέρων των μεταλλευμάτων εξ οκάδων δέκα αριθ. 10. 3)έτερα δύο διαγράμματα του αυτού Μηχανικού των ενεργηθεισών ανασκαφών. 4) έκθεσιν περιληπτικήν των συστατικών των εν λόγω μεταλλούχων χώρων, επιφυλασσόμεθα να προσαγάγωμεν άμα τη παραλαβή αυτών αναλυτικήν του χημικού έκθεσιν.
Υποσχόμεθα προσέτι διά της παρούσης μας να πληρώσωμεν κατ’ έτος προς το δημόσιον από της εκδόσεως του παραχωρητηρίου τρία λεπτά δι’ έκαστον στρέμμα της παραχωρηθησομένης εκτάσεως, τον προσδιορισθησόμενον επί της καθαράς προσόδου εκ του φόρου, κατ’ έτος, έν έκατοστόν της δραχμής επί του καθαρού εισοδήματος ως ορίζεται εν τοίς άρθροις 30 και 31 του νόμου.
Προσέτι θέλομεν συμμορφωθή κατά γράμμα με τον παρά της Κυβερνήσεως κανονισθησόμενον τρόπον τεχνικόν της μεταλλεύσεως κατά την διάταξιν του άρθρου 29 του σχετικού Νόμου.
Υποσχόμεθα συνάμα να πληρώσωμεν εις το δημόσιον το παρά της Κυβερνήσεως ορισθησόμενον μέρισμα επί του καθαρού εισοδήματος κατά τα άρθρα 7, και 33 του περί μεταλλείων Νόμου.
Εν Λαμίᾳ την 19 Οκτωβρίου 1871.
Ευπειθέστατοι
Χ. Φραγγίστας Γ. Κουτούλας
διά την αντιγραφήν
Εν Λαμίᾳ την 21 8βρίου 1871.
Ο υπογραμ. της Νομαρχ. Φθιωτιδοφωκίδος
(Τ.Σ.] Κ. Θωμόπουλος.»
Η διακήρυξη της Νομαρχίας Φθιώτιδος και Φωκίδος
Το κείμενο της διακήρυξης έχει ως εξής:
«Αριθ. 7867
ΒΑΣΙΛΕΙΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Ο ΝΟΜΑΡΧΗΣ ΦΘΙΩΤΙΔΟΣ
ΚΑΙ ΦΩΚΙΔΟΣ
Διακηρύττει ότι
Οι Κύριοι Χαράλαμπος Φραγγίστας Ιατρός και Γεώργιος Κούτουλας Μαθητής κάτοικοι Λαμίας, διά της προς την Νομαρχίαν ταύτην υπό ημερομηνίαν 19 8βρίου ε.ε. αιτήσεώς των καταχωρηθείσης εις το υπ’ αριθ. 166 φύλλον του Βιβλίου των μεταλλείων εξαιτούνται την παραχώρησιν μεταλλείου Μαγγανίτου και χρωμίου, κειμένου εις την περιφέρειαν του Δήμου Φαλάρων αναφέροντος ρητώς ότι.
α΄.) Η αιτουμένη προς παραχώρησιν θέσις έχει έκτασιν μέν εκ στρεμμάτων τριών χιλιάδων οκτακοσίων ογδοήκοντα οκτώ και μέτρων εξήκοντα έξ (αριθ. 3888 και 66), συνορεύεται δε προς ανατολάς από το χάνι του Αχινού διά του ρεύματος Αγίου Δημητρίου έν μέρει και διά καλλιεργημένων και ακαλλιεργήτων γαιών του χωρίου Αχινού μέχρι του λεγομένου κοκκίνου Βράχου από κάτωθεν του χωρίου Νικόβης προς Δυσμάς από τρία σύνορα (Νικόβης, Αχινού και Στυλίδος) αετός μέχρι της μεμονωμένης Γκορτζιάς της κειμένης κάτωθεν της Μαγούλας Μαγκλαβά, προς Μεσημβρίαν από την ιδίαν Γκορτζιάν διά του παραθαλασσίου Μύλου Ταράτσης της παραλίας και του παραλίου Πλατάνου μέχρι του χανίου του Αχινού, και προς Άρκτον από τα μνησθέντα τρία σύνορα και Αετόν μέχρι κοκκίνου Βράχου.
β.) ότι υποχρεούνται να πληρώνωσι τον νενομισμένον επί τε της παραχωρηθησομένης επιφανείας και επί της καθαράς προσόδου προς το δημόσιον τούτου μεταλλείου φόρον και ότι θέλει συμμορφωθεί με τάς διατάξεις του Νόμου και τάς διαταγάς της Κυβερνήσεως τάς αφορώσας τον τρόπον της μεταλλεύσεως.
γ.) Η παρούσα διακήρυξις συνοδευομένη με την από 19 8βρίου ε.ε. αναφοράν των αιτούντων θέλει δημοσιευθή δι’ εξόδων εις τάς εφημερίδας «Φωνή του Λαού» και Φάρος της Όθρυος» ενταύθα εκδιδομένας, θέλει δε τοιχοκοληθή τη φροντίδι του Δημάρχου Λαμίας και μένει εκτιθησομένη επί τέσσαρας συνεχείς μήνας εις το Δημοσιότερον μέρος της πρωτευούσης του Νομού της Επαρχίας Φθιώτιδος του Δήμου Λαμίας, και εις το χωρίον Αχινόν, εις την περιφέρειαν του οποίου περιλαμβάνεται η περίμετρος της προς παραχώρησιν ζητουμένης εκτάσεως και εις το μέρος όπου διαμένωσιν οι αιτούντες την παραχώρησιν, επιμελεία των οικείων Δημάρχων. Προς τούτοις η παρούσα θέλει αναγινώσκεσθαι επ’ εκκλησίας κατά τρείς από της πρώτης τοιχοκολλήσεως Κυριακάς μετά την θείαν λειτουργίαν.
Διαρκουσών δε των δημοσιεύσεων τούτων η αναφορά των αιτούντων και τα διαγράμματα της επιφανείας θέλουσι μείνει εκτιθημένα εις το γραφείον της Νομαρχίας προς γνώσιν και οδηγίαν των ενδιαφερομένων.
Μετά την λήξιν της ταχθείσης τετραμήνου προθεσμίας υποβάλλονται προς την Νομαρχίαν εντός οκτώ ημερών αι απαιτούμεναι περί των δημοσιεύσεων και τοιχοκολλήσεων και επ’ εκκλησίας αναγνώσεων της διακηρύξεως ταύτης αποδείξεις, καθώς και αι τυχόν εις τάς εντοπίους αρχάς υποβληθείσαι αναφοραί της επί της προκειμένης υποθέσεως ενδιαφερομένων.
Εν Λαμίᾳ την 19 8βρίου 1871
Ο Νομαρχεύων
Β. Βατιμπέλας».
Τέλος, η εκμετάλλευση της έκτασης με τα μεταλλεύματα μαγγανίτη και χρωμίου στον Αχινό, όπως φαίνεται, δεν πραγματοποιήθηκε για άγνωστους λόγους.
 
 
 
ΕΙΚΟΝΕΣ
 
 
α
β
γ
δ
Εικ.1αβγδ. Το φύλλο 767/10-11-1871 της εφημερίδας ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ.
 
 
ΠΗΓΕΣ
1) Εφημερίδα ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ, φύλλο 767/10-11-1871, σελίδα 2, ψηφιακός σελιδοδείκτης 722.

 

 


Σάββατο 25 Μαρτίου 2023

Σχετικά με εγκατάσταση ομογενών από την Κούκλαινα της Ανατολικής Ρωμυλίας στον Αχινό Φθιώτιδας

Από την διαδικτυακή έρευνα εντοπίσθηκαν δύο Φύλλα Εφημερίδος της Κυβερνήσεως του έτους 1909 με Βασιλικά διατάγματα, τα οποία αφορούν εγκατάσταση στον Αχινό Φθιώτιδας 58 εποίκων ομογενών από την Κούκλαινα της Ανατολικής Ρωμυλίας (Εικ.1). Η Κούκλαινα (βουλγ. Куклен‎) βρίσκεται 14 χιλιόμετρα νότια της Φιλιππούπολης (βουλγ. Пловдив). Πληροφορίες για την Κούκλαινα της εποχής εκείνης δημοσιεύονται στο τέλος της ανάρτησης (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ).
Από το περιεχόμενο των Βασιλικών διαταγμάτων προκύπτει ότι υπήρχε κρατική απόφαση για την εγκατάσταση των ομογενών στον Αχινό. Στο πρώτο διάταγμα το κράτος εγγυάται την παροχή δανείων για την αγορά τμήματος του κτήματος Παναγιώτη Σκουμπουρδή. Στο δεύτερο εγκρίνεται το ρυμοτομικό σχέδιο του Αχινού με τα οικόπεδα που επρόκειτο να διατεθούν στους ομογενείς. Τελικά, είναι άγνωστο αν πραγματοποιήθηκε η εγκατάσταση των εποίκων ομογενών στον Αχινό.
Ειδικότερα:
1) Στο ΦΕΚ 35/Α/10-02-1909 (Εικ.2) δημοσιεύθηκε Βασιλικό διάταγμα της 8ης Φεβρουαρίου 1909 με θέμα «Περί παροχής της εγγυήσεως του Κράτους διά μέρος του τιμήματος κτήματος εν Αχινώ του δήμου Φαλάρων, αγορασθησομένου υπό εποίκων ομογενών εκ Κουκλαίνης της Ανατολ. Ρωμυλίας».
Στο ΦΕΚ γίνεται αναφορά για εγγύηση του κράτους σε παροχή δανείου στη μελλοντική αγορά των 2/3 της χρηματικής αξίας του μισού κτήματος του Παναγιώτη Σκουμπουρδή στον Αχινό. Το κτήμα θα αγοραζόταν από 58 εποίκους ομογενείς από την Κούκλαινα της Ανατολικής Ρωμυλίας. Η χρηματική αξία του ανερχόταν σε εκατό χιλιάδες πεντακόσιες δραχμές (100.500 δρχ.) και αποτελούνταν από τρία τεμάχια γαιών. Η συνολική έκτασή του ήταν χίλια εκατόν ογδόντα πέντε στρέμματα και εξακόσια εβδομήντα πέντε τετραγωνικά μέτρα (1.185,675 m2). Η αγορά περιελάμβανε και τα ύδατα του κτήματος που αναλογούσαν σε κάθε τεμάχιο γης, σύμφωνα με τα άρθρα 12-21 του νόμου ΓΣΒ΄ «Περί συνοικισμού και διανομής γαιών εν Θεσσαλία και περί ιδρύσεως Θεσσαλικού Γεωργικού Ταμείου» (ΦΕΚ62/Α/07-04-1907)».
Η παροχή της κρατικής εγγύησης βασίσθηκε στο νόμο ΑΩΝΒ΄ του 1890 «Περί εγγυήσεως του Κράτους εις ενυπόθηκα δάνεια γεωργοκτηματιών». Ο νόμος αυτός και οι μεταγενέστερες τροποποιήσεις του (1891, 1903 και 1910) δημιουργήθηκε ως αποτέλεσμα της πρόνοιας του κράτους για εξαγορά κτημάτων από κολλήγους ή άλλους γεωργούς από κοινού, προς διανομή μεταξύ τους με κοινό χρεωλυτικό ενυπόθηκο δάνειο. Προβλέπονταν η παροχή δανείων από τράπεζες ή ιδιώτες στους γεωργούς μέχρι και ολόκληρης της αξίας του εξαγοραζομένου κτήματος. Το κράτος εγγυόταν έως το μισό ποσό του δανείου. Η κατανομή του χρέους και της γης γινόταν σε κάθε γεωργό.
Το Βασιλικό διάταγμα αναφέρει τα εξής:
«ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α΄
ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Έχοντες υπ’ όψιν το άρθρον 12 του νόμου ΓΤΘ΄της 14 Μαΐου 1908 περί μεταρρυθμίσεως, συμπληρώσεως και προσθήκης διατάξεων εν τώ περί συνοικισμού, διανομής γαιών και Θεσσαλικού Γεωργικού Ταμείου νόμω ΓΣΒ΄της 7 Απριλίου 1907, και το άρθρον 9 του νόμου ΑΩΝΒ΄της 30 Μαΐου 1890, περί εγγυήσεως του Κράτους εις ενυπόθηκα δάνεια γεωργοκτηματιών, ορίζομεν, ίνα παρασχεθή η εγγύησις του Κράτους διά τα δύο τρίτα του τιμήματος του υπό 58 εποίκων ομογενών εκ Κουκλαίνης της Ανατολικής Ρωμυλίας αγορασθησομένου αντί εκατόν χιλιάδων πεντακοσίων δραχμών (100500) ημίσεως του κτήματος του κ.Παναγιώτου Σκουμπουρδή, όπερ κείται εν τώ χωρίω Αχινώ του δήμου Φαλάρων της επαρχίας Φθιώτιδος και αποτελείται εκ τριών τεμαχίων γαιών, εκτάσεως εν όλω Β. στρεμμάτων χιλίων εκατόν ογδοήκοντα πέντε και μέτρων τετραγωνικών εξακοσίων εβδομήκοντα πέντε (1185,675□) μετά του ύδατος του όλου κτήματος, του αναλογούντος εις έκαστον των τεμαχίων τούτων γαιών, και κατά τούς ορισμούς των άρθρων 12-21 του ειρημένου νόμου ΓΣΒ΄.
Εις τον Ημέτερον επί των Οικονομικών Υπουργόν ανατίθεται η δημοσίευσις και εκτέλεσις του παρόντος Ημών διατάγματος.
Εν Αθήναις τη 8 Φεβρουαρίου 1909
ΓΕΩΡΓΙΟΣ
Το Υπουργικόν Συμβούλιον
Ο Πρόεδρος                                         Τα Μέλη
Γ.Ν.Θεοτόκης                                     Δ.Π.Γούναρης
                                                            Κ.Αργ.Λομβάρδος
                                                            Ε.Εμπειρίκος
                                                            Γ.Π.Μπαλτατζής
                                                            Σ.Ε.Στάης
                                                            Ν.Δ.Λεβίδης».
2) Συνέχεια στο θέμα δόθηκε με το Βασιλικό διάταγμα της 3ης Σεπτεμβρίου 1909 «Περί εγκρίσεως σχεδίου ρυμοτομίας των οικοπέδων του συνοικισμού του χωρίου Αχινού του δήμου Φαλάρων της επαρχίας Φθιώτιδος». Δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 198/Α/04-09-1909 (Εικ.3αβ).
Στο Βασιλικό διάταγμα αναφέρεται η έγκριση του σχεδίου ρυμοτομίας των οικοπέδων του Αχινού ενόψει της εγκατάστασης των ομογενών εποίκων. Το σχέδιο ρυμοτομίας των οικοπέδων συνόδευε το διάταγμα αλλά δυστυχώς δεν βρέθηκε σε ψηφιακή μορφή.
Το Βασιλικό διάταγμα αναφέρει τα εξής:
«ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α΄
ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Έχοντες υπ’ όψει τα άρθρα 16 του νόμου ΓΣΒ΄ της 7 Απριλίου 1907 και 13 του νόμου ΓΤΘ΄ της 14 Μαΐου 1908 περί συνοικισμού και διανομής γαιών εν Θεσσαλία κτλ., προτάσει των Ημετέρων επί των Εσωτερικών και Οικονομικών Υπουργών, εγκρίνομεν το προσηρτημένον τώ παρόντι Ημών διατάγματι σχέδιον ρυμοτομίας των οικοπέδων του συνοικισμού του χωρίου Αχινού του δήμου Φαλάρων της επαρχίας Φθιώτιδος, προς εγκατάστασιν των εκ Κουκλαίνης της Ανατολικής Ρωμυλίας εποίκων ομογενών.
Εις τον Ημέτερον επί των Οικονομικών Υπουργόν ανατίθεται η δημοσίευσις και εκτέλεσις του παρόντος Ημών διατάγματος.
Εν Αθήναις τη 3 Σεπτεμβρίου 1909.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ
Ο επί των Εσωτερικών                         Ο επί των Οικονομικών
Υπουργός                                                       Υπουργός

Ν.ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΑΚΟΣ                      ΑΘ. ΕΥΤΑΞΙΑΣ»
 
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Η εγκατάσταση των ομογενών στο Ελληνικό Βασίλειο κρίθηκε αναγκαία λόγω των διωγμών του ελληνικού στοιχείου της Ανατολικής Ρωμυλίας από τους Βουλγάρους. Μετά την ίδρυση του Πριγκιπάτου της Βουλγαρίας το 1878 και την de facto προσάρτηση της Ανατολικής Ρωμυλίας στις τάξεις του το 1885, άρχισε ο διωγμός των Ελλήνων.
Η Κούκλαινα το 1897 κατοικούνταν από Έλληνες και Οθωμανούς. Γράφει σχετικά ο Σωτήριος Αντωνιάδης:
«Μεταξύ Στενημάχου και Φιλιππουπόλεως, απέχουσα αμφοτέρων περί τα 12 χιλιόμετρα, κείται επί ευρείας τοποθεσίας αμφιθεατρικώς εις τους πρόποδας της Ροδόπης η κώμη Κούκλαινα, κατοικούμενη υπό Ελλήνων1 (1 Υπολογιζόμενων εις 1000 περίπου.) και Οθωμανών, συμβιούντων απ’ αμνημονεύτων χρόνων ως ομογενών. Δια του ρέοντος μεταξύ της κώμης ρυακίου διαιρείται αύτη εις δύο συνοικίας, ων η μεν επί της αριστεράς όχθης κατοικείται μόνον υπό Ελλήνων, η δ’ επί της δεξιάς το πλείστον υπό Οθωμανών κατά τους προγενεστέρους χρόνους· από τινων ετών όμως ηύξησε σημαντικώς ο αριθμός των εν αυτή Ελλήνων. Δυστυχώς ελλείπουσι πληροφορίαι περί της συνοικήσεως της κώμης ταύτης, ης και το όνομα ετυμολογικώς άγνωστον τυγχάνει, ημίν τουλάχιστον. Εάν κρίνει τις όμως εκ της προφοράς των Κουκλαινιωτών εχούσης μεγίστην ομοιότητα προς την των Φιλιππουπολιτών, ουδόλως παράδοξος φαίνεται η παραδοχή της ιδέας, ότι ούτοι άποικοι είσι των Φιλιππουπολιτών· εις υποστήριξιν της γνώμης ταύτης έρχεται και το περιστατικόν, ότι οι εν Φιλιππουπόλει αμπελοκτηματίαι κέκτηνται εν Κουκλαίνη το πλείστον των αμπέλων αυτών. Ένεκα δε της αποστάσεως η καλλιέργεια των τοις Φιλιππουπολίταις ανηκόντων αμπέλων γίνεται υπό των Κουκλαινιωτών. Πολύ πιθανόν λοιπόν, ότι αρχήθεν συνωκίσθη η Κούκλαινα υπό Φιλιππουπολιτών, οίτινες, ηναγκασμένοι να καλλιεργώσι τας αμπέλους, εθεώρησαν συμφερώτερον να μένωσι πλησίον αυτών, αντί να δαπανώσι τοσούτον χρόνον μεταβαίνοντες καθ’ εκάστην εκ Φιλιππουπόλεως εις Κούκλαιναν. Αναρμόδιοι ημείς να επιληφθώμεν της ετυμολογίας της λέξεως, εντούτοις φερούσης όλα τα στοιχεία της ελληνικότητος αυτής, αφίεμεν τοις φιλολόγοις το στάδιον τούτο της δόξης, αρκούμενοι μόνον να θεωρήσωμεν της κώμην ταύτην αγνώς ελληνικήν· ή τε γλώσσα, τα ήθη και έθιμα και τα διακρίνοντα τον Έλληνα αισθήματα αλάνθαστα πρόκεινται τεκμήρια τούτου.
Οι Κουκλαινιώται εις ουδεμίαν ελθόντες επιμιξίαν μετά των αλλοφύλων των πέριξ χωρίων διετήρησαν την τε γλώσσαν, τα ήθη και έθιμα ελεύθερα ξενισμού. Η γλώσσα αυτών περιέχουσα πολλάς λέξεις αρχαίας έχει, καθά ανωτέρω είρηται, ομοιότητα τινα με την των Φιλιππουπολιτών, ιδίως ως προς την προφοράν του σ προφερομένου οτέ μεν ως το γαλλικόν s, οτέ δε δασέως ως το ch κατ’ αντίθεσιν προς την προφοράν αυτού παρά τε των Στενημαχιωτών και των Βοδενιωτών προφερόντων αυτό συνήθως ως το ch. Κοινά δ’ έχουσιν οι κάτοικοι και των 3 ελληνικών κωμών, ότι διά άρρεν και θήλυ γένος μεταχειρίζονται το θηλυκόν άρθρον. Ως προς τας συγκοπάς των λέξεων, ων κατάχρησιν ποιούνται οι Στενημαχιώται και Βοδενιώται συμπτύσσοντες πολλάκις τρισυλλάβους και τετρασυλλάβους λέξεις εις μονοσυλλάβους, δείκνυνται οι Κουκλαινιώται φειδωλότεροι. Προ τριακονταετίας εδιδάσκοντο τα γράμματα, ως και εν πολλαίς άλλαις ελληνικαίς κώμαις και χωρίοις, αριστίνδην εις τινας μόνον των ευπορωτέρων νέων παρά των ιερέων. Αλλά κατά τας τελευταίας δεκαετηρίδας, καθ’ ας ανεζωπυρήθη ο προς τα γράμματα ζήλος πάντων των Ελλήνων και αυτών των μικροσκοπικών χωριών, διατηρούσι και οι Κουκλαινιώται δημοτικά σχολεία, εις ά φοιτώσι περί τους ογδοήκοντα μαθηταί, διευθυνόμενα υπό δημοδιδασκάλων· ελλείψει δε παρθεναγωγείων φοιτώσι και κοράσια εις την δημοτικήν σχολήν.
Οι κάτοικοι Κουκλαίνης ασχολούνται εις την γεωργίαν ιδία δε την αμπελουργίαν και κατά τους τελευταίους χρόνους και εις την καπνοφυτείαν, προμηθευθέντες σπόρον των καπνών Γενιτζέ, όθεν προσεκάλεσαν ανθρώπους ειδικούς εις το έργον τούτο, όπως φαίνεται ευδοκιμούν και ικανοποιούν καλλίτερον τους κόπους των Κουκλαινιωτών· δια τούτο δε τινες μετέβαλον τους αμπελώνας αυτών εις αγρούς προς καπνοφυτείαν.
Ίδιον δ’ έργον έχουσιν οι Κουκλαινιώται την ψαθοποιΐαν εφοδιάζοντες διά των αγορών Φιλιππουπόλεως και Στενημάχου τους κατοίκους των τε πόλεων και χωρίων με το είδος τούτο του τάπητος αναγκαιοτάτου ιδία τοις χωρικοίς. Το είδος τούτο της βιομηχανίας ουδαμού άλλοθι της Α. Ρωμυλίας καλλιεργείται. Προμηθεύονται δ’ οι Κουκλαινιώται το προς τούτο υλικόν πολλάκις και εκ μακρών αποστάσεων κατά τον Ιούλιον και Αύγουστον, όπερ κατεργάζονται συνήθως αι γυναίκες, οσάκις δεν δύνανται να εργασθώσιν εν τοις αγροίς, διότι ουκ ολίγην βοήθειαν παρέχουσι τοις ανδράσιν αι γυναίκες και αι νεάνιδες εν τη γεωργία. Η ενδυμασία των Κουκλαινιωτών έχει τινά ομοιότητα προς την των πλησιοχώρων χωρικών, ενώ η των Βοδενιωτών ουδόλως διαφέρει της των Στενημαχιωτών διαφερούσης της των άλλων περιοίκων.
Το ήμισυ του πληθυσμού της Κουκλαίνης αποτελούσιν οι Οθωμανοί, συμβιούντες μετά των Ελλήνων εν ομονοία, οίτινες έχουσι τας αυτάς ασχολίας με τους Έλληνας, εκτός της ψιαθοποιΐας, αποτελούσης ιδίαν βιομηχανίαν των Ελλήνων.
Το εθνικόν αίσθημα διατηρείται ακμαίον παρά τοις Έλλησι Κουκλαίνης προς τούτο δ’ ουκ ολίγον συμβάλλεται και η συνεχής επικοινωνία μετά των Ελλήνων Φιλιππουπόλεως και Στενημάχου. Σπουδαίαν δ’ επίδρασιν επί της παραγωγής αυτών θέλει εξασκήσει η βελτίωσις των σχολείων αυτών, άτινα μόνοι συντηρούσιν εκ των ενόντων.
Η γειτνίασις των ελληνικών κωμών Κουκλαίνης και Βοδενών μετά της Φιλιππουπόλεως Στενημάχου σπουδαίως επενεργεί επί της διατηρήσεως και εξακολουθήσεως των πατροπαράδοτων ηθών και εθίμων, αποτελούσα συνάμα και την δύναμιν της αντιστάσεως κατά παντός εξωτερικού καταδιωγμού. Άνευ του εθνικού πυρός όπερ καταθερμαίνει τους έλληνας κατοίκους των κωμών και χωρίων τούτων η εθνική ύπαρξις αυτών εν μέσω τοσούτων ξένων και συνήθως εχθρικών διακειμένων στοιχείων θα ήτο αδύνατος. Το παρελθόν παρέχει την μεγίστην εγγύησιν, ότι οι Έλληνες των μερών τούτων θέλουσι διατηρήσει και εν τω μέλλοντι σώαν και ασινή την ιεράν παρακαταθήκην της εθνικής αυτών υπάρξεως και θα παραδώσωσιν αυτήν ακεραίαν ταις επερχομέναις γενεαίς.
Κοινότητες μικρότεραι ευρεθείσαι απομεμονωμέναι και περιστοιχούμεναι υπό βουλγαρικών χωρίων αι μεν τέλεον εξεβουλγαρίσθησαν, αι δ’ εν μέρει. Παράδειγμα τοιούτον παρέχει το δίωρον απέχον του Στενημάχου ελληνικόν χωρίον Αρβανιτοχώριον, ένθα οι μεν γεροντώτεροι ομιλούσι την ελληνικήν, ενώ οι νεώτεροι ένεκα της συχνής συναναστροφής μετά των γειτόνων Βουλγάρων ομιλούσι το πλείστον την βουλγαρικήν.
Εις απόστασιν ενός τετάρτου της ώρας επί ωραίας τοποθεσίας της Ροδόπης υπάρχει Μονή τιμωμένη εις μνήμην των Αναργύρων, ήτις ελλείψει φρενοκομείου χρησιμεύει ως τοιούτον εις πολλούς των φρενοβλαβών, εξερχομένους πολλάκις εις χείρονα κατάστασιν ή κατά την είσοδόν των εις την Μονήν διότι προς θεραπείαν αυτών εφαρμόζεται το εκ του παραδείσου εξελθόν ξύλον.
Η Μονή αύτη ευρίσκεται εν παρακμή ελλείψει καταλλήλου προσωπικού προς διοίκησιν αυτής, επιβαρυνθείσα με χρέη, άτινα εκληρονόμησεν από τινων ετών εκ της κακής διαχειρίσεως των εκάστοτε ηγουμένων αυτής. Οι γείτονες αυτής Κουκλαινιώται καταβάλλουσι πάσαν προσπάθειαν εις το να διατηρήσωσιν αυτήν· διότι θεωρούσι καθήκον αυτών να παραδώσωσιν αυτήν τοις απογόνοις όπως παρέλαβον παρά των πατέρων των.
Και η Μονή αύτη δια τ’ άφθονα ύδατα, το κατάφυτον των πέριξ, την ωραίαν τοποθεσίαν και το ευάερον, χρησιμεύει ως τόπος εξοχής εις τας οικογενείας Φιλιππουπόλεως και των λοιπών παρακειμένων ελληνικών κωμών, διερχομένας αυτόθι τους θερινούς μήνας. Εκ’ τούτου δε παρέχεται τή Μονή σπουδαία υλική βοήθεια.
ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ
[1896]                   Ιατρός πρώην βουλευτής Στενημάχου, πρόεδρος
της εφοροδημογεροντίας Φιλιππουπόλεως
[Στενημαχίτης]»
[πηγή: Σωτήριος Αντωνιάδης, Περί Βοδενών και Κουκλαίνης, Περιοδική έκδοση ΘΡΑΚΙΚΗ ΕΠΕΤΗΡΙΣ 1 (1897), Εν Αθήναις 1897, σελίδες 133-144.].
Άλλες πληροφορίες για την Κούκλαινα και το μοναστήρι των Αγίων Αναργύρων των αρχών του 20ου αιώνα αναφέρονται στο άρθρο του Φιλιππουπολίτη Κοσμά Μυρτίλου Αποστολίδη «Περί Κουκλένης και της φερωνύμου αυτής επί της Ροδόπης Μονής των Αγίων Αναργύρων», Περιοδική έκδοση «ΑΡΧΕΙΟΝ ΤΟΥ ΘΡΑΚΙΚΟΥ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΙΚΟΥ ΘΗΣΑΥΡΟΥ», τόμος 2, Εν Αθήναις 1935-36, σελίδες 3-40.
 
 

ΕΙΚΟΝΕΣ
 
Εικ.1 Χάρτης της Ανατολικής Ρωμυλίας. Στις πόλεις με την υπογράμμιση πραγματοποιήθηκε το 1905 και 1906 διωγμός εναντίον του ελληνικού στοιχείου. Μεταξύ αυτών και στην Κούκλαινα (πηγή χάρτη: Σάπες: ο τόπος μας).
 
 



Εικ.2. Η πρώτη σελίδα του ΦΕΚ 35/Α/10-02-1909.
 




 
α
β
Εικ.3αβ. Οι σελίδες 1 και 3 του ΦΕΚ 198/Α/04-09-1909.
 
 
ΠΗΓΗ
 
 
 
 
 
 
 
 

Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2020

Επιστολή του Νικολάου Π. Σκουμπουρδή προς τη Βασιλική Γραμματεία των Οικονομικών για τακτοποίηση φορολογικής του εκκρεμότητας (20/6/1835)

 

Εικ. Επιστολή του Νικολάου Π. Σκουμπουρδή.

 

Από έρευνα στα Γενικά Αρχεία του Κράτους βρέθηκε επιστολή, την οποία συνέταξε και υπέγραψε ο Νικόλαος Π. Σκουμπουρδής στις 20 Ιουνίου 1835 (Εικ.). Την απηύθυνε προς τη Βασιλική Γραμματεία των Οικονομικών, όπως ονομαζόταν τότε το Υπουργείο Οικονομικών. Στην επιστολή αναφέρονται τα εξής:
Όπως ισχυρίζεται ο Νικόλαος Π. Σκουμπουρδής για το έτος 1834 πλήρωσε στην εφορία «δι’ εθνικόν δικαίωμα» φόρο 10%, ποσού 300 δρχ.. Ο φόρος καταβλήθηκε για τον ιδιόκτητο ελαιώνα του στο χωριό Αχινός. Παρόλο όμως που το ύψος του φόρου ήταν 236 δρχ., κλήθηκε εκ νέου να πληρώσει επιπλέον 500 δρχ. για εξόφληση. Ο υποφαινόμενος παραπονέθηκε ότι αδικείται, έλαβε όμως την απάντηση ότι τόσο είναι και θα πρέπει να το πληρώσει.
Από την εφορία στάλθηκαν δύο εκτιμητές, οι οποίοι δεν συμφώνησαν με το ποσό του φόρου. Ο Νικόλαος Π. Σκουμπουρδής ισχυρίζεται ότι δίκαιο θα ήταν να στείλει κι αυτός άλλους δύο εκτιμητές, εν τούτοις όμως δεν ειδοποιήθηκε από την εφορία. Συνεχίζοντας, αναφέρει στην επιστολή του ότι, αφού έκανε όλες αυτές τις παρατηρήσεις, έλαβε την απάντηση ότι αφού «περάσθηκαν» 550 δρχ. στο λογαριασμό του Εθνικού Ταμείου, θα πρέπει να πληρωθούν.
Όλα αυτά τα συμβάντα ο Σκουμπουρδής τα ανέφερε στη Βασιλική Γραμματεία των Οικονομικών με την παράκληση να μην ενοχληθεί εκ νέου από την εφορία και να του επιστραφούν τα «περιπλέον μετρηθέντα». Κλείνοντας παρακαλεί τη Βασιλική Γραμματεία των Οικονομικών «να δώση τέλος εις την φιλονικίαν ταύτην διατάττουσα κατά το δίκαιον».
Το κείμενο της επιστολής του Νικολάου Π. Σκουμπουρδή έχει ως εξής:
«Πρός την επί των Οικονομικών Β(ασιλικήν).Γραμματείαν/
της Επικρατείας/
Κατά την “16” παρελθόντος μαΐου αναφέρθην ο υ=/
ποφαινόμενος πρός την Β.Γραμματείαν ταύτην ότι, έχων/
ιδιοκτησίαν μου εις την Επαρχίαν Φθιώτιδος εις χωρίον/
Αχινόν ένα ελαιώνα, επλήρωσα πρός την Β(ασιλικήν). Εφορείαν δι’ εθνικόν/
δικαίωμα του παρελθόντος έτους δέκα επί τοίς εκατόν/
δραχμάς τριακοσίας, καί μολονότι το καθ’ αυτό δικαίωμα/
ήτον δραχμαί διακόσιαι τριάκοντα έξ, ότι πάλιν επροσ=/
κλήθην από την αυτήν Εφορείαν να πληρώσω και έτι δραχμάς/
διακοσίας πεντήκοντα πρός εξόφλησιν, ότι επαραπονέθην/
πώς αδικούμαι, πλήν εις μάτην, ότι έλαβον απάντησιν πώς/
διά τόσον εκτιμήθη και τόσα πρέπει να πληρώσω. Ότι είνε/
αληθές πώς εστάλησαν δύω εκτιμηταί από την εφορίαν πα=/
ρά νομίζω πώς ήτον δικαίον να στείλλω και ο υποφαινόμε=/
νος άλλους δύω και όχι μόνον δεν ειδοποιήθην να στείλλω, αλ=/
λ’ ούτε ήμην κάν παρών. περιπλέον ότι ούτε οι ειρημένοι/
εκτιμηταί εσυμφώνησαν εις την ποσότητα. πώς δε η Β(ασιλική).εφο=/
ρία απεφάσισε τούτο αγνοώ και γνωρίζω έν μόνον ότι αφού/
έκαμα όλας μου ταύτας τάς παρατηρήσεις εις αυτήν έλαβον/
τελευταίαν απάντησιν ότι, επειδή περάσθηκαν “550 δραχ=/
μαί εις τον λογαριασμόν του Εθνικού Ταμείου πρέπει να/
τον πληρώσω. όλα ταύτα σχεδόν κατά λέξιν ανέφερα, ως/
ήτον, εις την Γραμματείαν ταύτην, και την επαρακαλούσα/
λαβούσα υπ’ όψιν τα δικαιολογήματά μου να διατάξη/
όσον ανήκει όχι μόνον να μην ενοχληθώ πλέον, παρά να/
λάβω και τα περιπλέον μετρηθέντα και μέχρι της ώρας/
καμμίαν απάντησιν δεν έλαβον. Παρακαλώ λοιπόν/
και αύθις την Β(ασιλικήν).Γραμματείαν να δώση τέλος εις την φιλονι=/
κίαν ταύτην διατάττουσα κατά το δίκαιον ως ανωτέρω./
Ευσεβάστως υποσημειούμαι./
Εν Λαμία την “20” Ιουνίου 1835/
Ο Ευπειθέστατος/
Ν.Π.Σκουμπουρδής»

 

Ο Νικόλαος Π. Σκουμπουρδής αγόρασε το τσιφλίκι του Αχινού από τον Οθωμανό Μουσταφά μπέη και ένα ζευγάρι γης, ανατολικά του χωριού, από τον Αλή Ριζά μόλις δύο ή τρία χρόνια πριν. Οι φορολογικές εκκρεμότητες που αναφέρονται στην επιστολή, ίσως αφορούσαν φόρο που όφειλε να καταβάλλει στο Ελληνικό Βασίλειο λόγω της αγοράς του τσιφλικιού.
Για την οικογένεια Σκουμπουρδή έγραφε το 1965 ο Χρήστος Ν. Καραγεωργίου στο βιβλίο του Η ιστορία των τσιφλικιών της Φθιώτιδος και οι αγώνες των αγροτών τα εξής :

 

«ΑΧΙΝΟΣ
Το ξεκλήρισμα των αφεντικών.
Η μη αποκατάσταση των σωματοφυλάκων.
Όπως φαίνεται σ’ όλα τα τσιφλίκια οι αφεντάδες και το σόϊ τους, σχεδόν σ’ όλες τις περιπτώσεις, δεν είχαν καλό τέλος, ώσπου ξεκληρίστηκαν όλοι τους γρήγορα και δεν έμεινε πίσω παρά η ανάμνησή τους, η οποία τις πιο πολλές φορές συνδέεται μ’ αιματηρά γεγονότα στα τσιφλίκια που εκμεταλλευόντουσαν.
Έτσι και με τους Σκουμπουρδαίους στον Αχινό, δεν έχει μείνει παρά η ανάμνηση, πιο έντονη ίσως, γιατί υπάρχει η προτομή του Πέτρου Σκουμπουρδή κι’ η εκκλησία του χωριού, δωρεά της Κων)τίας Π. Σκουμπουρδή, χτισμένη το 1894, πού και τα δυό τους βρίσκονται στην πλατεία της κοινότητος.
Κοινή η μοίρα λοιπόν των τσιφλικάδων, δηλαδή ο αφανισμός τους. Έτσι απ’ το μεγάλο Σκουμπουρδέϊκο σόϊ δεν έχει απομείνει παρά ο δισέγγονος του πρώτου Σκουμπουρδή, του Νίκου, πούρθε εδώ απ’ τη Κόνιτσα, ο Κόκκος Σκουμπουρδής που μένει στην Ευρώπη κι’ η αδερφή του Φρόσω στο Πόρτ Σάϊδ.
Ένας απ’ την οικογένεια αυτή πέθανε στην Αθήνα κατά την κατοχή των Γερμανών από πείνα. Μεγάλη πραγματικά η ειρωνία. Αλλά έτσι είναι, ακμή και παρακμή. Την οικογένεια αυτή πούχε πολλά πλούτη κι’ ιδιοκτησίες και στην Αθήνα ακόμη, μάστιζαν οι αρρώστειες κ’ όπως έπαιρνε τους παράδες, έτσι τους έδινε.
Ιστορικά αναφέρομε πώς πρώτος αγοραστής ήταν ο Νίκος Σκουμπουρδής που το πήρε απ’ τον Τούρκο και τον διαδέχτηκαν τα παιδιά του Πέτρος, Σωτήρης, Κων)νος.
Οι διάδοχοι αυτών βάσταξαν το τσιφλίκι μέχρι το 1920 ή λίγο αργότερα, οπότε το πούλησαν σε διαφόρους και το υπόλοιπο απαλλοτριώθηκε με τις απαλλοτριώσεις που έγιναν σύντομα.
Στο χωριό σήμερα σημαντική περιουσία κατέχει ο Περικλής Τατσόπουλος, κάτοικος Αθηνών, γυιός της αδελφής του Κων)νου Σκουμπουρδή. Βαστάει κάπου 2.000 ελαιόδενδρα.
Σήμερα στο χωριό υπάρχει προτομή του Πέτρου Σκουμπουρδή, ο οποίος πολιτευόταν, με το επίγραμμα:
«Ενθάδε κείται Πέτρος Σκουμπουρδής, πληρεξούσιος εν τη Β΄ εν Αθήναις Εθνική συνελεύση και τυχών μετά ταύτα πολλάκις βουλευτής, γεννηθείς εν Κονίτση, το έτος 1833 και αποθανών εν Αχινώ το 1893». Την έφτιασαν τα παιδιά του.
Η εκκλησία αναγράφει ότι χτίσθηκε από την Κωνσταντία Π. Σκουμπουρδή το 1932.
Ο άντρας της ο Παναγιώτης πέθανε στην κατοχή στην Αθήνα.».[πηγή: Χρήστου Ν. Καραγεωργίου, Η ιστορία των τσιφλικιών της Φθιώτιδος και οι αγώνες των αγροτών. Δεύτερη έκδοση, Λαμία 1965, σελίδες 50-51].

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Κωνσταντίνος Ν. Σκουμπουρδής, τρίτος γιος του Νικολάου, ακολούθησε τον στρατιωτικό βίο. Γεννήθηκε το 1859 και κατατάχθηκε ως εθελοντής στο πεζικό το 1879. Διετέλεσε υπασπιστής των βασιλέων Γεωργίου Α΄ (1845-1913), Κωνσταντίνου Α΄ (1868-1923) και Αλεξάνδρου Α΄ (1893-1920). Αποστρατεύθηκε με το βαθμό του αντιστρατήγου στις 22 Σεπτεμβρίου 1923.
Ιστορική στιγμή στην καριέρα του αποτέλεσε η 5η Μαρτίου 1913. Μαζί με τους άλλους δύο υπασπιστές Πάλλη και Φραγκούδη, συνόδευσε τη σωρό του δολοφονηθέντα βασιλιά Γεωργίου Α΄ από το ιατρείο του Παπαφείου Ιδρύματος έως το μέγαρο Χατζηλαζάρου στη Θεσσαλονίκη.
Στη Μεγάλη Στρατιωτική & Ναυτική Εγκυκλοπαιδεία αναγράφεται «Σκουμπουρδής Κων]νος, αντιστρ., γεν. το 1859 εν Λαμία. Εις το πεζικόν κατετάγη ως εθελοντής το 1879. Μετ. πολ. 97, 12-13 και 17-23. Διετέλεσεν επ’ αρκετόν υπασπιστής του βασιλέως. Απεστρ. 22 Σ]βρίου 1923.» (πηγή: ΜΣΝΕ, τόμος 6, σελίδα 77).

 

ΠΗΓΗ

Γενικά Αρχεία του Κράτους.

 

 

 

 

 

 

 

Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2020

Το «πυργόσπιτο» και ο παραδοσιακός οικισμός του Αχινού Φθιώτιδας

 

Εικ.1. Παραδοσιακά σπίτια στον Αχινό. Διακρίνεται η παλαιά εθνική οδός Αθηνών-Θεσσαλονίκης και στο βάθος ο Μαλιακός κόλπος. Η φωτογραφία έχει ληφθεί από το κάστρο του Αχινού.

 

Στο κάστρο του Αχινού και στην περιοχή που βρίσκεται νότιά του, ίχνη κατοίκησης εμφανίζονται από το 2000 π.Χ.. Πρόκειται για όστρακο από φαιό μινυακό αγγείο (2000/1800-1600 π.Χ.), όστρακα και λίθινα εργαλεία από πυρίτη λίθο Υστεροελλαδικής ΙΙΙ Β περιόδου (1300-1200 π.Χ.) και συλημένους υστεροελλαδικούς θαλαμοειδείς τάφους κοντά στο κάστρο (1600-1100 π.Χ.), (βλέπε: Τρ. Παπαναγιώτου, Ιστορία και Μνημεία της Φθιώτιδος, Εν Αθήναις 1971, σελίδα 162.). Η κατοίκιση στην περιοχή αυτή υπήρξε συνεχής έως σήμερα, γι’ αυτό και ο παραδοσιακός οικισμός του Αχινού εκτείνεται κάτω από το κάστρο του. Στις μέρες μας αποτελεί μικρό μέρος του σημερινού Αχινού καθώς ο οικισμός, λόγω της αύξησης του πληθυσμού, επεκτάθηκε τοπογραφικά. Το 1987 με τίτλο «Χαρακτηρισμός τμήματος του οικισμού Αχινού (Ν.Φθιώτιδας) ως παραδοσιακού και καθορισμός ειδικών όρων και περιορισμών δόμησης» δημοσιεύθηκε Προεδρικό Διάταγμα (ΦΕΚ 160/Δ/27-02-1987), με το οποίο χαρακτηρίστηκε ως «παραδοσιακός οικισμός».
Παλαιότερα δημοσιεύθηκαν από μελετητές άρθρο και μελέτη για το «πυργόσπιτο» και τον παραδοσιακό οικισμό του Αχινού. Ειδικότερα:
1) το 1968 στη δημοσίευση του αρχιτέκτονα Ιωάννη Κουμανούδη στην περιοδική έκδοση του ΤΕΕ «Τεχνικά Χρονικά», εξετάσθηκε διεξοδικά και δημοσιεύθηκε το σωζόμενο «πυργόσπιτο» του Αχινού.
2) το 1992 ομάδα αρχιτεκτόνων του παραρτήματος Ανατολικής Στερεάς του ΤΕΕ, δημοσίευσε μελέτη για τον παραδοσιακό οικισμό του Αχινού.
Ειδικότερα, το περιεχόμενο των δύο δημοσιεύσεων έχει ως εξής:
 
Α. Το άρθρο του Κουμανούδη με θέμα «Η αρχιτεκτονική ενός «πυργόσπιτου» εις το χωριό Αχινός».
Ο Κουμανούδης, εκτός από την αρχιτεκτονική παρουσίαση του «πυργόσπιτου», στην εισαγωγή του άρθρου του παραθέτει φωτογραφίες με αρχαιότητες. Ενδεικτικά, αναδημοσιεύουμε εδώ ορισμένες από αυτές:
 
 

Εικ.2. Άποψη του σωζόμενου ακροπύργου από το κλασσικό τείχος του Εχίνου.

 

 



Εικ.3. Επιγραφές ρωμαϊκής εποχής με απελευθερώσεις δούλων.

 



 

Εικ.4. Τμήμα παλαιοχριστιανικού κιονοκράνου με αποκομμένα τα άκρα του από το κάστρο του Αχινού.

 


 

Εικ.5. Τμήμα αγιογραφίας με παράσταση των Αγίων Αναργύρων από το βόρειο τοίχο του ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο κάστρο του Αχινού. Στο κέντρο η επιγραφή «άγιοι ανάργυρη». Αριστερά «(ΑΓΙΟΣ) ΔΑΜΙΑΝΟΣ» και δεξιά «Ο ΑΓΙΟΣ (ΚΟΣΜΑΣ)». Από μία πρώτη προσέγγιση, λόγω της εξαιρετικής ομοιότητας των γραμμάτων, η αγιογραφία μπορεί να αποδοθεί στο ίδιο συνεργείο με αυτό που αγιογράφησε το ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στην Παλιονίκοβα (βλέπε: Ο ναός των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στη θέση Παλιονίκοβα του Ανύδρου Φθιώτιδας). Επομένως η αγιογραφία χρονολογείται στα μέσα του 18ου αιώνα.

 


Στη συνέχεια του άρθρου παρουσιάζεται αναλυτικά η μελέτη της αρχιτεκτονικής του «πυργόσπιτου» (κατώϊ, πρώτο ανώϊ, δεύτερο ανώϊ, κατασκευαστικές παρατηρήσεις, τοιχοποιΐα, κατασκευαστικά ανοίγματα, θόλος, ξύλινες οροφές, δάπεδα, παράθυρα και πόρτες, σιδηροκατασκευές, ανάγλυφα-χαράγματα-γλυπτός διάκοσμος, γραπτός διάκοσμος). Το άρθρο συνοδεύεται από 36 φωτογραφίες. Ενδεικτικά παρατίθενται στη συνέχεια ορισμένες από αυτές:

 

α

Εικ.6α. Αριστερά ο παλιός Πύργος. Εκεί ήταν η έδρα του Οθωμανού τσιφλικά Μουσταφά μπέη, ο οποίος τον πούλησε στον Σκουμπουρδή μαζί με το τσιφλίκι. Ο Σκουμπουρδής πρόσθεσε το 1839 το αρχοντικό δεξιά. Το χαγιάτι και ο εξώστης είναι κατασκευές του 1966.

 



β

Εικ.6β. Ο παλιός Πύργος σε σκίτσο του Κουμανούδη.



 

γ

Εικ.6γ. Κατακόρυφη τομή του Πύργου από τον Κουμανούδη. Διακρίνεται η αρχική και η σημερινή στάθμη του εδάφους.

 

 



Εικ.7. Το τζάκι στον οντά του δευτέρου ορόφου.



Ο Κουμανούδης στην αρχή του άρθρου παρουσιάζει περιληπτικά στην ιστορία του «πυργόσπιτου» του Αχινού:
«……Σαν απομεινάρι της τελευταίας του δόξας υψώνεται σήμερα περήφανα πάνω από τα σπίτια του σύγχρονου χωριού η μορφή ενός επιβλητικού σπιτιού που ανήκει στην οικογένεια του Ιατρού κ.Μακρυκώστα.
Μελετώντας προσεκτικά την λίθινη μάζα του, σπουδάζουμε όλη του την γένεση και τη ζωή, καθώς και τους μετασχηματισμούς του. Έτσι βλέπουμε πως το σημερινό κτήριο αποτελείται από δύο διάφορα κτίσματα, κολλημένα τόνα δίπλα στ’ άλλο, που θεμελιώθηκαν σε διάφορους χρόνους, για να χρησιμεύσουν σαν κατοικίες.
Το προς δυσμάς τμήμα είναι τριώροφο, με τετράγωνη σχεδόν κάτοψη κι’ έχει την μορφή ενός Πύργου, ενώ προς τας ανατολάς είναι ένα διώροφο μεταγενέστερο αρχοντικό. Ο Πύργος φαίνεται πώς κτίσθηκε στο τέλος του 18ου αιώνος, ενώ το διώροφο αρχοντικό στα 1839 από τους Σκουμπουρδήδες. Εμείς θα εξετάσουμε εδώ μόνο τον Πύργο, γιατί αυτός παρουσιάζει σπουδαίο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον κι είναι μέχρι στιγμής άγνωστο στην επιστήμη.
Ο Πύργος τ’ Αχινού είναι ένα σεμνό αρχιτεκτονικό έργο της λαϊκής αρχιτεκτονικής παράδοσης των χρόνων της Τουρκοκρατίας που σώζει μέχρι σήμερα με την παρουσία του και τη μορφή του, όλη την τεχνική, την νοοτροπία και την αισθητική των μαστόρων της εποχής του. Παρά την αυστηρή φρουριακή μορφή του, έχει κτισθή σαν χώρος κατοικίας που μέσα σ’ αυτόν, προστατευμένοι από τα χοντρά ντουβάρια του, εύρισκαν οι κάτοικοί του το σπουδαιότερο αγαθό της εποχής των: την ασφάλεια από τους ληστές και λοιπούς επιδρομείς. Κτηριολογικά ακολουθεί τη γνώριμη διάταξη παρόμοιων κτηρίων της Θεσσαλίας ή και άλλων περιοχών της Ελλάδος, γι’ αυτό και φαίνεται πώς θάχει χτισθή από κάποια οικοδομική συντεχνία Ηπειρωτών μαστόρων. Το ισόγειο είναι θολοσκέπαστο, έχει δύο πολύ μικρά παράθυρα και την είσοδο πιο ψηλά από το φυσικό έδαφος. Χρησίμευσε σαν αποθήκη για τις σοδειές. Η πρόσβαση προς το ισόγειο γίνεται με μια εξωτερική και μια εσωτερική σκάλα κινητή, που αποτραβιότανε στο εσωτερικό του Πύργου σε καιρό επιδρομών.
Ο πρώτος όροφος αποτελείται από δύο χώρους. Ο μεγάλος, σχεδόν τετράγωνος, είναι χαμηλοτάβανος∙ έχει ένα τζάκι, πολύ μικρά παράθυρα, και χρησίμευε σαν καθημερινός οντάς και μαγειρείο. Ο μικρός χώρος, κι’ αυτός χαμηλοτάβανος, είναι ένας προθάλαμος και κλιμακοστάσιο. Εκεί βρισκότανε η κύρια εξώθυρα του Πύργου, γεροφτιαγμένη, με αμπάρες, ασφάλειες και τραβέρσες. Στην ξώπορτα έφτανε κανείς εξωτερικά με μια ξύλινη σκάλα που την χρησιμοποιούσαν μόνο σε καιρό ειρηνικό. Όταν υπήρχε κίνδυνος, η σκάλα αποτραβιόταν πάλι κι’ η επικοινωνία με το ισόγειο γινότανε με μια γκλαβανή και με μια στενή και απότομη σκάλα.
Από τον ίδιο χώρο ξεκινούσε μια άλλη ξύλινη πολύ απότομη σκάλα, που συνέδεε τον πρώτο όροφο με τον δεύτερο.
Ο δεύτερος, τέλος, όροφος ήταν πάλι δίχωρος αλλά ψηλοτάβανος. Ο μεγάλος χώρος είχε πολλά μεγάλα παράθυρα, έναν εξώστη, ένα θαυμάσιο τζάκι, και χρησίμευε σαν καλός οντάς του Πύργου. Ο μικρός χώρος ήταν πάλι ένας προθάλαμος-κλιμακοστάσιο, κι’ από κει χειρίζονταν την ζεματίστρα.
Σ’ όλους τους τοίχους του Πύργου, όλων των ορόφων, υπάρχουν πολεμότρυπες, και πάνω από τις δύο εξώπορτες μια ζεματίστρα. Σ’ όλα τα παράθυρα υπήρχαν πολύ χοντρές σφυρήλατες σιδεριές, του καμινιού. Μ’ όλα αυτά τα μέσα ο Πύργος γινότανε πράγματι απόρθητος. Ο Πύργος τ’ Αχινού έχει μετασκευασθή κατά καιρούς. Έχουν κλείσει οι πόρτες του, τα παράθυρά του και οι πολεμότρυπες, και έχουν ανοιχθή πολλά νέα ανοίγματα. Στα σχέδια της μελέτης μου σημειώνονται όλες αυτές οι αλλαγές. Εξωτερικά, όμως, η μορφή του κρατιέται σχεδόν η ίδια, εκτός από την πλευρά που κόλλησε πάνω του το νεώτερο Αρχοντικό.
Από πλευρά διακόσμου, ο Πύργος του Μακρυκώστα παρουσιάζει ειδικό μόνο ενδιαφέρον στα αρχιτεκτονικά ανάγλυφα ή χαράγματα πούχει σε διάφορα σημεία των εξωτερικών όψεων των τοίχων του
Το άρθρο είναι στη διάθεση του αναγνώστη για ανάγνωση ή εκτύπωση μέσω του διαδικτύου: Κουμανούδης Ιωάννης, Η αρχιτεκτονική ενός «πυργόσπιτου» εις το χωριό Αχινός.
 
Β. Η μελέτη του ΤΕΕ / Τμήμα Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας για τον παραδοσιακό οικισμό του Αχινού.
Το 1992 ομάδα αρχιτεκτόνων του Τμήματος Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (Καρβούνη Αλεξάνδρα, Σταματοπούλου Χαρίλεια και Τριανταφύλλου-Χριστοδούλου Αγγελική), δημοσίευσε μελέτη, στην οποία παρουσιάζεται ο παραδοσιακός οικισμός του Αχινού. Εκτός από το «πυργόσπιτο» εξετάζεται και το υπόλοιπο μέρος του οικισμού, το οποίο χαρακτηρίστηκε το 1987 παραδοσιακός.
H ομάδα μελέτης, με αρκετές επιφυλάξεις, το χρονολογεί το παλαιό τμήμα του «πυργόσπιτου» στα τέλη του 16ο αιώνα (μάλλον πρόκειται για τυπογραφικό λάθος. Το ορθό είναι 18ος αιώνας, όπως το χρονολογεί και ο Κουμανούδης). Η χρονολόγηση αυτή προκύπτει από τη σύγκρισή του με αντίστοιχους πύργους-κατοικίες του κάμπου της Θεσσαλίας. Πύργος παρόμοιας χρήσης σώζεται σήμερα στα Φάρσαλα (βλέπε: Πύργος Καραμίχου).
Η μελέτη είναι στη διάθεση του αναγνώστη για ανάγνωση ή εκτύπωση μέσω του διαδικτύου: ΤΕΕ Τμήμα Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας, Μελέτη για τον παραδοσιακό οικισμό Αχινού.

 

ΠΗΓΕΣ

1. Κουμανούδης Ιωάννης, Η αρχιτεκτονική ενός «πυργόσπιτου» εις το χωριό Αχινός. Άρθρο στην περιοδική έκδοση Τεχνικά Χρονικά 8/506, Αθήνα 1968, σελίδες 505-532.