Edward Lear-Thermopylae-Greece-1848

Edward Lear-Thermopylae-Greece-1848
Το ιστολόγιο αυτό δημιουργήθηκε με σκοπό την προβολή της τοπικής ιστορίας της Φθιώτιδας. Παρουσιάζονται ιστορικά γεγονότα λιγότερο γνωστά στο ευρύ κοινό. Παρατίθενται μαρτυρίες ανθρώπων, οι οποίοι συμμετείχαν και βίωσαν γεγονότα του 19ου και 20ου αιώνα. Προτιμάται ο επώνυμος σχολιασμός των αναρτήσεων. Στις αναδημοσιεύσεις παρακαλούμε για την αναφορά της πηγής προέλευσης. © Σωτήριος Γ. Αλεξόπουλος.

Τρίτη 24 Ιουλίου 2012

Ο ληστής της Όρθρυος


Στην περιοδική έκδοση ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ (Εικ.1) δημοσιεύεται διήγημα του συντάκτη της Κωνσταντίνου Ι. Πρασσά με τίτλο «Ο ληστής της Όρθρυος». Πηγή έμπνευσης αποτέλεσε το φαινόμενο της ληστείας που ταλαιπώρησε τις πόλεις και τα χωριά της Φθιώτιδας μετά την απελευθέρωση.
Ακολουθεί το κείμενο του διηγήματος:

«Πολλάς αξιολόγους διηγήσεις δύναται τις να εύρη μεταξύ των αναφερομένων εις τα χρονικά των τελευταίων ληστρικών συμμοριών, μία δε των τούτων, ην ενταύθα αφηγούμαι, αναφέρεται και εις την πόλιν ημών, αποτελούσα το παραδοξότερον και πλέον πρωτοφανές των απευκταίων όσα ποτέ εις την φιλήσυχον ταύτην πόλιν συνέβησαν.
* *
*
Η επί των ορέων ληστεία, συντόνως ολονέν πολεμουμένη υπό των στρατιωτικών αποσπασμάτων, εφαίνεταο, περί το 185…, παντελώς εξοντωθείσα. Το αυτό εκείνο όμως έτος ανεφάνη επί των ορέων της Όρθρυος η μυστηριωδεστέρα και τολμηροτέρα των συμμοριών, όσαι ποτέ υπήρξαν, λυμαινομένη παρατόλμως τα πέριξ, και εν τούτοις πάντοτε αόρατος μένουσα από των στρατιωτικών αποσπασμάτων, άτινα ματαίως ανεζήτουν τα ίχνη της.
Ο αρχηγός της συμμορίας ταύτης περί ού οι χωρικοί των περιχώρων διϊσχυρίζονται ότι καθ’ εκάστην μετεσχηματατίζετο εξωτερικώς εις άνθρωπον όλως διάφορον της προτεραίας και ότι κατήγετο από της καλητέρας οικογενείας ενός των εκεί πλησίον χωρίων, είχεν ευλόγως διασπείρει τον τρόμον εις όλας τας γειτονικάς πόλεις. Εν ή ημέρα ο στρατός τον ανεζήτει εν τινι πόλει ένθα προ ολίγων ωρών είχε διαπράξει παρατολμον ληστείαν, την αυτήν εκείνην ημέραν ήρχετο η είδησις περί τολμηράς υπ’ αυτού διαπραχθείσης αιχμαλωσίας εις πόλιν πολύ της πρώτης απέχουσαν, πράγμα αρκούν ίνα περιάγη τους διώκτας αυτού εις αληθή αμηχανίαν. Το περίεργον δε ήτο ότι καίτοι άξεστος χωρικός ο αρχηγός ούτος, εξέλεγε πάντοτε τα θύματά του, ως εάν ειργάζεταο προς αντικατάστασιν της κοινωνικής ισότητος, μεταξύ ωρισμένης τάξεως πλουσίων, απέχων πάντοτε του να βλάπτη τους αγαθοεργούς εξ αυτών. Πλείστοι έλεγον προς τούτοις ότι και ευηργέτει πολλούς πτωχούς χωρικούς, οίτινες διά τούτο δεν ήτο παράδοξον εάν τω παρείχον ενίοτε ως άσυλον τας καλύβας των.
Ο ληστής λοιπόν αυτός είχε καταστή ο τρόμος των πέριξ. Αλλ’ ο α, Θωμάς Δρόσης, ο πλουσιώτατος των κτηματιών της παρά την Όρθρυν πόλεως Β. έζη εν τη ασφαλεί του οικία απτόητος και ευτυχής. Λαβών μόνον μικρά τινα προφυλακτικά μέτρα, δεν είχεν πλέον να φοβήταί τι, διότι η οικία του έκειτο εις το κεντρικώτερον της πόλεως μέρος, και ούτω κατ’ ουδέν παρηνοχλείτο ο τερπνός βίος αυτού και της θελκτικής του συζύγου Ελένης ήν πρό ολίγου ήδη χρόνου είχε νυμφευθή.
Η Ελένη δεν κατήγετο από οικογενείας πλουσίας ή σημαντικής, απεναντίας μάλιστα υπήρχον μεταξύ των συγγενών της όχι ολίγοι χωρικοί, οικούντες εν των παρά τας υπωρείας της Όρθρυος χωρίων˙ ήτο όμως εκτάκτως περικαλλής, οι δε κάτοικοι της πόλεως Β΄, αποβλέποντες εις το κάλλος της αφ’ ενός, αφ’ ετέρου δε εις την αφοσίωσιν ήν εδείκνυε προς τον σύζυγόν της, ηυτύχιζον όλοι τον κύριον Δρόσην.
Ο κ.Θωμάς, ούτινος η οικία ήτο το εντευκτήριον των καλλιτέρων της πόλεως οικογενειών, είχε κατά τινα εσπέραν των απόκρεω μεγαλοπρεπή εν τη οικία του εσπερίδα. Έξω ήτο μία των ζοφεροτέρων του χειμώνος νυκτών, αλλ’ ότε οι κεκλημμένοι έφθανον εις την οικίαν του κ.Θωμά, ικανοποιούντο ευρίσκοντες όλας αυτής τας αιθούσας αποστιλβούσας εκ θαμβωτικού φωτισμού όστις χωρών και προς τα έξω δια των υέλων των παραθύρων, διέλυε μέρος του εκτός βασιλεύουντος σκότους. Αι αίθουσαι του κ.Θωμά ολονέν επληρούντο υπό φαιδροτάτων φιλικών οικογενειών αίτινες, η μία μετά την άλλην προσήρχοντο ανά ομίλους μετημφιεσμένων και μη, και η εσπερίς εκείνη προερμηνεύετο εκτάκτως λαμπρά. Εν τη συναναστροφή, ως εις όλας τας προ τριακονταετίας γενομένας, προηγήθησαν τινά εκ των απλοϊκών εκείνωνπαιγνίων του κόμβου κλπ. άτινα τότε ήσαν απαραίτητος προεισαγωγή πάσης μεταξύ οικογενειών διασκεδάσεως∙ αφού δε προσήλθον όλοι οι κεκλημένοι, ήρχισεν ευθύς ο χορός, όστις βαθμηδόν ενεψυχούτο και καθίστατο ολονέν ζωηρότερος, υπό τους ήχους ορχήστρας ανεπιλήπτου, ήτις εν τη εποχή εκείνη, ήτο τι έκτακτον διά πόλιν μικράν οία η Β.
Ο χορός διήρκει αδιακόπως μέχρι μεσονυκτίου, οπότε έπαυσε προς στιγμήν χάριν του περιμένοντος τους κεκλημένους εν τω εστιατορίω λαμπρού γεύματος. Μετά παρέλευσιν όμως ημίσειας ώρας τα ζεύγη των χορευτών επανήρχοντο ανά έν ευθυμότερα ή πριν εις την αίθουσαν του χορού, ήν δεν ήργησαν μετ’ ου πολύ να πληρώσωσιν.
Ο χορός ήρχισεν εκ νέου υπό τους ήχους θελγούσης μουσικής, ότε δε μετά μικρόν έκαμεν αύτη διάλειμμα ίνα μετ’ ολίγον επαναρχίση, το ωρολόγιον της εισόδου ηκούσθη ηχήσαν την πρώτην μετά το μεσονύκτιον ώραν. Αλλά την αυτήν στιγμήν, θόρυβος τις αλλόκοτος προελθών κάτωθεν από της αυλής, απέσπασε την προσοχήν των χορευτών οίτινες ανά δύο περιεφέροντο εν τη αιθούση προς αναψυχήν. Πριν ή προφθάσωσι να διευκρινήσωσι τον αλλόκοτον εκείνον θόρυβον, νέον συμβάν περιήγαγεν αυτούς εις παντελή έκπληξιν, διότι εν μια στιγμή είδον αίφνης την αίθουσαν του χορού πληρωθείσαν υπό εννέα ή δέκα ανδρών γενειοφόρων όλων, αγρίων την όψιν, εξωπλισμένων και φερόντων φουστανέλλας μαύρας ως η νύξ.
Οι κεκλημένοι εδίστασαν αν έπρεπε να γελάσωσιν ή όχι διά το προ αυτών απροσδόκητον θέαμα, αλλά βεβαίως θα εγέλων διά παιδιάν της απόκρεω τοσούτον επιτυχή, εάν η ώρα δεν ήτο ήδη τόσον προκεχωρημένη. Ο δισταγμός των όμως δεν διήρκεσε πολύ διότι εν τω μεταξύ εις των νεοελθόντων, με την όψιν ευγενεστέραν κάπως των λοιπών, προχωρήσας εκ μέσου των άλλων, εξήγαγε της αμφιβολίας αυτών τους επτοημένους πανηγυριστάς διά των εξής λέξεών του, άς προέφερε μετά φωνής βροντώδους και σταθεράς. «Αν κανείς εξ όλων σας κινηθή ή ζητήση να φωνάξη, θα ήσθε όλοι νεκροί. Περιττόν να σας ειπώ ποιος είμαι∙ πιστεύω ότι θα με εννοήσητε αρκετά καλά∙ Και τώρα, θα λάβω βέβαια την τιμή να ιδώ τον κύριο Δρόση, επειδή αυτός και μόνος μας έφερεν εδώ.»
Παγερός φόβος εκυρίευσεν ευθύς τους κεκλημένους οίτινες όλοι ομού συνεσπειρώθησαν εις την άλλην άκραν της αιθούσης, διότι δεν ήργησαν να μαντεύσωσιν ότι είχον προ αυτών την μυστηριώδη της Όρθρυος συμμορίαν. Πολλοί εκ των κεκλημένων ήσαν άνδρες γενναίοι και απτόητοι, αλλ’ ουδέν ηδύναντο εν τη παρούση περιστάσει, γνωρίζοντες ότι ματαία θ’ απέβαινε πάσα απόπειρα των, και μάλιστα αόπλων ως ήδη ήσαν, εναντίον συμμορίας αγρίων ληστών ωπλισμένων μεχρις οωύχων, ών η παράτολμος και απρόοπτος εμφάνησις περιήγαγε τους πάντας εις άκρων απορίαν, πλην δε τούτου ήσαν βέβαιοι ότι και το ελάχιστον αυτών προς αντίστασιν κίνημα βέβαιον αποτέλεσμα θα είχε τον θάνατον. Πολλαί κυρίαι εν τω μεταξύ ελιποθύμησαν, μόνη δε η οικοδέσποινα κατώρθωσε ν’ ανθέξη γενναίως, ενώ ο σύζυγος αυτής κ.Θωμάς, μένων συνεσπειρωμένος μεταξύ του πλήθους των επισκεπτών, ηναγκάσθη επί τέλους υπό των επιμόνων προσκλήσεων του ληστού να εξέλθη βήματα τινα προ των άλλων.
-Βλέπεις, κύριε Δρόση, εξηκολούθησεν ο ληστής, ότι ο κλέπτης της Όθρυος δια τον οποίον θα ήκουσες βέβαια να γίνεται πολύς λόγος, δεν σ’ ελησμόνησε καθόλου. Έμαθε ότι έχεις εκατό χιλιάδων περιουσία, και ήλθε να του μετρήσης της εξήντα. Σου κάμνει, ως βλέπεις, χάρι διά της άλλαι που μένουν.
Ο τρόμος του κ. Θωμά υπεχώρησεν εις την κατακυριεύσασαν αυτόν σφοδράν αγανάκτησιν διά το θράσος των αθλίων εκείνων ληστών. Να εισέλθωσι με τόσην τόλμην εις την οικίαν του ίνα τον απογυμνώσωσιν! Εσκέφθη να ωρμήση προς το παράθυρον επικαλούμενος εις βοήθειαν, αλλά και ταύτην και μυρίας άλλας σκέψεις αίτινες εν μια στιγμή διήλθον το πνεύμα αυτού, ταχέως απέρριψεν ως ματαίας και απεφάσισε να υποκύψη εις την αναπόφευκτον ανάγκην, βλέπων ότι πάν κίνημά του άφευκτον αποτέλεσμα θα είχε την θανάτωσιν αυτού τε και της συζύγου του και όλων των παρευρισκομένων. Απήντησε προς τον ληστήν ότι επειδή η περιουσία του συνέκειτο κατά το πλείστον εις κτήματα, δεν είχεν ουδέ κατά το ήμισυ, ποσόν οποίον το αιτούμενον, υπέσχετο δε επί λόγω τιμής να τω εγχειρίση αυτό εις το έπακρον, καθ’ όν τρόπον εκείνος ήθελε προσδιορίσει, συνάπτων δάνειον απέναντι των κτημάτων του.
-Κύριες Θωμά, απήντησεν ο ληστής με το αυτό πάντοτε ύφος, ας μη χάνωμε καιρό. Πείθομαι εις τους λόγους σου, αλλ’ όσο να εξοφληθή η υπόθεσίς μας, έχω ανάγκη ενός ενεχύρου. Η κυρία σου λοιπόν θα λάβη την καλωσύνη να έλθη τώρα μαζί μας, και δεν έχεις τίποτε να φοβηθής γι’ αυτήν. Όσο από καλοπέρασι, θα ήνε σαν στο σπήτι της και καλλίτερα. Φθάνει μόνο να πληρώσης καλά το χρέος σου και να μη ζητήσης να μας βλάψης, γιατί τότε αντί για τη γυναίκα σου, μόνο το κεφάλι της θα λάβης πίσω.
Μεθ’ όλας τας ματαίας διαμαρτυρήσεις του Θωμά και της συζύγου του, η Ελένη απήχθη σχεδόν λιπόθυμος υπό των ληστών, οίτινες φεύγοντες παρήγγειλαν ρητώς προς τον Θωμάν και τους λοιπούς παρευρισκομένους να μη κοινοποιήσωσι τίποτε εκ των διατρεξάντων εάν δεν παρέλθη μία ακριβώς από της στιγμής εκείνης ώρα, διότι άλλως η αιχμάλωτος θ’ απεκεφαλίζετο ευθύς καθ’ οδόν. Συνάμα δε παρήγγειλαν εις τον απεγνωσμένον οικοδεσπότην να έχη το χρηματικόν ποσόν έτοιμον εντός τριών ημερών διότι μετά τρείς ακριβώς ημέρας θ’ αποσταλή το διά την παραλαβήν αυτών πρόσωπον, όπερ έπειτα θα τω παραδώση ασφαλώς την σύζυγόν του. Η συνοδεία μετά μικρόν εγένετο άφαντος εν τω σκότει της νυκτός, και επί μίαν όλην ώραν σιγή βαθεία απεκατέστη εν τη οικία του κ. Θωμά. Μόλις όμως το εκκρεμές εσήμανε την δευτέραν πρωϊνήν ώραν, και ταυτοχρόνως την σιγήν εν τω οίκω διεδέχθη γενική αναστάτωσις και αι περί του πρακτέου συζητήσεις. Την πρωΐαν ολόκληρος η πόλις εγνώριζε την κατά την παρελθούσαν νύκτα εν τη οικία του Θωμά τελεσθείσαν απαγωγήν.
Την τρίτην ημέραν ο κ. Θωμάς περιέμενεν έχων έτοιμον το δια τους ληστάς ποσόν, αλλ’ η ημέρα αύτη παρήλθε και το πρόσωπον περί ού εγένετο λόγος δεν εστάλη. Μετ’ άκρας ανησυχίας ο ατυχής σύζυγος είδε και την επομένην ημέραν παρελθούσαν εν ματαία προσδοκία, η ανησυχία του δε αύτη εκορυφώθη, οπότε και πέμπτη ημέρα παρήλθε χωρίς ο απεσταλμένος των ληστών να φανή.
Η στρατιωτική δύναμις, ης απέφευγε μέχρι τούδε να ζητήση την συνδρομήν, υπήρξεν ήδη το μόνον απομένον καταφύγιον. Διάφορα στρατιωτικά αποσπάσματα έσπευσαν ευθύς ανά την Όρθρυν και τα πέριξ χωρία, αλλά μετά παρέλευσιν πολλών εβδομάδων επέστρεφον άπρακτα, ουδέ ίχνος της ζητουμένης συμμορίας δυνηθέντα να εύρωσιν.
Έτος είχε παρέλθει χωρίς ουδέν εν τω μεταξύ ν’ ακουσθή περί της συζύγου του Θωμά και της μυστηριώδους συμμορίας, ενώ οι κάτοικοι της Β΄, δι’ ούς μία τοιαύτη τολμηρά απαγωγή και η μετ’ αυτήν εξαφάνισις ήτο τι πρωτοφανές αφέθησαν εις διαφόρους επί των γενομένων σκέψεις. Οι πλείστοι συνεπέραινον ότι η συμμορία εγένετο άφαντος εκ φόβου μη αφεύκτως συλληφθή κατόπιν τοιαύτης παράτολμον απαγωγής∙ υπήρχον όμως και τινές υποστηρίζοντες ότι αίτιος της γενομένης απαγωγής, ήτο όχι ο πλούτος του κ.Θωμά, αλλ’ αυτή η απαχθείσα, ής η καλλονή από πολλού είχεν επισύρει την προσοχήν του αρχηγού της συμμορίας. Οι τελευταίοι μάλιστα ούτοι συνώδευον τους συμπερασμούς των με μυρίας άλλας αορίστους υποθέσεις, λέγοντες ότι ο ληστής της Όρθρυος ηράτο από πολλού της Ελένης, και ότι, εν ή εποχή αύτη ήτο έτι κόρη, ενθυμούνται επισκεφθέντα δύο ή τρείς φοράς την πόλιν Β΄ αλλόκοτον τινα ξένον, περί ού τώρα φρονούσιν ανενδοιάστως ότι ήτον αυτός ο ληστής, ερχόμενος μετημφιεσμένος ίνα βλέπη την αγαπωμένην του. Άλλοι δε πάλιν εξέφερον ήδη αορίστους υπονοίας περί της ταυτότητος του εξαφανισθέντος ληστού προς το πρόσωπον μυστηριώδους παρελθόντος, εγκατεστημένον από ετών μετά της συζύγου του έν τινι μικρώ τουρκικώ χωρίω, αγορασθέντι ολοκλήρω δι’ ιδίων του χρημάτων.
Μόνος ο Θωμάς ηγνόει τι εξ όλων τούτων να υποθέση. Αλλ’ εφ’ όσον ο καιρός παρήρχετο χωρίς ουδέν να μανθάνη ούτος περί της απολεσθείσης συζύγου του, καθίστατο οσημέραι μελαγχολικώτερος, και την σήμερον, πάντοτε παραδεδομένος εις την θλίψιν του, απεφεύγει πάσαν συναναστροφήν, διάγων βίον εντελώς μονήρη.
Το δυστύχημα όμως τούτο του κ. Θωμά και η διά παντός εξαφάνισις της ατυχούς αυτού συζύγου είχε και το αγαθόν της αποτέλεσμα, διότι τριάκοντα έκτοτε έτη έχουσι παρέλθει χωρίς πλέον ν’ ακουσθή τι περί του αλλοκότου ληστού, ούτινος η εξαφάνισις επανέδωκε την ησυχίαν εις τα περί την Όρθρυν μέρη.»
* *
*
Αυτά μοι διηγείτο εσπέραν τινά του θέρους, καθ’ ό είχον μεταβή εις την πόλιν Β΄, ο εκεί γηραιός εκ πατρός φίλος μου Χ… Εις πάντας εν γένει τους κατοίκους της πόλεως ταύτης είνε γνωστόν το ανωτέρω συμβάν του κυρίου Δρόση, αλλ’ είς εκ των κάλλιστα γινωσκόντων τούτο είνε ο γηραιός Χ…., όστις συνέβη να παρευρίσκηται εις την εσπερίδα του κ. Θωμά μετά των λοιπών κεκλημένων κατά την κακήν εκείνη νύκτα των απόκρεω.
Κ. Ι. ΠΡΑΣΣΑΣ


ΕΙΚΟΝΑ


 Εικ.1 Προμετωπίδα της περιοδικής έκδοσης «ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ».


ΠΗΓΗ

Περιοδική έκδοση Ακρόπολις Φιλολογική, Τόμ. 1, Αρ. 45 (1888), σελίδες 712-713.



Σάββατο 21 Ιουλίου 2012

Επιδρομή ληστών στο Επισκοπείο Λαμίας το 1835


 Στις 21 Αυγούστου 1835 σημειώθηκε εισβολή ληστών στο Επισκοπείο της Λαμίας. Κάτω από το φως της αυγουστιάτικης σελήνης, μία μεγάλη ομάδα ληστών λήστεψε το Μητροπολίτη Φθιώτιδος Ιάκωβο Μητρόπουλο (1833-1855) τον από Ευρίπου. Ο γραμματέας του τραυματίσθηκε σοβαρά από τους ληστές. Ο Μητροπολίτης σώθηκε σπάζοντας μία σανίδα του δαπέδου και πέφτοντας σχεδόν γυμνός στο υπόγειο. Η ληστεία περιγράφεται παραστατικά σε αναφορά που αποστέλλει προς τον Έπαρχο Φθιώτιδος. Στο τέλος της επιστολής επισυνάπτεται κατάλογος της λείας των ληστών.
Ακολουθεί η αναφορά του Μητροπολίτη:
«Την 21 του παρόντος μηνός περί την 4½ ώραν της νυκτός μετά την εσπέραν κατακλιθέντος εις την κλίνην μου και κλεπτόμενος εκ του ύπνου, αίφνης ήκουσα εις το μέρος του κήπου της οικίας μου πατήματα διαφόρων ανθρώπων, οίτινες επλησίαζον προς την θυρίδα του κοιτώνος μου, εν ώ είχον την κλίνην μου τον όντα κατά το μέρος του κήπου, δεν έχασα καιρόν διόλου αλλ’ ενοήσας ότι ούτοι ήσαν λησταί, αμέσως με πολλά σιγηλόν τρόπον, διά να δώσω την είδησιν εις τους πέριξ γείτονας, δράξας μίαν κουμπούραν την έρριξα από το μέρος της θυρίδος εις ό μέρος ήσαν οι λησταί, ένα μεν διά να φοβηθώσιν και απομακρυνθώσιν, άλλο δε να δράμη και η ενταύθα ένοπλος δύναμις εις βοήθειάν μας, αλλ’ επάνω εις την φωτιάν της κουμπούρας μου οι λησταί αντέρριψαν άλλας δύο κουμπούρας ένδον του κοιτώνος των οποίων τα βόλια σπάσαντα την σανίδα της θυρίδος, και κτυπήσαντα προς το τοίχος, οι καπνοί, τα χώματα του τοίχους με πέτρας ηνωμένας εκτύπησαν τον δεξιόν οφθαλμόν μου∙ όθεν νομίσας ότι επληγώθην καιρίως εξήλθον του κοιτώνος τούτου φωνάζων μεγαλοφώνως λησταί. Οι δε λησταί αμέσως άρχισαν με κλωτσιές και με ξύλα να κτυπούν την θυρίδα. Εγώ πάλιν εισελθών εις τον ίδιον κοιτώνα περιμάζωξα όλα τα όπλα τα οποία ευρίσκοντο εις τον κοιτώνα μου  και εξελθών εις την Σάλλαν (όπου εύρον και τον γραμματέαν μου εγρηγορότα), εφωνάξαμεν πάλιν αμφότεροι με γιγαντιαίας φωνάς κλέπται. Αλλ’ εν τούτω οι λησταί σπάσαντες την θυρίδα εισήλθον εις τον κοιτώνα, και δι’ αυτού εις τον έξω ονδάν. Βλέπων λοιπόν ότι οι λησταί εισήλθον και καμμία ένοπλος δύναμις δεν ήλθεν εις βοήθειάν μας, εισήλθομεν μετά του γραμματέως εις τον κοιτώνα του, όπου σπάσας μίαν σανίδα εκ του ενταφίου ερρίφθην γυμνός κάτω εις το κατώγειον. ο δε γραμματεύς βλέπων ότι οι λησταί εισήλθον εις την Σάλλαν, εξήλθε του κοιτώνος του, τον οποίον συλλαβόντες ο μεν τον έτυπτεν με το όπλον, ο δε με την μάχαιρα, άλλος δε με την σπάθην και έτερος με την κομπούραν περίπου των 15 λεπτών. Αφού δε τον εβασάνισαν τοιουτοτρόπως διά να με μαρτυρήση που ήμην. τέλος πάντων τον επλήγωσαν εις την αριστεράν χείραν περί την ωμοπλάτην με το σπαθίον εις εξ αυτών, όστις είχε λαβωθή εις την αριστεράν χείρα του από το ρίψιμον της κομπούρας μου, τον επλήγωσε και άλλος εις την κεφαλήν και άλλος πάλιν εις τον μύλιγκα, ο μεν με την μάχαιραν, ο δε με την μπούκαν του τουφεκιού του. Μετά δε το πλήγωμα αυτού αμέσως διασπάρησαν εις τους οντάδες, και σπάσαντες τας κασέλας, άρχισαν να ληστεύωσι τα πράγματά μας. Μη μαρτυρηθείς λοιπόν εγώ παρά του γραμματέως, και κρυφθείς ο υπηρέτης μου εις μίαν υπόγειον μεσάνδραν, αφού εσήμασαν όλα εν γένει τα ειδήσματά μας ενδύματα λέγω και χρήματα, και αφού τα περιεμάζωξαν, μετά παρέλευσιν ημισείας περίπου ώρας μόλις ηκούσθη ρίψιμον μιάς τουφεκιάς, εις ην εφονεύθη ο στρατιώτης εις την ακοήν αυτής ελαφιάσθησαν οι λησταί άρχισαν πάλι να βασανίζωσι τον γραμματέα μου θέλοντες να τον δέσωσι και τα παρόμοια. Εν τούτω οι άλλοι λησταί οίτινες εφύλαττον εκτός του προαυλίου της θύρας το οσπίτον, έρριψαν εις σημείον ένδον του οσπιτίου μίαν τουφεκιάν, της οποίας το βόλι διεπέρασε το παράθυρον του γραφείου της επισκοπής εις τον τοίχον του αυτού γραφείου εξήλθεν εις την Σάλλαν. Τούτο ειδόντες οι εισελθόντες πρώτον λησταί (εννέα τον αριθμόν όντες) άρχισαν να ετοιμάζωνται εις φυγήν∙ εν τω μεταξύ τούτω εισήλθον άλλοι δύο οι οποίοι, αφού τους ωμίλησαν Βλάχικα και Αλβανίτικα, επήραν αμέσως τα ειδήσματα και χρήματα του γραμματέως μου και ενδύματα του ανθρώπου αυτού και του υπηρέτου μου όλα εν γένει χωρίς να αφήσωσι τίποτε, εκ δε των ιδικών μου επήραν μόνον όσα χρήματα είχον ειδήσματα πολυτελή, και μέχρι ενδυμάτων μου, ως άπαντα σημειούνται εις τον εμπερικλειόμενο κατάλογον. Λαβόντες δε μεθ’ εαυτών και τον γραμματέαν μου τον απήγαγον εις τον κοιτώνα μου. όθεν εισήλθον, και αφού τον επαπείλησαν εις δύο λεπτά κτυπώντες τον αύθις με κλωτσιές και κοντακιές, αυτοί ομιλήσαντες μεταξύ των διά νοημάτων, αυτόν μεν τον έβγαλαν έξω εις τον οντάν, αυτοί δε από το μέρος όθεν εισήλθον απήλθον. επομένως μετά την έξοδόν των αφού απεμακρύνθησαν από τον κήπον μου ολολύζοντες άρχισαν να πυροβολούν κατά στίχον προς χαράν φωνάζοντες Δάρα μωρέ Δάρα. επομένως και ο γραμματεύς εξελθών εις τον κήπον αυτούς φεύγοντας και αλαλάζοντας τον αριθμόν έως 35 μέχρι τον 40 φωτοβολούσης της σελήνης. Πόσοι όμως ήτο μακράν και οποίας άλλες θέσεις είχον πιασμένας άλλοι, τούτο αγνοείται».



ΠΗΓΗ

Το κείμενο της αναφοράς ελήφθη από άρθρο του Σοφοκλή Γ. Δημητρακόπουλου, Μοναστήρια της Μητροπόλεως Νέων Πατρών, σελίδες 137-148.
Το άρθρο δημοσιεύεται στα «Πρακτικά Πανελληνίου Συνεδρίου, Η Υπάτη στην εκκλησιαστική ιστορία, την εκκλησιαστική τέχνη και τον ελλαδικό μοναχισμό, Αθήναι 2011, Έκδοση Ιεράς Μητροπόλεως Φθιώτιδος».




Σάββατο 14 Ιουλίου 2012

Παλαιοντολογικά ευρήματα στην περιοχή της Όθρυος το 1852



Το 1852 αποτελεί έτος-σταθμό για την προϊστορική Φθιώτιδα. Ο τότε Νομάρχης Ανδρέας Ζυγομαλάς (Σμύρνη 1803–1870)[1], σύμφωνα με δημοσιεύσεις σε εφημερίδες της εποχής, ανακάλυψε απολιθώματα στις περιοχές της Ιεράς Μονής Αντίνισσας και της Πελασγίας. Τα παλαιοντολογικά ευρήματα της Αντίνισσας ανήκουν κυρίως σε Μαστόδοντα, τα οποία έζησαν κατά την προϊστορική εποχή στην περιοχή της Φθιώτιδας. Στην Πελασγία (Κρεμαστή Λάρισσα) εντοπίσθηκε από τον Α.Ζυγομαλά απολιθωμένος βόας. Οι σχετικές ειδήσεις δημοσιεύονται στις εφημερίδες «Αιών»(Εικ.1), «Αθηνά»(Εικ.2) και «H Αμάλθεια» Σμύρνης (Εικ.3), καθώς και στην περιοδική έκδοση «Πανδώρα»(Εικ.4).

Οι δημοσιεύσεις ανά περιοχή έχουν ως εξής:


Στο φύλλο 1902 της εφημερίδας «Αθηνά» της 22ας Αυγούστου 1852 αναγράφεται:
«-Εκ Λαμίας μας γράφουν, ότι ο Νομάρχης ανεκάλυψε τερατώδεις οδόντας, απολελιθωμένους, εις την κορυφήν υψηλού τινος όρους, Όρθρυς ονομαζομένου. Οι οδόντες ούτοι μετακομισθέντες εις το Νομαρχιακόν κατάστημα ήδη, ανήκουσι, κατά την ομολογίαν του Νομάρχου, εις αρχαία θηρία, τα οποία οι γεωλόγοι ονομάζουσι παλαιοθηρία ή μαστόδοντα, ως εκ του σχήματος του άκρου των οδόντων. Εις εξ αυτών των οδόντων πρέπει να ζυγίζει πλέον των τεσσάρων οκάδων, επομένως ο όγκος της κεφαλής και του σώματος των θηρίων τούτων, τα οποία έζων εις Φθιώτιδα προ του κατακλυσμού του Δευκαλίωνος, θα ήτο, τις οίδε, πόσον μέγας. Ιδού ύλη γεωλογικής ερεύνης, άξια της σπουδής των φυσικοϊστορικών.»
          Δημοσιεύεται δηλαδή η ανακάλυψη των παλαιοντολογικών ευρημάτων από το νομάρχη και η μεταφορά τους στο κτίριο της Νομαρχίας στη Λαμία.
Στο φύλλο 1292 της εφημερίδας «Αιών» της 13ης Σεπτεμβρίου 1852 δημοσιεύεται η λεπτομερής έκθεση του Νομάρχη Φθιώτιδος και Φωκίδος προς το Υπουργείο Εσωτερικών για την ανακάλυψή του:
«Παλαιοθηρία
ΠΡΟΣ ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ ΤΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Περί ανακαλύψεως παλαιοθηρίων, επί του όρους της Όθρυος
Λαμία τη 11 Αυγούστου 1852
Σπεύδω ν’ αναγγείλω εις το Υπουργείον, ότι διευθυνόμενος κατά την 8ην του μεσούντος προς εντάμωσιν του κατά τα μεθόρια αρχηγού των Οθωμανικών στρατευμάτων, ανεκάλυψα τυχαίως δύω τινα αντικείμενα πολλού λόγου άξια, αναγόμενα εις την γεωλογίαν. Το μεν πρώτον συνίσταται εξ απολιθωμένων φυτών και σπανίων οστέων αγνώστων ζώων, εξ ων σύγκεινται οι ακρογωνιαίοι λίθοι του στρατώνος του Δερβέν Φούρκα∙ το δε δεύτερον εκ μαστοδόντων απολιθωμένων, σχηματιζόντων βράχον ογκώδη και υψημήκη, κείμενον όπισθεν της μονής Αντινίτζης, υπό την βάσιν του οποίου ρέει διαυγέστατον πηγαίον ύδωρ.
Περί μεν των απολιθωμένων φυτών δεν δύναμαι προς το παρόν να προσθέσω τι περισσότερον εις το Υπουργείον, καθότι οδεύων παρετήρησα αυτά εις τους ακρογωνιαίους λίθους του μνησθέντος στρατώνος. Επιφυλάττομαι όμως να χορηγήσω τας αναγκαίας επιστημονικάς πληροφορίας, όταν μάθω, που κείται το λατομείον, εξ ου οι περίεργοι ούτοι λίθοι ελατομήθησαν. Περί δε των μαστοδόντων, οίτινες πρώτην ήδη φοράν ανακαλύπτονται επί του Ελληνικού εδάφους, και εις τοσαύτην πληθύν, ως εις ουδέν άλλο μέρος του κόσμου, εξ όσων εγώ γνωρίζω, οφείλω να χορηγήσω τας αναγκαίας επιστημονικάς πληροφορίας της περιέργου ταύτης ανακαλύψεως, καθότι και ώρας διέτριψα εις την μνησθείσαν Μονήν, και ικανά τεμάχια μαστοδόντων απέσπασα εκ των βράχων δια ης σφύρας, τα οποία εξαποστέλλω προς το Υπουργείον ηριθμημένα, δια να τεθώσιν εις το Μουσείον της Φυσικής Ιστορίας προς μελέτην των περί τας φυσικάς επιστήμας καταγινομένων.
Οι μαστόδοντες ούτοι ανήκουσιν εις θηρία μεγαλύτερα του ελέφαντος, υπήρξαντα επί γης προ του κατακλυσμού. Πρώτος ο Κυβιέρος, ο Αριστοτέλης του αιώνος μας, ωμίλησε περί αυτών, ονομάσας αυτά Παλαιοθηρία ή Μαστόδοντα∙ Παλαιοθηρία μεν, εκ της αρχαιότητος αυτών, μαστόδοντα δε, εκ του σχήματος των εαυτών οδόντων, ομοιαζόντων την θύλην των γυναικείων μαστών. Έκαστος εμπρόσθιος οδούς ζυγίζει πέντε περίπου οκάδας∙ παν δε παλαιοθηρίον είχεν εξ τοιούτους εμπροσθίους οδόντας, καθόσον συμπεραίνεται εκ της ανατομικής αναλογίας των. Οποία δεν πρέπει να ήτον η κεφαλή των θηρίων, και τίνα τα σώματα αυτών έκαστος δύναται να συμπεράνη, έχων υπ’ όψιν το μέγεθος των οδόντων.
Ο Κυβιέρος κατατάσσει τα υπερμεγέθη αυτά θηρία εις το γένος των οπωροφάγων, συμπεραίνων τούτο εκ του σχήματος των οδόντων∙ ονομάζει δε αυτά και ανοπλοθηρία, διότι δεν έχουσιν όπλα προς επίθεσιν ή αμύνην, ήτοι όνυχας, οξείς οδόντας, κέρατα ή προβοσκίδας. Άρα τα θηρία ταύτα δεν ήσαν άγρια, ούτε σαρκοφάγα. Η πάνσοφος πρόνοια του Δημιουργού δεν ηδύνατο να δώση εις τοιαύτα πελώρια θηρία όπλα και ενστίγματα σαρκοφάγα, διότι τότε ουδέν άλλον ζώον εδύνατο να διατηρηθεί επί της γης.
Ο αυτός συγγραφεύς αποδεικνύει, καθόσον ενθυμούμαι, ότι τα θηρία ταύτα υπήρξαν προ του κατακλυσμού, και δια τούτο ονομάζει αυτά (des animaux antideluviens), ήτοι ζώα υπάρξαντα προ του κατακλυσμού. Του σοφού Κυβιέρου η γνώμη καθιερώθη ως μαθηματική αλήθεια, διότι δια της συγκριτικής ανατομίας και των στρωμάτων της γης υπεστήριξε τας σοφάς παρατηρήσεις του.
Άρα και η Ελλάς, ο μυθολογικός και κλασικός ούτος τόπος των Τιτάνων, των λαπίθων, των Γιγάντων, των ηρώων και των εκτάκτων της αρχαιότητος ανδρών, εκατοικείτο προ της υπάρξεως του ανθρώπου και των γνωστών ήδη ζώων από άοπλα παλαιοθηρία, ανακαλυφθέντα μόλις ολίγων ετών εις μικρόν αριθμόν, εις τε Ρωσσίαν και την Γαλλίαν, των οποίων τα λείψανα στολίζουσι σήμερον τα Μουσεία των δύω μεγάλων αυτών επικρατειών, προξενούντα θαυμασμόν εις τους εραστάς των φυσικών επιστημών, και χορηγούντα ούτως ειπείν εις αυτούς τον μίτον της Αριάδνης, δια να εξέλθωσιν από τον λαβύρινθον της δημιουργίας του σύμπαντος.
Αλλ’ ίσως ερωτηθώ, εις ποίον τάχα κατακλυσμόν ηφανίσθησαν τα ζώα ταύτα, μεταβληθέντα εις βραχιολίθους ευθραύστους, ως ο ύαλος; Το κατ’ εμέ οδηγόν έχων τον Κυβιέρον, του οποίου η γνώμη συμφωνεί και με την γέννεσιν φρονώ, ότι τα θηρία ταύτα της Αντινίτζης ή Αντινίσης, κειμένης απέναντι του όρους η Οίτη, αφανίσθησαν εις κατακλυσμόν προ του Δευκαλίωνος, συνοδευθέντα υπό αιφνιδίας και βιαίας ηφαιστείου εκρήξεως, μετά πλημμύρας, καλυψάσης δια πολύν χρόνον την επιφάνειαν της γης. Αύτη είναι η γνώμη του σοφού Κυβιέρου και όλων των γεωλόγων, δια μόνης της οποίας δύναται να εξηγηθή η απολίθωσις των ζώων και η διατήρησις αυτών, οία εξήλθον εκ των χειρών του Δημιουργού.
Τρία τινά ενισχύουσι την γνώμην μου ταύτην ως προς τα ημέτερα παλαιοθηρία της αντινίτζης, την οποίαν υποβάλλω εις την βάσανον των σοφών∙ Α΄. Τα θερμά ύδατα της Υπάτης, των Θερμοπυλών, της Αιδηψούς και της Κύθνου, κείμενα ευθυγράμμως υπό την υπώρειαν της Οίτης, και ανήκοντα εις τον αυτόν ούτως ειπείν Ύφαιστον, του οποίου η έκρηξις απέσπασε την Εύβοιαν και τας κυκλάδας νήσους από την στερεάν. Β΄. Το εκ σιδήρου, Θείον και της υφαιστείου τέφρας συγκείμενον όρος της Όθρυος, το διαχωρίζον την Φθιώτιδα από την Θεσσαλίαν, επί του οποίου ανεκαλύφθησαν τα προκείμενα απολιθωμένα ζώα και φυτά εις ανυπολόγιστον αριθμόν και Γ΄. Το εκ των χαράγδων των βραχολίθων εκρέον πόσιμον και διαυγέστατον ύδωρ, το ανήκον εις τας πρωτογόνους εκείνας λίμνας, τας οποίας οι ουράνιοι όμβροι και καταρράκται εναπέθεσαν εις τα κοίλα, τας διασφάγας και τους μοιχούς των υψηκόμων ορέων, ανεξαρτήτως των ετησίων τακτικών υετών, των σχηματιζόντων τα επί της υδρογείου διαρρέοντα ύδατα. Την γνώμην ταύτην υποστηρίζει, έτι μάλλον, και η υποκάτω της Όθρυος υπάρχουσα Βοιβηΐς λίμνη, η Τουρκιστί σήμερον γνωρισμένη υπό το όνομα Νταουκλή ή Νεζερά, απέχουσα μίαν περίπου ώραν από της μονής Αντινίτζης. Εντός της λίμνης ταύτης υπάρχουσι δύω νησίδια, περί τα οποία αναβρύει το ύδωρ, το οποίον δι’ αύλακος διαπορθμεύεται εις τον Πηνειόν ποταμόν. Άπαντα τα φυσικά ταύτα φαινόμενα είναι τόσα αλάνθαστα τεκμήρια, υποστηρίζοντα όσα ανωτέρω εξέθεσα περί της ιστορίας των παλαιοθηρίων της Φθιώτιδος.
Μην έχων πλησίον μου συγγράμματα επιστημονικά, πραγματευόμενα τα τοιαύτης φύσεως αντικείμενα, δια να πλουτίσω την διατριβήν μου με την προσήκουσαν επιστημονικήν ακρίβειαν, περιορίζομαι, εις όσα αυτοσχεδίως εξέθεσα ενταύθα, και μεταβαίνω εις την περιγραφήν των μαστοδόντων, τα οποία πέμπω σήμερον, εντός κιβωτίου προς το υπουργείον δια του χωροφύλακος …. δια να ίδη, ότι δια της περιγραφής είναι δύσκολον να εννοήση. Ιδού η όσον ένεστιν ακριβής περιγραφή των αποστελλομένων τεμαχίων.
Α΄. Τεμάχιον παριστάνον δύο οδόντας συναλλήλως προσηρμοσμένους, καθώς υπήρχον εις την σταγώνα του παλαιοθηρίου, εις ό ανήκον ζώντος του θηρίου. Το τεμάχιον τούτο είναι λίαν περίεργον δια την διατήρησιντων οδόντων εις την οικείαν θέσιν των.
Β΄. Τεμάχιον τεθλασμένον εν τω μέχω, παριστάνον το πλείστον μήκος των εμπροσθίων οδόντων, κεκαλυμμένον σχεδόν από το σμαλτώδες στρώμα του∙ η εν τω μέσω θλάσις του οδόντος τούτου συνέβη, ότε απεχωρίζετο εκ του βράχου.
Γ΄. Τεμάχιον παριστάνον το έμπροσθεν μέρος οδόντος καθημαγμένου, εξελθόντος από βραχόλιθον. Το τεμάχιον τούτο επιμαρτυρεί το βίαιον της υφαιστείου εκρήξεως, διότι άλλως δεν εξηγείται η παρουσία του αίματος.
Δ΄. Τεμάχιον παριστάνον δύω οδόντας καθημαγμένους, επίσης διατηρούντες την φυσικήν αυτών θέσιν, ανήκοντας μολοντούτο, κατά την εμήν γνώμην, εις νέον παλαιοθηρίον ένεκα του λοβοειδούς άκρου του και της ανεπαισθήτου κυρτότητος αυτών. Την γνώμην ταύτην εκφράζω απλώς δια τα οποία ανέφερον χαρακτηριστικά. Αλλ’ ενδέχεται και τούτο είναι το πιθανότερον, ότι οι οδόντες ούτοι είναι εκ των πλαγίων, οίτινες εις το γένος των θηρίων τούτων εισί μικρότεροι και ολιγώτεροι ή καθόλου κυρτοί ως εκ του σχήματος των σιαγόνων των θηρίων και της λειτουργίας του μασσήματος, τρεφομένων, ως είπον, εξ οπωρών και ριζών∙ και των μεν οπωρών η λαβή εγένετο εκ των δένδρων, των δε ριζών εκ της γης. Εντεύθεν είπετο, ότι η υπερτάτη πρόνοια έπρεπε να πλάση τους εμπροσθίους οδόντας κυρτούς.
Ε΄. Εν τεμάχιον, παριστάνον τα άκρα των δύω μυώνων, διατηρούντων εισέτι τας απονευρώσεις των, και μέρος των εαυτών τεινόντων. Το ερυθρόν χρώμα του τεμαχίου τούτου δεν είναι αίμα, αλλά τα άκρα, ως είπον, δύω μυώνων απολυθωμένων και τηρούντων το πρωτότυπον φυσικόν χρώμα των. Το τεμάχιον τούτο, μικρόν μεν, αλλά λίαν περίεργον ως προς το είδος του, δια την εντέλειαν της διατηρήσεως των σαρκικών οργάνων και του χρώματος αυτών.
Τοιαύτα είναι τα εν τω κιβωρίω περιεχόμενα λείψανα των απολιθωμένων προκατακλυσμιαίων παλαιοθηρίων.
Δίδων τέλος της παρούσης διατριβής, παρακαλώ το Υπουργείον να μη προσέξη εις τας ελλείψεις αυτής, προελθούσας, ως είπον, ένεκα της ελλείψεως αρμοδίων συγγραμμάτων, αλλά να θεωρήση με ευμενές όμμα το πρωτοφανές και αξιοπερίεργον της ανακαλύψεως, ήτις δημοσιευομένη δια του τύπου θέλει δώσει αφορμήν εις τους σοφούς της Ευρώπης να επισκεφθώσι τα μέρη ταύτα του Ελληνικού Βασιλείου, τα οποία κατασταθέντα άλλοτε κλασικά δια τας Θερμοπύλας των, ημπορούν σήμερον να χωρηγήσουν εις αυτούς δια των γεωλογικών ερευνών νέα και άφθονα στοιχεία προς τελειοποίησιν της ιστορίας των ζώων και των φυτών, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και ο άνθρωπος.
                                                          Ευπειθέστατος
                                      Ο Νομάρχης Φθιώτιδος και Φωκίδος
                                                          Α.ΖΥΓΟΜΑΛΑΣ»
Η έκθεση αναδημοσιεύθηκε:
α) στο φύλλο 710 της 26ης Σεπτεμβρίου 1852 της εφημερίδας Η ΑΜΑΛΘΕΙΑ της Σμύρνης με τον τίτλο: «Ο νομάρχης Φθιώτιδος και Φωκίδος διεύθυνε προς το υπουργείον εσωτερικών της Ελλάδος την επομένην έκθεσιν περί ανακαλύψεως παλαιοθηρίων επί του όρους της Όρθρυος».
β)στον Γ΄ τόμο της περιοδικής έκδοσης «Πανδώρα», φύλλο 61 (1 Οκτωβρίου 1852), σελίδες 305-307 με την υποσημείωση της σύνταξης της «Πανδώρας»:
«Την άνω δημοσιεύοντες πραγματείαν, αποδίδομεν πάντα έπαινον εις τον φίλον των καλών και σπουδαίων Κ. Νομάρχην Φθιώτιδος, δια τον τρόπον καθ’ όν εκτιμά τα διοικητικά του καθήκοντα. Επιθυμητόν είναι, σπουδής γινομένης περί των ανακεκαλυμμένων απολιθώσεων, να ερευνηθή ακριβώς ποίας φύσεως είναι η γη εν ή ευρέθησαν, διότι, ως γνωστόν, η γνώσις αυτής συμβάλλεται μεγάλως εις την εκτίμησιν της εποχής αυτών. Δεν είναι δε ίσως περιττόν να υπενθυμίσωμεν ότι το ύδωρ των Θερμοπυλών έχει ισχυράν απολιθώσεως δύναμιν, ώστε πρέπει ίσως να παρατηρηθή, ως προς τα φυτά τουλάχιστον, αν η φαινομένη αυτών απολίθωσις δεν είναι αυτού ίσως και ουχί των αιώνων ενέργεια
Ο Νομάρχης κατά τη μετάβασή του στο μεθοριακό σταθμό της Αντίνισσας ανακάλυψε απολιθωμένα φυτά και ζώα. Μάλιστα τα αγκωνάρια του στρατώνα στο Δερβέν Φούρκα (σήμερα Καλαμάκι) είναι απολιθώματα. Παραθέτοντας τις απόψεις του για το θέμα, επικαλείται το Γάλλο φυσιοδίφη και ζωολόγο Ζώρζ Κυβιέ (Georges Cuvier) για να τεκμηριώσει τις απόψεις του. Κατά το διάστημα της παρουσίας του στην Αντίνισσα, συνέλεξε και τοποθέτησε σε κιβώτια τεμάχια των απολιθωμάτων. Τα κιβώτια, αφού τα αρίθμησε, τα έστειλε στο υπουργείο, με συνοδεία χωροφύλακα, προς μελέτη. Ακολουθεί η πλήρης περιγραφή του περιεχομένου των κιβωτίων. Κλείνοντας παρακαλεί το υπουργείο να επιληφθεί του θέματος δίνοντας την απαραίτητη προσοχή.
Στη συνέχεια στο φύλλο 1916 της εφημερίδας «Αθηνά» της 10ης Οκτωβρίου 1852 ακολουθεί άλλη δημοσίευση ως εξής:
«Αθήναι την 22 Σεπτεμβρίου 1852
Τα εν Αντινίτζη παλαιοθηρία
Εις το από 13 λήγοντος φύλλον του Αιώνος ανέγνωμεν δημοσιευθείσαν έκθεσιν του Νομάρχου Φθιώτιδος κυρίου Ζυγομαλά. Δι’ ής γνωστοποιεί εις το υπουργείον των εσωτερικών την ανακάλυψιν απολελιθωμένων οδόντων προκατακλυσμιαίων ζώων.
Την άλλοτε ύπαρξιν των ζώων τούτων πρώτος εγνωστοποίησεν ο περιώνυμος Κυβιέ, νεώτεραι δε επί του αντικειμένου τούτου έρευναι κατέταξαν την ανακάλυψιν ταύτην εις τας μαθηματικάς αληθείας, περί των οποιν η ελαχίστη αμφιβολία δεν είναι δυνατόν να λάβη χώραν.
Δια τους εν Αντινίτζη ανακαλυφθέντας χρεωστείται μεγίστη χάρις εις τον κύριον Ζυγομαλάν∙ ευτυχής ο Νομός ούτος διοικούμενος παρ’ ανδρός, κατέχοντος πάμπολλα προτερήματα, βαθείαν και εκτεταμένην παιδείαν, και όστις ευτυχώς διεξάγων την πολύπονον κατά τον Νομόν τούτον υπηρεσίαν, λαμβάνει ή μάλλον κλέπτει τον υλικόν καιρόν να ενασχολήται και εις ξένα επιστημονικά αντικείμενα παρέχοντα μέγιστον συμφέρον παρά τοις πεπαιδευμένοις.
Η προκειμένη όμως ανακάλυψις απαιτεί, πιστεύομεν, βάσανον τινά παλαιοτέραν, απαιτεί συζήτησιν τινά τοσούτω μάλλον αναγκαίαν, καθόσον θέλει δόσει αφορμήν, εις σκέψεις επιστημονικάς, όχι μόνον παρά τοις εν Αθήναις πεπαιδευμένοις, αλλά και παρά τοις εν Ευρώπη σοφοίς, οίτινες την όλην των ζωήν θυσιάζουσιν εις μόνον του τοιούτου εύρους την μελέτην. Δεν είναι δε παράδοξον, οι τελευταίοι ούτοι να μας τιμήσωσι με τας επισκέψεις των δια να ίδωσιν ιδίοις οφθαλμοίς την μεγάλην πληθύν των απολελιθωμένων μας Μαστοδόντων. Ας τους προετοιμάσωμεν και ημείς.
Πάντη διάφορος της παρούσης βεβαίως ήτο προ αμνημονεύτων αιώνων η εξωτερική επιφάνεια της γης μας. Έλη εκτεταμένα, βλάστησις ακατανόητος, λιμώνες απέραντοι εσκέπαζον βεβαίως τότε τας εκτάσεις του πλανήτου μας. Τοιαύτη δε κατάστασις δεν ήτο δυνατόν να τρέφη, ει μη ζώα χορτοφάγα, μεγέθους καταπληκτικού. Ταύτα δε γνωστά προ ολίγου καιρού γενόμενα, ωνομάσθησαν με το γενικόν όνομα, Ζώα Παχύδερμα. Το πλείστον μέρος τούτων εξέλειπεν∙ εκ του γένους των δεν έμεινεν ει μη ο Ελέφας, ο Ιπποπόταμος και τινα άλλα∙ εκ των εκλιπόντων δε το γνωστότερον και μεγαλήτερον, ο Μαμού και προβοσκίδα μεγίστην είχε και τρομερούς δύο χαβλιόδοντας.
Ταύτα πάντα εξέλειπον εκ τεσσάρων ίσως αιτιών.
1)Εκ των συμβάντων κατακλυσμών. 2)εκ της αλλοιώσεως της εξωτερικής επιφανείας της γης μας γενομένης μάλλον στερεάς και ξηράς. 3)εκ της γεννήσεως των σαρκοφάγων ζώων, και 4)εκ της πολλαπλασιάσεως του ανθρωπίνου γένους. Είτε από μίαν είτε από άλλην αιτίαν, είτε εξ όλων ομού, τυχαίαι περιστάσεις μας παρήξαν την ανεύρεσιν των οστών των και πολυτίμων διά την επιστήμην άνδρες εξ ενός και μόνον πολλάκις οστού ηδυνήθησαν να επινοήσωσιν ολόκληρον το ζώον, να το ανάξωσιν εις κλάσιν, να το σχηματίσωσιν ολόκληρον, να προσδιορίσωσι το χρώμα του την τρίχα του, ην είχε, νεώτεραι δε έρευναι επιβεβαίωσαν τας λαμπράς των ανακαλύψεις και εστεφάνωσαν τον Κυβιέ με αθάνατον δόξαν.
Ας επανέλθωμεν εις τα εν Αντινίτζη.
Μεταξύ του αρκτικού τοίχου της Μονής και της μεσημβρινής πλευράς του Πετρώδους όρους, υπάρχει ισόπεδον τεσσαράκοντα ως έγγιστα βημάτων πλάτους∙ περί το μέσον δε τούτου η πλευρά του όρους τεμνομένη σχεδόν καθέτως παρουσιάζει κοίλην τινά και ομαλήν επιφάνειαν 5-6 ως έγγιστα μέτρων πλάτους και ίσον σχεδόν ύψος, εις το χαμηλότερον δε μέρος χαράδραν τις ευρύχωρος δίδει έξοδον εις άφθονον και διαυγές ύδωρ. Την καθέτως ταύτην τετμημένην επιφάνειαν παρατηρών τις, διακρίνει ευκρινώς διάφορα ισοπαχή στρώματα κλίνοντα ολίγον προς την γην κατά δυσμάς∙ το πρώτον εξ ου το ύδωρ εκρέει είναι τιτανίτης λίθος, έχει καθαρώς ανθρακίας τιτάνιον (carbonat de chum) μεμιγμένος με πυρίτην και άλλα μεταλλικά στοιχεία. Το δεύτερον στρώμα το αμέσως επί του πρώτου, αν δεν απατώμεθα, έχει περίεργον σχηματισμόν∙ κατάπρώτον υποθέτει τις ότι σύμπλεγμα διαφόρων ριζών μη ευρισκουσών ελευθέραν γην διά να εκτανθώσι, περιεστράφησαν και συνεστράφησαν μέχρις ότου απελιθώθησαν. με πλειοτέραν δε προσοχήν ανακαλύπτει ο παρατηρητής ότι, τα συνεστραμμένα ταύτα σώματα λήγουσιν εις οξύ ως κέρατα βουβάλου και επομένως ότι ρίζαι βεβαίως δεν είναι.
Το στρώμα τούτο ενός μέτρου ως έγγιστα πάχους, διακρίνεται εκτεινόμενον δεξιά και αριστερά πέραν της καθέτου τομής, αλλ’ αμυδρώς.
Το δεύτερον τούτο στρώμα διαδέχεται τρίτον ίσον σχεδόν το δεύτερον, αλλά καθ’ όλα όμοιον του πρώτου, απλούς ανθρακίας Τιτάνου∙ και το τρίτον δε τούτο διαδέχεται τέταρτον καθόλα όμοιον του δευτέρου, ήτοι συνεστραμμένα σώματα! άνω δε τούτου το σωμά του και τελευταίον στρώμα σχηματίζει την συνέχειαν της εξωτερικής επιφανείας του όρους, όπου ογκόλιθοι βράχοι, ρίζαι, δένδρα, και θάμνοι συμπλέκονται μεταξύ των.
Τα δύω ταύτα στρώματα το δεύτερον και τέταρτον μιάς επεκτάσεως βεβαίως μεγάλης υπό την γην, εισίν οι παρά του κυρίου Ζυγομαλά ανακαλυφθέντες απολιθωμένοι μαστόδοντες. Δεν πολεμούμεν παντάπασι την γνώμην ταύτην: πολλάκις άλλοτε εξετάσαντες τον σχηματισμόν των είχομεν σχηματίσει διάφορον γνώμην∙ εξαπαταθέντες τώρα, αλλά πάντοτε αμφιβάλλοντες κάμνομεν τας εξής ερωτήσεις.
1) Τις η οποία δύναμις, κατά την μεγάλην εκείνην σύγχισιν την φυσικώς ακολουθούσαν ένα εξολοθρευτικόν Κατακλυσμόν, συνεκέντρωσεν εις εν και το αυτό μέρος άπειρον πληθύν οδόντων των παρά του κατακλυσμού καταδιωκομένων και καταστραφέντων τούτων παλαιοθηρίων;
2) Είναι και τα δύω ταύτα στρώματα τα διαχωριζόμενα εκ του μεσολαβούντος τιτανίτου λίθου μιάς και της αυτής εποχής;
3) Τα ζώα ταύτα των οποίων ανακαλύπτονται οι οδόντες ήσαν βεβαίως υπερμεγέθη, και καταστραφέντα, τα στόματά των διετήρησαν απόστασιν τινά το εν παρά τω ετέρω ως εκ του μεγάλου των όγκου, φυσικώ τω λόγω και οι οδόντες του ενός ετοποθετήθησαν μακράν εκείνων του παρακειμένου γείτονός του, πως εξηγείται να ευρεθώσιν όλοι συμπιπλεγμένοι και συγκεκολλημένοι;
4) Ευρέθησαν απολιθωμένοι μύωνες φυλάττοντες και το φυσικόν των χρώμα, ευρέθη απολιθωμένον αίμα! αφού και μύωνες και αίμα απελιθώθη, πως δεν ευρέθησαν απολιθωμένα και κρανία και σπονδυλική στήλη και έτερα οστά, σώματα επιδεκτικά απολιθώσεως;
Εις τας ερωτήσεις ταύτας χάνομεν τον νούν μας και δεν ευρίσκομεν ουδεμίαν λύσιν! δεν μας μένει ειμή να υποθέσωμεν ότι κατά την τρομεράν εκείνην εποχήν του Κατακλυσμού του γενομένου πριν του Δευκαλίωνος μετά τον βίαιον θάνατον των παλαιοθηρίων, έτερα όντα, ο άνθρωπος ίσως, ο εισέτι μην ανακαλυφθείς προκατακλυσμιαίος άνθρωπος, διαφυγών τον κίνδυνον του κατακλυσμού, απέσπασε τους οδόντας των θηρίων τούτων δια να τους συσσωρεύση εις εν και το αυτό μέρος, επέθεσεν επ’ αυτών έτερον στρώμα ετερογενές, και πάλιν νέον στρώμα οδόντων, εναποθέσας αλλαχού τα λοιπά των οστών∙ δεν είναι παράδοξον τότε, ανασκαφών γενομένων εις τα πέριξ ή τυχαίως πας βραδύτερον να ευρεθώσιν και τα λοιπά μέρη των περιέργων τούτων ζώων επίσης απολιθωμένα. Ευτυχής δια την ανακάλυψιν η εποχή εκείνη κατά την οποίαν δεν θέλει μείνει πλέον ουδεμία αμφιβολία, και ην θέλει αποδειχθή ότι η κλασικά αύτη γη των θεών, των ηρώων, των λαπιθών, των γιγάντων και των Τιτάνων έθρεψεν τοιαύτην πληθύν παλαιοθηρίων.
Αφίνομεν τον Ήφαιστον της Φθιώτιδος, αφίνομεν την τέφραν της Όθρυος, αφίνομεν το εκ της χαράδρος εκρέον διαυγές ύδωρ γέννημα των Πρωτογόνων λιμνών, θρέμμα όμως των ετησίων ουρανίων όμβρων, αφίνομεν τον σίδηρον τον απανταχού ευρισκόμενον και ερχόμεθα εις τους οδόντας μας.
Μήπως ούτοι εισίν φαντασιώδές τι γέννημα της ακατανοήτου φύσεως, εκ των περιέργων και ανεξηγήτων εκείνων έργων της των οποίων άπειρα δείγματα ευρίσκομεν απανταχού διεσπαρμένα;
Μήπως ούτοι εισίν ο  Κ ε ρ α τ ί τ η ς  Λ ί θ ο ς,  και τίποτε περισσότερον τίποτε ολιγώτερον;
Μήπως ούτοι εισίν ίσον και όμοιον απαράλλακτον των ευρισκομένων πλησίον Λεβαδίας και γνωστών υπό το όνομα Λεβαδίτικα Κέρατα;
Είθε να ευρεθώμεν απατημένοι και πλουτισθή ούτω η Ελλάς και με τον πολύτιμον τούτον θησαυρόν των Μαστοδόντων.
                                                                                                 Π. Π
Ο συντάκτης της παραπάνω επιστολής με τα αρχικά Π.Π. αντικρούει την άποψη του νομάρχη και ισχυρίζεται ότι πρόκειται απλώς για πετρώματα.
Στο φύλλο 1921 της εφημερίδας «Αθηνά» της 30ης Οκτωβρίου 1852 ακολουθεί η αντίδραση του Νομάρχη με νέα δημοσίευσή του. Η είδηση αναδημοσιεύεται και πάλι στο φύλλο 717 της 14ης Νοεμβρίου 1852 της εφημερίδας «Η Αμάλθεια» της Σμύρνης:
«Διασαφήσεις περί των εν Αντινίτση παλαιοθηρίων
Ανυπόμονοι περιμέναμεν την γνώμην της επιτροπής των πεπαιδευμένων, την οποίαν ο επί των Εσωτερικών Υπουργός εσύστησε προ δύο ήδη μηνών, επί σκοπώ του να εξετάσωσι τους μαστόδοντας και τα άκρα δύο μυώνων, τα οποία είχαμεν στείλλει εις το Υπουργείον ως τεκμήριον της ανακαλύψεως ημών.
Αλλ’ αντί της γνώμης της συστηθείσης επιτροπής ανέγνωμεν εις το υπ’ αριθ. 1915 φύλλον της Αθηνάς, διατριβήν ανώνυμον, επιγραφομένην, τα εν Αντινίστη παλαιοθηρία, την οποίαν αναγνώσαντες, επείσθημεν, ότι, ούτε εν Αθήναις συνετάχθη, ούτε τα υπό στοιχεία Π.Π είναι τα γνήσια αρχικά στοιχεία του συντάκτου αυτής.
Αλλ’ επειδή ουδόλως ενδιαφέρει το κοινόν και την επιστήμην να μάθωσιν, αν ο αξιότιμος ανώνυμος συντάκτης της περί ης ο λόγος διατριβής, εξ Αθηνών ή εκ Λαμίας έγραψε, και διατί εκάλυψε το αληθές αυτού όνομα, εις εργασίαν καθαρώς επιστημονικήν, διαβαίνομεν εφ’ όλων τούτων των εξετάσεων ως ασχέτων με την προκειμένην υπόθεσιν, ερχόμενοι αμέσως να λύσωμεν τας απορίας του Κ. Π.Π., προς τον οποίον εκφράζομεν την ευγνωμοσύνην ημών, και δια τας φιλοφρόνους προς ημάς εκφράσεις του, και διότι, αναπληρώσας τας ελλείψεις της τροχάδην συνταχθείσης προς το Υπουργείον εκθέσεως ημών, δια της γεωμετρικής περιγραφής της χώρας και των βράχων της Αντινίτσης, μας έδωσεν αφορμήν να δημοσιεύσωμεν διασαφήσεις τινάς αναγκαίας να καταστήσωσι την ανακάλυψιν των εν Αντινίτση παλαιοθηρίων πραγματικήν μαθηματικήν αλήθειαν.
Η δύναμις, ή κάλλιον, οι λόγοι δια τους οποίους συνεκεντρώθη εις εν και το αυτό μέρος άπειρος πληθύς μαστοδόντων εισί δύο. Πρώτον τα ήθη των παλαιοθηρίων, τα οποία ανήκον εις το γένος των αγελώων ζώων, κατά τον Αριστοτέλην∙ και δεύτερον ο καταπληκτικός τρόμος του κλονισμού του σύμπαντος, όστις συνήθως προηγείται των κατακλυσμών. Αν δεν μας απατά η μνήμη, ο σοφός Κυβιέρος εκφράζει και μίαν άλλην γνώμην, ότι ενδεχόμενον η συγκέντρωσις των απολιθώσεων να προέρχεται και εκ της πλημμύρας των υδάτων, την οποίαν δια ν’ αποφύγωσι τα ζώα αυτά κατέφυγον από τας πεδιάδας εις τα υψηλότερα μέρη, όπου αιφνιδίως κατεστράφησαν υπό ηφιαστείου μεγάλης εκρήξεως. Τοιούτοι είναι οι φυσικοί λόγοι δια των οποίων δυνάμεθα να εξηγήσωμεν επιστημονικώς της εις εν και το αυτό μέρος συγκέντρωσιν των απολιθωμένων λειψάνων των παλαιοθηρίων.
Είναι αδιάφορον ως προς την ανακάλυψιν των παλαιοθηρίων η δύναμις των ορυκτολογικών στρωμμάτων, τα οποία ο Κ. Π.Π. παρεμβάλλει εν τω μέσω προς ενίσχυσιν των αμφιβολιών του. Οι ογκόλιθοι βράχοι, τους οποίους εντέχνως περιγράφει ο ανώνυμος γεωμέτρης, (ας μας επιτρέψη να τον χαρακτηρίσωμεν ολίγον), δεν είναι απλούς ανθρακίας τιτάνου, αλλά μίγμα ηφαιστείου τέφρας παλαιοθηρίων συντετριμμένων και ανθρακίας τιτάνου. Εντεύθεν η ποικιλία του χρώματος των ολκολίθων αυτών και η σιδήρινος ούτως ειπείν σκληρότης των, χαρακτηριστικά όλως εις αυτούς ίδιον, τα οποία στερούνται οι παρακείμενοι βράχοι.
Τα ζώα ταύτα των οποίων ανακαλύπτονται οι οδόντες (γράφε και όλα των τα υφάσματα) ήσαν βεβαίως υπερμεγέθη, και καταστραφέντα, τα στόματά των διετήρησαν απόστασιίν τινα το εν παρά τω ετέρω ως εκ του μεγάλου των όγκου, φυσικώ τω λόγω και οι οδόντες του ενός ετοποθετήθησαν μακράν εκείνων του προκειμένου γείτονός του. Πως εξηγείται να ευρεθώσιν όλοι συμπεπλεγμένοι και συγκεκολλημένοι; Ιδού πως.
Γνωρίζει ο συγγραφεύς της διατριβής, ότι εις τας κοινωνικάς επαναστάσεις, τα πάντα συγχίζονται, συμπλέκονται και καταστρέφονται, και ουδέν πράγμα κατέχει την οικείαν θέσιν του δια το βίαιον και αχαλίνωτον των ανθρωπίνων παθών.. Παράδειγμα αι επαναστάσεις των 1848, από τας οποίας χείρ Κυρίου διέσωσε την ανθρωπότητα από τον κοινωνικόν κατακλυσμόν. Αφού λοιπόν τοιαύτη είναι η φύσις των κοινωνικών επαναστάσεων, πως θέλει ο Κ. Π.Π. να φυλάξωσι τάξιν και αρμονίαν τα ηφαίστεια, αι πλημμύραι και οι κατακλυσμοί, ώστε να τοποθετήσωσι με γεωμετρικήν ακρίβειαν τα κρανία και τους οδόντας των παλαιοθηρίων; Φυλάττουν τάξιν ποτέ οι εκ των υπονόμων των φρουρίων κατακρημνιζόμενοι λίθοι; Αναντιρρήτως όχι. Εκτός τούτου, δεν είναι αληθές, ότι όλοι οι μαστόδοντες ευρίσκονται συμπεπλεγμένοι. Αν ο Κ.Π. μετέβαινεν εις την Μονήν Αντινίτζης με μόνον τον σκοπόν του να παρατηρήση τα λείψανα των Παλαιοθηρίων, ή πριν μεταβή, ελάμβανε τον κόπον να έλθη εις το Γραφείον της Νομαρχίας δια να ίδη τα αντικείμενα, τότε όχι μόνον ήθελε παρατηρήσει καλήτερα, και εννοήσει ευκολώτερον την φύσιν της καταστροφής, αλλά και ημάς αυτούς ήθελεν αφήσει ησύχους εις στιγμήν, καθ’ ηνμόνη η ασφάλεια του Νομού απορροφά όλην ημών την προσοχήν.
“Ευρέθησαν απολιθωμένοι μύωνες φυλάττοντες και το φυσικόν των χρώμα, ευρέθη απολιθωμένον αίμα! αφού και μύωνες και αίμα απελιθώθη, πως δεν ευρέθησαν απολιθωμένα και κρανία και σπονδυλική στήλη και έτερα οστά, σώματα επιδεκτικά απολιθώσεως;”
Εις την τελευταίαν ταύτην αμφιβολίαν του Κυρίου Π.Μ. ως φαίνεται τα ανατομικά στοιχεία εχορήγησεν αυτώ εις ευφυέστατος και ευτραφέστατος Ιατρός, όστις και ίδε τας απολιθώσεις και εψηλάφησεν αυτός και εξηγήσεις εζήτησε περί αυτών και κάτι ίσως περισσότερον έπραξεν εις την εξώρυξιν αυτών, απαντώμεν κατηγορικώς, ότι και οδόντες, και μύωνες, και αίμα, και οστά διάφορα και στέαρ και απονευρώσεις και χαυλιόδοντες ευρέθησαν, τα οποία τιθέμενα εντός λέβητος με ύδωρ επί της εστίας και οσμάζωμα δύνανται να εξάξωσι και ζωμόν ίσως άριστον να κατασκευάσωσι.
Δια να βεβαιωθή δε περί τούτων όλων ο αξιότιμος συντάκτης της περί ης ο λόγος διατριβής, παρακαλούμεν αυτόν, χάριν της επιστήμης, ή να έλθη εις το Γραφείον της Νομαρχίας να τω δείξωμεν όσα ανωτέρω αριθμήσαμεν, ή αν επιθυμή ας έλθη να μεταβώμεν ομού εις την Μονήν Αντινίτζης δια να τω δείξωμεν με μαθηματικήν ακρίβειαν τους εκ τέφρας και Παλαιοθηρίων ή Μαμού συγκειμένους ογκολίθους, εξ ων δύναται να εφοδιάση το Γραφείον του. Ένα μόνον δεν υποσχόμεθα να τω δείξωμεν, τα κρανία των Παλαιοθηρίων, τα οποία, εκτός των οδόντων, έλαβον την τύχην των λοιπών οργάνων και υφασμάτων, άτινα ως ήττον των οδόντων στερεά, κατεπιέσθησαν και συνετρίφθησαν υπό του του βάρους και της βίας τοιουτοτρόπως, ώστε δυσκόλως ο άπειρος της φυσικής ιστορίας και της γεωλογίας δύναται να διακρίνη αυτά. Ιδού ο λόγος δια τον οποίον ο ανώνυμος διατριβογράφος, ο άλλως αξιότιμος δια τας μαθηματικάς γνώσεις του ηπατήθη ως προς τον αριθμόν των οδόντων, νομίσας ότι οι ογκόλιθοι της Αντινίτζης δεν παριστάνουσιν, ειμή μόνον οδόντας.
Εν άλλον νομίζομεν επηρέασε την ορθήν κρίσιν του πεπαιδευμένου αρθρογράφου της Αθηνάς, να συγχίση τους μαστόδοντας της Αντινίτζης με τους κερατίας λίθους, τους οποίους τινές ωνόμασαν και κέρατα του Άμωνος, πριν αι τεράστιοι γεωλογικοί ανακαλυψεις του Σοφού Κυβιέρου ίδωσι το φως. Είναι δε τούτο, τα ολίγα παλαιθηρία ή Μαμού της Σιβηρίας, εκ των οστέων των οποίων ηδυνήθη ο έκτακτος εκείνος Ανήρ, να συναρμολογήση κρανίον ολόκληρον με τας σιαγώνας του.
Αλλά τα παλαιθηρία της Σιβηρίας δεν κατεστράφησαν δια κατακλυσμού, συνοδευομένου υπό υφαιστείου εκρήξεως αλλ’ υπό παγετώδη μεταβολήν της αρκτικής μοίρας του πλανήτου. Άλλως δεν εξηγείται η συντήρησις αυτών.
Εν μόνον υπολείπεται να είπωμεν δια να δώσωμεν τέλος της διατριβής ημών.
Τα παλαιοθηρία της Αντινίτζης, είνε όμοια κατά το μέγεθος με τα παλαιοθηρία της Σιβηρίας και της εσπερίας Ευρώπης;
Το καθ’ ημάς δεν διατάζομεν να εκφράσωμεν γνώμην εκ των προτέρων λέγοντες ότι τα Φθιωτικά ήσαν μεγαλύτερα εκείνων, καθώς αι Τίγρεις και οι Λέοντες του ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδος εισί μεγαλήτεροι των της Ασίας και της Ανατολικής Αφρικής.
Οι σοφοί της Ευρώπης εις των οποίων την κρίσιν υποβάλλομεν μετά σεβασμού τας ατελείς ιδέας ημών, θέλουν αποφασίσει ανεκκλήτως περί αυτών, αφού επισκεφθώσι την Φθιώτιδα.
                                                                   Α. Ζυγομαλάς
                                                Νομάρχης Φθιώτιδος και Φωκίδος»
          Η αντίδραση του νομάρχη είναι η εκ νέου προβολή και πληρέστερη τεκμηρίωση των επιχειρημάτων του. Σε κάποια σημεία μάλιστα ειρωνεύεται τον Π.Π., γράφοντας ότι πράγματι πρόκειται για οστά, τα οποία αν τεθούν στη φωτιά σε καζάνι με νερό μπορούν να παράγουν ζωμό! Κλείνοντας, καλεί του σοφούς της Ευρώπης να επισκεφθούν τη Φθιώτιδα για να πεισθούν με επιτόπια έρευνα ότι πρόκειται για απολιθώματα.


2)Περιοχή Πελασγίας:
Ο Νομάρχης στην περιοχή της Πελασγίας ανακάλυψε απολίθωμα βόα. Η σχετική επιστολή του στο Υπουργείο Εσωτερικών δημοσιεύθηκε στο φύλλο 1927 της 17ης Νοεμβρίου 1852 της εφημερίδας «Αθηνά» με τον υπέρτιτλο: «Νομάρχης έτι ών ο Κ.Ζυγομαλάς μας απηύθυνε την ακόλουθον ανακάλυψίν του». Η ίδια είδηση αναδημοσιεύθηκε στο φύλλο 720 της 5ης Δεκεμβρίου 1852 της εφημερίδας «Η Αμάλθεια» με τον υπέρτιτλο:
«Ο πρώην νομάρχης Φθιώτιδος. Κ.Α.Ζυγομαλάς, του οποίου ήδη εδημοσιεύσαμεν και δια της εφημερίδος ταύτης δυο περί παλαιοθηρίων διατριβάς, είχε στείλει εις την Κυβέρνησίν του και την επομένην επίσης περίεργον περί απολελιθωμένου δράκοντος έκθεσιν, την οποίαν ωσαύτως λαμβάνομεν εκ των ελληνικών εφημερίδων».
Από τους υπερτίτλους των δύο εφημερίδων προκύπτει ότι ο Α.Ζυγομαλάς μεταξύ της 17ης Νοεμβρίου και 5ης Δεκεμβρίου 1852 παραιτήθηκε από Νομάρχης Φθιώτιδας. Η παραίτησή του μάλλον ήταν αναμενομένη, αν κριθεί από τη φράση του υπερτίτλου της «Αθηνάς» «Νομάρχης έτι ων ο Κ.Ζυγομαλάς…», δηλαδή «ο κ.Ζυγομαλάς, ο οποίος είναι ακόμη Νομάρχης»! Ίσως η ανακάλυψη των παλαιοντολογικών ευρημάτων και η αντιπαράθεση με τον ανώνυμο αρθρογράφο Π.Π. να στοίχισε τη θέση του.
Ακολουθεί η δημοσίευση:
«Περί ανακαλύψεως απολιθωμένου Δράκοντος
Επισκεφθείς κατά την επιστροφήν μου εκ του χωρίου Γλύφας το αρχαίον κυκλωπικόν φρούριον της Κρεμαστής Λαρίσσης, όπερ κατά την γνώμην των αρχαίων ποιητών και ιστοριογράφων ήτον έδρα της επικρατείας του Αχιλλέως, ανεκάλυψα μεταξύ των πεπτωκότων λίθων του ασύλου του φρουρίου δράκοντα απολιθωμένον, ήτοι όφιν εκ του γένους των (Βόας Construtor) των Ευρωπαίων.
Ο όφις ούτος απελιθώθη, καθόσον δύναμαι να συμπεράνω, εις μεταγενέστερον κατακλυσμόν του των Παλαιοθηρίων, καθότι, εκτός της κεφαλής και των δυο τρίτων του μήκους του εαυτού σώματος διετηρήθη το κυλινδροειδές σχήμα του.
Υπάρχουσι δε εντός της δεξιάς παρειάς της κοιλίας του πελωρίου τούτου όφεως όργανα τινά συμπεφυημένα επιμήκη και σηριγγώδη, τα οποία είναι μέρος του πεπτικού σωλήνος, ή τα αιματοφόρα αγγεία του όφεως, το τελευταίον συμπέρασμα μου φαίνεται πιθανώτερον, ως εκ της ανατομικής χώρας των οργάνων και της διατηρήσεως αυτών.
Είπον ανωτέρω, ότι ο όφις ούτος απελιθώθη εις κατακλυσμόν μεταγενέστερον του των παλαιοθηρίων. Η γνώμη αύτη υποστηρίζεται, εκ του, ότι άπασα η εξωτερική επιφάνεια του όφεως υπάρχει περικεκαλυμμένη από σταλακτίτας, δεικνύοντας, ότι, ότε τα ύδατα εκάλυψαν τα όρη και τα πεδία της Θεσσαλίας, ο όφις ευρίσκετο εντός σπηλαίου, το οποίον ήτο το καταφύγιον αυτού, όπου πνιγείς εκ της πλημμύρας εκαλύφθη υπό των σταλακτικών του σπηλαίου, αποσυρθέντων των υδάτων. Τούτο δεικνύει και η ύψωσις της κεφαλής του όφεως, όστις πνιγόμενος, επροσπάθει να σωθεί υψώνων προς τα άνω την κεφαλήν.
Το περίεργον δε είναι ότι, καθά επληροφορήθην παρά του Λοχαγού Κουρούμπα, σταθμεύοντος εις το Τμήμα του Δήμου κρεμαστής Λαρίσσης, υπάρχει σπήλαιον πλησίον του φρουρίου τούτου, λίαν περίεργον διά το πλήθος και τα διάφορα σχήματα των σταλακτιτών. Πολλοί εκ των κατοίκων του Δήμου τούτου ακούσαντες την εξήγησιν την οποίαν έκαμα περί του απολθωμένου αυτού δράκοντος, με εβεβαίωσαν, ότι εις τα μέρη αυτά της Όθρυος υπάρχουσι και σήμερον πολλοί όφεις, αλλά μη υπερβαίνοντες κατά το μέγεθος, το χόνδρος ενός βραχίονος, ένεκα τούτου οι ποιμένες φοβούμενοι, αποφεύγουσι τα μέρη αυτά∙ ότι οι πελώριοι ούτοι όφεις, ενεφώλευον εντός των σπηλαίων μας, μαρτυρείται και εκ της δρακοσπηλιάς της Οίτης, ήτις εκ τοιούτου περιστατικού πρέπει να έλαβε το όνομα αυτό.
Είναι λοιπόν εκτός πάσης αμφιβολίας, ότι ο ανακαλυφθείς επί της κορυφής του κυκλωπικού φρουρίου της Κρεμαστής Λαρίσσης όφις, απελιθώθη επί του κατακλυσμού του Δευκαλίωνος, όστις, εάν δεν ήναι τόλμη να εκφράσω γνώμην, συνέβη ησύχως και άνευ ηφαιστείων αιφνηδίων εκρήξεων, περί ων ανέφερον δια της προς το υπουργείον αναφοράς μου περί των παλαιοθηρίων. Την γνώμην ταύτην υποβάλλω μετά θάρρους εις την βάσανον των σοφών γεωλόγων της Ευρώπης, οίτινες, εάν αποφασίσωσι να επισκεφθώσι τα μέρη ταύτα του Ελληνικού Βασιλείου μετά την ανακάλυψιν των Παλαιοθηρίων της μονής Αντινίτζης και του απολιθωμένου δράκοντος της Κρεμαστής Λαρίσσης, όχι μόνον θέλουσι γίνει πρόξενοι μεγάλων γεωλογικών και ορυκτολογικών ανακαλύψεων, αλλά και πολλά μυθώδη μέρη των Ελλήνων ποιητών θέλουσιν εξηγήσει και παραδόσει εις την ιστορίαν της ανθρωπότητος.
Εκ των εκτεθέντων παρατηρεί το υπουργείον μέχρι τίνος βαθμού ενδιαφέρουσι την Ελλάδα αι γεωλογικαί αύται ανακαλύψεις των μυθολογικών αυτών ζώων∙ εν έντομον ανακαλύπτεται εις την Ευρώπην υπό οποιουδήποτε υπαλλήλου, και αμέσως ο υπουργικός τύπος δημοσιεύει την μικράν αυτήν ανακάλυψιν προς φωτισμόν του κοινού, και πλουτισμόν της επιστήμης∙ ενταύθα ανεκαλύφθησαν αι εκπληκτικώτεραι ζωϊκαί πλάσεις του δημιουργού, και ουδεμία των υπουργικών εφημερίδων ανέφερον το παραμικρόν!
Παρακαλώ λοιπόν και αύθις το Υπουργείον, να διατάξη την δημοσίευσιν αμφοτέρων των ανακαλύψεων δια της γαλλιστί εκδιδομένης εν Αθήναις εφημρίδος, ο Αθηναϊκός Παρατηρητής, δια να λάβωσι γνώσιν αυτών οι γεωλόγοι της Ευρώπης εις ους ανήκει να κρίνωσι περί αυτών.
Εν Λαμία, την 6 Οκτωβρίου 1852»
Ο Νομάρχης, εκτός από την ανακάλυψή του, αναφέρει και πληροφορία του λοχαγού Κουτρούμπα για ύπαρξη σπηλαίου με σταλακτίτες δίπλα στο φρούριο της Πελασγίας. Αποφαίνεται μάλιστα ότι το τοπωνύμιο Δρακοσπηλιά Οίτης, οφείλεται στην ύπαρξη παρόμοιων φιδιών, τα οποία κατοικούσαν σε σπηλιές της Φθιώτιδας. Κλείνοντας, εκφράζει το παράπονό του για την αδιαφορία του υπουργείου, σε αντιδιαστολή με το υπέρμετρο ενδιαφέρον των ξένων επιστημόνων, για οποιαδήποτε ανακάλυψη πραγματοποιείται στη χώρα τους. Παρακαλεί να δημοσιευθεί η ανακάλυψή του στη γαλλόφωνη εφημερίδα Αθηναϊκός Παρατηρητής (Athènes Observateur;) για να ενδιαφερθούν οι Ευρωπαίοι γεωλόγοι και αποφανθούν για τις ανακαλύψεις του.

Η προσπάθεια του, πρώην πλέον Νομάρχη Α.Ζυγομαλά, να προσελκύσει το ενδιαφέρον Ευρωπαίων επιστημόνων, φαίνεται ότι είχε ευτυχή κατάληξη. Σε είδηση στο φύλλο 1928 της 21ης Νοεμβρίου 1852 της εφημερίδας «Αθηνά» αναγγέλλεται το ενδιαφέρον της Γαλλικής Ακαδημίας Επιστημών (Académie des sciences) για το όλον θέμα:
«Ο ισόβιος Γραμματεύς της Γαλλικής Ακαδημίας των ωραίων τεχνών Κ. Ραούλ Ροσιέτ ανήγγειλεν εις μίαν των τελευταίων συνεδριάσεων της Ακαδημίας των επιστημών τας εν Φθιώτιδι γενομένας γεωλογικάς ανακαλύψεις του Κ.Α.Ζυγομαλά. Η ουσιώδης αύτη ανακάλυψις του πρώην Νομάρχου Φθιώτιδος διήγειρεν επί τοσούτον την προσοχήν της Ακαδημίας, ώστε αύτη αμέσως διώρισεν ειδικήν  επιτροπήν, όπως ενασχοληθή επί των ανακαλύψεων τούτων, περί των οποίων έμελλε να διαλάβη και εις τα εβδομαδιαία πρακτικά της συνεδριάσεως».
          Σήμερα η τύχη των παλαιοντολογικών αυτών ευρημάτων από τη Φθιώτιδα είναι άγνωστη. Στην εφημερίδα της Χίου «Η ΑΛΗΘΕΙΑ» αναγράφεται ότι «οδηγήθηκαν στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Παρισιού». Η πληροφορία γίνεται δεκτή με επιφυλακτικότητα καθώς δεν υπάρχει άλλη πηγή για διασταύρωσή της.

Η παρούσα ανάρτηση οφείλεται στην ευγενή υπόδειξη των δημοσιευμάτων της «Αμάλθειας» από τον κ.Πέτρο Μεχτίδη. Αποτέλεσαν τη μαγιά για τον εντοπισμό των υπολοίπων δημοσιευμάτων. Τον ευχαριστούμε….


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ-ΕΠΕΞΗΓΗΣΕΙΣ
[1] Ο Ανδρέας Ζυγομαλάς γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1803. Με τα γεγονότα του 1822 έφυγε από τη Σμύρνη και σπούδασε γιατρός στην Ευρώπη, αλλά δεν εξάσκησε για πολύ το επάγγελμά του. Το 1836 εξέδωσε την εφημερίδα «Ο Φίλος του Λαού» και εργάστηκε δραστήρια για την επιτυχία της Επανάστασης της 3ης Σεπτεμβρίου.
Υπηρέτησε ως Νομάρχης Αιτωλίας και Ακαρνανίας (1849–1850) επιφορτισμένος με την καταπολέμηση της ληστείας και ως Νομάρχης Κυκλάδων το 1851. Το 1852, ως Νομάρχης Φθιώτιδος και Φωκίδος, ανακάλυψε απολιθωμένα φυτά και μαστόδοντα, τα οποία οδηγήθηκαν στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Παρισιού (Museum National d'Histoire Naturelle).
Το 1855 διετέλεσε Υπουργός Ναυτικών για λίγους μήνες. Παραιτήθηκε και πολεμήθηκε από τον Όθωνα και την Αμαλία για μια πενταετία. Για οικονομικούς λόγους αποδέχτηκε το Προξενείο της Σμύρνης.
Το 1858 βρέθηκε Γενικός Πρόξενος Αιγύπτου. Τότε αντιπροσωπεύοντας το Εμπορικό Επιμελητήριο της Σύρου, δημοσίευσε σε φυλλάδιο έκθεση «Περί του μεγάλου συμφέροντος, όπερ έχει η Ελλάς εις την επιτυχίαν της ενώσεως της Μεσογείου μετά της Ερυθράς θαλάσσης».
[Πηγή: Εφημερίδα της Χίου Η ΑΛΗΘΕΙΑ].



ΕΙΚΟΝΕΣ


 Εικ.1 Προμετωπίδα της εφημερίδας «Αιών».



 Εικ.2 Προμετωπίδα της εφημερίδας «Αθηνά».



 Εικ.3 Προμετωπίδα της εφημερίδας «Η Αμάλθεια».



 Εικ.4 Προμετωπίδα της περιοδικής έκδοσης «Πανδώρα».


ΠΗΓΕΣ

 1)Εφημερίδα «Αιών» της Αθήνας.
2)Εφημερίδα «Αθηνά» της Αθήνας.
3)Εφημερίδα «Η Αμάλθεια» της Σμύρνης.
4)Περιοδική έκδοση «Πανδώρα».