Ευχαριστούμε την κα Ευαγγελία
Μαντζίκου
για την αποστολή
των
φωτογραφιών
Εισαγωγικά
Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, το Άνυδρο
(έως το 1930 Νίκοβα) ιδρύθηκε επί τουρκοκρατίας στο οροπέδιο όπου σήμερα
βρίσκεται ο ναός της Αγίας Παρασκευής σε υψόμετρο 958 μ. στην οροσειρά της
Όθρυος.
Η Όθρυς αποτελεί το φυσικό σύνορο Στερεάς Ελλάδας και
Θεσσαλίας. Πρόκειται για ορεινό όγκο, του οποίου αρκετές κορυφές ξεπερνούν σε
ύψος τα χίλια πεντακόσια μέτρα (Γκιούζι 1.726 μ., Γερακοβούνι 1.673 μ.,
Πήλιουρας 1.558 μ., Μαυρίκα 1.552 μ., κ.ά..).
Για την Όθρυ έγραψε το 1958 ο Δημήτριος Γαρδίκης[1] στο
βιβλίο του «Ο Γύρος της Φθιώτιδος»:
«Η ΟΘΡΥΣ
Αντικρύζω από την
κορυφήν της Οίτης, την οροσειράν της Όθρυος, που αρχίζει από τις προσβάσεις του
Τυμφρηστού, κατέρχεται με πολλές διακλαδώσεις πρός τον Θεσσαλικόν κάμπον και
την κοιλάδα του Σπερχειού, σαν σαρανταποδαρούσα και φθάνει στον Παγασητικό
κόλπο.
Για την Όθρυ μας λέγει
η Μυθολογία πολλούς μύθους. Λέγει ότι, όταν οι Θεοί του Ολύμπου τσακώθηκαν με
τους Τιτάνας-ίσως ήταν στην τριτογενή γεωλογική κατάστασι, ο Εγκέλαδος, πού είχε αναπτυχθή, εις τον βυθόν της
λιμνοθαλάσσης της Θεσσαλίας, ξεσηκώθηκε και καμουφλαρισμένος, πήρε μέρος με
τους Τιτάνας.
Τούτον διέκρινε η θεά
Αθηνά εν μέσω των Τιτάνων και τον ετραυμάτισε θανασίμως, αλλά δεν απενεκρώνετο.
Εσπάραζε σπασμωδικά με πόδια και με χέρια. Τότε η Αθηνά, για να τον
αποτελειώση, πήρε την Όθρυ και την έρριξε πάνω του και τον κατεπλάκωσε.
Φαίνεται πως ο μύθος
αυτός επαλήθευσε κάπως τώρα τελευταία, με τους σεισμούς στη Θεσσαλία, σύμφωνα
με το χαρακτηρισμό που είχε κάμη ο Στράβων ο Γεωγράφος. Ότι η Θεσσαλία είνε
σεισμογενής, η δε Φθιώτις σεισμοπαθής.
Κατά τους
προϊστορικούς χρόνους, μας λέγει ο ιστορικός Πολυζωΐδης,
ότι ο Δευκαλίων, όταν έγινε ο φερώνυμος κατακλυσμός και γέμισε όλη η Βοιωτία
από ύδατα, ανέβηκε στη Λιάκουρα και τράβηξε, για την Οίτη. Από εκεί μετέβη στην
Όθρυ, με την ύφεση του Κατακλυσμού και εγκατεστάθη οριστικώς στην Φθιώτιδα.
Όταν πέθανε ο
Δευκαλίων αφήκε διάδοχον και κληρονόμον τον δευτερότοκον υιόν του, πού τον
έλεγαν Έλληνα και το Βασίλειόν του, η Φθιώτις, πήρε το όνομα του Ελλάδα.
Ήταν μάλιστα, λέγει ο
ιστορικός, κατά τους προϊστορικούς χρόνους και μία πόλις στην κοιλάδα του
Σπερχειού, κοντά στον ποταμό, πού είχε το όνομα Ελλάς και απ’ αυτήν πήρε το
όνομα Ελλάδα ένα τμήμα του Σπερχειού και ύστερα όλη η ελληνική χώρα.».
Για την ετυμολογία της λέξης Όθρυς έχουν προταθεί
διάφορες ερμηνείες. Ειδικότερα:
-Στο λεξικό των Liddell-Scott αναφέρεται: «Όθρυς, υος, η, το
όρος Όθρυς εν Θεσσαλία, Ηρόδ. 7. 129, Στράβ., κτλ.∙ - πιθ. διαλεκτικός τύπος
του οφρύς∙ - Καθ’ Ησύχ. “όθρυν Κρήτες το όρος”, και “ οθρυόεν∙ τραχύ, ..
κρημνώδες”, πρβλ. Θ. θ. ΙΙ. 2».
-Στο λεξικό των Μάρκου Μουσούρου και Νικολάου Βλαστού αναφέρεται: «Όθρυς, όρος Θεσσαλίας, οιονεί άθρυς τίς ων∙όθεν εστίν αθροίσαι, διά το
ύψος».
-Στο λεξικό του Ησυχίου Αλεξανδρέως η λέξη ετυμολογείται από το επίθετο «οθρυόεν», το οποίο
ερμηνεύεται «τραχύ, υλώδες, δασύ,
κρημνώδες».
Κατά την Τιτανομαχία,
η οποία περιγράφεται στο έργο του Ησιόδουυ
«Θεογονία», η Όθρυς υπήρξε οχυρό και ορμητήριο των Τιτάνων. Στο στίχο 631
αναφέρεται: «οι μεν αγαυοί Τιτήνες αφ’
υψηλής Όθρυος», δηλαδή «οι ένδοξοι Τιτάνες από την ψηλή Όθρυ (αγωνίζονταν)». Σύμφωνα με τον
ιστοριογράφο Ελλάνικο το Λέσβιο, μετά τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα η κιβωτός του Δευκαλίωνα προσάραξε στην Όθρυ.
Στη νεότερη εποχή στα χωριά της Ανατολικής Φθιώτιδας
μεταξύ των παλαιότερων κατοίκων η Όθρυς ήταν γνωστή ως Γκιούζι. Η λέξη είναι
κατάλοιπο της τουρκικής κατάκτησης και προέρχεται από το τουρκικό göz, που
σημαίνει μάτι (π.χ. Karagöz=Μαυρομάτης) (Εικ.1).
Ο ναός της Αγίας Παρασκευής
Ο ναός της Αγίας Παρασκευής σώζεται σήμερα σε καλή κατάσταση
(Εικ.2). Τυπολογικά πρόκειται για
μικρό μονόχωρο ναό, ο οποίος ανακαινίσθηκε τα τελευταία χρόνια (Εικ.3,4). Στον περιβάλλοντα χώρο του διατηρούνται
ακόμη αιωνόβιες βελανιδιές (Εικ.5).
Ιστορικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν ορισμένες φορητές εικόνες
του ναού, οι οποίες χρονολογούνται στο τέλος του 19ου αιώνα και παρουσιάζονται
στη συνέχεια ομαδοποιημένες ανάλογα με τον αγιογράφο που τις δημιούργησε.
Ειδικότερα:
Α΄ Ομάδα εικόνων.
1. Η Αγία Παρασκευή (Εικ.6). Χρονολογείται στο τέλος του 19ου αιώνα. Στην
εικόνα έχουν εναποτεθεί τάματα από τους πιστούς λόγω της ιδιότητας της Αγίας ως
προστάτιδας της όρασης. Είναι καλυμμένη με ύφασμα, γι’ αυτό δεν είναι δυνατόν
να διαπιστωθεί εάν φέρει ακριβή χρονολόγηση. Λόγω όμως της ταύτισης του
γραφικού χαρακτήρα του αγιογράφου με αυτόν των επομένων εικόνων (Εικ.7,8) αποδεικνύεται ότι προέρχεται
από τον ίδιο αγιογράφο. Συνεπώς ταυτίζεται χρονολογικά με τις επόμενες επακριβώς
χρονολογημένες εικόνες (1884). Η Αγία φέρει στο δεξί της χέρι σταυρό, ο οποίος
δηλώνει την μαρτυρική της ιδιότητα. Με το αριστερό χέρι κρατάει την αποτμηθείσα
κεφαλή της. Είναι γνωστό ότι η Αγία μαρτύρησε με αποκεφαλισμό.
Το φωτοστέφανο και το δεξί της χέρι φέρουν μεταλλική επικάλυψη.
2. Ο Άγιος Παντελεήμονας (Εικ.7). Ο Άγιος εικονίζεται φέροντας στο αριστερό του χέρι ιατρική
λαβίδα ενώ στο δεξί βαστάζει κιβωτίδιο, το οποίο περιέχει τα ιατρικά εργαλεία
του. Στη βάση της εικόνας διακρίνεται δυσανάγνωστη η επιγραφή «Ιουνίου 22 1884 ………..».
3. Ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος (Εικ.8). Υψώνει το δεξί του χέρι σε σχήμα ευλογίας ενώ με το δεξί
κρατάει πινάκιο με την κεφαλή του και ανοικτό ειλητάριο με την επιγραφή «ΜεΤα/νοεί/Τε ή/ΓΓηκε/Γαρ η/Βασι/λεία/Των
ου/ρανών». Στη βάση της εικόνας διακρίνεται δυσανάγνωστη η επιγραφή, η
οποία με επιφύλαξη αναγράφει: «1884 δαπανη
του δουλου σου Ιωανου Αντωνηου».
4. Το Άγιον Μανδύλιον (Εικ.9). Στη βάση της εικόνας διακρίνεται ευανάγνωστη η επιγραφή «Δαπάνη Λημονιά Παπα Κωνσταντήνου 1896».
Δηλαδή η εικόνα αγιογραφήθηκε με έξοδα της Λεμονιάς, μάλλον πρεσβυτέρας του
ιερέα Κωνσταντίνου, το 1896, ένα έτος πριν τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897.
Β΄ Ομάδα εικόνων.
5. Ο Ιησούς Χριστός (Εικ.10). Με το δεξί του χέρι ευλογεί ενώ στο αριστερό φέρει
ανοικτό ευαγγέλιο που αναγράφει «Εγώ
ει/μί το φώς του/κόσμου, ο α-/κολουθών ε-/μοί ού μη πε-/ριπατήσει εν/τη
σκοτία/αλλ’ έξει/το φώς της/ζωής. Αλλ’ εί-/πον υμίν ό-/τι και εωρά/κατε και
ού/πιστεύετε.». Στη βάση της εικόνας αναγιγνώσκεται η αφιερωματική επιγραφή
«Δημητρίου Ζέρβα 1876». Πρόκειται για
τον ληξίαρχο της Νίκοβας του έτους 1860 Δημ. Π. Ζέρβα (βλέπε: Ληξίαρχοι επαρχίας Φθιώτιδας έτους 1860), γιό του αγωνιστή του 1821 Παναγιώτη Ζέρβα
(βλέπε: Νικοβιώτες αγωνιστές του 1821).
6. Η Θεοτόκος (Εικ.11).
Φέρει στην αγκαλιά της το Χριστό, ο οποίος με το δεξί του χέρι ευλογεί ενώ στο
αριστερό φέρει ευαγγέλιο.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
α) Οι Εικ. 6, 7,
8 & 9 είναι έργα του ιδίου αγιογράφου. Δημιουργός τους είναι ο
Αναστάσιος Ι. Ζωγράφος, γιος του Ιωάννη Ζωγράφου εκ Γρεβενών. Ο Ιωάννης
Ζωγράφος είχε αγιογραφικό εργαστήριο στη Λαμία, όπου δούλευε ο ίδιος, οι δύο
γιοί του Αναστάσιος και Δημήτριος καθώς και μαθητές του. Είχε ζωγραφίσει μεγάλο
αριθμό φορητών εικόνων στη Φθιώτιδα και την Ευρυτανία στα τέλη του 19ου αιώνα.
Ήταν ομογενής από τα Γρεβενά και εγκαταστάθηκε στη Λαμία, παραμεθόρια πόλη του
τότε νεοσύστατου Ελληνικού Βασιλείου[2].
β) Οι Εικ. 10
& 11 έχουν αγιογραφηθεί από άλλον αγιογράφο την ίδια εποχή.
γ) Η Εικ.12 είναι μεταγενέστερη και εικονίζονται μαζί ο Άγιος Παντελεήμονας και η Αγία Παρασκευή. Εντύπωση προκαλεί
η κοινή απεικόνιση των δύο Αγίων. Το ίδιο και η παρουσία στο ναό της εικόνας του
Αγίου Παντελεήμονα (Εικ.7).
Πιθανολογούμε ότι παλαιότερα υπήρξε σε κοντινή απόσταση ναός του Αγίου Παντελεήμονα, ο οποίος,
άγνωστο πότε και για ποιους λόγους, καταστράφηκε, όπως αυτός της Ύψωσης του
Τιμίου Σταυρού στο τοπωνύμιο Σταυρός Ανύδρου. Η ανάμνηση του ναού του Αγίου
Παντελεήμονα επιβίωσε στη μνήμη των κατοίκων μέσω της ύπαρξης των εικόνων. Εξάλλου
σε χάρτη της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού του έτους 1945 σε μικρή απόσταση
βορειότερα του ναού της Αγίας Παρασκευής επισημαίνεται τοπωνύμιο Άγιος
Παντελεήμων.
Σε μεταγενέστερο όμως χάρτη του 1971 της Γεωγραφικής
Υπηρεσίας Στρατού το τοπωνύμιο χαρακτηρίζεται ως Άγιος Αθανάσιος. Σήμερα στην
ιστοσελίδα του κτηματολογίου (θέαση ορθοφωτογραφιών)
χαρακτηρίζεται ως Άγιος Αθανάσιος. Σύμφωνα με μαρτυρία του Κωνσταντίνου Χρ. Μαντζίκου από το Άνυδρο, με την οποία συμφωνούμε, η ορθή ονομασία του τοπωνυμίου είναι Άγιος Παντελεήμονας και θα πρέπει να διορθωθεί στους επίσημους χάρτες.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]Δημητρίου Γ. Γαρδίκη, Ο
Γύρος της Φθιώτιδος. Ιστορικογεωγραφικαί Μελέται, τύποις Εθνικού Αγώνος, Λαμία
1958, σελίδες 53 & 54.
[2]Περισσότερα για την
οικογένεια αυτών των αγιογράφων βλέπε:
α) Οθρυώτη Αιμιλίου, Φθιωτική Αγιογραφία, Φθιωτικά Χρονικά 1 (1980), σ.
75 κ.ε.,
β) Λαθύρη Γιάννη, Λησμονημένοι λαϊκοί αγιογράφοι, Φθιωτικά Χρονικά 2
(1981), σ. 141 κ.ε.
ΕΙΚΟΝΕΣ
Εικ.1. Η Όθρυς (Γκιούζι) το σούρουπο. [πηγή: φωτογραφικό αρχείο Σωτήρη Γ.
Αλεξόπουλου]
Εικ.3. Εσωτερικός χώρος του ναού. Το αναλόγιο. [πηγή: φωτογραφικό αρχείο
Ευαγγελίας Μαντζίκου].
Εικ.5. Ο περιβάλλων χώρος του ναού. [πηγή: φωτογραφικό αρχείο Ευαγγελίας
Μαντζίκου].
Εικ.6. Η Αγία Παρασκευή. [πηγή: φωτογραφικό αρχείο Ευαγγελίας Μαντζίκου].
Εικ.7. Ο Άγιος Παντελεήμονας. [πηγή: φωτογραφικό αρχείο Ευαγγελίας
Μαντζίκου].
Εικ.11. Η Θεοτόκος. [πηγή: φωτογραφικό αρχείο Ευαγγελίας Μαντζίκου].
Εικ.12. Ο Άγιος Παντελεήμονας και η Αγία Παρασκευή. [πηγή: φωτογραφικό αρχείο
Ευαγγελίας Μαντζίκου].